Τραπεζούς (Βυζάντιο), Ναός Παναγίας Χρυσοκεφάλου

1. Ιστορία

Η προσωνυμία «Χρυσοκέφαλος» του ναού της Παναγίας οφείλεται πιθανότατα στις επιχρυσωμένες χάλκινες πλάκες που υποτίθεται ότι κάλυπταν τη στέγη του.1Σύμφωνα όμως με τον Ιωσήφ Λαζαρόπουλο (14ος αι.), η ονομασία αυτή –γνωστή ήδη από την εποχή του Κωνσταντίνου Θ΄ Μονομάχου (1042-1055)– προέρχεται από μία χρυσή εικόνα της Θεοτόκου που υπήρχε μέσα στο ναό, στερεωμένη ίσως σε κάποιο κίονα.2

1.1. Χρήσεις

Η Χρυσοκέφαλος ήταν ο πρώτος μητροπολιτικός ναός της Εκκλησίας της Τραπεζούντας, αλλά και ο επίσημος αυτοκρατορικός και ταφικός ναός των Μεγάλων Κομνηνών, γι’ αυτό και μνημονεύεται στις πηγές ως «μεγάλη εκκλησία»3 και παρομοιάζεται με την Αγία Σοφία της Κωνσταντινούπολης. Όπως μας πληροφορεί οΜιχαήλ Πανάρετος,4 εδώ τάφηκαν οι αυτοκράτορες Ανδρόνικος Α΄ Γίδων (1235) και Ιωάννης Β΄ (1297), η αυτοκράτειρα Θεοδώρα Καντακουζηνή (1426), σύζυγος του Αλεξίου Δ΄, καθώς και ο ίδιος ο Αλέξιος Δ΄ (1429), κατά τη μαρτυρία του Λαόνικου Χαλκοκονδύλη.5 Σύμφωνα με το Χρονικό του Πανάρετου6 επίσης, στον άμβωνα του ναού στέφθηκε, το Σεπτέμβριο του 1342, αυτοκράτορας ο Ιωάννης Γ΄ Μέγας Κομνηνός (1342-1344). Κατά την ίδια πηγή,7 εδώ τάφηκαν οι μητροπολίτες Βαρνάβας (1333) και Νήφων (1364) αλλά και άλλα επιφανή πρόσωπα που διακρίθηκαν για τις υπηρεσίες τους στο κράτος και την Εκκλησία. Μεταξύ των ετών 1382-1389, όπως μας πληροφορεί ο Ιωσήφ Λαζαρόπουλος,8 εδώ ετάφη και ο Διονύσιος, ο ιδρυτής της ομώνυμης μονής του Αγίου Όρους.

2. Αρχιτεκτονική περιγραφή

O ναός της Παναγίας Χρυσοκεφάλου, που αποτελούσε αρχικά το καθολικό μοναστηριακού συγκροτήματος, δεσπόζει στο μέσο της οχυρωμένης πόλης. Ανήκει στον αρχιτεκτονικό τύπο της τρίκλιτης θολωτής βασιλικής με νάρθηκα και υπερώα. Το κεντρικό κλίτος είναι πλατύτερο και υψηλότερο, ενώ τα πλάγια στενότερα και χαμηλότερα.9 Ανατολικά από τα κλίτη διαμορφώνονται τετράγωνα θολωτά διαμερίσματα και μόνο το κεντρικό απολήγει σε πεντάπλευρη αψίδα, χαρακτηριστικό που συνδέθηκε με μια πρώιμη χρονολόγηση.10 Πάνω από το νάρθηκα και τα πλάγια κλίτη υπάρχουν τα θολωτά υπερώα (κατηχούμενα), τα οποία επικοινωνούν μέσω μιας κλίμακας με το βορειοανατολικό διαμέρισμα και με τοξοστοιχίες με τον κυρίως ναό.11 Η απουσία αψίδας στο βορειοανατολικό διαμέρισμα ερμηνεύεται από το γεγονός ότι εδώ βρίσκονταν τα αυτοκρατορικά βεστιάρια (μετατόριο), τα οποία έπρεπε να έχουν άμεση επαφή με το Βήμα και τα υπερώα. Μεταγενέστερα προστέθηκαν ο σταυρός, ο τρούλος, ο εξωνάρθηκας και οι στοές στη βόρεια και νότια πλευρά καθώς και η μικρότερη ημικυκλική αψίδα στο νοτιοανατολικό διαμέρισμα.

2.1. Διαστάσεις

Ο ναός της Παναγίας Χρυσοκεφάλου ήταν ο μεγαλύτερος12 της Τραπεζούντας. Το μήκος του ανέρχεται σε 28,63 μ., το πλάτος σε 15,05 μ. και το ύψος του σε 11,83 μ. Ο τρούλος, που στηρίζεται μέσω των σφαιρικών τριγώνων (λοφίων) σε τέσσερις πλίνθινους πεσσούς, έχει ύψος 6,37 μ. και διάμετρο 6,90 μ.13 και φωτίζεται από δώδεκα τοξωτά παράθυρα που περιβάλλονται εξωτερικά από αντίστοιχα αψιδώματα.

2.2. Διάκοσμος

Ο ναός δεν ήταν κοσμημένος με ανάγλυφα ή άλλα γλυπτά, παρά μόνο με μωσαϊκά. Οι μαρμάρινοι ραβδωτοί ιωνικοί κίονες και τα κιονόκρανα της βόρειας στοάς προέρχονται από προγενέστερο οικοδόμημα.14 Οι πλευρές, βόρεια και νότια, της αψίδας του Ιερού Βήματος καλύπτονταν στο κατώτερο μέρος τους με ορθομαρμάρωση, η οποία διακοπτόταν από ένθετες μωσαϊκές διακοσμήσεις από ποικιλόχρωμες μαρμάρινες ψηφίδες και ρόδακες.15 Τα μαρμάρινα θωράκια του κεντρικού τοίχου της αψίδας είναι ακόμη ορατά. Με πολύχρωμα μάρμαρα, κυρίως με παραστάσεις ροδάκων (opus sectile), ήταν καλυμμένο και το δάπεδο του ναού.16

Τα ανώτερα μέρη της αψίδας, πάνω από την ορθομαρμάρωση, οι εσωτερικές και εξωτερικές επιφάνειες των τοίχων του ναού, οι επιφάνειες των τόξων και των θόλων διακοσμούνταν με ψηφιδωτά που σήμερα είναι καλυμμένα με κονίαμα. Υπάρχουν ποικίλες αναφορές για απεικονίσεις του Ευαγγελισμού και των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης.17

Δε σώζεται επίσης κανένα κατάλοιπο από τα αυτοκρατορικά λειτουργικά έπιπλα, αλλά ούτε και από τα μεγαλόπρεπα ταφικά μνημεία που υπήρχαν στο ναό και στον περιβάλλοντα χώρο του, τα οποία μας είναι γνωστά από τις πηγές.

3. Οικοδομική

3.1. Γενικά στοιχεία

Ο ναός είναι χτισμένος από πελεκητούς λίθους, συνδεόμενους μεταξύ τους με κονίαμα, κατά το ισόδομο σύστημα. Εξαιτίας της γεωλογικής διαμόρφωσης του εδάφους, ο λίθος ήταν άφθονος στην περιοχή, γι’ αυτό και χρησιμοποιήθηκε ευρέως, όπως και η τεχνική, τόσο στα δημόσια όσο και στα ιδιωτικά κτήρια της πόλης.18 Σε αντίθεση με άλλους βυζαντινούς ναούς, στους οποίους χρησιμοποιείται κατά κόρον η οπτή πλίνθος στην εξωτερική διακόσμηση, ο πελεκητός λίθος αποτελεί την κύρια αρχιτεκτονική διακόσμηση της Παναγίας Χρυσοκεφάλου. Οπτοί πλίνθοι χρησιμοποιήθηκαν στην επίστεψη και στα τόξα ορισμένων παραθύρων, όπως στους ναούς της Αγίας Άννας και του Αγίου Ευγενίου. Λεπτοί τετράγωνοι πλίνθοι χρησιμοποιήθηκαν και στα μικρά τόξα του νάρθηκα.19 Η περιορισμένη αυτή χρήση της πλίνθου εξηγεί και την απουσία τρίλοβων ανοιγμάτων, στοιχείο συχνό σε άλλους ναούς της περιόδου.20

3.2. Οικοδομικές φάσεις και στοιχεία χρονολόγησης

Καθώς ο ναός ήταν ο πιο σημαντικός της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας, υπέστη αρκετές μεταβολές. Η μεγαλύτερη αλλαγή στην κάτοψη σημειώθηκε με την προσθήκη του τρούλου και του σταυρού στον αρχικό ναό, πιθανόν βασιλική με υπερώα.

Η S. Ballance21 προσπάθησε να αποδείξει με πειστικότητα τις οικοδομικές φάσεις του ναού και να συμπληρώσει τις αβέβαιες χρονολογήσεις. Έτσι, απέδωσε ορισμένες αρχιτεκτονικές φάσεις στη διάρκεια των 10ου, 11ου και 12ου αιώνων, τις οποίες οι A.Α.Μ. Bryer και D. Winfield22 μετέθεσαν χρονολογικά, χωρίς ωστόσο να αποκλείουν την ύπαρξη προγενέστερου του 10ου αιώνα ναού,23 η μορφή του οποίου παραμένει προς το παρόν άγνωστη. Οι δύο μελετητές προσπάθησαν να συνδέσουν τις μεταβολές που υπέστη σταδιακά ο ναός με τις αντίστοιχες ιστορικές μαρτυρίες. Έτσι, θεωρούν ότι η θολωτή τρίκλιτη βασιλική –η οποία περιλάμβανε μια αψίδα, το νάρθηκα, το μετατόριο στο βορειοανατολικό διαμέρισμα, τα υπερώα πάνω από το νάρθηκα και τα κλίτη (προσιτά από το μετατόριο), και πιθανότατα τον άμβωνα και το μαρμαροθετημένο (opus sectile) δάπεδο– χτίστηκε μετά το 1214 (μετά την ήττα των Κομνηνών από τους Λασκαρίδες και τους Σελτζούκους) και ολοκληρώθηκε ως το 1235. Η προσθήκη ορισμένων χαρακτηριστικών (μετατόριο, άμβωνας, υπερώα) μετά το 1214 συνδέεται με τις ειδικές λειτουργίες του ναού, τις στέψεις δηλαδή των Μεγάλων Κομνηνών που τελούνταν εδώ. Μετά το 1222 τοποθετούν οι μελετητές και την κατασκευή του μαρμαροθετημένου δαπέδου, βασισμένοι σε μία ενεπίγραφη πλάκα που ενσωματώθηκε σ’ αυτό σε δεύτερη χρήση· πάνω σε αυτήν αναγράφεται το όνομα Αλέξιος Κομνηνός, τον οποίο ταύτισαν με τον Αλέξιο Α΄ Μέγα Κομνηνό (1204-1222) και όχι με το Βυζαντινό αυτοκράτορα Αλέξιο Α΄ Κομνηνό (1081-1118), αφού κατά το μεγαλύτερο διάστημα της βασιλείας του η Τραπεζούντα βρισκόταν σε αναβρασμό. Προκύπτει συνεπώς η σύνδεση της φάσης αυτής με τον αυτοκράτορα Ανδρόνικο Α΄ Γίδωνα (1222-1235), ο οποίος, όταν ο σουλτάνος Μελίκ πολιόρκησε την πόλη το 1223, πέρασε την απελπιστική νύχτα της πολιορκίας προσευχόμενος στο ναό με έναν μοναχό της μονής ονόματι Γεράσιμο.24 Μετά τη νίκη του κατά του σουλτάνου, όπως μαρτυρεί ο Ιωσήφ Λαζαρόπουλος,25 ο αυτοκράτορας από τα λάφυρα που πήρε δώρισε στην εικόνα της Χρυσοκεφάλου πολύτιμους λίθους, μαργαριτάρια και ένα θαυμάσιο Ευαγγέλιο «εἶτα ὁ βασιλεὺς θέλων ἀπονεῖμαι τῇ Θεοτόκω [...] τὰ εἰκότα».

Η επόμενη φάση, σύμφωνα με τους μελετητές,26 ανήκει στην περίοδο αρχιερατείας του μητροπολίτη Ακακίου (1339-1351) και συνδέεται με την πυρπόληση της πόλης το 1341 από τους Τουρκομάνους, την οποία μνημονεύει ο Πανάρετος. Κατά τη φάση αυτή,27 μετά το 1341 –οπότε εξασθενεί η απειλή των Τουρκομάνων– σημειώνεται μια μεγάλη ανακατασκευή που περιλαμβάνει την ανύψωση του θόλου, την εισαγωγή του σταυρού και του τρούλου, ίσως την προσθήκη του εξωνάρθηκα και την επέκταση των κατηχουμένων, αλλά και την επέκταση του μετατορίου, την προσθήκη της βόρειας και ίσως της νότιας στοάς, καθώς και της νότιας αψίδας. Οι προσθήκες αυτές, και ιδιαίτερα η επέκταση του μετατορίου και των κατηχουμένων, άρμοζαν σ’ έναν αυτοκρατορικό ναό, δεν υπάρχουν όμως γραπτές πηγές που να μνημονεύουν και κατ’ επέκταση να χρονολογούν αυτές τις αλλαγές.

Αρκετές τροποποιήσεις σημειώθηκαν μετά την άλωση της πόλης της Τραπεζούντας (1461), οπότε ο ναός μετατράπηκε σε μουσουλμανικό τέμενος. Στη βόρεια πλευρά του ναού ανοίχθηκε είσοδος και προστέθηκαν κοντά σ’ αυτήν, αλλά και στην ανατολική πλευρά του ναού, πρόχειρες ξύλινες κατασκευές. Στα νοτιοανατολικά του ναού τα τόξα του νότιου κλίτους καταστράφηκαν και προστέθηκε το μιχράμπ. Επίσης, τα παράθυρα των υπερώων κλείστηκαν και μετατράπηκαν σε κόγχες.28

4. Σημερινή κατάσταση

Από το αρχικό μοναστηριακό συγκρότημα, το οποίο απαρτιζόταν από τοξωτά μοναστικά κτήρια και πιθανότατα από το επισκοπικό μέγαρο, δε σώζεται παρά μόνο το καθολικό. Η κρήνη που υπήρχε στη νότια πλευρά του ναού, με κρουνό σε σχήμα κεφαλής δράκοντα, ίσως καταστράφηκε το 1877.29 Κατά το 1917, οπότε η Τραπεζούντα βρισκόταν υπό την κατοχή των ρωσικών στρατευμάτων, η αρχαιολογική αποστολή με επικεφαλής το F. Uspenkij απομάκρυνε όλα τα προσκτίσματα που είχαν κατασκευαστεί στην ανατολική και βόρεια πλευρά του ναού μετά τη μετατροπή του σε μουσουλμανικό τέμενος.30 Ένα χρόνο αργότερα (1918), μετά τη φυγή των ρωσικών στρατευμάτων, καταστράφηκε από τους Τούρκους και ο τάφος του Αλεξίου Δ΄ που υπήρχε στο πίσω μέρος του ναού, ανατολικά της αψίδας.31 Έκτοτε η μητρόπολη της Τραπεζούντας, το σημαντικότερο τζαμί της πόλης από το 1461 έως σήμερα, έχει υποστεί σοβαρές επεμβάσεις. Στη διάρκεια της ανακαίνισης του 1988, το πολυτελέστατο βυζαντινό δάπεδο και το μαρμαροθέτημα της αψίδας του ιερού καλύφθηκαν με τσιμέντο.32




1. Βaklanov, Ν., “Deux Monuments Byzantins de Trébizonde. 1. L’Église de Saint Eugène, 2. La Chrysocéphalos”, Byzantion 4 (1927/1928), σελ. 389.

2. Λαζαρόπουλος, Ιωάννης (Ιωσήφ, Μητροπολίτης Τραπεζούντος), Έτι σύνοψις των του αγίου θαυμάτων μερική εκ των πλείστων, στο Papadopoulos-Kerameus, A. (επιμ.), Fontes historiae imperii Trapezuntini (Amsterdam 1965), σελ. 115. Βλ. Bryer, A.A.M. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos I (Dumbarton Oaks Studies 20, Washington D.C. 1985), σελ. 239, σημ. 452· Χρύσανθος, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 379-380, 386, 390.

3. Λαζαρόπουλος, Ιωάννης (Ιωσήφ, Μητροπολίτης Τραπεζούντος), Έτι σύνοψις των του αγίου θαυμάτων μερική εκ των πλείστων, στο Papadopoulos-Kerameus, A. (επιμ.), Fontes historiae imperii Trapezuntini (Amsterdam 1965), σελ. 115, παρ. 18. Βλ. Χρύσανθος, Μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 389, σημ. 5.

4. Πανάρετος, Μιχαήλ, Χρονικόν, στο Λάμπρος, Σ. (επιμ.), «Το Τραπεζουντιακόν Χρονικόν του Πρωτοσεβαστού και Πρωτονοταρίου Μιχαήλ Παναρέτου», Νέος Ελληνομνήμων 4 (1907), σελ. 293, παρ. 56. Βλ. Χρύσανθος, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 392, σημ. 5-7.

5. Χαλκοκονδύλης, Λαόνικος, Αποδείξεις Ιστοριών δέκα, Βιβλ. 9, στο Bekker, I. (επιμ.), Laonici Chalcocondylae Atheinsis historiarum libri decem (Corpus Fontium Historiae Byzantinae, Bonn 1834), σελ. 463-464. Βλ. Χρύσανθος, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 387, σημ. 1.

6. Πανάρετος, Μιχαήλ, Χρονικόν, στο Λάμπρος, Σ. (επιμ.), «Το Τραπεζουντιακόν Χρονικόν του Πρωτοσεβαστού και Πρωτονοταρίου Μιχαήλ Παναρέτου», Νέος Ελληνομνήμων 4 (1907), σελ. 273, παρ. 12. Βλ. Χρύσανθος, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 392, σημ. 3.

7. Πανάρετος, Μιχαήλ, Χρονικόν, στο Λάμπρος, Σ. (επιμ.), «Το Τραπεζουντιακόν Χρονικόν του Πρωτοσεβαστού και Πρωτονοταρίου Μιχαήλ Παναρέτου», Νέος Ελληνομνήμων 4 (1907), σελ. 285, παρ. 35. Βλ. Bryer, A.A.M. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos I (Dumbarton Oaks Studies 20, Washington D.C. 1985), σελ. 242, σημ. 471· Χρύσανθος, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 250, σημ. 3, σελ. 392, σημ. 9, σελ. 393, σημ. 4.

8. Λαζαρόπουλος, Ιωάννης (Ιωσήφ, Μητροπολίτης Τραπεζούντος), Έτι σύνοψις των του αγίου θαυμάτων μερική εκ των πλείστων, στο Papadopoulos-Kerameus, A. (επιμ.), Fontes historiae imperii Trapezuntini (Amsterdam 1965), σελ. 131. Βλ. Bryer, A.A.M. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos I (Dumbarton Oaks Studies 20, Washington D.C. 1985), σελ. 239, σημ. 446.

9. Bryer, A.A.M. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos I (Dumbarton Oaks Studies 20, Washington D.C. 1985), σελ. 238· Χρύσανθος, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 382· Βaklanov, Ν., “Deux Monuments Byzantins de Trébizonde. 1. L’Église de Saint Eugène, 2. La Chrysocéphalos”, Byzantion 4 (1927/1928), σελ. 379.

10. Bryer, A.A.M. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos I (Dumbarton Oaks Studies 20, Washington D.C. 1985), σελ. 241, σημ. 462· Ballance, S., “The Byzantine Churches of Trebizond”, Anatolian Studies 10 (1960), σελ. 149.

11. Χρύσανθος, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 383· Βaklanov, Ν., “Deux Monuments Byzantins de Trébizonde. 1. L’Église de Saint Eugène, 2. La Chrysocéphalos”, Byzantion 4 (1927/1928), σελ.  379.

12. Χρύσανθος, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 379.

13. Millet, G., “Les monastères et les églises de Trébizonde”, Bulletin de Correspondance Hellénique 19 (1895), σελ. 451· Χρύσανθος, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 384.

14. Bryer, A.A.M. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos I (Dumbarton Oaks Studies 20, Washington D.C. 1985), σελ. 239.

15. Χρύσανθος, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 385· Millet, G., “Les monastères et les églises de Trébizonde”, Bulletin de Correspondance Hellénique 19 (1895), σελ. 458-459.

16. Χρύσανθος, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 386· Millet, G., “Les monastères et les églises de Trébizonde”, Bulletin de Correspondance Hellénique 19 (1895), σελ. 458.

17. Bryer, A.A.M. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos I (Dumbarton Oaks Studies 20, Washington D.C. 1985), σελ. 239

18. Millet, G., “Les monastères et les églises de Trébizonde”, Bulletin de Correspondance Hellénique 19 (1895), σελ. 456· Χρύσανθος, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 379.

19. Χρύσανθος, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 383· Βaklanov, Ν., “Deux Monuments Byzantins de Trébizonde. 1. L’Église de Saint Eugène, 2. La Chrysocéphalos”, Byzantion 4 (1927/1928), σελ. 382.

20. Millet, G., “Les monastères et les églises de Trébizonde”, Bulletin de Correspondance Hellénique 19 (1895), σελ. 456. Χρύσανθος, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 379.

21. Ballance, S.,“The Byzantine Churches of Trebizond”, Anatolian Studies (1960), σελ. 151. Βλ. επίσης Bryer, A.A.M. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos I (Dumbarton Oaks Studies 20, Washington D.C. 1985), σελ. 239, σημ. 454 (όπου και πρόσθετη βιβλιογραφία).

22. Bryer, A.A.M. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos I (Dumbarton Oaks Studies 20, Washington D.C. 1985), σελ. 239 κ.ε.

23. Δεν υπάρχουν στοιχεία για τη μορφή του ναού κατά την περίοδο αυτή, παρά μόνο μία επιγραφή του 913/914 στην οποία αναφέρεται ο μητροπολίτης Βασίλειος, γεγονός που αποδεικνύει ότι ο ναός ήταν μητροπολιτικός. Η παράδοση που αναφέρουν αρκετοί μελετητές, ότι ο ναός ιδρύθηκε τον 4ο αιώνα από τον Αννιβαλιανό, τον ανιψιό του Μεγάλου Κωνσταντίνου, θα πρέπει να απορριφθεί. Βλ. Bryer, A.A.M. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos I (Dumbarton Oaks Studies 20, Washington D.C. 1985), σελ. 240, σημ. 455. Επίσης, Χρύσανθος, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 380· Millet, G., “Les monastères et les églises de Trébizonde”, Bulletin de Correspondance Hellénique 19 (1895), σελ. 421.

24. Bryer, A.A.M. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos I (Dumbarton Oaks Studies 20, Washington D.C. 1985), σελ. 240.

25. Λαζαρόπουλος, Ιωάννης (Ιωσήφ, Μητροπολίτης Τραπεζούντος), Έτι σύνοψις των του αγίου θαυμάτων μερική εκ των πλείστων, στο Papadopoulos-Kerameus, A. (επιμ.), Fontes historiae imperii Trapezuntini (Amsterdam 1965), σελ. 131-132. Βλ. Bryer, A.A.M. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos I (Dumbarton Oaks Studies 20, Washington D.C. 1985), σελ. 240, σημ. 457 (όπου και αναφορά των πηγών)· Χρύσανθος, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 390.

26. Bryer, A.A.M. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos I (Dumbarton Oaks Studies 20, Washington D.C. 1985), σελ. 242-243.

27. Από την Ballance η φάση αυτή χρονολογήθηκε αρκετά πρωιμότερα, στο 12ο αιώνα.

28. Χρύσανθος, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 382.

29. Bryer, A.A.M. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos I (Dumbarton Oaks Studies 20, Washington D.C. 1985), σελ. 239· Χρύσανθος, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 79, 389.

30. Χρύσανθος, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 382.

31. Χρύσανθος, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 389.

32. Κορομηλά, Μ., Οι Έλληνες στη Μαύρη Θάλασσα. Από την εποχή του Χαλκού ως τις αρχές του 20ού αιώνα (Αθήνα 2001), σελ. 268.