Στρατονίκεια (Αρχαιότητα)

1. Γεωγραφική θέση

Η Στρατονίκεια ήταν μεσόγεια πόλη της Καρίας, χτισμένη σε ομαλή περιοχή κοντά στις πηγές του ποταμού Μαρσύα. Τα ερείπια της αρχαίας πόλης εντοπίζονται στο χωριό Εσκιχισάρ, στην επαρχία Μουγκλά, 7 χλμ. δυτικά του Γιαταγκάν.

Η περιοχή, που στην αρχαιότητα ήταν εύφορη με καλλιεργήσιμες εκτάσεις, έχει υποστεί μεγάλη περιβαλλοντική καταστροφή λόγω της υπερβολικής εξόρυξης λιγνίτη. Ο νεότερος οικισμός, το Εσκιχισάρ, αναπτύχθηκε πάνω στην αρχαία πόλη, γεγονός που δυσχέρανε ακόμα περισσότερο τις αρχαιολογικές έρευνες. Το 1958 το τουρκικό χωριό εκκενώθηκε μετά την καταστροφή του από σεισμό. Τα εγκαταλελειμμένα και ερειπωμένα σπίτια, δίπλα στα οποία ξεπροβάλλουν επιβλητικά μνημεία, διάσπαρτες επιγραφές και αρχιτεκτονικά μέλη, συνθέτουν μια παράδοξη εικόνα στη μέση ενός σεληνιακού τοπίου.

2. Η ίδρυση

Η ίδρυση της Στρατονίκειας είναι ένα ζήτημα που έχει απασχολήσει ιδιαίτερα τους μελετητές, καθώς οι γραπτές πηγές δίνουν ασαφή στοιχεία σχετικά με την ακριβή ημερομηνία δημιουργίας της. Αδιαμφισβήτητα πρόκειται για ελληνιστική πόλη των Σελευκιδών του 3ου αι. π.Χ. Παρά τις μαρτυρίες σε επιγραφές και νομίσματα η έρευνα δεν έχει καταλήξει στην ταυτοποίηση του ιδρυτή. Πιθανοί διεκδικητές της πατρότητας της πόλης θεωρούνται ο Σέλευκος Α΄, ο Αντίοχος Α΄, ο Αντίοχος Β΄, ο Αντίοχος Γ' αλλά επίσης και ο Ευμένης Β'.1 Οι περισσότεροι μελετητές της ιστορίας της Στρατονίκειας θεωρούν πιθανότερο θεμελιωτή τον Αντίοχο Α' το διάστημα 281 με 261 π.Χ.

Καθοριστική είναι η αναφορά του Στέφανου Βυζάντιου2 ότι η πόλη Στρατονίκεια ονομάστηκε προς τιμή της Στρατονίκης, συζύγου του Αντιόχου Α΄. Αντίθετα, ο Παυσανίας φαίνεται να ευνοεί την άποψη που φέρει το Σέλευκο Α΄ Νικάτορα ιδρυτή της πόλης και επίσης σύζυγο της Στρατονίκης.3 Η Στρατονίκη4 ήταν δεύτερη σύζυγος του Σελεύκου Α΄. Στη συνέχεια παντρεύτηκε το γιο του Σελεύκου Α΄, τον Αντιόχο Α΄, με τον οποίο απόκτησε τέσσερα παιδιά, ανάμεσά τους και τον Αντίοχο Β΄. Ο Αντίοχος Β΄, αν θεωρηθεί ότι υπήρξε ιδρυτής της πόλης, όπως είναι αναμενόμενο, θα της έδωσε το όνομα της μητέρας του Στρατονίκης.

Η ημερομηνία ίδρυσης πρέπει να τοποθετηθεί όταν οι Σελευκίδες απόκτησαν τον έλεγχο της Καρίας. Σύμφωνα με μια πτολεμαϊκή επιγραφή από την περιοχή που καταγράφει την πώληση αμπελώνα και χρονολογείται στον ένατο χρόνο του «Πτολεμαίου υιού του Πτολεμαίου», δηλαδή του Φιλαδελφέως, η περιοχή βρισκόταν υπό πτολεμαϊκή κυριαρχία μέχρι τουλάχιστον το 274 π.Χ.5 Μια επιγραφή από τα Λάβρανδα6 καταγράφει ένα ψήφισμα της Χρυσαορικής Ένωσης του 267 π.Χ. Η θέσπιση ψηφισμάτων από την ένωση θεωρήθηκε απόδειξη του γεγονότος ότι την περίοδο αυτή η Στρατονίκεια δεν είχε εδραιωθεί ως το επίσημο κέντρο της ένωσης.7 Η δημοσίευση μιας σημαντικής επιγραφής από το Γιαταγκάν έθεσε ξανά το ζήτημα του ιδρυτή.8 Η επιγραφή, που αναφέρεται στην εποχή «του βασιλιά Αντιόχου και του υιού του Αντιόχου» έχει ερμηνευτεί κατά περίπτωση είτε ως απόδειξη ότι η πόλη είχε ιδρυθεί από τον Αντίοχο Α' στο διάστημα 268-261 π.Χ.9, είτε από το γιο του Αντίοχο Β' μετά το 253 π.Χ.10

Η άποψη που φέρει το Σέλευκο Α' θεμελιωτή της Στρατονίκειας βασίζεται κυρίως στη μαρτυρία του Αππιανού. Ο Αππιανός την περιλαμβάνει σε κατάλογο με τις πόλεις που ίδρυσε ο Σέλευκος.11 Θεωρείται πάντως δύσκολο στο σύντομο διάστημα του 281 π.Χ., κατά το οποίο ο Σέλευκος βρισκόταν στη δυτική Μικρά Ασία, στη χρονική περίοδο που μεσολάβησε μεταξύ της μάχης στο Κουροπέδιο της Λυδίας και του θανάτου του, να ίδρυσε πόλεις.12 Ένα θραύσμα επιστολής του Σελεύκου13 που βρέθηκε στη Στρατονίκεια χρονολογήθηκε στις αρχές του 3ου αι. π.Χ., δηλαδή ανήκει στο Σέλευκο Α΄ Νικάτορα, χωρίς όμως να γίνεται ευρέως αποδεκτή αυτή η απόδοση και επομένως η ύπαρξη της πόλης.14

Η πόλη θεμελιώθηκε σε μια περιοχή της Καρίας όπου ο αυτόχθων πληθυσμός ήδη παρουσίαζε πολιτική οργάνωση σε μικρές πόλεις ή κοινά με επίκεντρο ένα ιερό.15 Ο ακριβής τρόπος με τον οποίο η ελληνιστική πόλη ενσωμάτωσε τα καρικά κοινά και καθιερώθηκε ως πολιτικό και διοικητικό κέντρο δεν είναι σαφής.

Οι αρχαίοι συγγραφείς αναφέρουν ότι η πόλη είχε ιδρυθεί στη θέση της προγενέστερης καρικής πόλης Ιδριάς, η οποία ονομαζόταν Χρυσαορίς, σε ακόμα παλιότερη περίοδο και προσθέτουν ότι τόσο η πόλη όσο και η χώρα της Στρατονίκειας ονομάζονταν αρχικά Χρυσαορίς.16 Προγενέστερα ο Ηρόδοτος ανέφερε ότι Ιδριάς ήταν η χώρα από την οποία έρρεε ο Μαρσύας.17 Η Ιδριάς εμφανίζεται ως Εδριείς στο κατάλογο εισφορών προς την Αθήνα και όφειλε να συνεισφέρει το ποσό των έξι ταλάντων το 425 π.Χ.18 Η προγενέστερη ονομασία της περιοχής είναι ένα αρκετά πολύπλοκο θέμα, άμεσα συνδεδεμένο με τις ονομασίες των δήμων και των φυλών της Στρατονίκειας.19

Η Στρατονίκεια ήταν πιθανότατα μια μακεδονική κατοικία, δηλαδή μια εγκατάσταση στρατιωτικού χαρακτήρα, αλλά ταυτόχρονα ένας συνοικισμός των κωμών της ευρύτερης περιοχής.20 Η εκμετάλλευση τόσο των προηγούμενων πολιτικών δομών όσο και των σημαντικών ιερών της Εκάτης στη Λάγινα και του Δία στα Πανάμαρα οδήγησε στην εξέλιξή της σε πόλη με ιδιαίτερη οργάνωση και μοναδικά χαρακτηριστικά.

3. Iστορία

Η Στρατονίκεια είχε φτάσει σε μεγάλη ακμή επί της δυναστείας των Σελευκιδών, οι οποίοι φρόντισαν να την κοσμήσουν με πολυτελή οικοδομήματα21 και να εξασφαλίσουν την κυριαρχία της στην ευρύτερη περιοχή.

Ήταν μία από τις πόλεις που φιλοξένησε Δελφικούς θεωρούς το 230-220 π.Χ.22 Αργότερα παραχωρήθηκε στους Ροδίους σε αβέβαιη χρονολογία. Στον Πολύβιο αναφέρεται ότι η Ρόδος απέκτησε τη Στρατονίκεια χάρη στη μεγάλη εύνοια του Αντιόχου και του Σελεύκου.23 Η ταυτοποίηση των βασιλέων είναι προβληματική. Πιθανότατα πρόκειται για το Σέλευκο Β΄ και τον Αντίοχο Γ΄, δηλαδή το γεγονός συνέβη κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Σελεύκου Β΄ (246-226/5 π.Χ.).24

Γύρω στο 200 π.Χ. πέρασε για σύντομο χρονικό διάστημα στον έλεγχο του Φιλίππου Ε΄ του Μακεδόνα και ανακτήθηκε από τους Ροδίους με τη βοήθεια του Αντιόχου το 197 π.Χ. Τα στοιχεία για την απώλεια και την επανάκτηση της Στρατονίκειας από τους Ροδίους είναι ένα χωρίο από το Λίβιο και μερικά επιγράμματα που γράφτηκαν από ένα Ρόδιο στρατηγό, το Νικαγόρα.25 Οι επιγραφές που είναι αφιερωμένες στην εκστρατεία του Νικαγόρα πιθανότατα τοποθετούνται χρονολογικά στην περίοδο 201-198 π.Χ., προσφέροντας σχετικά ακριβή στοιχεία για τη χρονολόγηση της ανάκτησης της Στρατονίκειας. Η ροδιακή κατοχή στην πόλη επιβεβαιώθηκε με την Ειρήνη της Απάμειας το 188 π.Χ. Η Ρόδος απαιτούσε από τη Στρατονίκεια ετήσιο φόρο 120 τάλαντα και καταπίεζε τον πληθυσμό. Η Στρατονίκεια σύντομα αποστάτησε από τη Ρόδο. Το 167 π.Χ. έγινε μια προσπάθεια ανακατάληψής της από τη Ρόδο, αλλά η ενέργεια αυτή πραγματοποιήθηκε χωρίς την άδεια της ρωμαϊκής συγκλήτου και οι Ρόδιοι υποχρεώθηκαν να υποχωρήσουν.

Η Στρατονίκεια ανακηρύχθηκε από τη ρωμαϊκή σύγκλητο ελεύθερη πόλη. Η συγκλητική απόφαση senatus consultum με τα ονόματα των υπάτων Marius Censorinus και Calvisius Sabinus που επιβεβαίωνε και την αρωγή της Ρώμης στην πόλη της Στρατονίκειας είχε τοποθετηθεί στο ναό του Δία στα Πανάμαρα. Η απόφαση αυτή ενίσχυσε ακόμα περισσότερο τους ήδη στενούς δεσμούς της πόλης με τη Ρώμη. Η αφοσίωση της Στρατονίκειας προς την αυτοκρατορία κορυφώθηκε την εποχή του Αυγούστου με την καθιέρωση της αυτοκρατορικής λατρείας και την ίδρυση ναού προς τιμή του Αυγούστου και της Ρώμης. Σε αυτή τη χρονική περίοδο άρχισε να παράγει τα δικά της νομίσματα.

Μια διαμάχη σχετικά με τα σύνορα Ρόδου-Στρατονίκειας εξομαλύνθηκε από την πόλη των Βαργυλίων26 το 130 π.Χ. Το ίδιο έτος ο Αριστόνικος κατέφυγε στη Στρατονίκεια, μετά την ήττα του από τον ύπατο Marcus Perperna, όπου αιχμαλωτίστηκε έπειτα από πολιορκία, χωρίς να έχει την υποστήριξη της πόλης, η οποία παρέμεινε πιστή στη Ρώμη.

Κατά τη διάρκεια του Μιθριδατικού πολέμου, το 88 π.Χ., η πόλη καταλήφθηκε από το Μιθριδάτη, ο οποίος εγκαταστάθηκε για ορισμένο διάστημα εκεί.27 Η Στρατονίκεια αντιστάθηκε, με αποτέλεσμα να τιμωρηθεί από το Μιθριδάτη, ο οποίος όρισε πρόστιμα και εγκατέστησε φρουρά στην πόλη, αλλά στο τέλος του πολέμου αποζημιώθηκε από το Σύλλα.28 Η ανταμοιβή της ήταν να ανακηρυχθεί ελεύθερη και να λάβει πάλι το λιμάνι της Κέραμο.

Οι ορδές των Πάρθων επιτέθηκαν στη Στρατονίκεια το 40 π.Χ., αλλά απέτυχαν να καταλάβουν την πόλη, ακόμα και ύστερα από μακροχρόνια πολιορκία. Για τη σθεναρή της αντίσταση η πόλη κέρδισε την ευγνωμοσύνη του Αυγούστου και της συγκλήτου.29 Το συγκλητικό ψήφισμα ήταν αναρτημένο στο ναό της Εκάτης στη Λάγινα. Οι Πάρθοι προς εκδίκηση λεηλάτησαν το ιερό της Εκάτης στη Λάγινα και επιδίωξαν ανεπιτυχώς να καταστρέψουν και το ιερό του Δία στα Πανάμαρα.

Στην πόλη παραχωρήθηκαν ιδιαίτερα πολιτικά και οικονομικά προνόμια, όπως η απαλλαγή της από την απόδοση φόρων στη Ρώμη, με αποτέλεσμα την ανάταση της οικονομίας. Κατά τη διάρκεια του 2ου αι. μ.Χ. η Στρατονίκεια έλαβε 250.000 δηνάρια από τον Αντωνίνο Πίο, ίσως ως ενίσχυση ύστερα από καταστροφικό σεισμό. Εκείνη την περίοδο η πόλη θεωρούσε ότι ήταν πρωτεύουσα της Καρίας.

4. Νομίσματα

Η πολιτική και θρησκευτική ζωή της Στρατονίκειας αντικατοπτρίζεται με διαφωτιστικό για την έρευνα τρόπο στη νομισματοκοπία της πόλης.30 Η παραγωγή νομισμάτων άρχισε με την ανεξαρτητοποίησή της από τους Ροδίους, δηλαδή περίπου το 167 π.Χ. Μεγάλος αριθμός αργυρών και χάλκινων νομισμάτων έχουν ανακαλυφθεί, χρονολογούμενα από το 2ο αι. π.Χ. έως τον 3ο αι. μ.Χ. Τα ύστερα δείγματα ανήκουν στην περίοδο του Γαλλιηνού (253-268 μ.Χ.).

Το εθνικό όνομα που αναγράφεται στα νομίσματα είναι Στρατονικέων ή Στρεατονικέων. Στους νομισματικούς τύπους περιλαμβάνονται ασημένιοι στατήρες, τετράδραχμα, διόβολοι της περιόδου 166 έως το 88 π.Χ. και ημίδραχμες της ίδιας περιόδου, κιστοφόροι και δραχμές του 100 π.Χ. και διάφορα άλλα δείγματα των Αυτοκρατορικών χρόνων.

Οι συχνότερα επαναλαμβανόμενες εικονογραφικές παραστάσεις είναι του Δία και της Εκάτης, καθώς και του αετού με πυρσό ή αστραπή. Τα νομίσματα φέρουν συνήθως στους οπισθότυπους τις μορφές της Άρτεμης Εφεσίας, του Δία Πανάμαρου, της Εκάτης, της Δήμητρας, του Διονύσου, της Νίκης, του Βελλερεφόντη με τον Πήγασο, της Τύχης, της Ρώμης, της Αθηνάς και διάφορες επιγραφές.

5. Eπιφανείς προσωπικότητες

Από τη Στρατονίκεια καταγόταν ο επιφανής γραμματικός Δράκων ο Στρατονικεύς (περίπου 170-90 π.Χ.). Από τη μελέτη στοιχείων στο έργο του συνάγεται ότι ήταν σύγχρονος ή λίγο παλιότερος του Διονυσίου του Θρακός. Στο λεξικό της Σούδας αναφέρονται τίτλοι έργων του Δράκοντος. Σε κώδικα του 16ου αι. μ.Χ. περιέχεται πραγματεία με τίτλο «Δράκοντος Στρατονικέως περὶ μέτρων ποιητῶν», η οποία όμως δεν είναι γνήσιο έργο του Δράκοντος αλλά συμπίλημα του Έλληνα λογίου Ιάκωβου Διασωρίνου, γραμμένο μετά το 1526. Η πόλη ανέδειξε επίσης το ρήτορα Μένιππο, για τον οποίο γνωρίζουμε ότι υπήρξε μαθητής του ο Κικέρων το 78/77 π.Χ. και το Μητρόδωρο, μαθηματικό και επικούριο φιλόσοφο του 2ου αι. π.Χ., μαθητή του Καρνεάδη.

6. Πολιτειακή οργάνωση

Η πολιτειακή οργάνωση της Στρατονίκειας ακολουθούσε το πρότυπο της Μιλήτου και άλλων σελευκιδικών πόλεων. Ήταν οργανωμένη σε φυλές και δήμους, ένα σύστημα που διαφοροποιούνταν από αυτό που εφαρμοζόταν προγενέστερα από τις αυτόχθονες καρικές πόλεις βασιζόμενο σε φυλές και συγγένειες.31

Με βάση τη μελέτη του πλούσιου επιγραφικού υλικού της Στρατονίκειας είναι προφανές ότι τους δήμους αποτελούσαν οι αρχαίες καρικές κώμες της ευρύτερης περιοχής. Οι μεγάλοι δήμοι ήταν πέντε: Ιερά Κώμη, Κολιοργά, Κώραζα, Κοραία και Λόβολδα. Το μόνο ελληνικό όνομα είναι της Ιεράς Κώμης, ενώ τα υπόλοιπα είναι καρικά.

Ποιος δήμος χαρακτηριζόταν ως Ιερά Κώμη είναι ένα ερώτημα. Το γεγονός δε ότι το πιο συχνό επίθετο είναι Ιεροκωμήτης υπογραμμίζει τη σημασία που του απέδιδαν οι Στρατονικείς. Η απουσία του δήμου της Λαγίνας από τις επιγραφές, από τη στιγμή που η Λάγινα ήταν όχι μόνο η πιο σημαντική πόλη λόγω του ιερού της Εκάτης, αλλά και η ισχυρότερη σε μέγεθος και οργάνωση, οδήγησε στην άποψη ότι ο συγκεκριμένος δήμος ήταν στην ουσία της Λαγίνας.

Έχει επίσης εκφραστεί η άποψη ότι ο δήμος της Ιεράς Κώμης αναφερόταν στον οικισμό γύρω από το ιερό του Δία Χρυσαορέως, που βρισκόταν κοντά στην πόλη, ο οποίος ονομαζόταν παλιότερα Χρυσαορίς και αργότερα Ιδριάς. Ένα ρωμαϊκό ψήφισμα της συγκλήτου του 81 π.Χ. αναφέρεται στην καταγωγή ως «Στρατονικεῖς ἐκ Χρυσαορέων». Η Στρατονίκεια ήταν επίσης η έδρα της Χρυσαορικής Ένωσης, ενός συνασπισμού των οικισμών της Καρίας, η οποία συνεδρίαζε στο ναό του Δία Χρυσαορέως που βρισκόταν στην περιοχή της πόλης. Η πρωιμότερη γραπτή μαρτυρία της Ένωσης είναι μια επιγραφή του 267 π.Χ., αλλά είναι πιθανό να προϋπήρχε αυτής της ημερομηνίας.

Τα επίθετα που χαρακτηρίζουν τους δήμους και εμφανίζονται είτε ολόκληρα είτε σε σύντμηση σε επιγραφές κυρίως από τα Πανάμαρα και τη Λάγινα είναι: ΒΟΡΑΝΔΕΙΣ, ΙΕΡΟΚΩΜΗΤΑΙ, ΚΟΛΙΟΡΓΕΙΣ, ΚΟΡΑΙΕΙΣ, ΚΩΡΑΝΖΕΙΣ, ΛΟΒΟΛΔΕΙΣ, ΛΟΝΔΑΡΓΕΙΣ, ΠΑΝΑΜΑΡΕΙΣ, ΤΑΡΜΙΑΝΟΙ, ΘΕΜΕΣΕΙΣ, ΤΡΑΛ[ΛΕΙΣ] ή ΤΡΑΛ[ΔΕΙΣ]. Το μόνο εθνικό όνομα που μαρτυρούν οι επιγραφές είναι το Κορόλλος, το οποίο δηλώνει καρική και όχι ελληνική ετυμολογία. Το ζήτημα των φυλών είναι ιδιαίτερα πολύπλοκο, καθώς γνωρίζουμε ότι προϋπήρχαν της ίδρυσης της πόλης της Στρατονίκειας καρικά «κοινά». Γεγονός αδιαμφισβήτητο παραμένει η ενσωμάτωση των «κοινών» στην πολιτειακή οργάνωση της Στρατονίκειας, όπως και οι συνεχείς υποδιαιρέσεις σε δήμους και φυλές.

Η ανάπτυξη της Στρατονίκειας φαίνεται τελικά ότι βασίστηκε σε μια εξισορρόπηση του βαθμού επιβολής της πολιτειακής οργάνωσης της ελληνιστικής πόλης με το συνοικισμό ισοδύναμων σε μέγεθος και πολιτική δύναμη τοπικών οικισμών. Παράλληλα, κέντρο των πολιτικών αποφάσεων αποτελούσε το Βουλευτήριο της Στρατονίκειας, ενώ θρησκευτικό παρέμεινε ο ναός του Δία Χρυσαορέως ή το ιερό της Εκάτης.

7. Λατρευτική ζωή και ιερά

Στην περιοχή της Στρατονίκειας υπήρχαν τρία σημαντικά ιερά: του Δία Χρυσαορέως, της Εκάτης στη Λάγινα, βόρεια της πόλης, και του Δία στα Πανάμαρα.

Το ιερό του Δία Χρυσαορέως, σύμφωνα με το Στράβωνα, βρισκόταν κοντά στην πόλη.32 Η θέση του έχει ταυτιστεί από ορισμένους μελετητές με την τοποθεσία Λευκαί Στῆλαι, η οποία αναφέρεται από τον Ηρόδοτο ως τόπος συνάντησης των Καρών.33 Το πρόβλημα της ταύτισης του ναού παραμένει θέμα προς συζήτηση, όπως και η τοπογραφική επιβεβαίωση της θέσης που αναφέρει ο Ηρόδοτος.34

Το ιερό της Εκάτης βρισκόταν περίπου 11 χλμ. βορειοανατολικά της πόλης. Σε αυτό οδηγούσε μια Ιερά Οδός που ξεκινούσε από τη βόρεια πύλη του τείχους της Στρατονίκειας διαμέσου της νεκρόπολης. Οι κανόνες των θρησκευτικών εορτασμών της Εκάτης αναφέρονται σε επιγραφή που βρέθηκε στο βόρειο εξωτερικό τοίχο του Βουλευτηρίου της Στρατονίκειας. Η περιοχή της Λαγίνας κατοικούνταν από την εποχή του Χαλκού, δηλαδή πολύ πριν από την καθιέρωση του ιερού της Λαγίνας ως λατρευτικού κέντρου από τους Σελευκίδες. Κατά τη διάρκεια των εορτασμών μια πομπή παρέδιδε το κλειδί του ναού από τη Λάγινα στη Στρατονίκεια, όπως αποκαλύπτουν οι επιγραφές από τη Λάγινα.35

Το ιερό της Εκάτης το περιέτρεχε περίβολος ύψους περίπου 2 μ. Η διέλευση γινόταν μέσω μνημειακού πρόπυλου με τρεις εισόδους. Δυτικά του πρόπυλου υπήρχε στοά, η είσοδος στην οποία γινόταν μέσω αψίδας στηριζόμενης σε τέσσερις ιωνικούς κίονες. Κλίμακα με δέκα βαθμίδες οδηγούσε από το πρόπυλο σε λιθόστρωτο δρόμο και στη συνέχεια στο βωμό. Ο ναός δέσποζε στο κέντρο του περιβόλου πάνω σε κρηπίδα. Ακολουθεί τον αρχιτεκτονικό τύπο του ψευδοδίπτερου με πρόναο. Οι κίονες, 8×11 στον αριθμό, είναι κορινθιακού ρυθμού. Ο γλυπτός διάκοσμος του ναού εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Κωνσταντινούπολης μετά τις ανασκαφές και εργασίες συντήρησης τη δεκαετία του 1990. Η ζωφόρος φέρει αναπαραστάσεις με θεματολογία από την ελληνική και την καρική μυθολογία. Στην ανατολική ζωφόρο παρουσιάζονται επεισόδια από τη ζωή του Δία, στη δυτική η Γιγαντομαχία, στη βόρεια η Αμαζονομαχία και στη νότια θεοί της Καρίας.

Από το ιερό του Δία Πανάμαρου διατηρούνται ελάχιστα ίχνη. Τοποθετείται 5 χλμ. νότια της αρχαίας Στρατονίκειας. Σήμερα η θέση αυτή συμπίπτει με το κέντρο του χωριού Bagyaka, γεγονός που καθιστά αδύνατη τη μελέτη του. Στο ιερό στα Πανάμαρα τελούνταν οι σημαντικές εορτές Κομύρια, προς τιμή του Κομύρου Διός. Ο Κόμυρος ήταν προϋπάρχουσα καρική θεότητα, που αργότερα ταυτίστηκε με το Δία.

8. Αρχαιολογία

8.1. Η ιστορία της έρευνας

Η Στρατονίκεια μελετήθηκε για πρώτη φορά κατά το 18ο αιώνα. Η αρχαία πόλη ήταν γνωστή ήδη από το 17ο αιώνα, όταν οι περιηγητές της εποχής είχαν επισκεφτεί την περιοχή, εντοπίζοντας τα ερείπια και τις επιγραφές. Το 1743 ο R. Pococke περιέγραψε το θέατρο, το βουλευτήριο και την επιβλητική είσοδο της πόλης.36 Οι παλιότερες απεικονίσεις των μνημείων της Στρατονίκειας δημοσιεύτηκαν από τον Choiseul-Gouffier37 και τον Chandler.38 Τοπογραφικό σχέδιο της πόλης με τα ορατά μνημεία της εποχής και η ταυτοποίηση των δημόσιων οικοδομημάτων παρουσιάστηκε το 1863.39

Σχεδόν έναν αιώνα αργότερα μελετήθηκε για πρώτη φορά συστηματικά το βουλευτήριο,40 ενώ το 1977 άρχισε να ανασκάπτεται η θέση υπό τη διεύθυνση του Y. Boysal.41 Οι ανασκαφές αποκάλυψαν τα σημαντικότερα κτήρια της πόλης και έδωσαν μια εικόνα της τοπογραφίας της, αρκετά ασαφή όμως και αποσπασματική. Οι ανασκαφικές έρευνες δεν έχουν ολοκληρωθεί42 και οι ελλιπείς γνώσεις μας για την αρχαία πόλη συμπληρώνονται από έμμεσες πηγές, όπως οι επιγραφές και οι περιγραφές των αρχαίων συγγραφέων. Τα ευρήματα των ανασκαφών φυλάσσονται, και ορισμένα εκτίθενται, στα Μουσεία της Κωνσταντινούπολης, της Αλικαρνασσού, των Μυλάσων και του Μουγκλά. Στον αρχαιολογικό χώρο της Στρατονίκειας έχει οργανωθεί μικρό τοπικό μουσείο.

8.2. Τοπογραφία

Συγκρίνοντας τη Στρατονίκεια με άλλες σελευκιδικές πόλεις παρουσιάζει ομοιότητες, ως προς την έκταση και την τοπογραφία, με τη Λαοδίκεια και τη Σελεύκεια-Ζεύγμα. Πρόκειται για μια μικρή πόλη σε μέγεθος, την οποία όμως ευνοούσαν οι Σελευκίδες και φρόντιζαν να κοσμήσουν με λαμπρά κτήρια, όπως παραδίδει ο Στράβων και επιβεβαίωσαν οι ανασκαφές.

Η πόλη καταλάμβανε μια επίπεδη έκταση ανάμεσα σε λόφους. Στα νότια υπήρχε οχυρωμένη ακρόπολη. Η πόλη ήταν χτισμένη σύμφωνα με το ιπποδάμειο σύστημα, δηλαδή ακολουθούσε την τυπική οργανωμένη δόμηση που εφαρμοζόταν στις ελληνιστικές πόλεις. Το πολεοδομικό σχέδιο βασιζόταν σε μια ολοκληρωμένη αρχική σύλληψη, όπου όλα τα οικοδομήματα προσαρμόζονταν στις απαιτήσεις και τους περιορισμούς που υπαγορεύονταν από αυτό. Επιγραφές43 από την Ελληνιστική περίοδο αναφέρουν ότι η πόλη είχε ευρείες οδούς («πλατείαι») και οικοδομικά τετράγωνα («άμφοδα») που σχετίζονται με τη στρατιωτική και διοικητική οργάνωσή της. Η σημερινή άσχημη κατάσταση της περιοχής και η έλλειψη αρκετών ανασκαφικών δεδομένων δεν επιτρέπει την αναγνώριση περισσότερων στοιχείων, αλλά φαίνεται ότι ο αστικός ιστός αναπτυσσόταν με άξονα από βορρά προς νότο με βάση τον ορθογώνιο κάνναβο που χαρακτηριζόταν από οικοδομικά τετράγωνα,σαφώς καθορισμένα, επιτρέποντας όχι μόνο την ελεύθερη πρόσβαση αλλά και την άμεση αντίδραση των κατοίκων σε περίπτωση κινδύνου.44

Η πόλη αναπτυσσόταν σε έκταση 1 τ.χλμ. και περιβαλλόταν από τείχος αρχικού μήκους περίπου 3,5 χλμ. και πλάτους μεταξύ 2,4 και 3 μέτρων. Ίχνη της οχύρωσης είναι ορατά σε μήκος περίπου 2,5 χλμ. Στο τείχος είχε χρησιμοποιηθεί ως οικοδομικό υλικό ο τοπικός σχιστόλιθος σε ψευδοϊσόδομη τοιχοποιία. Στη βορειοανατολική γωνία της πόλης υπήρχε ένα οχυρό κτισμένο με τετράγωνους δόμους σε ισόδομο σύστημα. Χρονολογείται στην Πρώιμη Ελληνιστική περίοδο και μάλλον συμπίπτει η κατασκευή του με τη φάση θεμελίωσης της πόλης, δηλαδή την περίοδο του Αντιόχου Α΄ μεταξύ 281 και 261 π.Χ. Είχε υποστεί επιδιορθώσεις σε μεταγενέστερες φάσεις, όπως αποδεικνύουν οι εντοιχισμένες επιγραφές και οι σπόνδυλοι σε δεύτερη χρήση.

Η κύρια είσοδος στην πόλη γινόταν από το μνημειώδες βόρειο πρόπυλο. Η πύλη είχε δύο εισόδους και στον ενδιάμεσο χώρο λειτουργούσε νυμφαίο. Η κύρια οδός διέτρεχε την πόλη, ακολουθώντας τον άξονα από τη βόρεια πύλη στη νότια.

Τα σπουδαιότερα δημόσια οικοδομήματα που έχουν αποκαλυφθεί είναι το γυμνάσιο, το βουλευτήριο, το θέατρο, η αγορά και το υδραγωγείο. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η φροντίδα που δόθηκε στην ανέγερση επιβλητικών δημόσιων οικοδομημάτων στη διάρκεια του 2ου αι. π.Χ. Με την ανέγερση βουλευτηρίου, θεάτρου, αγοράς και γυμνασίου η Στρατονίκεια διακήρυσσε σε πολιτικό επίπεδο την ελευθερία της, αλλά και την ελληνικότητά της, καθώς εκπλήρωνε τις προϋποθέσεις οργάνωσή της σε αστικό κέντρο σύμφωνα με το πρότυπο των ελληνικών πόλεων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το γυμνάσιο, καθώς το μέγεθός του είναι δυσανάλογα μεγάλο προς την έκταση της πόλης.

Από επιγραφές γνωρίζουμε την ύπαρξη και άλλων σημαντικών οικοδομημάτων, η ταύτιση των οποίων παραμένει προβληματική. Πρόκειται κυρίως για ναούς, όπως το Σεραπείον, το Σαμοθράκιον και το Ηράκλειον.45

8.3. Δημόσια οικοδομήματα

8.3.1. To Βουλευτήριο

Το Βουλευτήριο εδραιώθηκε στο κέντρο του κάτω τμήματος της πόλης κατά την Ύστερη Ελληνιστική εποχή (130-129 π.Χ.). Ο αρχιτεκτονικός του τύπος ακολουθεί το Βουλευτήριο της Μιλήτου. Η είσοδος εντοπίζεται στη δυτική πλευρά του κτηρίου. Διατηρούνται οι τέσσερις χαμηλότερες σειρές από εδώλια. Το οικοδόμημα είχε παλιότερα ταυτιστεί με το Σεραπείον. Πολυάριθμες επιγραφές και τιμητικό ψήφισμα επί Διοκλητιανού, που βρέθηκε στο βόρειο τοίχο, επιβεβαίωσαν ότι πρόκειται για το βουλευτήριο της Στρατονίκειας.

8.3.2. Η Αγορά

Στην πρώτη οικιστική φάση της Στρατονίκειας ίσως να ανήκουν το στάδιο και η Αγορά. Η αγορά καταλάμβανε τη μεγάλη έκταση δυτικά του βουλευτηρίου και υπάρχουν ενδείξεις, όπως ένας κατάλογος τιμών στο βόρειο τοίχο του βουλευτηρίου και μια στοά, ότι εκτεινόταν και γύρω από αυτό. Διατηρούνται επίσης ίχνη της θεμελίωσης στην ανατολική πλευρά και διάσπαρτα μαρμάρινα μέλη. Βόρεια σώζονται τα ερείπια οικοδομήματος άγνωστης χρήσης και κάτοψης. Έχει ένα μακρύ τοίχο καλής ισοδομικής τοιχοποιίας.

8.3.3. Το Θέατρο

Ανεγέρθηκε στην Ελληνιστική εποχή στη βόρεια κλιτύ του νότιου λόφου της Στρατονίκειας. Η χωρητικότητά του ήταν κατά προσέγγιση 10.000 θεατών. Το κοίλο και η σκηνή ακολουθούν το τυπικό αρχιτεκτονικό σχέδιο και την οργάνωση των ελληνικών θεάτρων στη Μικρά Ασία. Το κοίλο διαιρούνταν σε εννέα κερκίδες με ακτινωτές κλίμακες, ενώ παλαιότερα σώζονταν 21 σειρές από εδώλια και ελληνικές επιγραφές.

Χρονολογείται στο 2ο αι. π.Χ., σύμφωνα με την τεχνοτροπία της γλυπτικής διακόσμησης, και ανήκει στα πρώιμα δείγματα θεατρικών οικοδομημάτων. Στη διάρκεια των Αυτοκρατορικών χρόνων το θέατρο τροποποιήθηκε ακολουθώντας τα μικρασιατικά πρότυπα της Ρωμαϊκής περιόδου. Η κατασκευή πλούσιας διακοσμημένης σκηνής (scaenae frons) άλλαξαν δραστικά την εμφάνιση του θεάτρου.

8.3.4. Το Γυμνάσιο

Το Γυμνάσιο οικοδομήθηκε στο δεύτερο τέταρτο του 2ου αι. π.Χ. στη δυτική άκρη της πόλης, σε μικρή απόσταση από το τείχος. Αποτελεί το πρωιμότερο δημόσιο οικοδόμημα της Στρατονίκειας. Ο δημόσιος χαρακτήρας του γυμνασίου τονίζεται από το πλήθος των επιγραφών που αναφέρονται στις εκδηλώσεις που λάμβαναν χώρα εκεί, εκδηλώσεις όχι μόνο αθλητικού χαρακτήρα αλλά και λατρευτικού. Το μεγάλο μέγεθός του, διαστάσεων 105×180 μ., δικαιολογείται από την επιθυμία κάλυψης της ανάγκης για χώρο κατάλληλο για την τέλεση πολυπληθών εκδηλώσεων. Το Γυμνάσιο της Στρατονίκειας διακρίνεται τόσο για τις διαστάσεις του, που εντυπωσιάζουν αναλογικά με το μικρό μέγεθος της πόλης, όσο και για τον πλούσιο διάκοσμό του, με αποκορύφωμα τα περίτεχνα κορινθιακά κιονόκρανα. Διατηρούνται επίσης κίονες, μέρη του θριγκού, τμήμα της παλαίστρας και δύο βοηθητικοί χώροι.

8.4. Αστικά ιερά

Οι γνώσεις μας για τους ναούς που υπήρχαν στη Στρατονίκεια προέρχεται κυρίως από επιγραφές, οι οποίες διαφωτίζουν όχι μόνο το ρόλο τους στη θρησκευτική ζωή των Στρατονικέων, αλλά είναι προφανές ότι οι ναοί χαρακτήριζαν κάθε συνοικία της πόλης, δηλαδή τα άμφοδα. Στο κέντρο της πόλης βρισκόταν ο ναός του Σαράπιδος,46 ο οποίος έχει κατά καιρούς ταυτιστεί με το κτήριο που αναγνωρίζεται ως το βουλευτήριο της πόλης.

Τα μοναδικά ερείπια ναού που έχουν εντοπισθεί στη Στρατονίκεια μαρτυρούν την ύπαρξη ιερού σε ένα πλάτωμα βόρεια, υψηλότερα από το κοίλο του θεάτρου. Η επιλογή της θέσης είχε συμβολική σημασία, καθώς σχηματίζεται ένας νοητός άξονας που συνδέει το ναό με το θέατρο και το κέντρο της πόλης, αλλά επίσης ο ναός κυριαρχούσε οπτικά σε όλη την πόλη. Με μικρή απόκλιση στις λεπτομέρειες ο μαρμάρινος ιωνικός ναός στη Στρατονίκεια αντιγράφει το ναό του Δία στα Λάβρανδα, του σημαντικότερου ιερού στην Καρία εκείνη την περίοδο. Οι συσχετισμοί οπωσδήποτε επιδιώκουν να τονίσουν όχι μόνο τη σημασία της λατρείας που τελούνταν εκεί, αλλά και το νέο ρόλο που επιθυμούσε να παίξει η Στρατονίκεια ως λατρευτικό κέντρο σε μια περιοχή της Καρίας με προϋπάρχουσα λατρευτική σπουδαιότητα. Για το λόγο αυτό ισχυρή εμφανίζεται η άποψη ότι εκεί λατρευόταν ο Δίας Χρυσαορεύς, αλλά επίσης θεωρείται ο ναός που στέγαζε την αυτοκρατορική λατρεία του Αυγούστου και της Ρώμης.47

8.5. Νεκρόπολη

Βόρεια της πόλης εκτεινόταν η νεκρόπολη, η οποία δεν έχει ερευνηθεί ανασκαφικά. Επιφανειακή κεραμική και μερικοί τάφοι υποδηλώνουν τη θέση της.

Η κεραμική που έχει βρεθεί στην περιοχή της νεκρόπολης μαρτυρά αδιάλειπτη χρήση του χώρου από την Αρχαϊκή και την Κλασική περίοδο έως την Ύστερη Ρωμαϊκή εποχή.




1. Βλ. Cohen, G.M., The Hellenistic Settlements in Europe, the Islands and Asia Minor, University of California Press (Berkeley – Los Angeles – Oxford 1995), σελ. 268-273. Βλ. επίσης Debord, P, “Questions Stratonicéennes”, στο Bresson, A. – Descat, R. (επιμ.), Les cités d’Asie mineure occidentale au IIe siècle a.c. (Bordeaux 2001), σελ. 157-172, όπου υποστηρίζεται η άποψη ότι πιθανοί ιδρυτές της Στρατονίκειας ήταν ο Αντίοχος Β΄ ή Γ΄, αλλά και ο Ευμένης Β΄, ο οποίος σε παραλληλισμό με τη Στρατονίκεια στον Κάικο ονόμασε την πόλη προς τιμή της συζύγου του Στρατονίκης.

2. Στέφ. Βυζ. 1.c.

3. Lang, G., Klassische Antike stätten Anatoliens II: Larisa-Zeleia (Norderstedt 2003), σελ. 482-483.

4. Η Στρατονίκη ήταν κόρη του Δημήτριου του Πολιορκητή. Το 298 π.Χ. παντρεύτηκε το Σέλευκο Α΄ το Νικάτορα και γέννησε μια κόρη.

5. Σχετικά με την επιγραφή του 274 π.Χ. (SEG XV, σελ. 652) βλ. Cohen, G.M., The Hellenistic Settlements in Europe, the Islands and Asia Minor, University of California Press (Berkeley – Los Angeles – Oxford 1995), σελ. 270.

6. Labraunda 43, στο Crampa, J., The Greek Inscriptions in Labraunda (Lund and Stockholm, 1969-1972).

7. Ορμώμενος από αυτό ο C. Habicht [βλ. Gnomon 44 (1972), σελ. 169] πρότεινε ότι η περιοχή χάθηκε από τους Πτολεμαίους μετά το 267 π.Χ., πιο συγκεκριμένα το 259/258 π.Χ., και επομένως ο Αντίοχος Β΄ ήταν ίσως ο ιδρυτής.

8. ZPE 39 (1980), σελ. 211-212, αρ. 3 (Μ.Ç. Şahin).

9. Βλ. Robert, J.L, Mélanges Isidore Lévy (Brussels 1955), σελ. 553-568.

10. Για ολοκληρωμένη συζήτηση των δεδομένων βλ. Debord, P., “Questions Stratonicéennes”, στο Bresson, A. – Descat, R. (επιμ.), Les cités d'Asie mineure occidentale au IIe siècle a.c. (Bordeaux 2001), σελ. 157-158.

11. Αππ., Συρ. 57.

12. Έχει προταθεί επίσης ότι η σημείωση του Αππιανού πιθανόν να είναι λανθασμένη ή να αναφέρεται στη Στρατονίκεια στη Μεσοποταμία. Βλ. Cohen, G.M., The Hellenistic Settlements in Europe, the Islands and Asia Minor, University of California Press (Berkeley – Los Angeles – Oxford 1995), σελ. 270· Πλίν., ΦΙ 6.118.

13. Şahin, Μ.Ç., Die Inschriften von Stratonikeia (Bonn 1981), αρ. 1001.

14. Δεν υπάρχει ομοφωνία για τον αν έγραφε σε κάποιους αξιωματούχους στη βουλή ή στο δήμο. Επομένως, δε γίνεται αποδεκτή η ύπαρξη της πόλης επί Σελεύκου Α΄. Βλ. Cohen, G.M., The Hellenistic Settlements in Europe, the Islands and Asia Minor, University of California Press (Berkeley – Los Angeles – Oxford 1995), σελ. 271, ο οποίος αμφισβητεί και την απόδοση της επιστολής στο Σέλευκο Α΄ και προτείνει το Σέλευκο Β΄.

15. Βλ. Van Bremen, R., “The demes and phylai of Stratonikeia in Karia”, Chiron 30 (2000), σελ. 389-401 για αναλυτική βιβλιογραφία.

16. Παυσανίας IV 21.10· Στέφ. Βυζ. 1.c. Ο Βυζάντιος επίσης αναφέρει ότι το όνομα άλλαξε μεταγενέστερα σε Αδριανούπολη, αλλά αυτό δεν είναι σωστό, διότι την έχει συγχύσει με την ομώνυμη πόλη στη Λυδία που άλλαξε όνομα προς τιμή του Αδριανού. Βλ. Robert,  L., Villes d’Asie Mineure (Paris 1962), σελ. 43.

17. Ηρόδοτος 5.11.8.

18. Πολύβιος 30.31.6· Λίβιος 33.18.22.

19. Το θέμα αναλύει διεξοδικά ο Şahin, Μ.Ç., The Political and Religious Structure in the Territory of Stratonikeia in Caria (Ankara 1976).

20. Ο Στράβων περιγράφει τη Στρατονίκεια ως κατοικία Μακεδόνων. Για τον όρο κατοικία βλ. Robert, L., Etudes anatoliennes (Paris 1937), σελ. 191-194.

21. Στράβων, 2.25. Ο Στράβων αναφέρει ότι οι βασιλείς κόσμησαν την πόλη με πολυτελή οικοδομήματα, χωρίς όμως να τους διευκρινίζει.

22. Για την εμφάνιση της Στρατονίκειας στον κατάλογο των θεωροδόκων των Δελφών βλ. Cohen, G.M., The Hellenistic Settlements in Europe, the Islands and Asia Minor, University of California Press (Berkeley – Los Angeles – Oxford 1995), σελ. 271.

23. Πολύβιος 30.31.6.

24. Για όλες τις παραπομπές σχετικά με το θέμα βλ. Cohen, G.M., The Hellenistic Settlements in Europe, the Islands and Asia Minor, University of California Press (Berkeley – Los Angeles – Oxford 1995), σελ. 271. Άλλες ερμηνείες ταυτίζουν τους αναφερόμενους βασιλείς με τον Αντίοχο Α΄ και το γιο του Σέλευκο, που δεν ανέβηκε ποτέ στο θρόνο, με το Σέλευκο Β΄ και το γιο του Ιέρακα περίπου το 240 π.Χ. [βλ. Bean, G.E., Turkey beyond the Maeander, An archaeological guide, London 1971, σελ. 98-104] και με τον Αντίοχο Γ΄ και το γιο του Σέλευκο [Magie, D., Roman Rule in Asia Minor (Princeton 1950), σελ. 880].

25. Το χωρίο από το Λίβιο (Λίβιος 33.18.22) μαρτυρεί πως όταν οι Ρόδιοι κατέλαβαν τμήμα της Καρίας ανακατέλαβαν και τη Στρατονίκεια.

26. Βλ. Ager, S.L., Interstate Arbitrations in the Greek World, 337-90 BC (University of California Press 1996), σελ. 273-274, αναφορικά με το θέμα και σχετικά με τη διαμεσολάβηση της Ρώμης στην επίλυση αντιδικίας μεταξύ των Μύλασων και της Στρατονίκειας μετά το 188 π.Χ.

27. Αππ., Μιθριδ. 20-21.

28. Οι Στρατονικείς επαινέθηκαν από το Σύλλα για την προάσπιση των συμφερόντων της Ρώμης και οι ίδιοι αισθάνονταν ιδιαίτερα υπερήφανοι. Βλ. Kallet-Marx, R., Hegemony to Empire: Development of the Roman Imperium in the East from 148-62 BC. (University of California Press 1995), σελ. 283.

29. Δίων Κ 48.26.3-4· Tac., Ann. 3.62.

30. Για τη νομισματοκοπεία της Στρατονίκειας από το 167 π.Χ. έως τον 3ο αι. π.Χ. βλ. SNG, στήλες 2653-2698 (von Aulock).

31. Με το θέμα έχουν ασχοληθεί διεξοδικά ο Μ.Ç. Şahin και ο Van Bremen. Βλ. Şahin, Μ.Ç, The Political and Religious Structure in the Territory of Stratonikeia in Caria (Ankara 1976) και Van Bremen, R., “The demes and phylai of Stratonikeia in Karia”, Chiron 30 (2000), σελ. 389-401.

32. Στράβων, 14.2.25.

33. Ηρόδοτος 5.118.

34. Βλ. Şahin, M.Ç., Stratonikeia in Caria (Ares Publications 1995), σελ. 11-15 και Laumonier, A., “Archéologie Carienne”, BCH 60 (1936), σελ. 286-335, ο οποίος προτείνει ως πιθανή θέση του ιερού τα αρχαία ερείπια που είναι ορατά 4 χλμ. ανατολικά του Εσκιχισάρ.

35. Βλ. Sahin, S. και Sahin, M.Ç., Die Inschriften von Stratonikeia. Teil II, 1: Lagina, Stratonikeia und Umgebung (Bonn 1982).

36. Pococke, R., A Description of the East, 1.2 (Asia Minor 1743).

37. Choiseul-Gouffier, M.G.F.A., Voyage Pittoresque de la Grece I (1787), σελ. 134 κ.ε., πίν. 76 κ.ε.

38. Chandler, R., Travel in Asia Minor (Oxford 1776), σελ. 116 κ.ε.

39. Tremaux, P., Exploration Archéologiques en Asie Mineure (1863).

40. Naumann, R., Der Rundbau in Aezani: mit dem Preisedikt des Diokletian und das Gebaüde mit dem Edikt in Stratonikeia, Istanbuler Mitteilungen, Beiheft 10 (Tübingen 1973).

41. Για την προδημοσίευση των ανασκαφικών δεδομένων περιληπτικά βλ. Boysal, Y., VIII. Kazoe Sonuclaroe Toplantoesoe (Ankara 1985), σελ. 519· ΙΧ. Kazoe Sonuclaroe Toplantoesoe ΙΙ (Ankara 1987), σελ. 237· Kazoe Sonuclaroe Toplantoesoe ΙΙ (Ankara 1992), σελ. 117· V. Kazoe Sonuclaroe Toplantoesoe (Istanbul 1983), σελ. 209 και Boysal, Y., International congress for classical archaeology (Berlin 1988), σελ. 501.

42. Τη δεκαετία του 1990 ξεκίνησαν ανασκαφικές έρευνες στο ιερό της Εκάτης στη Λαγίνα, ενώ στη Στρατονίκεια ανέλαβε ο Μ.Ç, Şahin. Bλ. το έργο του Şahin, M.Ç., Stratonikeia in Caria (Ares Publications 1995).

43. IK, 22.1, Stratonikeia, 1003 και 1004. Βλ. Robert, L., Études Anatoliennes. Recherches sur les inscriptions grecques de l’Asie Mineure (Paris 1937), σελ. 529-536.

44. Η οργάνωση της πόλης σε «άμφοδα», παρόλο που ο όρος σχετίζεται με στρατιωτική οργάνωση, έχει συνδεθεί, με διοικητική οργάνωση και με την αντιμετώπιση έκτακτων περιστατικών. Τα άμφοδα έφεραν έναν αριθμό και χαρακτηρίζονταν από επίσημα: μέχρι στιγμής έχουν αναγνωρισθεί ρόπαλο, Ηρακλής, δελφικός τρίποδας. Υπεύθυνοι των κατοίκων κάθε τετραγώνου ήταν οι αμφοδάρκοι. Βλ. Debord, P., “Questions Stratonicéennes”, στο Bresson, A. – Descat, R. (επιμ.) Les cités d'Asie mineure occidentale au IIe siècle a.c. (Bordeaux 2001), σελ. 159-160.

45. Βλ. Debord, P., “Questions Stratonicéennes”, στο Bresson, A. – Descat, R. (επιμ.), Les cités d'Asie mineure occidentale au IIe siècle a.c. (Bordeaux 2001), σελ. 160-162.

46. IK, 22.1, Stratonikeia 1002.

47. Βλ. Lang, G., Klassische Antike stätten Anatoliens II: Larisa-Zeleia (Norderstedt 2003), σελ. 485.