Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Πριμηκίρι

Συγγραφή : Σταματόπουλος Δημήτριος (8/10/2001)

Για παραπομπή: Σταματόπουλος Δημήτριος , «Πριμηκίρι», 2001,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=12157>

Πριμηκίρι (7/9/2010 v.1) Primikiri (Kirmikir) - προς ανάθεση 
 

1. Ανθρωπογεωγραφία

Το χωριό ήταν χτισμένο σε πλαγιά βουνού, ΒΑ του Μιχαλητσίου και ΒΔ της Απολλωνίας λίμνης. Έξω από το χωριό κυλούσε το ποτάμι Ενεφέ ντερεσί που ερχόταν από την περιοχή της Κερμαστής και κατέληγε στην Απολλωνία λίμνη. Έξω από το χωριό επίσης υπήρχε και τοπωνύμιο ονόματι «ιμαρέτ» (δημόσια κουζίνα, αφιερώμα ευσεβών μουσουλμάνων για ανακούφιση των φτωχών οδοιπόρων), όπου και υπήρχαν ερείπια κτηρίων και αρχαίο κάστρο.

Οι ελληνόφωνοι κάτοικοι του οικισμού το αποκαλούσαν Πριμικίρ ή Πριμηκίρι και έτσι ήταν καταχωρισμένο και στα επίσημα βιβλία της μητρόπολης. Οι τουρκόφωνοι κάτοικοι του χωριού το ανέφεραν ως «Κιρμικίρ» (πιθανότατα παραφθορά του Πριμικίρ) και αυτή ήταν η ονομασία του στα επίσημα οθωμανικά έγγραφα. Η επίσημη ονομασία του σήμερα είναι Harmanlı.

Το χωριό ανήκε στην ομάδα των Πιστικοχωρίων,1 των οποίων οι κάτοικοι κατάγονταν από τη Μάνη. Μάλιστα το 16ο αιώνα το χωριό αριθμούσε 16 βοσκούς και 70 χανέ κογιουνσουζλάρ (hane koyunsuzlar=σπίτια φορολογουμένων χωρίς πρόβατα).2 Ωστόσο τοπικές προφορικές παραδόσεις διέσωζαν την πληροφορία ότι οι πρώτοι κάτοικοι του οικισμού κατάγονταν από την περιοχή των Αγράφων –πράγμα που ίσχυε και για μία άλλη ομάδα γειτονικών χωριών (Τσάμλιτζα, Τσεσνεΐρι κ.λπ.). Οι μουσουλμάνοι του οικισμού κατάγονταν από τη Λάρισα και εγκαταστάθηκαν αργότερα εκεί (πιθανότατα μετά την προσάρτηση της Θεσσαλίας στο ελληνικό κράτος το 1881). Γι' αυτό και ονομάζονταν Γενισεϊρλίδες (η Λάρισα ονομαζόταν Γενίσεχιρ, Yeni şehir).

Ο πληθυσμός του Πριμηκιρίου περιλάμβανε περί τις 80 οικογένειες ελληνορθόδοξων (γύρω στα 400 άτομα) και άλλες τόσες μουσουλμάνων.3 Η γλώσσα των ελληνορθόδοξων κατοίκων του οικισμού ήταν η τουρκική, πράγμα που δε συνέβαινε με τα υπόλοιπα Πιστικοχώρια. H Θεία Λειτουργία στην εκκλησία γινόταν στα ελληνικά, αλλά πολλοί κάτοικοι διέθεταν θρησκευτικά βιβλία γραμμένα στα καραμανλήδικα.

2. Διοικητική και εκκλησιαστική εξάρτηση – θρησκεία – εκπαίδευση

Σύμφωνα με τα στοιχεία που διαθέτουμε για τις αρχές του 20ού αιώνα, το χωριό ανήκε διοικητικά στο καϊμακαμλίκι του Μιχαλητσίου, το οποίο με τη σειρά του υπαγόταν απευθείας στο βιλαέτι της Προύσας. Στο Μιχαλήτσι είχαν την έδρα τους τα πρωτοβάθμια δικαστήρια της περιοχής, οι εφοριακές αρχές και το στρατολογικό γραφείο. Οι κάτοικοι του χωριού ήταν εγγεγραμμένοι στα ληξιαρχικά βιβλία του Μιχαλητσίου. H κοινότητα διοικούνταν από ένα μουχτάρη σε συνεργασία με δύο-τρεις συμβούλους, τους αζάδες. Ο μουχτάρης αναδεικνυόταν σε ετήσια εκλογική συνέλευση των κατοίκων δια βοής και προερχόταν πότε από το ελληνορθόδοξο και πότε από το μουσουλμανικό στοιχείο. Την εκλογή επικύρωνε ο καϊμακάμης του Μιχαλητσίου, ο οποίος έδινε και στο μουχτάρη τη σφραγίδα του. Επίσης λειτουργούσαν αρμόδιες επιτροπές υπεύθυνες για τη λειτουργία και τη συντήρηση της εκκλησίας και του σχολείου.

Το χωριό ανήκε εκκλησιαστικά στη δικαιοδοσία της επισκοπής Απολλωνιάδος της μητρόπολης Νικομηδείας.4 Η μοναδική εκκλησία του οικισμού (στη ΒΑ πλευρά του) ήταν αφιερωμένη στους αγίους Θεοδώρους και γιόρταζε το Σάββατο της πρώτης εβδομάδας της Μεγάλης Σαρακοστής, οπότε και γινόταν μεγάλο πανηγύρι. Η εκκλησία την ημέρα εκείνη κερνούσε τους πανηγυριώτες χαλβά και πετιμέζι καθώς και τσίπουρο. Η εκκλησία είχε χτιστεί το 1833 και ανακαινίστηκε το 1903. Μεταξύ Πριμηκιρίου και Μιχαλητσίου, στην τοποθεσία Ακανλάρ, βρισκόταν υπόγειο, χτιστό ξωκλήσι του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, στο εσωτερικό του οποίου υπήρχε αγίασμα.

Το σχολείο του χωριού, το οποίο βρισκόταν στην αυλή της εκκλησίας, χτίστηκε το 1900. Η ετήσια σχολική δαπάνη στις αρχές του 20ού αιώνα έφθανε τις 12 οθωμανικές λίρες.

3. Στοιχεία Οικονομίας

Εμπορικό κέντρο, με το οποίο ο οικισμός διεξήγαγε τις βασικές ανταλλαγές, ήταν το Μιχαλήτσι. Κύρια απασχόληση των κατοίκων ήταν η σηροτροφία και η ελαιουργία. Τα κουκούλια και τις ελιές τα πουλούσαν στην Προύσα. Επίσης το χωριό παρήγαγε δημητριακά και σταφύλια. Οι κάτοικοι ασχολούνταν και με την αλιεία στη λίμνη Απολλωνία. Τα ψάρια τα πουλούσαν στην Προύσα, στην Πάνορμο και στην Τρίγλια.

4. Εθνοτικές Εκκαθαρίσεις – Εγκατάσταση στην Ελλάδα

Το χωριό εκκενώθηκε το 1914 λόγω των γεγονότων του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου και λεηλατήθηκε από μουσουλμάνους ατάκτους (Τσέτες). Οι κάτοικοι επέστρεψαν το 1919, για να το εγκαταλείψουν οριστικά το 1922. Μετά την Έξοδο οικογένειες από το χωριό εγκαταστάθηκαν στο Ομορφοχώρι Λάρισας και στο Παλαιοχώρι Καβάλας.

1. Στα Πιστικοχώρια περιλαμβάνονταν τα εξής χωριά: Αγία Κυριακή, Βουλγαράτοι (Μπάσκιοϊ), Χωρούδα (Καρατζόβα), Κωνσταντινάτοι, Σα(γ)ινάτοι (ή Αγινάτοι), Απελαδάτοι, Σιργιάνι (ή Σιριγιάννη) και Πριμηκίρι. Σύμφωνα με το Κλεώνυμος, Μ. – Παπαδόπουλος, Χ., Βιθυνικά ή Επίτομος μονογραφία της Βιθυνίας και των πόλεων αυτής (Κωνσταντινούπολις 1867), σελ. 97-98, τα χωριά αυτά ονομάστηκαν έτσι από τους ποιμένες («πιστικούς», σύμφωνα με τη μανιάτικη διάλεκτο) που εγκαταστάθηκαν στις περιοχές του Ρυνδάκου και της Απολλωνιάδας από τους Οθωμανούς, πιθανότατα κατά το 16ο αιώνα. Στους βοσκούς αυτούς παραχωρήθηκε από το οθωμανικό κράτος η εκμετάλλευση κοπαδιών προβάτων. Με τον καιρό ο πληθυσμός τους αυξήθηκε και συνέστησαν τα παραπάνω χωριά. Αργότερα, όμως, λόγω «καταστροφής των ποιμνίων» (άγνωστες οι αιτίες και η έκταση αυτής της καταστροφής), τους επιβλήθηκε φόρος νομής, «οτλακιέ» (otlakıye=φόρος που πληρώνεται από αυτούς που βόσκουν τα ζώα τους σε δημόσια γη). Το καθεστώς αυτό διήρκεσε μέχρι και την εποχή του σουλτάνου Μαχμούτ Β΄ (1807-1839), όταν απελευθερώθηκαν από αυτού του είδους την υποχρέωση, βλ. Μεσιτίδης, Α. – Δεληγιάννης, Β., «Η Απολλωνιάς», Μικρασιατικά Χρονικά 3 (1940), σελ. 427-428. Από άλλους η εγκατάσταση των βοσκών τοποθετείται σε πολύ νεότερα χρόνια, περ. το 1800. Βλ. Αναγνωστοπούλου, Σ., Μικρά Ασία, 19ος αι.-1919. Οι ελληνορθόδοξες κοινότητες: από το Μιλλέτ των Ρωμιών στο Ελληνικό Έθνος (Αθήνα 1997), σελ. 252-253.

2. Barkan, Ö. L., “Osmanlı Imparatorluğun’da toprak isçiliğinin organizasyonu sekilleri; Β. Bursa civarindaki kulluklar” [Μορφές οργάνωσης της εργασίας γης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία], Istanbul Universitesi Iktisat Facultesi mecmuasi 1 (1939-1940), σελ. 227. Bλ. και Αναγνωστοπούλου, Σ., Μικρά Ασία, 19ος αι.-1919. Οι ελληνορθόδοξες κοινότητες: από το Μιλλέτ των Ρωμιών στο Ελληνικό Έθνος (Αθήνα 1997), σελ. 216-7, 252-253.

3. Αρχείο Προφορικής Παράδοσης Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, φάκ. Β 84. Οι Κλεώνυμος, Μ. – Παπαδόπουλος, Χ., Βιθυνικά ή Επίτομος Μονογραφία της Βιθυνίας και των πόλεων αυτής (Κωνσταντινούπολη 1867), σελ. 98 αναφέρουν ότι το Πριμηκίρι αποτελούνταν από 60 οικίες. Η στατιστική του Οικουμενικού Πατριαρχείου για το 1905 αναφέρεται σε 80 οικογένειες ελληνορθόδοξων και άλλων τόσων μουσουλμανικών, βλ. Εθνικά Φιλανθρωπικά Καταστήματα, Ημερολόγιον έτους 1906 (Κωνσταντινούπολη 1905), σελ. 139. Παρόμοια στοιχεία (85 ελληνορθόδοξες οικογένειες) δίνει και ο Καβαλιέρος-Μαρκουΐζος, Θ., Από Κωνσταντινουπόλεως εις Νίκαιαν, σελ.154. Σύμφωνα με απογραφή στα τέλη του 1920 το χωριό διέθετε 70 ελληνορθόδοξες οικογένειες, βλ. Μεσιτίδης, Α. – Δεληγιάννης, Β., «Η Απολλωνιάς», Μικρασιατικά Χρονικά 3 (1940), σελ. 435. Η στατιστική του Οικουμενικού Πατριαρχείου για το 1922 δίνει τον αριθμό των 396 ελληνορθόδοξων κατοίκων (Patriarcat Oecumenique, Les atrocités kémalistes, σελ. 263).

4. Βλ. Patriarcat Oecumenique, Les atrocités kémalistes, σελ. 263. Αντίθετα στο σχετικό φάκελο του ΚΜΣ αναφέρεται ότι το χωριό ανήκε στη δικαιοδοσία της μητρόπολης Νικαίας, (βλ. Αρχείο Προφορικής Παράδοσης Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, φάκ. Β 84) πράγμα όμως που δεν επιβεβαιώνεται από άλλες πηγές π.χ. Καβαλιέρος-Μαρκουΐζος, Θ., Από Κωνσταντινουπόλεως εις Νίκαιαν, σελ. 154.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>