Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Ταχταλί

Συγγραφή : Σταματόπουλος Δημήτριος (8/10/2001)

Για παραπομπή: Σταματόπουλος Δημήτριος , «Ταχταλί», 2001,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=12175>

Ταχταλί (31/7/2009 v.1) Tahtalı - προς ανάθεση 
 

1. Ανθρωπογεωγραφία

Οικισμός στην κοιλάδα του ποταμού Nilufer çay, νότια του δημόσιου δρόμου Προύσας-Μιχαλητσίου, 14 χλμ. δυτικά-νοτιοδυτικά της Προύσας, 2 χλμ. δυτικά του Γιαϊλατζίκ και 7,5 χλμ. νότια του Αϊνασί. Η ονομασία του χωριού ήταν κοινή για το ελληνορθόδοξο και το μουσουλμανικό στοιχείο. Με το ίδιο όνομα αναφερόταν στα εκκλησιαστικά έγγραφα, όπως και στα οθωμανικά. Το Ταχταλί, όπως και τα διπλανά χωριά Γιαϊλατζίκ και Κιτί (Kiti, 8 χλμ. Β-ΒΔ), κατά το 15ο αιώνα αποτελούσαν ενιαίο τσιφλίκι που ανήκε σε κάποιο γαιοκτήμονα ονόματι Χαραστσόγλου. Το Ταχταλί ονομάστηκε έτσι, επειδή εκεί βρισκόταν η έδρα (taht) του τσιφλικούχου. Αντίστοιχα το Γιαϊλατζίκ πήρε το όνομά του επειδή εκεί βρισκόταν ο γιαϊλάς, δηλαδή ο βοσκότοπος (yayla) του τσιφλικιού. Το Κιτί τέλος αποτελούσε τον οβά (ova), δηλαδή την πεδιάδα, τον κάμπο του τσιφλικιού, εκεί όπου υπήρχαν οι καλλιεργούμενες γαίες. Το χωριό ήταν χτισμένο ανάμεσα σε δύο χαράδρες, στους πρόποδες υψώματος πάνω στο οποίο δέσποζε ένα φρούριο με τα τείχη του. Το μισό χωριό ήταν χτισμένο εντός των τειχών, ενώ αργότερα άρχισε να επεκτείνεται και πέρα από αυτά.

Τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα αριθμούσε περίπου 250 οικογένειες, από τις οποίες οι 170 ήταν ελληονρθοδόξων και οι υπόλοιπες μουσουλμάνων.1 Γενικά θεωρούνταν ντόπιοι, εκτός από 20 περίπου οικογένειες εποίκων από τη Μακεδονία (χτίστες κλπ.). Η γλώσσα των ελληνορθόδοξων κατοίκων ήταν η τουρκική. Στο σχολείο οι μαθητές διδάσκονταν τα ελληνικά, χωρίς όμως να μπορούν να τα εμπεδώσουν, αφού εντός των οικογενειών τους, σε καθημερινό επίπεδο, μιλούσαν τουρκικά. Η Θεία Λειτουργία στην εκκλησία γινόταν στην ελληνική, όπως και η ανάγνωση του Ευαγγελίου. Μόνο στις μεγάλες γιορτές ο ιερέας το εξηγούσε στα τουρκικά. Επίσης, τουρκικά ήταν και τα τραγούδια των ελληνορθοδόξων.

2. Διοικητική και εκκλησιαστική εξάρτηση – Θρησκεία – Εκπαίδευση

Σύμφωνα με τα στοιχεία που διαθέτουμε για τις αρχές του 20ού αιώνα, το Ταχταλί υπαγόταν στο μουδιρλίκι του Κιτί, το οποίο ανήκε, στο καϊμακαμλίκι του Μιχαλίτς (Μιχαλητσίου), κι εκείνο με τη σειρά του στο μουτεσαριφλίκι της Προύσας που ανήκε στο ομώνυμο βιλαέτι. Στον οικισμό υπήρχαν δύο μουχτάρηδες, υπεύθυνοι για τη διοίκηση ο ένας του ελληνορθόδοξου και ο άλλος του μουσουλμανικού στοιχείου.

Το χωριό, σύμφωνα με τις μαρτυρίες προσφύγων, υπαγόταν εκκλησιαστικά στη μητρόπολη Προύσας.2 Όμως η στατιστική του Οικουμενικού Πατριαρχείου για το 1922 κατατάσσει το Ταχταλί, καθώς και άλλα παραπλήσια χωριά, όπως το Γιαϊλατζίκ, το Ντάνσαρι και το Αϊνασί, στη μητρόπολη της Νικομηδείας και όχι σε αυτή της Προύσας.3 Η μοναδική μεγάλη πέτρινη εκκλησία του ήταν αφιερωμένη στους αγίους Θεοδώρους, η οποία αποπερατώθηκε το 1870. Υπήρχε έξω από το χωριό και ένα αγίασμα του Τιμίου Προδρόμου. Στον τουρκικό μαχαλά υπήρχε τζαμί.

Ο οικισμός διέθετε ένα σχολείο εξατάξιο μεικτό, το οποίο στεγαζόταν σε διώροφο κτήριο. Στο ισόγειο οι φιλοξενούμενοι του χωριού έβαζαν τα ζώα τους. Στον πρώτο όροφο λειτουργούσε κοινοτικό καφενείο και μπακάλικο, ενώ το σχολείο λειτουργούσε στο δεύτερο όροφο. Τα παιδιά στις μεγάλες τάξεις διδάσκονταν ελληνικά και τουρκικά. Η ετήσια σχολική δαπάνη στις αρχές του αιώνα (1909) έφθανε τις 18 οθωμανικές λίρες.

3. Οικιστική δομή

Στο χωριό υπήρχαν τέσσερις μαχαλάδες: ο Γιουκαρί μαχλεσί, ο Χαμάμ μαχλεσί, ο Αραμπά γιολού μαχλεσί και ο Κιόι ιτσί. Ο τελευταίος ήταν ο μαχαλάς των μουσουλμάνων και βρισκόταν στην άκρη του χωριού. Αντίθετα η καλύτερη συνοικία ήταν ο Γιουκαρί μαχλεσί, στο ύψωμα προς την πλευρά του φρουρίου, όπου κατοικούσαν κυρίως ελληνορθόδοξοι. Όλοι οι δρόμοι ήταν στρωμένοι με καλντερίμι και αρκετά φαρδιοί, ενώ τα σπίτια ήταν πυκνοδομημένα και πολλά από αυτά θεμελιωμένα πάνω στο τείχος. Στο χωριό, για την ακρίβεια στην ομώνυμη συνοικία, που βρισκόταν στην ελληνορθόδοξη πλευρά του χωριού, υπήρχε ένα χαμάμ. Καταρχάς ανήκε στην ελληνορθόδοξη κοινότητα που το ενοικίαζε σε ιδιώτες, έπειτα όμως το πήραν οι μουσουλμάνοι του χωριού.

4. Στοιχεία οικονομίας

Η σημαντικότερη παραγωγική δραστηριότητα των κατοίκων ήταν η σηροτροφία και κατά δεύτερο λόγο η καλλιέργεια καπνού, σιταριού και σταφυλιών. Τα προϊόντα τους τα πουλούσαν στην Προύσα. Οι κάτοικοι του Ταχταλί ασχολούνταν και με την κτηνοτροφία. Στο χωριό υπήρχαν επίσης 4 μπακάλικα ελληνορθοδόξων, 1 τουρκικό, καθώς και 4 χριστιανικά καφενεία και 3 μουσουλμανικά. Όπως προαναφέρθηκε, το καφενείο του σχολείου ανήκε στην κοινότητα. Οι τεχνίτες που υπήρχαν στο χωριό ήταν αποκλειστικά χτίστες, οι οποίοι συχνά δούλευαν και σε άλλα χωριά.

5. Εγκατάσταση στην Ελλάδα

Μετά την Έξοδο οικογένειες από το Ταχταλί εγκαταστάθηκαν στις περιοχές Άνω Πορεία Σερρών, Αμύνταιο, Θεσσαλονίκη και Χιονίστρα Ξάνθης.

1. Αρχείο Προφορικής Παράδοσης Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, φάκ. Β 145. Κατά το β΄ μισό του 19ου αιώνα (1867) ο πληθυσμός του Ταχταλί ανερχόταν συνολικά σε 40 οικογένειες, οι περισσότερες εκ των οποίων ασχολούνταν με την υλοτομία και την ξυλουργική [βλ. Κλεώνυμος, Μ. – Παπαδόπουλος, Χ., Βιθυνικά ή επίτομος μονογραφία της Βιθυνίας και των πόλεων αυτής, τύπ. Ι.Α. Βρεττού (Κωνσταντινούπολη 1867), σελ. 97]. Ο Καβαλιέρος-Μαρκουίζος, Θ., Από Κωνσταντινουπόλεως εις Νίκαιαν. Ταξειδιωτικαί εντυπώσεις εκ Βιθυνίας, μετ’ εικόνων (Κωνσταντινούπολη 1909), σελ. 156, αναφέρει ότι το 1909 η πλειονότητα των κατοίκων ήταν μουσουλμάνοι και ότι οι ελληνορθόδοξοι αριθμούσαν περίπου 150 οικογένειες. Η στατιστική του Οικουμενικού Πατριαρχείου για το 1922 δίνει τον αριθμό των 850 ελληνορθόδοξων κατοίκων, βλ. Patriarcat Oecumenique, Les atrocités kémalistes dans les régions du Pont et dans le reste de l’Anatolie (Constantinople 1922), σελ. 262.

2. Αρχείο Προφορικής Παράδοσης Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, φάκ. Β 145.

3. Patriarcat Oecumenique, Les atrocités kémalistes dans les régions du Pont et dans le reste de l’Anatolie (Constantinople 1922), σελ. 262.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>