Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Επιδημία Πανούκλας στη Μικρά Ασία, 1835-1849

Συγγραφή : Shariat-Panahi S. Mohammad T. (30/7/2002)

Για παραπομπή: Shariat-Panahi S. Mohammad T., «Επιδημία Πανούκλας στη Μικρά Ασία, 1835-1849», 2002,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=4275>

Επιδημία Πανούκλας στη Μικρά Ασία, 1835-1849 (6/10/2007 v.1) Plague Epidemic in Asia Minor, 1835-1849 (26/10/2009 v.1) 
 

1. Γεωγραφική εξάπλωση και χρονικά όρια

Στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν συχνές οι επιδημικές ασθένειες. Μία από τις σημαντικότερες, και σίγουρα η καλύτερα τεκμηριωμένη μέσα από τα κείμενα ξένων περιηγητών καθώς και μέσα από επίσημα έγγραφα, ήταν η πανούκλα που χτύπησε την αυτοκρατορία στο α' μισό του 19ου αιώνα.

Η επιδημία έκανε την πρώτη καταστροφική της εμφάνιση κατά τα έτη 1834-35 στην Αίγυπτο, όπου, σύμφωνα με μαρτυρία Βρετανού περιηγητή, έχασαν τη ζωή τους περίπου 200.000 άτομα.1 Μόνο τα θύματα του Καΐρου ανέρχονταν σε 75.000.2 Δεν είναι γνωστό ούτε το πώς ακριβώς ξεκίνησε η επιδημία ούτε τι μέτρα ελήφθησαν για να εμποδιστεί η περαιτέρω εξάπλωσή της. Το συνηθέστερο μέτρο πρόληψης την εποχή εκείνη ήταν η καραντίνα, δηλαδή η προληπτική παραμονή ατόμων, ζώων και εμπορευμάτων σε φυλασσόμενα σημεία στα λιμάνια ή στις εισόδους των πόλεων. Όμως, παρόλο που η καραντίνα εφαρμόστηκε, στην περίπτωση της Αιγύπτου δεν απέδωσε.

Σύμφωνα με τις αναφορές του Γάλλου πρόξενου στην Τραπεζούντα, ήδη από τις 19 Ιουλίου του 1835 υπήρχαν κρούσματα στην πόλη. Δεν είναι γνωστές οι αιτίες ούτε ο τρόπος μετάδοσης της επιδημίας στην Τραπεζούντα. Η επέκταση της επιδημίας στην πόλη ήταν τόσο μεγάλη ώστε μόνο στις 24 Αυγούστου της ίδιας χρονιάς από τα 205 κρούσματα που σημειώθηκαν τα 154 ήταν θανατηφόρα. Τα περισσότερα θύματα της επιδημίας πανούκλας ήταν Μουσουλμάνοι κάτοικοι της πόλης.3 Το 1836 παρατηρήθηκαν τα πρώτα κρούσματα στην Κωνσταντινούπολη. Ο περιηγητής Hamilton που βρέθηκε στην οθωμανική πρωτεύουσα τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο της χρονιάς εκείνης αναφέρει ότι είχαν ήδη υπάρξει εκτεταμένα κρούσματα της ασθένειας στην πόλη. Αναφέρεται ότι για διάστημα έξι μηνών τα θύματα στην Κωνσταντινούπολη ανέρχονταν σε 6.000 με 8.000 την εβδομάδα, αριθμός που, αν και σίγουρα υπερβολικός, δίνει το μέγεθος της σοβαρότητας της κατάστασης.4 Στη διάρκεια της επιδημίας πέθαναν περίπου 25.000 με 30.000 άτομα.5

Οι κάτοικοι της Σμύρνης, η οποία είχε στενές εμπορικές επαφές με την πρωτεύουσα, βρίσκονταν σε ετοιμότητα. Παρά τις προφυλάξεις όμως, πιθανώς στις αρχές του 1837 η ασθένεια μεταδόθηκε στη Σμύρνη, ίσως μέσω δύο Ελλήνων ταξιδιωτών που έφτασαν στην πόλη με ατμόπλοιο.6 Στο διάστημα κατά το οποίο η ασθένεια μαινόταν στην πόλη πέθαναν 15.000 με 16.000 άτομα.7 Μέχρι τον Ιούνιο του 1837 η επιδημία είχε εξαπλωθεί προς τα νοτιοανατολικά. Σύμφωνα με τον Hamilton πάντα, τα κρούσματα στο Ilghun, κοντά στo Ladik (Λαοδίκεια Κατακεκαυμένη), έφταναν τα 8 με 10 καθημερινά, με αποτέλεσμα να ερημωθούν εντελώς 670 σπίτια της πόλης. Εξίσου σφοδρή ήταν η επιδημία στο Καρά Αγάτς, όπου πέθανε περισσότερο από το μισό του πληθυσμού. Στη συνέχεια η πανούκλα έπληξε ολόκληρη τη διοικητική περιοχή της Αττάλειας. Λιγότερο σαρωτική φαίνεται να ήταν η ασθένεια όσο προχωρούσε προς το εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Έτσι, για παράδειγμα, στο Τσάνγκιρι (στην Κεντρική Μ. Ασία) είχαν προσβληθεί πολλά άτομα, αλλά στην ευρύτερη περιοχή γύρω από την πόλη δεν είχαν αναφερθεί κρούσματα.

Φαίνεται πως την ίδια χρονιά η ασθένεια μεταδόθηκε από τη Μ. Ασία στον ελλαδικό χώρο, καθώς υπάρχουν μαρτυρίες για πανούκλα το 1837 στον Πόρο του Αργοσαρωνικού και στη Θεσσαλονίκη.

Σημαντικές είναι οι πληροφορίες που μας δίνουν για την εξάπλωση της ασθένειας στο ανατολικό τμήμα της Μικράς Ασίας δύο Άγγλοι αρχαιοδίφες, ο W.F. Ainsworth, υπεύθυνος ανασκαφής στο Κουρδιστάν, και ο C. Fellows, που το 1839 δημοσίευσε το ημερολόγιο ενός ταξιδιού που πραγματοποίησε στη Μικρά Ασία εκείνη την περίοδο. Σύμφωνα με τον πρώτο, τον Δεκέμβριο του 1838 εκδηλώθηκε κρούσμα πανούκλας στο πλοίο που τον μετέφερε από την Κωνσταντινούπολη στην Τραπεζούντα, πράγμα που ανάγκασε τους επιβάτες του πλοίου να αποβιβαστούν και να συνεχίσουν το ταξίδι διά ξηράς.8

Στα 1838, για την αντιμετώπιση της ασθένειας στην πόλη της Τραπεζούντας, όπου καθώς φαίνεται η κατάσταση είχε χειροτερέψει, ζητήθηκε ιατρική ενίσχυση από την Κωνσταντινούπολη, και πράγματι ήρθε στην πόλη ένας Οθωμανός γιατρός μαζί με δύο Ευρωπαίους συναδέλφους του.9 Προχωρώντας ανατολικότερα, η ασθένεια χτύπησε επίσης τις περιοχές της Σαμψούντας, της Αρμενίας και του Χαϊμανέχ (Haimaneh) και θορύβησε τις οθωμανικές αρχές της Σαφράμπολης, οι οποίες επιφόρτισαν έναν Ευρωπαίο γιατρό να διαπιστώσει την έκταση του κακού.10 Κρούσματα υπήρχαν επίσης στην περιφέρεια του Βατούμ, αλλά και σε άλλες πόλεις του Πόντου, όπως η Κασταμονή.11

Για την ίδια περιοχή και εποχή, ο Fellows γράφει ότι στην περιοχή της Φρυγίας, κοντά στη λίμνη Ασκανία, είδε έτοιμους ανοιχτούς τάφους για τα πρόσφατα θύματα της πανούκλας. Ο Ainsworth πάλι αναφέρει ότι στις 19 Μαρτίου του 1839 η πανούκλα είχε ενσκήψει στην ευρύτερη περιοχή της Άγκυρας. Ο ίδιος αποδίδει την εξάπλωσή της στο γεγονός ότι είχε προϋπάρξει μια επιδημία που είχε αποδεκατίσει τα βοοειδή και τα αιγοπρόβατα στις αγροτικές περιοχές. Οι χωρικοί, αντί να απομακρύνουν ή να αποτεφρώσουν τα ζώα, τα άφηναν να σαπίζουν μέσα στους οικισμούς, από θρησκευτική προκατάληψη ή φόβο, και αυτό δημιουργούσε εστίες μόλυνσης που διευκόλυναν την εξάπλωση της πανούκλας. Στο τουρκομάνικο χωριό Τσαλτίς (Çaltis) ο περιηγητής είδε κάποιον ντόπιο με εμφανή τα σημάδια της ασθένειας να κείτεται στο δρόμο.12

Τον Απρίλιο του ίδιου χρόνου, ο Fellows περνούσε από την περιοχή της Μιλήτου, όπου οι ψαράδες τον πληροφόρησαν πως οι ίδιοι βρίσκονταν σε καραντίνα εξαιτίας της ασθένειας. Επίσης και ο εμπορικός σταθμός του Κουσάντασι είχε αποκλειστεί λόγω της επιδημίας.13 Παρότι οι μεγάλες εστίες της ασθένειας είχαν τεθεί υπό έλεγχο μέχρι το τέλος του 1839, σύμφωνα με προξενικές εκθέσεις του 1840 από την Τραπεζούντα, η πανούκλα εξακολουθούσε να προκαλεί θανάτους στην πόλη και την περιοχή και ξένοι γιατροί εξακολούθησαν να έρχονται για να προσφέρουν τη βοήθειά τους. Οι αναφορές στην επιδημία και τα θύματά της σταματούν μόνο το 1849. Φαίνεται δηλαδή πως ο κύκλος της επιδημίας στην αυτοκρατορία διήρκεσε περίπου 15 έτη.

2. Αίτια και επιπτώσεις της ασθένειας

Οι κακές συνθήκες υγιεινής, ο συνωστισμός στις πόλεις, και οι έντονες εμπορικές ανταλλαγές, ήταν μερικοί από τους παράγοντες που διευκόλυναν την εξάπλωση της πανούκλας. Στην Κωνσταντινούπολη συνήθιζαν να λένε εκείνη την εποχή ότι όλα τα κακά, όπως το κρύο, η ομίχλη, η πανούκλα και οι Ρώσοι, προέρχονταν από τη Μαύρη Θάλασσα.14 Το γεγονός πάντως ότι τα πρώτα κρούσματα σημειώθηκαν στην Αίγυπτο δε δικαιολογεί έναν τέτοιο ισχυρισμό. Οι προσκυνητές ήταν επίσης πιθανοί φορείς της ασθένειας, καθώς ταξίδευαν από τη Μικρά Ασία μέσω της Συρίας προς τη Μέκκα και άλλους Ιερούς Τόπους.15 Σημαντικότερα ωστόσο θα πρέπει να ήταν τα εμπορικά δίκτυα, καθώς, όπως φαίνεται από τις αναφορές των περιηγητών, συχνά εμφανιζόταν η ασθένεια σε πλοία που μετέφεραν εμπορεύματα και επιβάτες, καθώς και σε εμπορικούς σταθμούς. Η άγνοια των αγροτικών πληθυσμών και η προκατάληψή τους συνέβαλαν στη γρήγορη μετάδοση της ασθένειας, καθώς άφηναν νεκρά ζώα να σήπονται άταφα, φοβούμενοι να τα μετακινήσουν, δημιουργώντας έτσι μεγαλύτερες εστίες μόλυνσης. Τέλος, οι καραντίνες σε αρκετές περιπτώσεις δε λειτουργούσαν αποτελεσματικά.

Το εμπόριο ήταν και ο τομέας που επηρεάστηκε άμεσα από την εξάπλωση της ασθένειας, καθώς πολλοί εμπορικοί σταθμοί και λιμάνια τέθηκαν σε καραντίνα, γεγονός που δυσχέραινε εξαιρετικά τις εμπορικές δραστηριότητες.16 Φυσικά υπήρξαν και σημαντικές κατά τόπους δημογραφικές επιπτώσεις, καθώς ο πληθυσμός αποδεκατίστηκε σε μερικές περιπτώσεις, όπως στο Ilghun, όπου τα κλειδιά 670 ερημωμένων σπιτιών παραδόθηκαν στις αρχές.

Πάντως ήταν σαφές ότι η ασθένεια έπληττε τους κατοίκους της αυτοκρατορίας ανεξαρτήτως οικονομικής ή κοινωνικής τάξης. Είναι χαρακτηριστικό το περιστατικό του αγά του Ilghun ο οποίος εγκατέλειψε τον οικισμό μετά το θάνατο της κόρης του.

1. Bowring, J., Observations on the Oriental plague and on quarantines, as a means of arresting its progress (Edinburgh 1838), σελ. 13.

2. Panzac, D., Osmanlı İmparatorluğu'nda Veba (1700-1850) (İstanbul 1997), σελ. 184.

3. Panzac, D., Osmanlı İmparatorluğu'nda Veba (1700-1850) (İstanbul 1997), σελ. 172-173.

4. Hamilton, W., Researches in Asia Minor, Pontus and Armenia with some account of their antiquities and geology (London 1842), τόμ. 2, σελ. 1.

5. Panzac, D., Osmanlı İmparatorluğu'nda Veba (1700-1850) (İstanbul 1997), σελ. 183.

6. Hamilton, W., Researches in Asia Minor, Pontus and Armenia with some account of their antiquities and geology (London 1842), τόμ. 2, σελ. 2.

7. Panzac, D., Osmanlı İmparatorluğu'nda Veba (1700-1850) (İstanbul 1997), σελ. 183.

8. Ainsworth, W.F., “Notes on a journey from Constantinople, by Heracleia, to Angora in the Autumn of 1838”, Journal of Royal Geographical Society 9, μέρος 2 (1839), σελ. 216-276.

9. Panzac, D., Osmanlı İmparatorluğu'nda Veba (1700-1850) (İstanbul 1997), σελ. 225.

10. Ainsworth, W.F., Travels and Researches in Asia Minor, Mesopotamia, Chaldaea, and Armenia, τόμ. 1 (London 1842), σελ. 47.

11. Ainsworth, W.F., Travels and Researches in Asia Minor, Mesopotamia, Chaldaea, and Armenia, τόμ. 1 (London 1842), σελ. 48, 84.

12. Ainsworth, W.F., Travels and Researches in Asia Minor, Mesopotamia, Chaldaea, and Armenia, τόμ. 1 (London 1842), σελ. 137, 146.

13. Fellows, C., A journal written during an excursion in Asia Minor (London 1839), σελ. 264-274.

14. Curzon, R., Armenia: a year at the Erzeroom and on the frontiers of Russia, Turkey and Persia (London 1854), σελ. 2.

15. Bowring, J., Observations on the Oriental plague and on quarantines, as a means of arresting its progress (Edinburgh 1838), σελ. 21.

16. Είναι χαρακτηριστικός ο τίτλος της μελέτης του Bowring, J., Observations on the Oriental plague and on quarantines, as a means of arresting its progress (Edinburgh 1838).

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>