Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Χαλκηδών (Αρχαιότητα)

Συγγραφή : Αλεξανδροπούλου Ιωάννα (9/6/2005)

Για παραπομπή: Αλεξανδροπούλου Ιωάννα , «Χαλκηδών (Αρχαιότητα)», 2005,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=6655>

Χαλκηδών (Αρχαιότητα) (23/1/2006 v.1) Chalcedon (Antiquity) (23/1/2006 v.1) 
 

1. Ιστορία

Η Χαλκηδόνα, πόλη της Βιθυνίας, εκτεινόταν σε μια μικρή χερσόνησο, στα ασιατικά παράλια του Βοσπόρου. Μαζί με το Βυζάντιο, χτισμένο στην ακριβώς απέναντι ακτή, ήταν οι ισχυρότερες πόλεις της περιοχής κατά την Αρχαιότητα. Σήμερα αποτελεί προάστιο της Κωνσταντινούπολης με την ονομασία Kadiköy.

Στα αρχαία κείμενα μαρτυρείται το ίδιο συχνά η ονομασία Καλχηδόνα, όμως με την πάροδο του χρόνου υπερίσχυσε η λέξη Χαλκηδόνα. Όσον αφορά την προέλευση του ονόματος, υπάρχουν πολλές διαφορετικές παραδόσεις που καθιστούν ανέφικτη την αποσαφήνισή της.1

Φαίνεται πως την Προϊστορική εποχή η θέση κατοικούνταν από Φοίνικες και Θράκες. Η ελληνική πόλη ιδρύθηκε από Μεγαρείς αποίκους, με επικεφαλής τον Αρχία, το 685 π.Χ. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο,2 οι άποικοι αυτοί θεωρούνταν «τυφλοί», γιατί μόνο έτσι δικαιολογείται το ότι δεν αναγνώρισαν τα πλεονεκτήματα της απέναντι ευρωπαϊκής ακτής του Βοσπόρου, εκεί που 17 χρόνια αργότερα ιδρύθηκε το Βυζάντιο.

Η ιστορία της πόλης είναι άγνωστη μέχρι τον προχωρημένο 6ο αι. π.Χ. Τότε ο Πέρσης βασιλιάς Δαρείος επιστρέφοντας από την αποτυχημένη εκστρατεία του εναντίον των Σκυθών (513-512 π.Χ.) υπέταξε τη Χαλκηδόνα και το Βυζάντιο, εξασφαλίζοντας ένα προγεφύρωμα στο ευρωπαϊκό έδαφος. Οι συνθήκες υποτέλειας παρακίνησαν τους Χαλκηδονίους να πάρουν μέρος στην Ιωνική Επανάσταση εναντίον της Περσικής Αυτοκρατορίας (499-494 π.Χ.). Η καταστολή της επανάστασης από τους Πέρσες ανάγκασε πολλούς κατοίκους να διαφύγουν στη Μεσημβρία, αποικία της Χαλκηδόνας στον Εύξεινο Πόντο. Το τέλος της περσική κυριαρχίας στην περιοχή ήρθε με την πολιορκία και την κατάληψη του Βυζαντίου από το Σπαρτιάτη στρατηγό Παυσανία το 478 π.Χ.

Στα χρόνια μετά τους Περσικούς πολέμους η Χαλκηδόνα προσχώρησε στην Α΄ Αθηναϊκή Συμμαχία, πληρώνοντας φόρο από 6 έως 9 τάλαντα. Κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου (431-404 π.Χ.) συμμάχησε άλλοτε με τους Αθηναίους και άλλοτε με τους Σπαρτιάτες.3 Το 386 π.Χ., με την Ανταλκίδειο ειρήνη, βρέθηκε ξανά υπό την κυριαρχία του Πέρση βασιλέα.

Η κατάσταση ανατράπηκε εκ νέου το 357 π.Χ., όταν η πόλη καταλήφθηκε από το Βυζάντιο. Τότε οι δύο πόλεις σχημάτισαν μια συμπολιτεία, μια τοπική ένωση, η ύπαρξη της οποίας επιβεβαιώνεται από τα χάλκινα νομίσματα του 3ου και 2ου αι. π.Χ. με την επιγραφή ΒΥΖΑΝ ΚΑΛΧΑΔΩ.4

Στην ταραγμένη περίοδο των πολέμων των Διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου η Χαλκηδόνα κατόρθωσε να διατηρήσει την ανεξαρτησία της. Το 281 π.Χ. οι κάτοικοί της συνήψαν συμμαχία με την Ηράκλεια, το Βυζάντιο και το Μιθριδάτη Α΄, βασιλιά του Πόντου, εναντίον των Σελευκιδών, που επιθυμούσαν την επέκταση της κυριαρχίας τους στη Μικρά Ασία. Στη συμμαχία προσχώρησε λίγο αργότερα (280 π.Χ.) και ο βασιλιάς της Βιθυνίας Νικομήδης Α΄.5

Το 202 π.Χ. η πόλη καταλήφθηκε από το βασιλιά των Μακεδόνων Φίλιππο Ε΄. Μετά την κατάλυση της μακεδονικής κυριαρχίας το 196 π.Χ. με την ήττα του Φιλίππου Ε΄ στις Κυνός Κεφαλές (Θεσσαλία), οι Ρωμαίοι διακήρυξαν την ανεξαρτησία της Χαλκηδόνας, όπως και όλων των ελληνικών πόλεων, που μέχρι τότε ήταν υποτελείς στους Μακεδόνες. Σε ένδειξη ευγνωμοσύνης οι κάτοικοι της Χαλκηδόνας συμμάχησαν με τους Ρωμαίους στον επόμενο μακεδονικό πόλεμο εναντίον του Περσέα, γιου του Φιλίππου Ε΄ (171-168 π.Χ.).

Ως σύμμαχος της Ρώμης μοιράστηκε τη φοβερή ήττα των ρωμαϊκών χερσαίων και ναυτικών δυνάμεων, όταν το 73 π.Χ. εισέβαλε στη Βιθυνία ο Μιθριδάτης ΣΤ΄ Ευπάτωρ, βασιλιάς του Πόντου. Ένα χρόνο πριν ο Νικομήδης Γ΄, βασιλιάς της Βιθυνίας, είχε κληροδοτήσει το βασίλειό του στη Ρώμη. Με την αναδιοργάνωση της Ασίας από τον Πομπήιο η Βιθυνία ενώθηκε διοικητικά με τη γειτονική περιοχή του Πόντου σε μία επαρχία (64 π.Χ.).

Επί Αυγούστου (27 π.Χ.-14 μ.Χ.) η Χαλκηδόνα πέρασε προσωρινά υπό τον έλεγχο του βασιλιά της Θράκης Ροιμητάλκου Α΄. Έκτοτε, και καθ’ όλη τη διάρκεια των Αυτοκρατορικών χρόνων, διατήρησε την ανεξαρτησία της. Το 258, επί Βαλεριανού, δεν ξέφυγε από τις καταστρεπτικές επιδρομές των Σκυθών από τη Μαύρη θάλασσα. Με τις διοικητικές μεταρρυθμίσεις του Διοκλητιανού (286-305) ο αριθμός των ρωμαϊκών επαρχιών υπερδιπλασιάστηκε διά του κατακερματισμού των παλαιοτέρων. Τότε η Βιθυνία έγινε ξεχωριστή επαρχία και έτσι πέρασε στο ανατολικό κράτος μετά τη διχοτόμηση της αυτοκρατορίας. Σύμφωνα μάλιστα με το Ζωναρά,6 η Χαλκηδόνα ήταν υποψήφια πόλη για τη νέα πρωτεύουσα του βυζαντινού κράτους. Την καταστρεπτική εκδίκηση του Βυζαντινού αυτοκράτορα Ουάλη (364-378) γνώρισε η πόλη το 365/366, γιατί στάθηκε στο πλευρό του διεκδικητή του θρόνου Προκοπίου. Χρησιμοποίησε μάλιστα το οικοδομικό υλικό των κατεστραμμένων τειχών της πόλης, για να χτίσει υδραγωγείο στην Κωνσταντινούπολη.

Το 451 συνήλθε στη Χαλκηδόνα η Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος, γεγονός που αποδεικνύει την εν μέρει τουλάχιστον ανοικοδόμησή της μετά την καταστροφή από τον Ουάλη. Στους αιώνες που ακολούθησαν οι διαδοχικοί πόλεμοι της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας δεν την άφησαν αλώβητη. Το τέλος της ήρθε από τους Τούρκους λίγο πριν από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης.

2. Αποικίες

Σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές, η Χαλκηδόνα συμμετείχε στην ίδρυση 3 αποικιών,7 αλλά μόνο μία από αυτές μπορεί να θεωρηθεί αμιγώς χαλκηδονιακή αποικία. Πρόκειται για τον Αστακό στη βορειοανατολική ακτή της Προποντίδας, που ιδρύθηκε τον 7ο αι. π.Χ. Η συμμετοχή της Χαλκηδόνας στην ίδρυση του Βυζαντίου, στην απέναντι ακτή του Βοσπόρου, υποστηρίζεται από τη φιλολογική παράδοση και από τον κοινό και στις δύο πόλεις θεσμό του ιερομνήμονα –θρησκευτικού άρχοντα με πολιτικές αρμοδιότητες– σε αντιδιαστολή με την απουσία του στα Μέγαρα, τη μητρόπολη και των δύο. Ωστόσο, η πλειονότητα των σύγχρονων μελετητών συμφωνεί πως η χαλκηδονιακή συμμετοχή στην ίδρυση του Βυζαντίου παραμένει απλώς μια υπόθεση. Τέλος, μαζί με τα Μέγαρα η Χαλκηδόνα ίδρυσε τη Μεσημβρία στη δυτική ακτή του Ευξείνου Πόντου κατά τον ύστερο 6ο αι. π.Χ., στα χρόνια της εκστρατείας του Πέρση βασιλιά Δαρείου εναντίον των Σκυθών. Το 493 π.Χ., μετά την καταστολή της Ιωνικής Επανάστασης, πρόσφυγες από το Βυζάντιο και τη Χαλκηδόνα ενίσχυσαν εκ νέου την αποικία του Πόντου.8

3. Οικονομία

Η τοποθεσία της πόλης στην ανατολική ακτή του Βοσπόρου ήταν λιγότερο ευνοϊκή για τον τομέα του εμπορίου σε σύγκριση με αυτή του Βυζαντίου, στην απέναντι πλευρά. Τα ισχυρά θαλάσσια ρεύματα δυσκόλευαν περισσότερο τον ελλιμενισμό των πλοίων και εμπόδιζαν την ανάπτυξη της αλιείας. Ωστόσο, μία από τις κύριες πηγές πλούτου για τη Χαλκηδόνα ήταν η αλιεία, όπως ίσχυε για όλες τις πόλεις της Προποντίδας και της βόρειας Μαύρης Θάλασσας. Η Χαλκηδόνα, παρόλο που δεν έφτασε ποτέ σε σπουδαιότητα το Βυζάντιο, επωφελήθηκε από το ζωτικής σημασίας θαλάσσιο εμπορικό δίκτυο που ένωνε το Αιγαίο με τον Εύξεινο Πόντο. Και οι δύο πόλεις αποτελούσαν κεντρικά σημεία των εμπορικών αρτηριών προς τη νότια Ρωσία, το σιτοβολώνα της Αρχαιότητας, και προς την πλούσια σε μεταλλεύματα περιοχή του Καυκάσου.

Ένας ακόμη φυσικός πόρος της οικονομίας ήταν η εύφορη, καλά αρδευόμενη γη γύρω από τον ομώνυμο ποταμό. Σύμφωνα με τους μελετητές, η πλούσια γη, ιδανική για καλλιέργειες, ήταν και ο λόγος που οι πρώτοι Μεγαρείς άποικοι επέλεξαν τη συγκεκριμένη τοποθεσία αντί του Βυζαντίου. Τον αγροτικό χαρακτήρα της περιοχής υποδηλώνει και το στάχυ που εμφανίζεται στον εμπροσθότυπο των νομισμάτων της Χαλκηδόνας. Η κοπή νομισμάτων στην πόλη άρχισε τον 5ο αι. π.Χ. Οι νομισματικοί τύποι είναι παραπλήσιοι με αυτούς του Βυζαντίου, ένδειξη της στενής σχέσης των δύο μεγαρικών αποικιών.9

Στην οικονομική ευρωστία της πόλης συνέβαλε εκτός των άλλων και η εκμετάλλευση της πλούσιας, σε ημιπολύτιμους λίθους και κοιτάσματα χαλκού, γης της Χάλκης,10 του νησιού που ανήκε στην επικράτεια της Χαλκηδόνας.

4. Πολιτειακή οργάνωση

Το μόνο που γνωρίζουμε για τη μορφή του πολιτεύματος της Χαλκηδόνας είναι ότι μετά την κατάληψή της από το Βυζάντιο το 357 π.Χ. εγκαθιδρύθηκε δημοκρατία, αντί της μετριοπαθούς ολιγαρχίας που ίσχυε μέχρι τότε. Οι πολιτειακοί θεσμοί, στο βαθμό που είναι γνωστοί, επιβεβαιώνουν την παραδιδομένη ίδρυση της Χαλκηδόνας από τα Μέγαρα. Τη μεγαρική καταγωγή πιστοποιεί ακόμη η κοινή και στις δύο πόλεις διαίρεση του σώματος των πολιτών σε υποδιαιρέσεις των φυλών, τις εκατοστύες.11

Από τη μητρόπολη υιοθέτησαν οι Χαλκηδόνιοι το θεσμό του επώνυμου άρχοντα, που καλούνταν βασιλεύς, και το θεσμό των αισυμνητών. Στη Χαλκηδόνα, καθώς και σε άλλες μεγαρικές αποικίες, οι αισυμνήτες ήταν τα μέλη μιας επιτροπής της βουλής. Όπως στον αντίστοιχο θεσμό των πρυτάνεων της αθηναϊκής δημοκρατίας, οι αισυμνήτες της δημοκρατικής πολιτείας των Χαλκηδονίων επιλέγονταν με κλήρο και η θητεία τους διαρκούσε ένα μήνα. Ένας από αυτούς προήδρευε συγχρόνως στη βουλή, όπως έκανε και ο επιστάτης των πρυτάνεων στην Αθήνα. Η βουλή, όπως και ο δήμος, μαρτυρούνται σε επιγραφές του 3ου και 2ου αι. π.Χ. Μία ακόμη ανώτατη αρχή της πολιτείας των Χαλκηδονίων ήταν του ιερομνήμονα, ενός θρησκευτικού άρχοντα με πολιτικές επιπλέον δικαιοδοσίες, δεύτερου τη τάξει μετά τον επώνυμο βασιλέα. Άλλα αξιώματα που αναφέρονται στα επιγραφικά κείμενα είναι οι νομοφύλακες, οι στρατηγοί και οι οικονόμοι, μια ιδιαίτερα διαδεδομένη οικονομική αρχή στις μικρασιατικές πόλεις κατά την Ελληνιστική περίοδο.12

Με το πολιτειακό ασχολήθηκε φιλοσοφικά ο Φαλέας. Ό,τι γνωρίζουμε για τον Φαλέα προέρχονται από το έργο του Αριστοτέλη, Πολιτικά. Εκεί αναφέρεται (1266α 39-1266β 4) ότι ο Φαλέας εισήγαγε στο πολίτευμά του την οικονομική ισότητα μεταξύ των πολιτών θέτοντας ανώτατο όριο περιουσίας. Υποστήριζε μάλιστα ότι ο θεσμός αυτός μπορεί πιο εύκολα να εφαρμοστεί σε νεοσύστατες πόλεις. Στις υπάρχουσες πόλεις, αν και δυσκολότερα, είναι εφικτή η εφαρμή του θεσμού, αν οι πλούσιοι έδιναν προίκα χωρίς να παίρνουν και οι φτωχοί έπαιρναν χωρίς να δίνουν.

5. Θρησκεία

Οι επιγραφές και οι αρχαίες πηγές παρέχουν πλήρη σχεδόν στοιχεία σχετικά με τη θρησκευτική ζωή στην πόλη. Προστάτης θεός ήταν, όπως και στη μητρόπολη Μέγαρα, ο Απόλλων Πύθιος ή Χρηστήριος. Το τελετουργικό της λατρείας του περιλάμβανε γυμνικούς και μουσικούς αγώνες, τα Πύθια. Τόσο το επίθετο όσο και οι αγώνες μαρτυρούν την καταγωγή της λατρείας από τους Δελφούς. Στη Χαλκηδόνα ο αρχιερέας του θεού καλούνταν προφήτης και το αξίωμά του ήταν πολύ σημαντικό, κρίνοντας από το γεγονός ότι στις επιγραφές αναφέρεται μαζί με τις υψηλότερες αρχές της πόλης.

Η σπουδαιότητα του ιερού της Χαλκηδόνας είχε αναγνωριστεί από το ίδιο το μαντείο των Δελφών τον ύστερο 3ο αι. π.Χ. Την περίοδο αυτή οι Δελφοί ήταν υπό τον έλεγχο των Αιτωλών, με τους οποίους η Χαλκηδόνα είχε συνάψει ισοπολιτεία (213-203 π.Χ.).

Σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές, το πιο φημισμένο ιερό που ανήκε στην επικράτεια της πόλης ήταν το Ιερόν στην ανατολική ακτή του Βοσπόρου. Η παράδοση αναφέρει ότι εδώ θυσίασε ο Ιάσονας επιστρέφοντας από την Κολχίδα, ενώ κατά τους ιστορικούς χρόνους σε αυτό λατρευόταν ο Ζευς Ούριος.13

6. Οικοδομήματα - Τέχνες

Απομεινάρια της αρχαίας πόλης ήταν ακόμη ορατά το 16ο αι. μ.Χ., σήμερα όμως, λόγω της εκτεταμένης δόμησης, δε σώζεται τίποτα. Για το λόγο αυτό δεν έχουμε πληροφορίες για τον πολεοδομικό σχεδιασμό και τα γενικά χαρακτηριστικά της οικιστικής ανάπτυξης της πόλης. Η αρχαία τοπογραφία της είναι ελάχιστα γνωστή από φιλολογικές πηγές. Σύμφωνα με τη μεσαιωνική γραμματεία, η πόλη ήταν χτισμένη σε μια χερσόνησο σε άμεση γειτνίαση με τον ομώνυμο ποταμό και διέθετε δύο λιμάνια, από ένα σε κάθε πλευρά του ισθμού. Τα περιηγητικά κείμενα του Μεσαίωνα αναφέρουν κατάλοιπα από τους μόλους και των δύο αρχαίων λιμανιών.14 Σήμερα, η μετατόπιση της ακτογραμμής έχει εξαφανίσει κάθε ίχνος τους, όπως και του ισθμού. Εκτός από τα δύο αυτά λιμάνια υπήρχε και ο ακόμη σπουδαιότερος Φρίξου λιμήν, η θέση του οποίου παραμένει άγνωστη.

Η Χαλκηδόνα προστατευόταν από οχυρωματικό τείχος, η ύπαρξη του οποίου συμπεραίνεται από τις παραδιδόμενες πολιορκίες της πόλης και επιβεβαιώνεται ξεκάθαρα από τον Πολύαινο.15 Το 365 μ.Χ., κατά την πολιορκία της πόλης από το Βυζαντινό αυτοκράτορα Ουάλη, τα τείχη γκρεμίστηκαν και το υλικό τους χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή υδραγωγείου στην Κωνσταντινούπολη.

Με την πάροδο του χρόνου η επικράτεια της Χαλκηδόνας περιλάμβανε προς βορρά την ανατολική ακτή του Βοσπόρου μέχρι το Ιερόν του Διός και ανατολικά εκτεινόταν κατά μήκος της ακτής της Προποντίδας. Η πιο σημαντική πόλη της επικράτειάς της ήταν η Χρυσόπολη (σημ. Üsküdar), που το 410/409 π.Χ. τειχίστηκε από τον Αλκιβιάδη, στο πλαίσιο της προσπάθειας των Αθηναίων να κρατήσουν τον έλεγχο της περιοχής των Στενών και της Προποντίδας.

Η έλλειψη συστηματικών ανασκαφών δεν επιτρέπει την τεκμηρίωση των φιλολογικών και επιγραφικών μαρτυριών αναφορικά με τα δημόσια οικοδομήματα της πόλης. Μοναδική εξαίρεση αποτελεί η πρόσφατη ανακάλυψη μιας νεκρόπολης στους πρόποδες του λόφου Yeldeğirmeni.16 Στην πλειονότητά τους οι τάφοι χρονολογούνται στην Ελληνιστική και την Αυτοκρατορική περίοδο, ενώ το νεκροταφείο συνέχισε να είναι σε χρήση και στους Βυζαντινούς χρόνους.

Αν και δεν υπάρχουν τεκμήρια από την ίδια τη Χαλκηδόνα, είναι πολύ πιθανό να αναπτύχθηκε εκεί σημαντική γλυπτική και μεταλλοτεχνική δραστηριότητα, εφόσον είναι ο τόπος καταγώγής του φημισμένου γλύπτη και τορευτή Βόηθου. Σύμφωνα με τις νεότερες έρευνες ο Βόηθος δούλεψε για μεγάλο διάστημα στη Χαλκηδόνα και τα έργα του ήταν ιδιαίτερα προσφιλή στους Ρωμαίους.17

1. Ο γιος του Κρόνου Χαλκηδών, η Χάλκη, η κόρη του Νικομήδη, και η πόλη της Εύβοιας Χαλκίδα είναι μερικοί μόνο, σύμφωνα με την παράδοση, υποψήφιοι για την επωνυμία: RE 10 (1919), στήλες 1555-1559, βλ. λ. “Kalchedon” (W. Ruge).

2. Ηρ. 4.144.1.

3. Βλ. Bosworth, A.B., “The emasculation of the Calchedonians. A forgotten episode of the Ionian war”, Chiron 27 (1997), σελ. 297-313.

4. Schönert-Greis, E., Die Münzprägung von Byzantion, i: autonome Zeit (Berlin – Amsterdam 1970), σελ. 78-80, αρ. 1252-1301, πίν. 59-62.

5. Hansen, M.H. – Nielsen, T.H. (επιμ.), An Inventory of Archaic and Classical Poleis (Oxford 2004), σελ. 979, βλ. λ. “Kalchedon” (A. Avram).

6. Ζωναράς 13.

7. Αναλυτικά για τις αρχαίες πηγές σχετικά με τον αποικισμό της Χαλκηδόνας βλ. Hansen, M.H. – Nielsen, T.H. (επιμ.), An Inventory of Archaic and Classical Poleis (Oxford 2004), σελ. 981, βλ. λ. “Kalchedon” (A. Avram).

8. Για την ιστορία της πόλης βλ. RE 10 (1919), στήλη 1558, βλ. λ. “Kalchedon” (Oberhummer). Der Neue Pauly 6, στήλη 153-155, βλ. λ. “Kalchedon”· Lang, G.J., Klassische antike Stätten Anatoliens (Norderstedt 2003), σελ. 502-508. Hansen, M.H. – Nielsen, T.H. (επιμ.), An Inventory of Archaic and Classical Poleis (Oxford 2004), σελ. 979, βλ. λ. “Kalchedon” (A. Avram).

9. Για τα νομίσματα της Χαλκηδόνας από τα Κλασικά μέχρι τα Ρωμαϊκά χρόνια βλ. Wroth, W., Cataloque of Greek Coins, Pontus, Paphlagonia, Bithynia and the Kingdom of Bosporus (London 1889), σελ. 120-124.

10. Σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές στη Χάλκη υπήρχαν lapis lazuli και μαλαχίτης: Magie, D., Roman Rule in Asia Minor. To the End of the Third Century after Christ (Princeton – New Jersey 1950), σελ. 1183, σημ. 7.

11. Συγκεκριμένα στη Χαλκηδόνα μαρτυρούνται 16 εκατοστύες. Βλ. Hanell, K., Megarische Studien (Lund 1934), σελ. 142-144.

12. Hansen, M.H. – Nielsen, T.H. (επιμ.), An Inventory of Archaic and Classical Poleis (Oxford 2004), σελ. 979, βλ. λ. “Kalchedon” (A. Avram). Για τις επιγραφές της πόλης βλ. Merkelbach, R., “Die Inschriften von Kalchedon”, IK 20 (Bonn 1978). Merkelbach, R., “Inschrift von Kalchedon 31”, ZPE 41 (1981), σελ. 152.

13. RE 10 (1919), στήλη 1558, βλ. λ. “Kalchedon” (W. Ruge). Der Neue Pauly 6, στήλη 153-155, βλ. λ. “Kalchedon” (E. Wirbelauer)· Hansen, M.H. – Nielsen, T.H. (επιμ.), An Inventory of Archaic and Classical Poleis (Oxford 2004), σελ. 979, βλ. λ. “Kalchedon” (A. Avram). Άλλα ιερά που μαρτυρούνται είναι το μαντείο του Απόλλωνα και ο ναός της Aρτέμιδος, ο οποίος το 326 μ.Χ. μετατράπηκε σε εκκλησία της Αγίας Ευφημίας, όπου συνήλθε η Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος (451 μ.Χ.). Επίσης στη πόλη υπήρχε και ιερό του Ηρακλή, η θέση του οποίου παραμένει άγνωστη.

14. Αναλυτικά για τις μαρτυρίες των περιηγητών: RE 10 (1919), στήλη 1558, βλ. λ. “Kalchedon” (W. Ruge). Επίσης βλ. Miliopoulos, J.P., “Der alte Hafen von Chalkedon”, AM 31 (1906), σελ. 53-54.

15. Πολύαινος 7.11.5.

16. Για τη νεκρόπολη της Χαλκηδόνας βλ. Asgari, N. – Firatli, N., “Die Nekropole von Kalchedon”, στο Studien zur Religion und Kultur Kleinasiens. Festschrift F.K. Dörner zum 65. Geburstag am 28 Februar 1976 (Leiden 1978), σελ. 1-92.

17. Stewart A., Greek Sculpture. An Exploration (New Haven 1990), σελ. 229-230, 305-306.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>