Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Μάρκος Αυρήλιος

Συγγραφή : Καμάρα Αφροδίτη (19/2/2003)

Για παραπομπή: Καμάρα Αφροδίτη, «Μάρκος Αυρήλιος», 2003,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=5222>

Μάρκος Αυρήλιος (11/11/2009 v.1) Marcus Aurelius (31/3/2009 v.1) 
 

1. Γέννηση και πρώτα χρόνια

Ο Μάρκος Αυρήλιος γεννήθηκε στη Ρώμη στις 26 Απριλίου 121 μ.Χ. Οι βασικότερες πηγές για τη βιογραφία του είναι η Αυτοκρατορική Ιστορία (Historia Augusta), το φιλοσοφικό αυτοβιογραφικό έργο του Τα εις εαυτόν, καθώς και η αλληλογραφία του με το δάσκαλο και φίλο του Φρόντο.1 Πολλές άλλες όμως φιλολογικές μαρτυρίες υπάρχουν διάσπαρτες στα κείμενα συγχρόνων του, καθώς το έργο του τόσο στο πολιτικό όσο και στο πνευματικό πεδίο ήταν σημαντικό. Γονείς του ήταν ο Άννιος Βήρος και η Δομιτία Λουκίλλα. Αρχικά ονομαζόταν Μάρκος Άννιος Βήρος. Ίσως να έφερε και το όνομα του προπάππου του από τη μεριά της μητέρας του, του Κατιλίου Σεβήρου, καθώς η γενιά της μητέρας του ήταν επιφανέστερη από αυτή του πατέρα του. Ο τελευταίος πέθανε σε νεαρή ηλικία και τότε τον υιοθέτησε ο παππούς του Άννιος, ο οποίος διετέλεσε ύπατος το 126-127, κατά την περίοδο της βασιλείας του Αδριανού (117-138). Ο τότε αυτοκράτορας έτρεφε ιδιαίτερη συμπάθεια στο μικρό Μάρκο και του έδωσε σημαντικά εφόδια, εντάσσοντάς τον στο σώμα των ιερέων των Σαλίων. Το 138 ο Αδριανός υιοθέτησε τον Αντωνίνο Πίο, θείο του Μάρκου Αυρηλίου από τη μεριά της μητέρας του, και τον υποχρέωσε να υιοθετήσει με τη σειρά του το Μάρκο Αυρήλιο μαζί με το Λεύκιο Βήρο, γιο άλλου νεκρού αξιωματικού του, εξασφαλίζοντας έτσι μια σειρά από διαδόχους. Το 136, πάλι με υπόδειξη του Αδριανού, ο Μάρκος Αυρήλιος αρραβωνιάστηκε την Κηιονία Φαβία, αλλά ο αρραβώνας διαλύθηκε μετά το θάνατο του αυτοκράτορα, και τελικά παντρεύτηκε το 145 την Αννία Γαλέρια Φαυστίνα, κόρη του Αντωνίνου Πίου, εξασφαλίζοντας έτσι την πρωτοκαθεδρία στη διαδοχή. Από τη Φαυστίνα απέκτησε το 147 μία κόρη, τη Λουκίλλα, και δύο γιους το 161, από τους οποίους ο ένας, ο Κόμμοδος, τελικά τον διαδέχθηκε.

2. Εκπαίδευση

Εκτός από τα πολιτικά καθήκοντά του, τα οποία τα εκπλήρωσε με αρκετή επιτυχία, ο Μάρκος Αυρήλιος χαρακτηριζόταν από έμφυτη κλίση προς τη φιλοσοφία και τις τέχνες, την οποία καλλιέργησε με εξαιρετικούς δασκάλους, ακολουθώντας έτσι το πρότυπο του αυτοκράτορα-φιλοσόφου που είχαν υιοθετήσει και οι προκάτοχοί του και έμελλε να γίνει το χαρακτηριστικό γνώρισμα της δυναστείας των Αντωνίνων. Η ενασχόληση με τη φιλοσοφία είχε γίνει ήδη συνείδηση στο νεαρό Μάρκο από τα δώδεκα χρόνια του, όταν αποφάσισε να υιοθετήσει την εξωτερική εμφάνιση του φιλοσόφου και όχι του στρατιώτη. Εκτός από τη βασική εκπαίδευση σε γραμματική, φιλοσοφία και ζωγραφική, ο Μάρκος συνέχισε να μελετά και να προγυμνάζεται και μετά τα είκοσι χρόνια του, με δασκάλους μάλιστα όπως ο Κορνήλιος Φρόντο2 και ο Ηρώδης Αττικός στη ρητορική, ο Ιούνιος Ρούστικος και ο Επίκτητος στη φιλοσοφία.

3. Δράση

Ο Μάρκος Αυρήλιος ακολούθησε μια τυπική καριέρα Ρωμαίου αξιωματούχου, όπως όφειλε εξάλλου για να εκπληρώσει το ρόλο που η καταγωγή και το κοινωνικό περιβάλλον του είχαν προαποφασίσει. Το 139 έλαβε τα αξιώματα του ταμία και του πρίγκιπα (princeps iuventutis, θρησκευτικό αξίωμα) και την επόμενη χρονιά αυτό του υπάτου. To 145 χρίστηκε ύπατος δεύτερη φορά. Με τη γέννηση του πρώτου παιδιού του, το 147, πήρε την εξουσία του τριβούνου (tribunicia potestas) και ίσως και του αυτοκρατορικού ανθυπάτου (imperium proconsulare). Το 161 πέθανε ο Αντωνίνος Πίος και ο Μάρκος Αυρήλιος τον διαδέχτηκε, παίρνοντας παράλληλα το επίθετο Αντωνίνος και τον τίτλο αύγουστος. Συναυτοκράτοράς του έγινε ο Λεύκιος Βήρος, ο οποίος όμως δεν είχε όλες τις αυτοκρατορικές εξουσίες (η σημαντικότερη από τις εξουσίες που στερούνταν ήταν αυτή του μέγιστου αρχιερέα). Ο Μάρκος Αυρήλιος αρραβώνιασε την κόρη του Λουκίλλα με το Λεύκιο Βήρο, προκειμένου να εξασφαλίσει τη διαδοχή του. Ωστόσο, η γέννηση των δύο γιων του το 161 ανέτρεψε τα δυναστικά αυτά σχέδια.

Αμέσως μετά την ανάρρησή του στο θρόνο ο Μάρκος Αυρήλιος χρειάστηκε να αντιμετωπίσει εξωτερικούς εχθρούς. Έτσι, ξεκίνησαν εκστρατείες στα ανατολικά και βόρεια του ρωμαϊκού κράτους. Το 161 επανεμφανίστηκε στην Ανατολή ο παρθικός κίνδυνος, καθώς οι Πάρθοι με επικεφαλής τον Οσρόη, στρατηγό του Βολογάση Γ΄, εισέβαλαν στην Καππαδοκία και στην Αρμενία. Τους αντιμετώπισε ο Μάρκος Σεντάτιος Σεβεριανός, κυβερνήτης της Καππαδοκίας, αλλά ηττήθηκε. Οι Πάρθοι προχώρησαν προς την Αρμενία και διόρισαν βασιλιά της τον Πάκορο. Οργανώθηκε αμέσως εκστρατεία, της οποίας επικεφαλής τέθηκε ο Λεύκιος Βήρος, ενώ ο Μάρκος Αυρήλιος διατήρησε την αρχιστρατηγία εξ αποστάσεως. Η παρθική ή αρμενική αυτή εκστρατεία υπήρξε μακρόχρονη και επίπονη και πραγματοποιήθηκε σε διάφορες φάσεις. Τα ρωμαϊκά στρατεύματα αντιμετώπισαν τους αντιπάλους τους σε ένα εκτεταμένο μέτωπο που περιλάμβανε τη Συρία, την Καππαδοκία και την Αρμενία. Ο Λεύκιος Βήρος εγκαταστάθηκε στην Αντιόχεια και από εκεί παρακολουθούσε μάλλον τον αγώνα που έδιναν οι στρατηγοί του παρά τον κατηύθυνε, πράγμα για το οποίο κατηγορήθηκε από τους αντιπάλους του.

Η πρώτη φάση της παρθικής εκστρατείας έληξε νικηφόρα χάρη στους εμπειροπόλεμους στρατηγούς της τάξης των συγκλητικών Στάτιο Πρίσκο και Πόντιο Λαιλιάνο. Η παράλληλη αντιμετώπιση του γερμανικού κινδύνου στο Δούναβη όμως έκανε τους Ρωμαίους να χάσουν έδαφος, το οποίο ανέκτησαν το 165. Η δεύτερη φάση της εκστρατείας στην Ανατολή υπήρξε σαρωτική: τα ρωμαϊκά στρατεύματα με επικεφαλής ικανότατους στρατηγούς, και κυρίως τον Αβίδιο Κάσσιο, ανακατέλαβαν την Οσροηνή και τα Δούρα (Ευρωπό) και προχώρησαν νότια στον Τίγρη ποταμό, όπου κατέλαβαν τις πόλεις Σελεύκεια και Κτησιφώντα. Οι Πάρθοι εκμηδενίστηκαν και στη Ρώμη οργανώθηκε θριαμβική πομπή που παρόμοιά της δεν είχε δει η πόλη για μια πεντηκονταετία περίπου. Οι αυτοκράτορες πήραν τους τίτλους αρμενιακός και παρθικός.

Παρά τη νικηφόρα έκβασή τους, οι πόλεμοι αυτοί είχαν και αρνητικές συνέπειες για τη Μικρά Ασία και την αυτοκρατορία γενικά. Τα στρατεύματα κατά την πορεία τους στη Μεσοποταμία φαίνεται ότι κόλλησαν λοιμώδεις ασθένειες, τις οποίες μετέδωσαν στους άμαχους πληθυσμούς, ιδιαίτερα στη Μικρά Ασία. Ο λοιμός συνοδεύτηκε από λιμό και σιτοδεία εξαιτίας της κακής σοδειάς, που οφειλόταν εν μέρει στις πολεμικές καταστροφές, αλλά και λόγω της αυξημένης ζήτησης τροφίμων για τη σίτιση του στρατού. Έτσι, αρκετές πόλεις φαίνεται ότι έφτασαν σε σημείο ένδειας, ενώ σε ολόκληρη την αυτοκρατορία παρουσιάστηκαν πληθωριστικές τάσεις.3 Στις περιπτώσεις αυτές ο Μάρκος Αυρήλιος φέρθηκε συνετά, συνιστώντας στα ανώτατα σώματα των πόλεων να μην πανικοβληθούν και να αποτρέψουν ακραίες αντιδράσεις και κερδοσκοπία.4 Στην περίοδο της βασιλείας του πολλές μικρασιατικές πόλεις έχτισαν ναούς και οικοδομήματα προς τιμήν του Λευκίου Βήρου και του Μάρκου Αυρηλίου, πράγμα που αποδίδεται σήμερα όχι μόνο στην καθιέρωση μιας εθιμοτυπίας, αλλά και στην ευγνωμοσύνη για τα προστατευτικά μέτρα που έλαβαν οι αυτοκράτορες την κρίσιμη στιγμή.5 Δεύτερο παρελκόμενο των πολέμων ήταν οι βαρβαρικές επιδρομές, που έπληξαν ιδιαίτερα το ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας, εξαιτίας του γεγονότος ότι η άμυνα είχε εξασθενήσει. Οι επιδρομές αυτές αντιμετωπίστηκαν με νέες αναγκαστικές εισφορές εκ μέρους των πόλεων, όπως ο βασταρνικός φόρος, τον οποίο έπρεπε να πληρώνουν οι κάτοικοι των Θυατείρων για την αντιμετώπιση των Βαστάρνων, φύλου του Καυκάσου που είχε επιτεθεί στη Μικρά Ασία.6

Μετά την επιστροφή του από την Ανατολή ο Λεύκιος Βήρος συνόδευσε το Μάρκο Αυρήλιο στο μέτωπο του Δούναβη, όπου και πέθανε το 169. Οι εχθροί από βορρά ωστόσο εξακολούθησαν να παρενοχλούν τα ρωμαϊκά στρατεύματα, ενώ συνεχίστηκαν και οι βαρβαρικές επιδρομές. Σε αρκετές περιπτώσεις μικρασιατικές πόλεις χρειάστηκε να συνεισφέρουν οικονομικά ή με στρατό για την αντιμετώπιση αυτών των εχθρών.7 Το μέτωπο του Δούναβη τελικά τέθηκε υπό έλεγχο το 175. Την ίδια χρονιά όμως νέα αναταραχή κλόνισε για λίγο τις ανατολικές επαρχίες, κυρίως τη Συρία και τη Μικρά Ασία. Ο Αβίδιος Κάσσιος, ο νικηφόρος στρατηγός των Παρθικών πολέμων, στασίασε και αυτοανακηρύχθηκε αυτοκράτορας μόλις πληροφορήθηκε την εσφαλμένη είδηση του θανάτου του αυτοκράτορα. Με έδρα τη γενέτειρά του Αντιόχεια κράτησε την εξουσία για περίπου τρεις μήνες, μέχρι που δολοφονήθηκε από άντρες της συνοδείας του. Ο Μάρκος Αυρήλιος είχε εν τω μεταξύ κατευθυνθεί στην Αλεξάνδρεια με την οικογένειά του. Έδειξε ότι στενοχωρήθηκε για τη δολοφονία του αποστάτη και αποφάσισε ότι στο εξής οι επαρχιακοί διοικητές δεν πρέπει να κατάγονται από την περιοχή την οποία καλούνταν να διοικήσουν. Μετά το περιστατικό αυτό η αυτοκρατορική οικογένεια κατευθύνθηκε προς τη Μικρά Ασία. Η Φαυστίνα όμως αρρώστησε και πέθανε στην πόλη Χαλάλα της Καππαδοκίας, το 176, και προς τιμήν της η πόλη μετονομάστηκε σε Φαυστινόπολη. Ο Μάρκος Αυρήλιος έτυχε θερμής υποδοχής σε όλες τις μικρασιατικές πόλεις από τις οποίες πέρασε, και κυρίως από την Έφεσο, όπου χτίστηκε προς τιμήν της οικογένειάς του μνημείο, και από τη Σμύρνη, όπου εκφώνησε λόγο προς τιμήν του ο ρήτορας Αριστείδης. Όταν λίγο αργότερα η πόλη επλήγη από σεισμό, ο αυτοκράτορας της παραχώρησε δεκαετή ατέλεια, προκειμένου να ανακάμψει η οικονομία της. Παρόμοιες ελαφρύνσεις παρείχε και στην Έφεσο, την Κύζικο και τη Νικομήδεια.

Το 178 ο γερμανικός κίνδυνος αναβίωσε στο βορρά και ο Μάρκος Αυρήλιος μαζί με τον Κόμμοδο έφυγαν για το μέτωπο. Ο Μάρκος Αυρήλιος όμως δε γύρισε ποτέ. Πέθανε στην Παννονία στις 17 Μαρτίου του 180.

4. Ο Μάρκος Αυρήλιος και οι χριστιανοί

Η βασιλεία του Μάρκου Αυρηλίου συμπίπτει χρονικά με την περίοδο που ο χριστιανισμός εδραιώνει την εικόνα του δημοσίως στην αυτοκρατορία. Είναι η εποχή των πρώτων απολογητών (Κοδράτος, Ιουστίνος) και μαρτύρων (Κάρπος, Παπύλας, Αγαθονίκη και κυρίως Ιουστίνος). Είναι επίσης η περίοδος που η χριστιανική πίστη γνωρίζει τους πρώτους κλυδωνισμούς εξαιτίας αιρέσεων, όπως ο μοντανισμός, και αντιμετωπίζει τόσο την εχθρότητα των τοπικών κοινωνιών όσο και τα σαρκαστικά πυρά του Λουκιανού από τα Σαμόσατα. Οι διαμάχες αυτές ωστόσο δεν προβλημάτισαν ιδιαίτερα τον αυτοκράτορα. Πολύ περισσότερο τον απασχόλησε ο νομικής υφής προσδιορισμός της θέσης και του «παραπτώματός» τους. Ο Μάρκος Αυρήλιος ακολούθησε στη νομοθεσία του τον Αδριανό, ο οποίος αναιρούσε το διάταγμα του Τραϊανού, σύμφωνα με το οποίο και το όνομα ακόμη (χριστιανός) αποτελούσε κολάσιμο παράπτωμα και όρισε την καταδίκη των χριστιανών μόνο στις περιπτώσεις που αυτοί αρνούνταν ενεργά να συμμορφωθούν με τις παραδοσιακές λατρείες ή συλλαμβάνονταν να διενεργούν άνομες και ανόσιες πράξεις, σεξουαλικής ή μαγικής φύσης, για τις οποίες τους κατηγορούσαν συχνά οι αντίπαλοί τους. Φαίνεται πάντως πως η γενικότερη φιλοσοφική στάση του, καθώς και μια αναπάντεχη νίκη της ρωμαϊκής λεγεώνας Fulminata (των Κεραυνών) λόγω αλλαγής του καιρού (174) –που αποδόθηκε από πολλούς στις προσευχές των χριστιανών στρατιωτών–, έκαναν τον Αυρήλιο να είναι ιδιαίτερα ελαστικός με τους χριστιανούς.

5. Έργο

Περισσότερο από πολιτικό και πολέμαρχο ο Μάρκος Αυρήλιος θεωρούσε τον εαυτό του φιλόσοφο, όπως φανερώνει ο φιλοσοφικός εσωτερικός του διάλογος Τα εις εαυτόν. Από νωρίς είχε μυηθεί στη στωική φιλοσοφία, που πρέσβευε την αποστασιοποίηση από τα πράγματα και την ελαχιστοποίηση των αισθημάτων λύπης και χαράς προς επίτευξη μιας εσωτερικής και αδιατάραχτης ηρεμίας. Τα κείμενά του εκφράζουν τον εσωτερικό διχασμό τον οποίο βίωνε καθημερινά ως άνθρωπος του πνεύματος που έπρεπε να συμπεριφέρεται ως άνθρωπος της δράσης. Στην αλληλογραφία του με το Φρόντο όμως διαφαίνεται η μέριμνά του για τη διακυβέρνηση της αυτοκρατορίας και για την αντιμετώπιση των ζητημάτων που ανέκυπταν.

6. Αποτίμηση

Η περίοδος της βασιλείας του Μάρκου Αυρηλίου ήταν καθοριστική για τη Ρώμη. Η αναζωπύρωση των δύο βασικών πολεμικών μετώπων, του Δούναβη και της Ανατολής, σήμανε το τέλος της ρωμαϊκής ειρήνης και της περιόδου ευημερίας των κατοίκων του τεράστιου κράτους. Ο ίδιος δεν ήταν ικανός ως πολεμιστής να ανταποκριθεί στις νέες αυτές προκλήσεις, αλλά ήξερε να διαλέγει συνεργάτες που έστεψαν με νίκες τα πεδία των μαχών. Από την άλλη μεριά, η μετριοπαθής πολιτική του ήταν ιδιαίτερα συνετή, κυρίως όσον αφορά τα θρησκευτικά ζητήματα, όπου η διαμάχη μεταξύ χριστιανισμού και παγανισμού είχε αρχίσει να γίνεται ιδιαίτερα εμφανής. Τα γραπτά του, που χαρακτηρίζονται από ελαφριά μελαγχολία, υπογραμμίζουν την ανάγκη της πίστης στο καθήκον, ακόμα και παρά τη θέληση του ατόμου. Με δύο λόγια, ο Μάρκος Αυρήλιος ήταν ο χαρακτηριστικότερος αυτοκράτορας για μια περίοδο που μπορεί να θεωρηθεί το λυκόφως της ρωμαϊκής ακμής, προσφέροντας τις υπηρεσίες του από τη θέση αυτή σε μια πολύ σημαντική ιστορική στιγμή.

1. Haines, C.R., Marcus Aurelius Antoninus. The communings to himself (London 1916)· Champlin, R., Fronto and Antonine Rome (Cambridge MA 1980).

2. Ο Κορνήλιος Φρόντο εκτός από φιλόσοφος υπήρξε και άνθρωπος της δράσης, αφού συμμετείχε ενεργά και στην εκστρατεία στη Μεσοποταμία. Ήταν μία από τις φωτισμένες εκείνες μορφές που συνέχιζαν την ελληνική παράδοση, η οποία πρόβαλλε ως πρότυπο τον άνθρωπο με τις πολλές ικανότητες και τα πολλά ενδιαφέροντα. Πάνω απ’ όλα ήταν ένας αληθινός μέντορας για το Μάρκο Αυρήλιο. Η αλληλογραφία του αυτοκράτορα με το μέντορά του παραμένει από τις σημαντικές πηγές για τη ρωμαϊκή ιστορία της εποχής. Βλ. Champlin, E., Fronto and Antonine Rome (Cambridge MA 1980).

3. Για τους λοιμούς και τις συμβουλές αντιμετώπισής τους από τα μαντεία βλ. IGR IV, 1498· IGR IV, 360.

4. Βλ. την επιστολή του προς τη γερουσία της Εφέσου, στην οποία συνιστούσε να μην προβεί σε καταστροφή αργυρών αγαλμάτων προηγούμενων αυτοκρατόρων με σκοπό τη δημιουργία νέων προς τιμήν του και πρότεινε την τιμωρία όσων είχαν εισπράξει χρέη προς τη γερουσία από τρίτους και δεν τα είχαν αποδώσει στο σώμα (OGI 508).

5. Βλ. IGR ΙΙΙ, 84 (Άμαστρις), 106 (Κόμανα Καππαδοκίας), 114 (Σεβαστόπολις Πόντου), 332 (Σαγαλασσός), 847 (Διοκαισάρεια) και IGR IV, 564 (Αιζανοί), 625 (Τραϊανόπολις). Επίσης ΤΑΜ ΙΙ, 419 (Πάταρα, μαζί με τη Φαυστίνα), 786-787 (Αρύκανδα) κ.ά.

6. IGR IV, 1290.

7. Βλ. π.χ. τη σημαντική βοήθεια που έδωσε η πόλη της Τερμησσού: ΤΑΜ ΙΙΙ, 1.106. Ίσως εδώ εντάσσεται και η επιγραφή IGR IV, 1290, η οποία μιλά για το βασταρνικό φόρο των Θυατείρων, που ενδέχεται να εισπράχθηκε ως βοήθεια για την αντιμετώπισή τους σε άλλη περιοχή της αυτοκρατορίας και όχι για την ανάκαμψη της πόλης από επιδρομή τους εκεί.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>