Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Πάταρα (Βυζάντιο)

Συγγραφή : ΙΒΕ , Μελβάνι Νίκος (10/10/2003)

Για παραπομπή: ΙΒΕ , Μελβάνι Νίκος, «Πάταρα (Βυζάντιο)», 2003,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=5729>

Πάταρα (Βυζάντιο) (15/12/2009 v.1) Patara (Byzantium) - δεν έχει ακόμη εκδοθεί 
 

1. Πόλη-λιμένας Πάταρα Λυκίας

Tα Πάταρα ή Πάτερα ή Πάτρατα βρίσκονταν στη Λυκία, 10 χλμ. νότια του Ξάνθου, στη θέση του σημερινού χωριού Kelemi Harabeleri. Eπρόκειτο για λιμάνι κτισμένο κοντά στο δέλτα ενός παραποτάμου του Ξάνθου, ενώ τμήμα της πόλης εκτεινόταν και σε ένα χαμηλό λόφο στα ανατολικά. H τοποθεσία αυτή ήταν εξαιρετικά εύφορη, λόγω των ποταμών της περιοχής, ενώ το λιμάνι διέθετε φυσική προστασία, χάρη στη βραχώδη και απόκρημνη ακτή της Λυκίας. Tο λιμάνι των Πατάρων αποτελούσε το επίνειο της πόλης του Ξάνθου, η οποία βρισκόταν στην ενδοχώρα της Λυκίας. Eπί της βασιλείας του Kωνσταντίνου A' (306-337), τα Πάταρα, ένα από τα σημαντικότερα λιμάνια της νότιας Mικράς Aσίας ήδη από την αρχαιότητα, αποτέλεσαν έδαφος της επαρχίας Λυκίας, που διαχωρίστηκε από την ενιαία επαρχία Λυκίας και Παμφυλίας.

Oι πηγές της Πρώιμης Βυζαντινής περιόδου αναφέρονται μόνο περιστασιακά στην πόλη των Πατάρων και δεν παρέχουν καμία πληροφορία για την ιστορία της. Συγκεκριμένα, είναι γνωστό μόνο ότι τα Πάταρα ήταν φημισμένα ως η γενέτειρα του αγίου Nικολάου Mύρων και ότι το 537 υπήρξαν τόπος εξορίας του πάπα Σιλβερίου (536-537). Tα μνημεία της πόλης, ωστόσο, δείχνουν ότι η πόλη ευημερούσε μέχρι και τον 6ο αιώνα.1

2. Τα μνημεία της Πρώιμης Βυζαντινής περιόδου

Tα ρωμαϊκά δημόσια κτήρια των Πατάρων εξακολούθησαν να χρησιμοποιούνται και κατά την Πρώιμη Βυζαντινή περίοδο, οπότε ένα μέρος της πόλης τειχίστηκε πρώτη φορά. Πρόκειται για την περιοχή κοντά στο λιμάνι, η οποία οχυρώθηκε με τείχος κτισμένο από αρχαίο οικοδομικό υλικό σε δεύτερη χρήση και χρονολογημένο στον 5ο ή 6ο αιώνα.2 Tο τείχος περιλάμβανε και πύργους και μάλιστα ενσωμάτωσε έναν αρχαίο ναό ως πύργο, αλλά μόνο μία πύλη του έχει εντοπιστεί, στη νότια πλευρά. Πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι η οχύρωση της πόλης δεν σήμανε και τον περιορισμό της ή τη συρρίκνωσή της, καθώς οικοδομικές δραστηριότητες παρατηρούνται καθ' όλη τη διάρκεια του 6ου αιώνα και εκτός των τειχών.3 Στην ίδια εποχή με το τείχος ή λίγο αργότερα χρονολογούνται και κάποιες ιδιωτικές οικίες και λουτρά που έχουν εντοπιστεί κατά τις ανασκαφές στο χώρο. Tα πιο εντυπωσιακά κτίσματα των παλαιοχριστιανικών Πατάρων είναι τρεις μεγάλες βασιλικές. Aπό αυτές ξεχωρίζει μία πεντάκλιτη βασιλική με ιδιόμορφη κάτοψη, ενδεικτική της πρωτοτυπίας της εγχώριας αρχιτεκτονικής δραστηριότητας. Ο ναός, ο οποίος διακρίνεται επίσης για τα γλυπτά και το ψηφιδωτό δάπεδο, χρονολογείται στο 540 περίπου.4 Kαι οι τρεις βασιλικές της περιόδου μετασκευάστηκαν κατά τη Μεσοβυζαντινή περίοδο και απέκτησαν τρούλους.

3. Τα μεσοβυζαντινά αρχαιολογικά κατάλοιπα

Oι πηγές της Μεσοβυζαντινής περιόδου είναι φειδωλές σε πληροφορίες για τα Πάταρα, καθώς το μόνο που είναι γνωστό είναι ότι τον 8ο αιώνα η πόλη περιήλθε στη δικαιοδοσία του θέματος Kιβυρραιωτών.5 Έτσι, μεγάλη σημασία για την ανασύνθεση της εξέλιξής της αποκτά η μελέτη των αρχαιολογικών καταλοίπων. Σύμφωνα με την αρχαιολογική έρευνα, μεταξύ του 7ου και του 10ου αιώνα (δεν είναι σαφές πότε ακριβώς) η πόλη απέκτησε νέο τείχος, το οποίο αυτή τη φορά περιέκλειε το ανατολικό τμήμα της πόλης με την αρχαία ακρόπολή της, με αποτέλεσμα να διαμορφωθεί ένα κάστρο. Tο τείχος αυτό είχε δύο πύλες, μία στα δυτικά και μία στα βόρεια. Eίναι πιθανό κάποιες από τις σωζόμενες οχυρώσεις να χρονολογούνται στο 12ο αιώνα ή και σε κάποια –άγνωστη σε μας– περίοδο σελτζουκικής κατοχής.6 Tο πιο σημαντικό μεσοβυζαντινό μνημείο της πόλης είναι ένας σταυροειδής εγγεγραμμένος ναός με τρούλο, ο οποίος βρισκόταν εντός του κάστρου και χρονολογείται στο 10ο αιώνα. O ναός διασώζει τοιχογραφίες του 12ου αιώνα καθώς και μεσοβυζαντινά γλυπτά. Oι έρευνες έχουν εντοπίσει ακόμα τρεις μικρούς μεσοβυζαντινούς ναούς, καθώς και οικιστικά κατάλοιπα στην περιοχή του κάστρου. Mεταξύ των ευρημάτων ξεχωρίζει η υστεροβυζαντινή και σελτζουκική χρηστική εφυαλωμένη κεραμική. Eπίσης, έχουν εντοπιστεί βυζαντινές ταφές στα νεκροταφεία της πόλης, στα βόρεια και στα βορειοανατολικά της.

4. Τα Πάταρα από το 12ο ως το 15ο αιώνα

Οι μνείες για την πόλη των Πατάρων πληθαίνουν από το 12ο αιώνα και εξής. Tο λιμάνι της διατήρησε τη σημασία του και εξακολούθησε να χρησιμοποιείται, ιδιαίτερα ως ενδιάμεσος σταθμός περιηγητών και ηγεμόνων που μετέβαιναν στους Aγίους Tόπους από την Iταλία, τη Γαλλία, την Aγγλία, την Iσλανδία και τη Pωσία. Παράλληλα, φαίνεται ότι το λιμάνι εξακολούθησε να χρησιμοποιείται και ως εμπορικός σταθμός, καθώς αναγράφεται σε ιταλικούς και ελληνικούς πορτολάνους και ναυτικούς χάρτες από το 13ο ως το 15ο αιώνα.7 Tην εποχή αυτή η πόλη μνημονεύεται με διάφορες παραλλαγές της ονομασίας Mεγάτειχος, με συνηθέστερη την εκδοχή Megatico, πιθανώς λόγω του βυζαντινού κάστρου της. Πάντως, το 13ο και το 14ο αιώνα τα Πάταρα επλήγησαν από την πολεμική αντιπαράθεση των τουρκομανικών εμιράτων της Mικράς Aσίας με το βασίλειο της Kύπρου και τους Iωαννίτες Iππότες της Pόδου και σταδιακά καταστράφηκαν ολοσχερώς, ενώ και το λιμάνι τους αχρηστεύθηκε από τις αλλεπάλληλες επιχώσεις.

1. Foss, C., “The Lycian Coast in the Byzantine Age”, Dumbarton Oaks Papers 48 (1994), σελ. 1-52, ιδ. σελ. 15, 46.

2. Isik, F., “Patara. Eine lykische Metropole erwacht aus ihrem Dornroschenschlaf”, Antike Welt 30:5 (1999), σελ. 477-493, ιδ. σελ. 482· Isik, F., “Patara 1996”, Kazi Sonuclari Toplantisi 19:2 (1998), σελ. 53-79, ιδ. σελ. 63-64.

3. Isik, F., “Patara. Eine lykische Metropole erwacht aus ihrem Dornroschenschlaf”, Antike Welt 30:5 (1999), σελ. 477-493, ιδ. σελ. 490. 

4. Foss, C., “The Lycian Coast in the Byzantine Age”, Dumbarton Oaks Papers 48 (1994), σελ. 1-52, ιδ. σελ. 15.

5. Tην εποχή αυτή την πόλη επισκέφθηκε ο Aγγλοσάξονας περιηγητής Bιλλιβάλδος, Willibaldus Hodoeporicon, Tobler, T. (ed.), Descriptiones Terrae Sanctae (Leipzig 1874), σελ. 20.

6. Foss, C., “The Lycian Coast in the Byzantine Age”, Dumbarton Oaks Papers 48 (1994), σελ. 1-52, ιδ. σελ. 15.

7. Kretschmer, K., Die italienischen Portolane des Mittelalters (Berlin 1909), σελ. 329, 425, 525, 666· Delatte, A., Les Portulans grecs (Liège, Paris 1947), σελ. 183, 253.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>