Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Χαλδία (Βυζάντιο), Κόγ Καλέ

Συγγραφή : Κοντογιάννης Νίκος (4/7/2002)

Για παραπομπή: Κοντογιάννης Νίκος, «Χαλδία (Βυζάντιο), Κόγ Καλέ», 2002,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=6646>

Χαλδία (Βυζάντιο), Κόγ Καλέ (15/9/2009 v.1) Chaldia (Byzantium), Koğ Kale - προς ανάθεση 
 

1. Τοπογραφία της περιοχής και θέση του κάστρου

To κάστρο του Κούκου (Kοğ Kale) είναι ένα μικρό οχυρό στην περιοχή της Χαλδίας, στην ενδοχώρα του Πόντου, νότια της Τραπεζούντας και της Ματζούκας. H Χαλδία, που αποτελούσε βυζαντινή διοικητική περιφέρεια με μεταβαλλόμενα ανά εποχές όρια, ήταν μια άνυδρη ορεινή περιοχή. Η κοιλάδα του ποταμού Harşit (ο Κάνις των Βυζαντινών, που στην πορεία του γίνεται ο Φιλαβωνίτης), το χαμηλότερο σημείο στην περιοχή, βρισκόταν σε υψόμετρο 1.500 μ. Το τοπίο είναι σχεδόν έρημο, με ελάχιστη βλάστηση και χαρακτηριστικούς γρανιτικούς σχηματισμούς.1

Το κάστρο βρίσκεται περίπου 15 χλμ. νοτιοανατολικά του Gümüşhane, 6 χλμ. νότια του Pirahmet, εκεί όπου ο σύγχρονος δρόμος του Erzincan στρίβει νότια από τον Κάνιν για να ακολουθήσει το Işik Dere. Το οχυρό υψώνεται σε ένα βραχώδες έξαρμα και κατοπτεύει όλη την περιοχή προς τα βόρεια, τα νότια και τα ανατολικά. Στα δυτικά απλώνεται ένα ομαλό οροπέδιο, με καλλιεργήσιμη γη, όπου τα επιφανειακά ευρήματα υποδηλώνουν την κατοίκησή της.2 Το κάστρο έχει φυσική προστασία από τα νότια και τα ανατολικά, όπου ανοίγονται χαράδρες, ενώ και η πρόσβαση από τα βόρεια είναι δυσχερής. Το σημερινό χωριό βρίσκεται στα νοτιοανατολικά του κάστρου και σε υψόμετρο περίπου 80 μ. χαμηλότερα από αυτό.

2. Αρχιτεκτονική περιγραφή του κάστρου

Το κάστρο αποτελείται από τον εξωτερικό περίβολο και την ακρόπολη, η οποία είναι ουσιαστικά ένας μικρότερος περίβολος που διαμορφώνεται στην εσωτερική παρειά του βόρειου τείχους.3

Η κύρια πύλη βρισκόταν στα δυτικά, έχει όμως σήμερα σχεδόν καταστραφεί. Επίσης δε διατηρούνται ίχνη του δρόμου που οδηγούσε σε αυτή. Το σημερινό άνοιγμα στα τείχη έχει μήκος 3 μ. περίπου, ενώ σώζονται ίχνη στην τοιχοποιία (οπές από ξυλοδοκούς, αποτυπώματα στο κονίαμα) από το ξύλινο θύρωμα της πύλης.

Η πύλη της ακρόπολης ανοίγεται στο νότιο τοίχο του εσωτερικού περιβόλου. Φαίνεται ότι αρχικά ήταν ορθογώνια με ξύλινο υπέρθυρο. Το άνοιγμά της έχει διαστάσεις 1,60 × 2 μ.

Μια τρίτη πυλίδα ανοίγεται στα νοτιοανατολικά του κάστρου. Το άνοιγμά της ήταν 1,50 × 3 μ. Η πυλίδα αυτή προστατευόταν αποτελεσματικά από τον ανατολικό πύργο και είναι πιθανόν να κλείστηκε σε μεταγενέστερη φάση.

Τα τείχη έχουν πάχος 1,10-1,20 μ. εκτός από τα πιο απόκρημνα σημεία, όπου η φυσική διαμόρφωση καθιστά την ύπαρξή τους μη αναγκαία, και εκεί το πάχος του περιβόλου δεν υπερβαίνει τα 0,90 μ. Διακρίνονται οι οπές από τον ξυλότυπο που χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή της τοιχοποιίας. Στα τείχη ανοίγεται μία μόνο ζώνη πυρός, στο επίπεδο των επάλξεων.

Η τοποθέτηση των πύργων υπαγορεύεται επίσης από το φυσικό ανάγλυφο. Ημικυκλικοί πύργοι υπάρχουν στα πιο αδύναμα σημεία, κοντά στη δυτική κύρια πύλη και στην ανατολική πλευρά των τειχών. Στους πύργους αυτούς παρατηρούνται και τοξοθυρίδες. Οι τοξοθυρίδες είναι ορθογώνιες, με ξύλινο υπέρθυρο. Ένας ακόμα πύργος υψώνεται στο μέσο του βόρειου τείχους. Σε κανέναν πύργο δεν παρατηρούνται ίχνη εσωτερικών χωρισμάτων ή στέγασης, κάτι που υποδηλώνει ότι επρόκειτο για ξύλινα στοιχεία.

Στην ακρόπολη του κάστρου σώζονται ίχνη από τον περίδρομο και τις επάλξεις στην επίστεψη των τειχών. Στον περίδρομο θα οδηγούσαν λίθινες κλίμακες στην εσωτερική παρειά του περιβόλου. Τα τείχη της ακρόπολης έχουν πάχος από 1,10 μ. έως 0,90 μ. Οποιαδήποτε κτήρια υπήρχαν στο εσωτερικό πρέπει να ήταν κτισμένα από φθαρτά υλικά και δεν έχουν αφήσει ίχνη.

Για τα κτήρια του περιβόλου μπορούμε να πούμε τα εξής: η επίστρωση με κονίαμα ενός δωματίου στα ανατολικά της ακρόπολης οδηγεί στην σκέψη ότι αυτό είχε χρησιμοποιηθεί ως κινστέρνα. Εδώ σώζεται και η γένεση της καμάρας που θα κάλυπτε την κινστέρνα. Ένας χώρος στα ανατολικά της πρέπει να είχε χρησιμοποιηθεί ως κουζίνα. Διακρίνεται μία εστία με ορθογώνιες κόγχες στις δύο πλευρές της, ενώ σώζονται και δύο παράθυρα με ξύλινο περιθύρωμα στον άνω όροφο.

3. Οικοδομική

Τα τείχη είναι κτισμένα με αργούς λίθους από το ντόπιο πέτρωμα, που πολλές φορές τοποθετούνται σε οριζόντιες στρώσεις, με μικρότερες πέτρες ως υλικό πλήρωσης των αρμών. Ως συνδετικό κονίαμα της τοιχοποιίας χρησιμοποιήθηκε ασβέστης και άμμος, με προσμείξεις από κεραμίδι ή βήσσαλα. Ο πυρήνας της τοιχοποιίας αποτελείται από αργολιθοδομή με ασβεστοκονίαμα. Το μέτωπα των τοίχων αρμολογούνται επίσης με ασβέστη και άμμο. Αν και το αρμολόγημα των κατώτερων τμημάτων έχει φθαρεί, δίνοντας την εντύπωση διαφορετικών οικοδομικών φάσεων, εντούτοις αυτό είναι απλώς αποτέλεσμα της βλάστησης που διάβρωσε τους αρμούς αυτών των στρώσεων.4

4. Χρονολόγηση

Η ομοιομορφία στην κατασκευή, οι παρατηρούμενες τοιχοποιίες, το γεγονός ότι δε διακρίνονται πολλές οικοδομικές φάσεις, αλλά και το ότι οι κατασκευές οικοδομούνται πάνω στο φυσικό βράχο χωρίς καμία προετοιμασία ή προηγούμενη λάξευση, υποδεικνύουν ότι ο χώρος χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά κατά τους Μεσαιωνικούς χρόνους. Οι Bryer και Winfield5 ταύτισαν το Κοğ Kale με το κάστρο του Kούκου, το οποίο ο Αλέξιος Γ΄ Μέγας Κομνηνός ίδρυσε το 1360 για να εμποδίζει τις επιδρομές ενός τοπικού άρχοντα. Τα ίχνη βιασύνης στην κατασκευή, όπως και η εφυαλωμένη γραπτή κεραμική που βρέθηκε, επιβεβαιώνουν τις περιστάσεις και την περίοδο οικοδόμησης αυτής της νοτιότερης προφυλακής της αυτοκρατορικής εξουσίας στο δρόμο για τα Σάταλα.

5. Σημερινή κατάσταση

Η μόνη συνοπτική περιγραφή του κάστρου με σχεδιαστική και φωτογραφική τεκμηρίωση έγινε από τους Bryer και Winfield.6

Τα τείχη, αν και ιδιαίτερα φθαρμένα κατά σημεία, σώζονται σε ικανοποιητικό βαθμό. Στην ακρόπολη μάλιστα διακρίνεται μέχρι και η άνω απόληξή τους με τη ζώνη των επάλξεων. Εντούτοις, δε διατηρούνται παρά ελάχιστα κατάλοιπα από κτήρια στο εσωτερικό των περιβόλων.

1. Bryer, Α. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos (Dumbarton Oaks Studies 20, Washington D.C. 1985), σελ. 299.

2. Bryer, Α. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos (Dumbarton Oaks Studies 20, Washington D.C. 1985), σελ. 310.

3. Για την περιγραφή του κάστρου βλ. Bryer, Α. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos (Dumbarton Oaks Studies 20, Washington D.C. 1985), σελ. 310-311.

4. Bryer, Α. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos (Dumbarton Oaks Studies 20, Washington D.C. 1985), σελ. 310.

5. Bryer, Α. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos (Dumbarton Oaks Studies 20, Washington D.C. 1985), σελ. 311.

6. Bryer, Α. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos (Dumbarton Oaks Studies 20, Washington D.C. 1985), σελ. 310-311.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>