Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Άνθιμος Γ΄ Κωνσταντινουπόλεως

Συγγραφή : Σταματόπουλος Δημήτριος (3/9/2002)

Για παραπομπή: Σταματόπουλος Δημήτριος , «Άνθιμος Γ΄ Κωνσταντινουπόλεως», 2002,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=3615>

Άνθιμος  Γ΄ Κωνσταντινουπόλεως (8/4/2008 v.1) Anthimos III of Constantinople (22/10/2009 v.1) 

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ

 

πορτάρης (οστιάριος, πυλωρός)
Εκκλησιαστικό αξίωμα που δινόταν συνήθως σε ψάλτες ή αναγνώστες και σπανιότερα σε διακόνους ή πρεσβυτέρους. Ο πορτάρης είχε υποχρέωση να εκδιώκει τους άπιστους από το ναό, να χωρίζει τους πιστούς από τους κατηχούμενους και να κρατά τη ράβδο του αρχιερέα.

πρωτοσύγκελλος, ο
Σύμβουλος του Πατριάρχη ή των αρχιεπισκόπων και συχνά διάδοχός τους, ως πρόσωπο με ιδιαίτερη επιρροή. Μέχρι τον 5ο αιώνα υπήρχε μόνον ο τίτλος του σύγκελλου, που δήλωνε ακριβώς το ίδιο αξίωμα. Με την πάροδο του χρόνου ο τίτλος αυτός διευρύνεται και προκύπτουν οι τίτλοι του πρωτοσύγκελλου και του μεγάλου πρωτοσύγκελλου, που την εποχή των Παλαιολόγων δηλώνει πλέον τον πρωτοσύγκελλο του Πατριάρχη.

τοποτηρητής, ο
Εκπρόσωπος μητροπολίτη ή επισκόπου σε συνόδους ή σε αποστολές για εκκλησιαστικά ζητήματα. Τοποτηρητές μπορούσαν να είναι επίσκοποι ή και κατώτεροι κληρικοί. Σε περίπτωση χηρείας πατριαρχικού ή αρχιεπισκοπικού θρόνου, ο τοποτηρητής εκλέγεται από τη σύνοδο των μητροπολιτών ή ορίζεται τοποτηρητής ο αρχαιότερος επίσκοπος. Όταν χηρεύει επισκοπικός ή μητροπολιτικός θρόνος, τοποτηρητής ορίζεται συνήθως ο πρωτοσύγκελος της συγκεκριμένης εκκλησιαστικής επαρχίας, ή σπανιότερα κάποιος άλλος ιερωμένος.

 
 
 
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>