Τόμις (Αρχαιότητα)

1. Θέση – ονομασία

Η αρχαία πόλη των Τόμων1 βρίσκεται σήμερα στη θέση της σύγχρονης ρουμανικής πόλης «Κωνστάντσα»,2 στην παραλία του δυτικού Εύξεινου Πόντου. Η αποικία των Μιλησίων ήταν χτισμένη πάνω σε ένα ακρωτήριο, το οποίο βρισκόταν σε πάρα πολύ στρατηγικό σημείο διότι ήταν πολύ ευνοϊκό για τη στάθμευση των πλοίων. Από τις αρχαίες πηγές μπορεί κάποιος να πληροφορηθεί την ακριβή θέση της αρχαίας αποικίας: στη δυτική παραλία του Εύξεινου Πόντου, ανάμεσα στην Ιστρία και την Καλλάτιδα, και πιο συγκεκριμένα σε απόσταση 250 σταδίων από την Ιστρία και 280 από την Καλλάτιδα,3 ενώ σύμφωνα με άλλο συγγραφέα η απόσταση από την Καλλάτιδα ήταν 300 στάδια.4

Η ονομασία της αρχαίας πόλης έχει παραδοθεί μέχρι τις μέρες μας σε διάφορες παραλλαγές από διάφορες ιστορικές περιόδους. Στα ελληνικά είναι «Τόμις» ή «Τομεύς», ενώ στα λατινικά «Tomi» ή «Tomis». Άλλοι τύποι που απαντούν στους αρχαίους συγγραφείς είναι: «Τομέοι» (στο Σκύμνο το Χίο), «Tomoe» (στο Λατίνο Pomponius Mela), «Tomos» (στον Plinius II), «Τόμους» και «Τόμοι» (στη Βιβλιοθήκη του Απολλόδωρου), «Τομέας» (στον Αρριανό, σε αιτιατική πτώση από το «Τομείς»).5 Οι τύποι που απαντούν σε νομίσματα της πόλης ποικίλλουν επίσης κατά περιόδους. Έτσι, υπάρχουν οι τύποι «Τόμι», «Τομέως», «Τόμος» και «Τομέων». Ο πιο διαδεδομένος τύπος κατά την περίοδο της αυτονομίας της πόλης είναι «Τόμι». Οι μαρτυρίες των επιγραφικών μνημείων μάς έχουν διασώσει το όνομα «Τόμις» στα ελληνικά, ενώ στα λατινικά το αντίστοιχο «Tomis».6

2. Μυθολογικές παραδόσεις

Το όνομα της πόλης έχει συνδεθεί ετυμολογικά με μυθολογικό υλικό σχετικό με το θάνατο του αδελφού της Μήδειας, Άψυρτου.7 Την ίδια μυθολογική παράδοση συναντά κάποιος και στη Βιβλιοθήκη του Απολλοδώρου (1ος-2ος αι. μ.Χ.).8 Σύμφωνα με αυτή το όνομα συνδέεται με το ρήμα «τομεύω» (δηλαδή τέμνω) και τη λέξη «τομεύς», δηλαδή το μαχαίρι ή τον πέλεκυ. Υπάρχουν πάντως και άλλοι μύθοι, για έναν ήρωα-κτίστη (θεμελιωτή της πόλης) όπως μας δείχνουν ορισμένα νομίσματα, καθώς και για μια ηρωίδα, η οποία σύμφωνα με τη βυζαντινή γραπτή παράδοση και το συγγραφέα Ιορδάνη9 φαίνεται ότι ίδρυσε την πόλη. Ο Ιορδάνης πιθανώς να ήθελε να ερμηνεύσει τη σκυθική παρουσία στην περιοχή της σύγχρονης Ντόμπρουτζας (κατά την αρχαιότητα η Μικρά Σκυθία, δηλαδή η περιοχή στις εκβολές του Δούναβη) κατά τον 4ο αι. π.Χ.10 Κατά μία άλλη όμως εκδοχή, υποστηρίζεται η θρακική προέλευση της λέξης «Τόμις»,11 αν και προς το παρόν δεν υπάρχουν ενδείξεις που να στηρίζουν την άποψη περί προϋπάρχοντος θρακικού οικισμού στον ίδιο χώρο.12

3. Ίδρυση – προέλευση της αποικίας

Σχετικά με την ακριβή χρονολογία ίδρυσης του οικισμού δεν υπάρχει μία ξεκάθαρη επιστημονική τοποθέτηση. Οι αρχαίες γραπτές πηγές δεν έχουν διασώσει καμία πληροφορία για το θέμα αυτό και συνεπώς η αρχαιολογία είναι αυτή που ουσιαστικά βοηθά στην επίλυση του συγκεκριμένου προβλήματος. Αρχικά οι επιστήμονες πίστευαν ότι η αποικία των Τόμων πρέπει να είχε χτιστεί κατά την ίδια εποχή με τις πρώτες ελληνικές αποικίες στον Εύξεινο Πόντο, δηλαδή κατά το τελευταίο τρίτο του 7ου αι. π.Χ. ή στις απαρχές του 6ου αι. π.Χ. Ωστόσο, οι περισσότεροι ιστορικοί άρχισαν σιγά-σιγά να πιστεύουν ότι τελικά η ίδρυση του οικισμού πρέπει να σημειώθηκε κάπου στον 6ο αι. π.Χ.13 και μάλιστα στο α΄ μισό του. Κάποιοι άλλοι θεωρούν ότι η μεταναστευτική ομάδα έφθασε στο ακρωτήρι των Τόμων από τη Μίλητο μεταξύ των ετών 549 και 494 π.Χ., δηλαδή όταν στην Ιωνία ξέσπασε επανάσταση των Ελλήνων εναντίον των Περσών κατακτητών.14

Η μιλησιακή προέλευση της αποικίας των Τόμων για αρκετό καιρό εθεωρείτο δεδομένη και αδιαμφισβήτητη χάρη στις μαρτυρίες των αρχαίων συγγραφέων. Σχετικά πρόσφατα διατυπώθηκε η άποψη ότι ίσως τελικά η αποικία αυτή να μην ήταν άμεσο προϊόν δράσης της μητρόπολης, της Μιλήτου, αλλά έμμεσο, δηλαδή να χτίστηκε από κατοίκους της γειτονικής Ιστρίας, η οποία ήταν κτίσμα Μιλησίων. Ως βάση για την υπόθεση αυτή χρησιμοποιήθηκαν οι αναφορές ορισμένων αρχαίων συγγραφέων ότι οι Τόμοι ήταν εμπόριον. Παρ’ όλη όμως την προσπάθεια να ανακαλυφθούν αδιάσειστα αρχαιολογικά τεκμήρια για την απόδειξη της θεωρίας αυτής, προς το παρόν τα διαθέσιμα στοιχεία δεν είναι και τόσο ενθαρρυντικά προς την κατεύθυνση της ευρείας αποδοχής της.15

4. Ιστορική επισκόπηση – αρχαιολογικά κατάλοιπα

Η πρώτη ιστορική περίοδος των Τόμων αρχίζει τον 6ο αι. π.Χ. και καταλήγει περίπου στα μέσα του 3ου αι. π.Χ., όταν σημειώνονται πόλεμοι για τον έλεγχό τους. Κατά τη χρονική αυτή περίοδο η πόλη φαίνεται πως συμμετέχει στη Δηλιακή Συμμαχία μαζί με άλλες Παρευξείνιες ελληνικές πόλεις.16 Πρέπει να αναφερθεί όμως ότι η πιθανότητα της συμμετοχής των Τόμων στη συμμαχία, σύμφωνα με την άποψη ορισμένων αρχαιολόγων, είναι ελάχιστη. Θεωρείται ότι ο μικρός οικισμός των Τόμων κατά τον 5ο αι. π.Χ.17 ήταν αδύνατο να αντέξει το βάρος και την ευθύνη της συμμετοχής σε έναν τόσο σοβαρό συνασπισμό.18

Δεν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις για το ενδεχόμενο σκυθικής κατοχής κατά τα μέσα του 4ου αι. π.Χ., τουλάχιστον μέχρι τη σύγκρουση των Αθηνών με το Φίλιππο ΙΙ (η οποία έληξε με το θάνατο του Λυσίμαχου το έτος 281 π.Χ.), ή ακόμη για την πιθανότητα μακεδονικής κατοχής μετά την προαναφερθείσα σύγκρουση.

Το κεραμικό υλικό που έχει μέχρι σήμερα αποκαλυφθεί από τη θέση του αρχαίου οικισμού αποδεικνύει την παρουσία εδώ μιας μόνιμης ελληνικής εγκατάστασης τουλάχιστον από τα τέλη του 6ου αι. π.Χ. Η κεραμική είναι χαρακτηριστική των εργαστηρίων της ανατολικής Ελλάδας του 6ου και 5ου αι. π.Χ., αν και δε λείπουν ορισμένα δείγματα κορινθιακής κεραμικής της ίδιας περιόδου. Η αττική κεραμική που απαντά στον οικισμό της εποχής αυτής παρουσιάζει ομοιότητες με αυτήν που είναι γνωστή από την Ιστρία. Στους Τόμους έχει επίσης βρεθεί ένας μεγάλος αριθμός αμφορέων κυρίως του 5ου αι. π.Χ., γεγονός που μαρτυρά την έντονη εμπορική κίνηση και δραστηριότητα στον οικισμό. Όπως ακριβώς και στην Ιστρία, τα κυριότερα κέντρα προέλευσης της επείσακτης κεραμικής είναι η Χίος, η Λέσβος και η Θάσος. Η ίδια εικόνα παρατηρείται και στον αμέσως επόμενο αιώνα. Κατά το β΄ μισό του 4ου αι. π.Χ. η ένταση των εμπορικών συναλλαγών μειώνεται αισθητά, λόγω κυρίως της ταραγμένης πολιτικής κατάστασης στην περιοχή της Μικράς Σκυθίας. Οι εμπορικές συναλλαγές διευκολύνονταν με τα χάλκινα νομίσματα που έχουν βρεθεί σε σχήμα βέλους.19

Η δεύτερη περίοδος της πόλης (μέσα του 3ου αιώνα έως τον 1ο αι. π.Χ.) χαρακτηρίζεται από τον πόλεμο «περί Τόμεως του εμπορίου», όπως ακριβώς αναφέρει ο Μέμνων,20 δηλαδή για την κατοχή του μονοπωλίου του εμπορίου των Τόμων. Πιο συγκεκριμένα, ο αρχαίος συγγραφέας αναφέρει ότι ξέσπασε ένας πόλεμος μεταξύ των Βυζαντίων (των κατοίκων του Βυζαντίου) εναντίον της Καλλάτιδας και της Ιστρίας για το εμπόριο του Τόμεως, το οποίο βρισκόταν εγγύς της Καλλάτιδας.21 Ήθελαν οι Βυζάντιοι να δημιουργήσουν εδώ ένα δικό τους μονοπώλιο και για το λόγο αυτό προσπάθησαν να προσεταιριστούν τη μητρόπολή τους, την Ηράκλεια Ποντική. Τελικά η Κάλλατις ήταν αυτή που υπέστη την ήττα και μάλιστα μετά τη συμφορά αυτή δεν μπόρεσε να επανακτήσει την παλιά της αίγλη. Ο πόλεμος αυτός, σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες μελέτες, φαίνεται πως έλαβε χώρα μεταξύ των ετών 256/5-254 π.Χ., ενώ κάποιες άλλες ημερομηνίες δείχνουν σήμερα να μην ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.22

Κατά τον 1ο αι. π.Χ. οι ελληνικές πόλεις του δυτικού Πόντου είχαν συμμαχήσει με το βασιλιά του Πόντου, το Μιθριδάτη VI τον Ευπάτορα. Οι πληροφορίες σχετικά με τις συνθήκες υπό τις οποίες οι δυτικές πόλεις του Εύξεινου Πόντου συμπεριελήφθησαν στο κράτος του Μιθριδάτη, είναι δυστυχώς ελάχιστες. Κατά πάσα πιθανότητα αυτό επετεύχθη στην πρώτη δεκαετία του 1ου αι. π.Χ. ή λίγο νωρίτερα, μεταξύ των ετών 110-107 π.Χ. με την προσάρτηση της Ταυρικής Χερσονήσου στην επικράτεια του κράτους του Πόντου.23

Από τις αρχαιολογικές έρευνες στο βόρειο τμήμα του αρχαίου οικισμού ήρθαν στο φως δύο επίπεδα της Ελληνιστικής περιόδου, του 3ου και 2ου αι. π.Χ. Από τα ευρήματα των δύο αυτών επιπέδων φάνηκε ότι το εμπόριο συνέχισε να παίζει σπουδαίο ρόλο στη ζωή της πόλης. Κατά τη διάρκεια της Ελληνιστικής περιόδου η πόλη επεκτείνεται σημαντικά. Στο λατρευτικό τομέα, οι κάτοικοι της πόλης εξακολουθούν να λατρεύουν το θεό Απόλλωνα, τους θεούς της Σαμοθράκης, την Κυβέλη, τους Διόσκουρους και τη Δήμητρα.24 Στα νομίσματα υπάρχουν χαραγμένες οι μορφές του Απόλλωνα, του Δία, του Ερμή, της Αθηνάς, των Μεγάλων Θεών, του Ήλιου, των Διόσκουρων και της Δήμητρας. Πιθανότατα κατά τη Ρωμαϊκή εποχή στο λατρευτικό πάνθεον των κατοίκων των Τόμων προστέθηκε και η λατρεία του θεού Διονύσου.25 Το ημερολόγιο της πόλης φαίνεται πως ήταν καθαρά μιλησιακό.26

Με τις επιχειρήσεις των Ρωμαίων στρατηγών Λούκουλλου (72/1 π.Χ.) και Λικίνιου Κράσσου (29/8 π.Χ.) αρχίζει σταδιακά η ρωμαϊκή κατάκτηση της Μικράς Σκυθίας και η τρίτη περίοδος της ιστορίας των Τόμων που διαρκεί μέχρι τον 3ο αι. μ.Χ.27 Σημαντικό γεγονός της συγκεκριμένης περιόδου είναι η ίδρυση της επαρχίας της Μοισίας από τους Ρωμαίους (στην οποία εντάσσεται και η περιοχή της Ντόμπρουτζας) το έτος 15 μ.Χ.28 Η ζωή της πόλης συνεχίστηκε και στα Βυζαντινά χρόνια.




1. Για έναν πλήρη κατάλογο ρουμανικής βιβλιογραφίας για την ιστορία των Τόμων, βλ. Buzoianu, L. – Bărbulescu, M., “Tomis”, στο Grammenos, D.V. – Petropoulos, E.K. (επιμ.), Ancient Greek Colonies in the Black Sea 2 (BAR International Series 1675, vol. I., Oxford 2007), σελ. 287, σημ. 1.

2. Buzoianu, L. – Bărbulescu, M., “Tomis”, στο Grammenos, D.V. – Petropoulos, E.K. (επιμ.), Ancient Greek Colonies in the Black Sea 2 (BAR International Series 1675, vol. I., Oxford 2007), σελ. 289· Herman-Hansen, M. –  Heine-Nielsen, T. (επιμ.), An Inventory of Archaic Classical Poleis: An Investigation Conducted by The Copenhagen Polis Centre for the Danish National Research Foundation (Oxford University Press 2004), σελ. 941.

3. Στράβ. 7, 6, 1.

4. Αρρ., Ευξ. 24, 2.

5. Nawotka, K., The Western Pontic Cities. History and Political Organization (Amsterdam 1997), σελ. 11-2· Herman-Hansen, M. – Heine-Nielsen, T. (επιμ.), An Inventory of Archaic Classical Poleis: An Investigation Conducted by The Copenhagen Polis Centre for the Danish National Research Foundation (Oxford University Press 2004), σελ. 940, αρ. 693.

6. Buzoianu, L. – Bărbulescu, M., “Tomis”, στο Grammenos, D.V. – Petropoulos, E.K. (επιμ.), Ancient Greek Colonies in the Black Sea 2 (BAR International Series 1675, vol. I., Oxford 2007), σελ. 287-8.

7. Ovid., Tristia III, 9, 1-10· Στράβ. 7, 5, 5.

8. Απολλδ. Ι, 133.

9. 6ος αι. μ.Χ.

10. Ιορδ., Γετικά 62.

11. Περισσότερα στοιχεία για την ετυμολογία της λέξεως μπορεί κάποιος να αντλήσει από Buzoianu, L. – Bărbulescu, M., “Tomis”, στο Grammenos, D.V. – Petropoulos, E.K. (επιμ.), Ancient Greek Colonies in the Black Sea 2 (BAR International Series 1675, vol. I. Oxford 2007), σελ. 287-9.

12. Nawotka, K., The Western Pontic Cities. History and Political Organization (Amsterdam 1997), σελ. 12.

13. Για παράδειγμα βλ. Lungu, V., “Nécropoles Grecques du Pont Gauches: Istros, Orgamé, Tomis, Callatis”, στο Grammenos, D.V. – Petropoulos, E.K. (επιμ.), Ancient Greek Colonies in the Black Sea 2 (BAR International Series 1675, vol. I., Oxford 2007), σελ. 351.

14. Buzoianu, L. – Bărbulescu, M., “Tomis”, στο Grammenos, D.V. – Petropoulos, E.K. (επιμ.), Ancient Greek Colonies in the Black Sea 2 (BAR International Series 1675, vol. I., Oxford 2007), σελ. 289· Herman-Hansen, M. – Heine-Nielsen, Τ. (επιμ.), An Inventory of Archaic Classical Poleis: An Investigation Conducted by The Copenhagen Polis Centre for the Danish National Research Foundation (Oxford University Press 2004), σελ. 941.

15. Buzoianu, L. – Bărbulescu, M., “Tomis”, στο Grammenos, D.V. – Petropoulos, E.K. (επιμ.), Ancient Greek Colonies in the Black Sea 2 (BAR International Series 1675, vol. I., Oxford 2007), σελ. 289-90.

16. Herman-Hansen, M. –  Heine-Nielsen, T. (επιμ.), An Inventory of Archaic Classical Poleis: An Investigation Conducted by The Copenhagen Polis Centre for the Danish National Research Foundation (Oxford University Press 2004), σελ. 940.

17. Αυτό διαφαίνεται και από τη μελέτη της προσωπογραφίας της πόλης, βλ. σχετικά Cojocaru, V., “'L’histoire par les noms' dans les villes Grecques de Scythie et Scytie Mineure”, στο Grammenos, D.V. – Petropoulos, E.K. (επιμ.), Ancient Greek Colonies in the Black Sea 2 (BAR International Series 1675, vol. I., Oxford 2007), σελ. 397.

18. Buzoianu, L. – Bărbulescu, M., “Tomis”, στο Grammenos, D.V. – Petropoulos, E.K. (επιμ.), Ancient Greek Colonies in the Black Sea 2 (BAR International Series 1675, vol. I., Oxford 2007), σελ. 291.

19. Buzoianu, L. – Bărbulescu, M., “Tomis”, στο Grammenos, D.V. – Petropoulos, E.K. (επιμ.), Ancient Greek Colonies in the Black Sea 2 (BAR International Series 1675, vol. I., Oxford 2007), σελ. 291-3.

20. F.Gr.H. III B, 434 fr. 13.

21. Блаватская, Т.В., Западнопонтийские города в VIII веках до нашей эры. (Μόσχα 1954), σελ. 113-116. Επίσης βλ. Avram, A., “Kallatis”, στο Grammenos, D.V. – Petropoulos, E.K. (επιμ.), Ancient Greek Colonies in the Black Sea 2 (BAR International Series 1675, vol. I., Oxford 2007), σελ. 258-67.

22. Buzoianu, L. – Bărbulescu, M., “Tomis”, στο Grammenos, D.V. – Petropoulos, E.K. (επιμ.), Ancient Greek Colonies in the Black Sea 2 (BAR International Series 1675, vol. I., Oxford 2007), σελ. 294.

23. Buzoianu, L. – Bărbulescu, M., “Tomis”, στο Grammenos, D.V. – Petropoulos, E.K. (επιμ.), Ancient Greek Colonies in the Black Sea 2 (BAR International Series 1675, vol. I., Oxford 2007), σελ. 296.

24. Περισσότερες πληροφορίες για τη λατρεία στις ελληνικές πόλεις της δυτικής παραλίας του Εύξεινου Πόντου και ειδικότερα των Τόμων, βλ. Gotcheva, Z., “La Thrace Pontique et la mythologie Grecque”, στο Grammenos, D.V. – Petropoulos, E.K. (επιμ.), Ancient Greek Colonies in the Black Sea 2 (BAR International Series 1675, vol. I., Oxford 2007), σελ. 54-76.

25. Buzoianu, L. – Bărbulescu, M., “Tomis”, στο Grammenos, D.V. – Petropoulos, E.K. (επιμ.), Ancient Greek Colonies in the Black Sea 2 (BAR International Series 1675, vol. I., Oxford 2007), σελ. 298.

26. Herman-Hansen, M. – Heine-Nielsen, T. (επιμ.), An Inventory of Archaic Classical Poleis: An Investigation Conducted by The Copenhagen Polis Centre for the Danish National Research Foundation (Oxford University Press 2004), σελ. 941· Buzoianu, L. – Bărbulescu, M., “Tomis”, στο Grammenos, D.V. – Petropoulos, E.K. (επιμ.), Ancient Greek Colonies in the Black Sea 2 (BAR International Series 1675, vol. I., Oxford 2007), σελ. 298.

27. Buzoianu, L. – Bărbulescu, M., “Tomis”, στο Grammenos, D.V. – Petropoulos, E.K. (επιμ.), Ancient Greek Colonies in the Black Sea 2 (BAR International Series 1675, vol. I., Oxford 2007), σελ. 300-16.

28. Περισσότερα στοιχεία για την ιστορία της Ντόμπρουτζας κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο και ειδικότερα για την ιστορία της επαρχίας της Μοισίας, βλ. Bounegru, O., Trafiquants et navigateurs sur le Bas Danube et dans le Pont Gauche à l’époque romaine (PHILIPPIKA: Marburger altertumskundliche Abhandlungen 9. Harrassowitz Verlag., Wiesbaden 2006), σελ. 19 κ.ε. (Βλ. και βιβλιοκρισία του συγκεκριμένου έργου στην ιστοσελίδα του Bryn Mawr Classical Review από τον  Petropoulos, E.K.: http://ccat.sas.upenn.edu/bmcr/2007/2007-03-17.html). Επίσης, για το ίδιο αντικείμενο βλ. Bekker-Nielsen T. (επιμ.), Rome and the Black Sea Region: Domination, Romanisation, Resistance (Proceedings of the Fifth International Conference, University of Southern Denmark, Esbjerg, January 23-26, 2005, Aarhus University Press 2006). Βλ. και βιβλιοκρισία του συγκεκριμένου έργου στο  American Journal of Archaeology 111.4 (October 2007), σελ. 811-2, από τον Petropoulos, Ε.Κ.