Κωνσταντινουπολίτες πρόσφυγες και σύλλογοι στην Ελλάδα

1. Οι Κωνσταντινουπολίτες πρόσφυγες στην Ελλάδα

1.1. Η άφιξη προσφύγων την περίοδο 1922-1954

Οι πρόσφυγες από την Κωνσταντινούπολη αφίχθησαν μαζικά στην Ελλάδα κατά την περίοδο 1922-19231
και μετά τις απελάσεις του 1954. Σύμφωνα με την απογραφή του 1928 ήλθαν στην Ελλάδα συνολικά 39.458, πριν και μετά την Καταστροφή. Έκτοτε, σποραδικά και αναλόγως των σχέσεων Ελλάδας-Τουρκίας, κατέφθαναν στην Ελλάδα ολιγάριθμοι διωκόμενοι Κωνσταντινουπολίτες.2

Αρχικά (1922-1923) οι πρόσφυγες που κατέφυγαν στην Αθήνα εγκαταστάθηκαν κυρίως στην Καλλιθέα και τη Νέα Σμύρνη. Στη Θεσσαλονίκη και στην ευρύτερη περιοχή κατοίκησαν –πέρα από τους Μικρασιάτες και τους Πόντιους– Ανατολικοθρακιώτες και Κωνσταντινουπολίτες. Δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία γι’ αυτές τις πληθυσμιακές εγκαταστάσεις.3

Οι άνθρωποι αυτοί αντιμετώπισαν τα προβλήματα των υπόλοιπων προσφύγων: τα θέματα της εξεύρεσης στέγης, της εργασίας και της προσαρμογής, αφού χαρακτηρίζονταν συχνά «Τούρκοι» ή με παρεμφερείς λέξεις. Ακόμα, τους αποκαλούσαν «ψηλομύτες» και «φαντασμένους».

Οι πρόσφυγες ασκούσαν κυρίως αστικά επαγγέλματα· ήταν γιατροί, δικηγόροι, έμποροι κ.λπ.4 Υπήρξαν, μάλιστα, μαρτυρίες για την «έλευση εκατοντάδων γιατρών από τη Μικρά Ασία, την Ανατολική Θράκη και την Κωνσταντινούπολη».

Στην πιο αναβαθμισμένη περιοχή της Κοκκινιάς, με κέντρο το ναό του Αγίου Νικολάου, διέμεναν οι «αριστοκράτες» των προσφύγων, οι Κωνσταντινουπολίτες. Μετέφεραν στην Ελλάδα τον κοσμοπολιτισμό τους, την κοινωνικότητα και μόρφωση, την ευρύτητα του πνεύματος και τη γλωσσομάθειά τους.5

Γενικά οι πρόσφυγες απέφευγαν την άσκηση κυρίαρχων πολιτικών ρόλων, νοοτροπία που τους συνόδευε από την Κωνσταντινούπολη, και συνδέονταν συναισθηματικά με το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Εξέφρασαν την εθνοτοπική τους ταυτότητα μέσω των κοινωνικών πρακτικών (μέσω της πολίτικης κουζίνας και των αγαθοεργιών), αλλά και της μουσικής (βυζαντινής, ρεμπέτικων, πολίτικης λύρας).6

1.2. Η άφιξη προσφύγων μετά το 1955

Παρά το πογκρόμ των Σεπτεμβριανών (1955), μαζική άφιξη Κωνσταντινουπολιτών στην Ελλάδα σημειώνεται το 1964 –με αφορμή το Κυπριακό– λόγω της απέλασης 36.000 Ελλήνων υπηκόων. Οι απελάσεις διήρκεσαν μέχρι το 1968 και «επισφραγίστηκαν» με εξήντα αυτοκτονίες.

Οι δήμοι της Αττικής όπου εγκαταστάθηκαν οι πρόσφυγες (Αθηναίων, Παλαιού Φαλήρου, Καλλιθέας, Αλίμου, Νέας Φιλαδέλφειας ή των βορείων προαστίων) δε διαθέτουν ακριβή πληθυσμιακά στοιχεία για τους Κωνσταντινουπολίτες δημότες τους. Πανελλαδικά πάντως ανέρχονται περί τους 110.000.

Τις δεκαετίες του 1960 και 1970 οι πρόσφυγες αντιμετώπισαν ποικίλα προβλήματα. Δε διέθεταν χρήματα και στην Ελλάδα υπήρχε μεγάλη ανεργία. Η πρώτη γενιά δεν προσαρμόστηκε εύκολα, καθώς μερίδα των Ελλαδιτών αγνοούσε τον πολιτισμικό πλούτο των Κωνσταντινουπολιτών.

Η ελληνική υπηκοότητα παραχωρήθηκε στους πρόσφυγες μετά το 1981.7 Βάσει έρευνας που διενεργήθηκε, οι ερωτώμενοι, παρότι Κωνσταντινουπολίτες, κατάγονταν από διάφορα μέρη της Ελλάδας. Συναναστρέφονταν, κυρίως, συντοπίτες τους, σε αντίθεση με τους νέους 20-30 ετών (δεύτερη γενιά προσφύγων), που οι συναναστροφές τους ήταν πρώτιστα με μη Κωνσταντινουπολίτες. Η πρώτη γενιά προσφύγων συνδεόταν συναισθηματικά με το Οικουμενικό Πατριαρχείο και δυσπιστούσε έναντι της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Για τους περισσότερους η Κωνσταντινούπολη είναι βίωμα, νοσταλγία, η γενέτειρα, ιδιαίτερος τρόπος ζωής και παιδείας. Οι πρόσφυγες που ήρθαν από την Κωνσταντινούπολη δεν ασχολήθηκαν με την πολιτική, γιατί και στην Κωνσταντινούπολη απείχαν από αυτήν. Τους ενδιέφερε όμως η πολιτική συμμετοχή στην τοπική αυτοδιοίκηση καθώς και η οργάνωση συλλόγων.

Σήμερα οι Κωνσταντινουπολίτες είναι ευρέως αποδεκτοί, κάτι το οποίο επισημαίνει και ο καθηγητής Νεοκλής Σαρρής. Έχει επικρατήσει βέβαια και το γενικότερο αντιρατσιστικό κλίμα.8

2. Οι σύλλογοι των Κωνσταντινουπολιτών

2.1. Χρόνος ίδρυσής τους

Σύμφωνα με το χρόνο ίδρυσής τους οι σύλλογοι ταξινομούνται ως εξής:

(I) Μετά το 1922, π.χ. οι Σύλλογος Κωνσταντινουπολιτών (1928) στην Καλλιθέα, ο Σύνδεσμος «Κωνσταντινούπολις» (1930) Νέας Φιλαδέλφειας, ο Σύνδεσμος Ελληνοτουρκικής Φιλίας στη Θεσσαλονίκη (1935) και η Αθλητική Ένωσις Κωνσταντινουπόλεως.

(II) Μετά το 1964: τα περισσότερα σωματεία.

Ως προς την έδρα τους ταξινομούνται σε συλλόγους του εσωτερικού
9 και του εξωτερικού. Η πρώτη κατηγορία διακρίνεται σε συλλόγους της Αττικής και εκτός αυτής.

2.2. Μεθοδολογική προσέγγιση

Το υλικό που παρουσιάζεται στους καταλόγους έχει αντληθεί από: (α) εφημερίδες, καταστατικά, περιοδικά κ.λπ., (β) πληροφορίες μελών των Δ.Σ. των συλλόγων ή (γ) μέσω τηλεφώνου. Για τους συλλόγους αυτούς μέχρι στιγμής δεν υπάρχει σχετική βιβλιογραφία.
10

2.3. Δραστηριότητες των συλλόγων

Οι περισσότεροι σύλλογοι επιτελούν πνευματικό έργο. Ορισμένοι διαθέτουν αθλητικό τμήμα. Παράλληλα οργανώνονται αγώνες σκακιού, ταβλιού και παραδίδονται μαθήματα ξένων γλωσσών, ζωγραφικής κ.λπ.

Ενδεικτικά αναφέρονται τα παραδείγματα των Συλλόγων: Κωνσταντινουπολιτών (Σ.Κ.), Ιμβρίων Αθηνών (Σ.Ι.Α.), Νέου Κύκλου Κωνσταντινουπολιτών (Ν.Κ.Κ.), του Σωματείου Ελλήνων Υπηκόων Απελαθέντων εκ Τουρκίας (Σ.Ε.Υ.Α.Τ.) κ.λπ. Οι σύλλογοι διεκδικούν στο εσωτερικό και στο εξωτερικό την ικανοποίηση των δίκαιων αιτημάτων των Κωνσταντινουπολιτών. Έτσι αναφέρεται η συμμετοχή του Συλλόγου Κωνσταντινουπολιτών στη Διάσκεψη για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη και στον ΟΑΣΕ (Οργανισμός για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη). Παρόμοιο είναι το έργο του Σ.Ι.Α., του Ν.Κ.Κ. και του Σ.Ε.Υ.Α.Τ. Ακόμη σύλλογοι όπως ο Σ.Κ. ή ο Σ.Ε.Υ.Α.Τ. προώθησαν ζητήματα πολιτογράφησης και συνταξιοδότησης των μελών τους. Επίσης, όλοι ενισχύουν τα αναξιοπαθούντα μέλη τους.

Κοινωνική αρωγή και στήριξη των ηλικιωμένων παρέχουν η Εστία Κωνσταντινουπόλεως και ο Οίκος του Κωνσταντινουπολίτη (Κοσμέτειο). Στην προώθηση της μελέτης του Ελληνισμού της Κωνσταντινούπολης και της Μικράς Ασίας συντελούν το Καστρίτσειο Μουσείο, ο Σύλλογος «Η Μνημοσύνη», «Η Επτάλοφος», το Λουρίδειο Ίδρυμα και η «Βοσπορίς». Χωρίς να είναι αποκλειστικά κωνσταντινουπολίτικη η συμβολή τους, γνωστό είναι το έργο που επιτελούν το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών (Κ.Μ.Σ.), το Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού (ΙΜΕ) και το Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (Ε.Λ.Ι.Α.).

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις προσπάθειες ενίσχυσης των σχέσεων μεταξύ των μελών τους και για την ενδυνάμωση της κωνσταντινουπολίτικης εθνοτοπικής ταυτότητας παρουσιάζουν τα σωματεία φοιτησάντων ή αποφοίτων διάφορων σχολείων της Κωνσταντινούπολης ή όσα έχουν ως κύρια δραστηριότητα την προαγωγή του πολιτισμού.

Στην καλλιέργεια της μουσικής παράδοσης προβαίνει ο Ο.Σ.Μ.Κ. Με οικοδομικές δραστηριότητες ασχολείται ο Α.Ο.Σ. (Αστικός Οικοδομικός Συνεταιρισμός) «Νέα Κωνσταντινούπολις».

Η Αδελφότητα «Παναγία η Παμμακάριστος» στηρίζει και ενισχύει το Οικουμενικό Πατριαρχείο με μέλη όχι κατ’ ανάγκην Κωνσταντινουπολίτες.

Εκτός Αττικής αναφέρονται: (α) η Ένωση Ομογενών εκ Κωνσταντινουπόλεως Βορείου Ελλάδος (Ε.Ο.Κ.Β.Ε.). Η έδρα της είναι στη Θεσσαλονίκη, και (β) Ο Σύλλογος Ιμβρίων, Κωνσταντινουπολιτών, Τενεδίων, Ανατολικοθρακών, Θρακών (Σ.Ι.Κ.Τ.Α.Θ.), που ιδρύθηκε το 1984 και έχει έδρα του την Κομοτηνή. Διαθέτει δανειστική βιβλιοθήκη και επιτελεί πολυσχιδές έργο.

Το όραμα των Κωνσταντινουπολιτών για ενότητα εκφράστηκε με την ίδρυση της Οικουμενικής Ομοσπονδίας Κωνσταντινουπολιτών (ΟΙ.ΟΜ.ΚΩ.) στις 26 Οκτωβρίου 2006 στην Αθήνα.

3. Εκδοτικό έργο

Ο Σύλλογος Κωνσταντινουπολιτών εξέδιδε τα Κωνσταντινουπολίτικα θέματα. Σημαντική είναι η έκδοση του Συλλόγου Πόλη και Παιδεία, του 1997. Ο Σύνδεσμος Ζωγραφειωτών (Σ.Ζ.) εκδίδει το δελτίο Ο Ζωγραφειώτης. Το Λουρίδειο Ίδρυμα εκδίδει το περιοδικό Ελληνορθόδοξος Βυζαντινός Πολιτισμός, ενώ ο Σύλλογος Ιμβρίων Αθηνών το τριμηνιαίο Ίμβρος και ο Σύλλογος Τενεδίων «Ο ΤΕΝΝΗΣ», ιδρυθείς το 2006, την εφημερίδα Η Tένεδος.

Ο Ν.Κ.Κ. εκδίδει το ομώνυμο μηνιαίο δελτίο. Υπό την προεδρία του καθηγητή του Ε.Μ.Π. Νικόλαου Ουζούνογλου εξέδωσε το 2007 τα έργα των Ανδρέα Α. Αντωνόπουλου και Ιωάννη Χ. Ιακωβίδη. Ο Σύνδεσμος Μεγαλοσχολιτών (Σ.Μ.) εκδίδει τη Δεξαμενή, περιοδικό λόγου και τέχνης. Σημαντικός συντελεστής με το συγγραφικό του έργο στο πλαίσιο του Συλλόγου «Η Μνημοσύνη» είναι ο Ακύλας Μήλλας.

Η Εστία Θεολόγων Χάλκης (Ε.Θ.Χ.) εκδίδει την ομώνυμη επετηρίδα της. Βασική έκδοση του Σ.Ε.Υ.Α.Τ είναι το έργο του Στέφανου Παπαδόπουλου με τίτλο Αναμνήσεις από την Πόλη. Η Αδελφότητα Οφφικιάλων κυκλοφορεί την περιοδική έκδοση Παμμακάριστος. Η Ε.Ο.Κ.Β.Ε. εκδίδει τη διμηνιαία εφημερίδα Παλμός και ο Σ.Ι.Κ.Τ.Α.Θ. της Κομοτηνής έχει εκδώσει το έργο Αγώνας για δικαίωση, το 1997 κ.λπ.

4. Οργάνωση – διοίκηση – μέλη

Η οργάνωση, η διοίκηση και τα μέλη των συλλόγων καθορίζονται βάσει καταστατικών. Έτσι στην περίπτωση π.χ. του Σ.Κ. το κεφ. α’, άρθρα 1-3 του καταστατικού αναφέρονται στους σκοπούς του. Το ίδιο ισχύει με το άρθρο 2 του καταστατικού του Ν.Κ.Κ. Κοινοί στόχοι είναι η επικοινωνία μεταξύ των μελών, η διοργάνωση εορτών και ψυχαγωγικών εκδηλώσεων, η ηθική και υλική τους ενίσχυση κ.λπ.

Η ΟΙ.ΟΜ.ΚΩ. προωθεί τη στήριξη του Οικουμενικού Πατριαρχείου και τη φιλία στην καθ’ ημάς Ανατολή, τα Βαλκάνια και στον κόσμο.

Τα μέλη του Σ.Κ. διακρίνονται σε τακτικά και αρωγά. Σήμερα ο σύλλογος αυτός αριθμεί περί τα 1.000 μέλη. Κατά το άρθρο 11 διοικείται από εννεαμελές Δ.Σ. για μια διετία κατόπιν εκλογών με μυστική ψηφοφορία.

Ο Σ.Ζ. έχει 600-650 μέλη με ενεργά τα 350. Το Δ.Σ. είναι εννεαμελές και εκλέγεται για δύο χρόνια. Ο Ν.Κ.Κ. λειτουργεί με περίπου 7.500 μέλη, ενώ το Σ.Ε.Υ.Α.Τ. με 3.500 κι ενεργά γύρω στα 1.000. Ο Σύλλογος «Η Μνημοσύνη» έχει πενταμελές Δ.Σ. τριετούς θητείας. Ο Αθλητικός Όμιλος «Ταταύλα» διαθέτει σήμερα περί τα 300 μέλη.

Η ίδρυση των συλλόγων αρχικά αποσκοπούσε στην κάλυψη επειγουσών αναγκών, όπως της στέγασης, της εργασίας και της πολιτογράφησης. Με την άμβλυνση ή εξάλειψη αυτών των αναγκών δόθηκε μεγαλύτερη έμφαση στην προβολή της πολιτισμικής κληρονομίας της Κωνσταντινούπολης, τη σύσφιγξη των σχέσεων μεταξύ των μελών κ.λπ.

Τα μέλη των σωματείων ασκούν, κυρίως, αστικά επαγγέλματα. Είναι ηλικίας 35-40 ετών και άνω, ενώ οι νεότεροι σπανίζουν.11

5. Προβλήματα των συλλόγων

Εξέχοντα μέλη σωματείων, όπως οι Ακύλας Μήλλας και Στέφανος Ροΐδης, αναφέρονται στις δυσχέρειες που αντιμετωπίζει η σωματειακή οργάνωση. Ο καθηγητής Νεοκλής Σαρρής επισημαίνει ότι «όσο εντάσσονται οι Κωνσταντινουπολίτες στην ελληνική κοινωνία, τόσο διαλύονται τα σωματεία, που αποτελούνται, κυρίως, από άτομα μεγάλης ηλικίας».

Η εφημερίδα Ανατολή εγκαινίασε μία έρευνα σε συνέχειες υπό τον τίτλο «Πόλη και Πολίτες».

Η μη προσέλευση νέων στους συλλόγους μπορεί να αποδοθεί: (α) στην έλλειψη χρόνου των μαθητών και των νέων, (β) στην κάλυψη των ενδιαφερόντων τους (χορού, Η/Υ κ.λπ.) από αντίστοιχους ελλαδικούς και (γ) στις μακρινές, ενίοτε, αποστάσεις από την έδρα τους. (δ) Επίσης, έχει τονιστεί η ανάγκη συγχώνευσης των συλλόγων σε έναν ή δύο (πλην των συλλόγων που εκπροσωπούν κωνσταντινουπολίτικα σχολεία). Καρπός της σκέψης αυτής υπήρξε η ίδρυση της ΟΙ.ΟΜ.ΚΩ. (ε) Επιβάλλεται η σύσταση «ενώσεων φίλων» των εδώ σωματείων, που θα τα ενισχύει οικονομικά. Με την εγγραφή ως μελών και μη Κωνσταντινουπολιτών θα επιχειρηθεί ένα άνοιγμα στην ευρύτερη ελλαδική κοινωνία. Αυτή η προσδοκία έχει εκφραστεί και με την ταινία «Πολίτικη Κουζίνα» του Τάσου Μπουλμέτη και το 1ο Παγκόσμιο Συνέδριο Κωνσταντινουπολιτών στην Αθήνα (27-29 Μαΐου 2005).12

6. Σύλλογοι και ταυτότητα

Οι Κωνσταντινουπολίτες του 1964 θεωρούν ότι είναι φορείς κοσμοπολιτισμού διαφορετικού από τον αντίστοιχο προ του 1922. Αρκετοί εξ αυτών είναι γαλλομαθείς και πολύ περισσότεροι γνώστες της τουρκικής. Πολλοί ηλικιωμένοι δεν κατόρθωσαν να προσαρμοστούν στην Ελλάδα. Η εθνοτοπική ταυτότητα των Κωνσταντινουπολιτών εκφράζεται με τις επισκέψεις στην Κωνσταντινούπολη, την έκδοση και ανάγνωση κωνσταντινουπολίτικων εφημερίδων (π.χ. Ανατολή, Ο Πολίτης, Επτάλοφος, Νέος Κύκλος Κωνσταντινουπολιτών κ.λπ.). Φορείς έκφρασης της ταυτότητας αυτής είναι οι κωνσταντινουπολίτικοι σύλλογοι και το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Στα παιδιά των απελαθέντων (δεύτερη γενιά) που γεννήθηκαν και ανατράφηκαν στην Ελλάδα ελλείπουν τα βιώματα. Η ταυτότητα που διαμορφώνουν είναι αποτέλεσμα της οικογενειακής διαπαιδαγώγησης. Οι όροι «Ρωμιός», «ρωμιοσύνη» και άλλοι συναφείς δεν περιλαμβάνονται στο λεξιλόγιο των νέων. Όπως αναφέρθηκε, η πλειονότητά τους δε μετέχει (ενεργά) στους κωνσταντινουπολίτικους συλλόγους και δεν έχει επισκεφθεί την Κωνσταντινούπολη. Η δεύτερη γενιά τείνει προς την αφομοίωση.13




1. Λαμψίδης Γ., Οι πρόσφυγες του 1922 (Αθήνα 1982)· Ιακωβίδης, Ι., Η ένταξη στην ελλαδική κοινωνία των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης (β’ ήμισυ 20ού αι.). Σύγκρισή τους με τους Αιγυπτιώτες, Μικρασιάτες, Ποντίους και την αντίστοιχη διαδικασία ενσωμάτωσής τους (ανέκδοτη διδακτορική διατριβή, Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα 2005), σελ. 20-23· Alexandris, A., The greek minority of Istanbul and greek-turkish relations 1918-1974 (Athens 1992), σελ. 107: Οι Τούρκοι θεωρούσαν ότι ίσχυε ο οθωμανικός νόμος του 1914 και ταύτιζαν τους όρους etablis (εγκατεστημένοι) και domicile (διαμονή). Κατά τους Έλληνες, etablis ήταν όλοι όσοι είχαν εγγραφεί στο Δημοτολόγιο προ του 1918. Η τελική γνωμοδότηση του Διαρκούς Δικαστηρίου της ΚτΕ ευνόησε την ελληνική πλευρά (21-2-1925). Ο Economiste d’Orient ανέφερε ότι κατά το διάστημα Νοεμβρίου 1922-Μαρτίου 1923 εγκατέλειψαν την Κωνσταντινούπολη 188.681 άτομα, από τα προάστια 61.094 και άλλοι μη μουσουλμάνοι 150.076. Σύλλογος Ιμβρίων, Κωνσταντινουπολιτών, Τενεδίων, Ανατολικοθρακών, σελ. 33, 34: Η Τουρκία θεώρησε φυγάδες (firari) τους περίπου 40.000 Έλληνες που μετέβησαν στο εξωτερικό το 1922. Το 1923 η Τουρκία ταύτισε τα νομαρχιακά όρια της Κωνσταντινούπολης με τα δημαρχιακά. Ιακωβίδης, Ι., ό.π., σελ. 23, Alexandris, A., ό.π., σελ. 142: Τον Ιούνιο του 1924, σύμφωνα με τα τουρκικά στατιστικά στοιχεία, η Κωνσταντινούπολη είχε 1.065.866 κατοίκους, εκ των οποίων 656.281 μουσουλμάνους, 279.788 Έλληνες, 73.407 Αρμένιους και 56.390 Εβραίους.

2. Πνευματικό Κέντρο Κωνσταντινουπολιτών, 30 χρόνια από τις απελάσεις. 1964-1994 (Αθήνα χ.χ.), σελ. 17: Μετά τα Σεπτεμβριανά απελάθηκε ο Νικόλαος Τζαβούρης, βιομήχανος. Το 1957 απελάθηκαν 6 άτομα και το 1958 άλλα 12. Στο διάστημα 1964-1968 ξεκληρίστηκαν άνω των 10.000 ελληνικών οικογενειών, οι οποίες συμπαρέσυραν και στενούς συγγενείς. Βλ. Αλεξανδρής, Α., «Ελληνορθόδοξη Μειονότητα στην Τουρκία», στο Ιστορία του Ελληνικού Έθνους ΙΣΤ (Αθήνα 2000), σελ. 512: Κατά την περίοδο 1957-1959 απελάθηκαν 57 ηγετικά στελέχη των Κωνσταντινουπολιτών. Ανάμεσά τους και ο δημοσιογράφος Δημήτριος Καλούμενος. Μάλιστα ο Αλεξανδρής αναφέρει ότι το 1964-1965 απελάθηκαν ομαδικά 12.592 Κωνσταντινουπολίτες με ελληνική υπηκοότητα, συμπαρασύροντας και άλλους με τουρκική. Το 1965 διαβιούσαν στην Πόλη 76.122 Έλληνες, ενώ το 1978 7.822. Σύμφωνα με: Ιακωβίδης, Ι., Η ένταξη στην ελλαδική κοινωνία των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης (β’ ήμισυ 20ού αι.). Σύγκρισή τους με τους Αιγυπτιώτες, Μικρασιάτες, Ποντίους και την αντίστοιχη διαδικασία ενσωμάτωσής τους (ανέκδοτη διδακτορική διατριβή, Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα 2005), σελ. 24, και Σαρρής, Ν., Εξωτερική πολιτική και πολιτικές εξελίξεις στην Α’ Τουρκική Δημοκρατία (Αθήνα 1992), σελ. 230, στην Κωνσταντινούπολη το 1950 επί συνόλου 904.296 κατοίκων, οι 65.800 (7,2%) ήταν Έλληνες, ενώ το 1979 στους  2.634.000 κατοίκους οι Έλληνες ανέρχονταν στους 4.400 (0,16%) και το 1989 στους 2.500 (0,032%) σε σύνολο 7.800.000 ατόμων.

3. Ιακωβίδης, Ι., Η ένταξη στην ελλαδική κοινωνία των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης (β’ ήμισυ 20ού αι.). Σύγκρισή τους με τους Αιγυπτιώτες, Μικρασιάτες, Ποντίους και την αντίστοιχη διαδικασία ενσωμάτωσής τους (ανέκδοτη διδακτορική διατριβή, Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα 2005), σελ. 41-42· συνέντευξη Νεοκλή Σαρρή στις 3 Μαΐου 2000 στο Ιακωβίδης, Ι., ό.π.· Μαραβελάκης, Μ. – Βακαλόπουλος, Α., Αι προσφυγικαί εγκαταστάσεις εν τη περιοχή Θεσσαλονίκης (Θεσσαλονίκη 1955), σελ. 84.

4. Ιακωβίδης, Ι., Η ένταξη στην ελλαδική κοινωνία των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης (β’ ήμισυ 20ού αι.). Σύγκρισή τους με τους Αιγυπτιώτες, Μικρασιάτες, Ποντίους και την αντίστοιχη διαδικασία ενσωμάτωσής τους (ανέκδοτη διδακτορική διατριβή, Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα 2005), σελ. 41. Επίσης, Hirschon-Φιλιππάκη, R., «Μνήμη και ταυτότητα. Οι μικρασιάτες πρόσφυγες της Κοκκινιάς», στο Παπαταξιάρχης, Ε. – Παραδέλης, Θ. (επιμ.), Ανθρωπολογία και παρελθόν. Συμβολές στην κοινωνική Ιστορία της νεότερης Ελλάδας (Αθήνα 1993), σελ. 340-342.

5. Ιακωβίδης, Ι., Η ένταξη στην ελλαδική κοινωνία των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης (β’ ήμισυ 20ού αι.). Σύγκρισή τους με τους Αιγυπτιώτες, Μικρασιάτες, Ποντίους και την αντίστοιχη διαδικασία ενσωμάτωσής τους (ανέκδοτη διδακτορική διατριβή, Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα 2005), σελ. 41· Κατσάπης, Κ., «Η αποκατάσταση των προσφύγων στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου: το γενικό περίγραμμα», στο Τζεδόπουλος, Γ. (επιμ.), Πέρα από την Καταστροφή: Μικρασιάτες πρόσφυγες στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου (Αθήνα 2003), σελ. 69· Hirschon-Φιλιππάκη, R., «Μνήμη και ταυτότητα. Οι μικρασιάτες πρόσφυγες της Κοκκινιάς», στο Παπαταξιάρχης Ε. – Παραδέλης, Θ. (επιμ.), Ανθρωπολογία και παρελθόν. Συμβολές στην κοινωνική Ιστορία της νεότερης Ελλάδας (Αθήνα 1993), σελ. 343, 347.

6. Ιακωβίδης, Ι., Η ένταξη στην ελλαδική κοινωνία των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης (β’ ήμισυ 20ού αι.). Σύγκρισή τους με τους Αιγυπτιώτες, Μικρασιάτες, Ποντίους και την αντίστοιχη διαδικασία ενσωμάτωσής τους (ανέκδοτη διδακτορική διατριβή, Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα 2005), σελ. 410-411· Hirschon-Φιλιππάκη, R., «Μνήμη και ταυτότητα. Οι μικρασιάτες πρόσφυγες της Κοκκινιάς», στο Παπαταξιάρχης, Ε. – Παραδέλης, Θ. (επιμ.), Ανθρωπολογία και παρελθόν. Συμβολές στην κοινωνική Ιστορία της νεότερης Ελλάδας (Αθήνα 1993), σελ. 353-354.

7. Για τις απελάσεις βλ. στην εβδομαδιαία εφημερίδα Ελεύθερος, της περιόδου Ιουλίου-Οκτωβρίου 1964, τις ανταποκρίσεις του Κ. Βοσπορίτη (ψευδώνυμο καθηγητή Νεοκλή Σαρρή). Επίσης, Ιακωβίδης, Ι., Η ένταξη στην ελλαδική κοινωνία των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης (β’ ήμισυ 20ού αι.). Σύγκρισή τους με τους Αιγυπτιώτες, Μικρασιάτες, Ποντίους και την αντίστοιχη διαδικασία ενσωμάτωσής τους (ανέκδοτη διδακτορική διατριβή, Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα 2005), σελ. 50-52· Δρίνης, Γ., (επιμ.), «Τον τόπο που γεννήθηκες δεν θα τον ξεχάσεις ποτέ...». Οι απελάσεις του 1964: Μαρτυρίες Ελλήνων Κωνσταντινουπολιτών (Αθήνα 2004) , σελ. 20-23. Συνέντευξη Νεοκλή Σαρρή στις 3 Μαΐου 2000, στο Ιακωβίδης, Ι., ό.π., σελ. 43.

8. Ιακωβίδης, Ι., Η ένταξη στην ελλαδική κοινωνία των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης (β’ ήμισυ 20ού αι.). Σύγκρισή τους με τους Αιγυπτιώτες, Μικρασιάτες, Ποντίους και την αντίστοιχη διαδικασία ενσωμάτωσής τους (ανέκδοτη διδακτορική διατριβή, Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα 2005), σελ. 85-117· Συνέντευξη Νεοκλή Σαρρή, στην εβδομαδιαία εφημερίδα Ελεύθερος, της περιόδου Ιουλίου-Οκτωβρίου 1964. Ανταποκρίσεις Κ. Βοσπορίτη (ψευδώνυμο καθηγητή Νεοκλή Σαρρή), σελ. 44-45.

9. Ιακωβίδης, Ι., Η ένταξη στην ελλαδική κοινωνία των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης (β’ ήμισυ 20ού αι.). Σύγκρισή τους με τους Αιγυπτιώτες, Μικρασιάτες, Ποντίους και την αντίστοιχη διαδικασία ενσωμάτωσής τους (ανέκδοτη διδακτορική διατριβή, Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα 2005), σελ. 45, 55. Ο Σύνδεσμος Ελληνοτουρκικής Φιλίας ιδρύθηκε το 1935 στη Θεσσαλονίκη «με σκοπόν την επίτευξιν φιλικών σχέσεων μεταξύ των γειτονικών χωρών της Ελλάδος και της Τουρκίας» βάσει της υπ’ αρ. 304/936 αποφάσεως του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης. Πρόεδρος του πρώτου διοικητικού συμβουλίου ήταν ο Θεόδωρος Αρζόγλου. Το έργο του Συλλόγου διακόπηκε λόγω του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου. Αμέσως μετά την απελευθέρωση έγινε ανασύστασή του και πρόεδρός του από τις εκλογές του 1951 για μία διετία αναδείχθηκε ο Γεώργιος Αραβανόπουλος, δικηγόρος, διατελέσας αναπληρωτής γενικός διοικητής Μακεδονίας. Στο ενημερωτικό έντυπο Ελληνοτουρκικός Σύνδεσμος Φιλίας, από τη συλλογή του Μιχάλη Βαρλά, αναφέρονται και τα εξής: «Διά την προώθησιν και προαγωγήν των σχέσεων των δύο λαών […] εκρίθη σκόπιμος η πραγματοποίησις εκδρομικής επισκέψεως […] περιορισμένου αριθμού εκδρομέων εις Κωνσταντινούπολιν, ήτις έλαβε χώραν την άνοιξιν του έτους 1950». Η ίδρυση του σωματείου αυτού αποτέλεσε προφανώς έκφραση της Σύμβασης Εγκατάστασης Εμπορίας και Ναυτιλίας (1930). Το 1932 εφαρμόστηκε ο νόμος 2007, που απαγόρευε στους αλλοδαπούς να ασκούν πλήθος αστικών επαγγελμάτων. Έτσι εγκατέλειψαν την Κωνσταντινούπολη περίπου 10.000 Έλληνες υπήκοοι. Λίγο αργότερα δημιουργείται και η κίνηση «Πολίτη Μίλα Τουρκικά». Βλ. Σαρίογλου, Ε. – Σαρίογλου, Κ., Πενήντα χρόνια από τα Σεπτεμβριανά. Κωνσταντινούπολη: πριν, τότε, μετά (Αθήνα 2005), σελ. 100. Με αυτό το κλίμα στην Κωνσταντινούπολη ιδρύεται στη Θεσσαλονίκη ο παραπάνω σύλλογος. Οι επισκέψεις στην Κωνσταντινούπολη «περιορισμένου αριθμού εκδρομέων» αποτελούν μια πρακτική που μαζί με τις επετείους μνήμης συντελούν στη διαμόρφωση της ταυτότητας του Κωνσταντινουπολίτη. Βλ. Δρίνης, Γ. (επιμ.), «Τον τόπο που γεννήθηκες δεν θα τον ξεχάσεις ποτέ...». Οι απελάσεις του 1964: Μαρτυρίες Ελλήνων Κωνσταντινουπολιτών (Αθήνα 2004), σελ. 24. Οι ανήκοντες στα Δ.Σ. του συλλόγου κατά τα έτη 1935 και 1951 ασκούσαν αστικά επαγγέλματα: ήταν ιατροί, έμποροι, δικηγόροι, εργοστασιάρχες, βιομήχανοι κ.λπ., βλ. Ελληνοτουρκικός Σύνδεσμος Φιλίας, σελ. 2, 4. Έτσι είχαν την οικονομική δυνατότητα πραγματοποίησης μιας τέτοιας επίσκεψης, σε αντίθεση με τους περισσότερους Μικρασιάτες πρώτης γενιάς που δεν κατάφεραν να επισκεφθούν λόγω απορίας ή ψυχικής οδύνης την Ιωνία. Στην περίπτωση των Ποντίων του 1922 «άτομα της υψηλής αστικής τάξης πλαισιώνουν συνήθως τους ποντιακούς συλλόγους». Βλ. Βεργέτη, Μ., Από τον Πόντο στην Ελλάδα. Διαδικασίες διαμόρφωσης μιας εθνοτοπικής ταυτότητας (Θεσσαλονίκη 1994), σελ. 228. Η έρευνα για τους Κωνσταντινουπολίτες που έφυγαν το 1964 έδειξε ότι μόνο το 26,16% επισκέπτεται την Κωνσταντινούπολη τακτικά, βλ. Ιακωβίδης, Ι., ό.π., σελ. 98.

10. Ιακωβίδης, Ι., Η ένταξη στην ελλαδική κοινωνία των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης (β’ ήμισυ 20ού αι.). Σύγκρισή τους με τους Αιγυπτιώτες, Μικρασιάτες, Ποντίους και την αντίστοιχη διαδικασία ενσωμάτωσής τους (ανέκδοτη διδακτορική διατριβή, Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα 2005), σελ. 45, 55.

11. Για τους συλλόγους στο Ιακωβίδης, Ι., Η ένταξη στην ελλαδική κοινωνία των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης (β’ ήμισυ 20ού αι.). Σύγκρισή τους με τους Αιγυπτιώτες, Μικρασιάτες, Ποντίους και την αντίστοιχη διαδικασία ενσωμάτωσής τους (ανέκδοτη διδακτορική διατριβή, Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα 2005), σελ. 45-58. Δρίνης, Γ. (επιμ.), «Τον τόπο που γεννήθηκες δεν θα τον ξεχάσεις ποτέ...». Οι απελάσεις του 1964: Μαρτυρίες Ελλήνων Κωνσταντινουπολιτών (Αθήνα 2004), σελ. 18, σημ. 16. Για το Σύλλογο Κωνσταντινουπολιτών βλ. και Ιακωβίδης, Ι., ό.π., σελ. 67-75. Ο Σύλλογος Τενεδίων «Ο ΤΕΝΝΗΣ» ιδρύθηκε το 2006 και αριθμεί περί τα 200 μέλη. Διοικείται από επταμελές Δ.Σ. εκλεγόμενο ανά τριετία. Εκδίδει την ομώνυμη εφημερίδα του. Πρόεδρος είναι η Ευδοξία Μελαχροινού και αντιπρόεδρος η Δέσποινα Κάλφα.  Βλ. εφημερίδα η Τένεδος 4 (Νοέμβριος 2007), σελ. 7.

12. Ιακωβίδης, Ι., Η ένταξη στην ελλαδική κοινωνία των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης (β’ ήμισυ 20ού αι.). Σύγκρισή τους με τους Αιγυπτιώτες, Μικρασιάτες, Ποντίους και την αντίστοιχη διαδικασία ενσωμάτωσής τους (ανέκδοτη διδακτορική διατριβή, Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα 2005), σελ. 59-61. Εφημερίδα Ανατολή (Μάρτιος 2004), σελ. 10, (30 Απριλίου 2004), σελ. 10, (31 Μαΐου 2004), σελ. 10-11, (30 Ιουνίου 2004), σελ. 9· Εφημερίδα Ο Πολίτης (Σεπτέμβριος 2004), σελ. 4· Ενημερωτικό έντυπο Υπό την αιγίδα του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας. 1ο Παγκόσμιο Συνέδριο Κωνσταντινουπολιτών 27-29 Μαΐου 2005, Αθήνα - Πρακτικά Πρώτου Παγκοσμίου Συνεδρίου Κωνσταντινουπολιτών, Ένωσις Κων/πολιτών – Διεθνές Δίκτυο Κωνσταντινουπολιτών: Ιδρύθηκε το Σεπτέμβριο του 2004 ως Αστική Εταιρεία μη Κερδοσκοπικού Σκοπού. Μεταξύ των στόχων του είναι η υποστήριξη της ομογένειας της Πόλης και της παιδείας.

13. Βαρλάς, Μ., «Η διαμόρφωση της προσφυγικής μνήμης», στο Τζεδόπουλος, Γ. (επιμ.), Πέρα από την Καταστροφή: Μικρασιάτες πρόσφυγες στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου (Αθήνα 2003), σελ. 148-174. Κατσάπης, Κ., «Η αποκατάσταση των προσφύγων στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου: το γενικό περίγραμμα», στο Τζεδόπουλος, ό.π., σελ. 19-40, 41-73, 104-126, 127-147· Δρίνης, Γ. (επιμ.), «Τον τόπο που γεννήθηκες δεν θα τον ξεχάσεις ποτέ...». Οι απελάσεις του 1964: Μαρτυρίες Ελλήνων Κωνσταντινουπολιτών (Αθήνα 2004), σελ. 9-39. Στη σελ. 25 εισάγεται η έννοια του «μνημοτοπίου»· Ιακωβίδης, Ι., Η ένταξη στην ελλαδική κοινωνία των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης (β’ ήμισυ 20ού αι.). Σύγκρισή τους με τους Αιγυπτιώτες, Μικρασιάτες, Ποντίους και την αντίστοιχη διαδικασία ενσωμάτωσής τους (ανέκδοτη διδακτορική διατριβή, Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα 2005), σελ.62, 408-413· Για τη θεωρία του «επιπολιτισμού» του J. Berry, βλ. Γεώργας, Δ. – Παπαστυλιανού, Α., Επιπολιτισμός των Ποντίων και Βορειοηπειρωτών στην Ελλάδα. Ψυχολογικές διεργασίες προσαρμογής (Αθήνα 1993), σελ.19-22. Επίσης Ιακωβίδης, Ι., ό.π., σελ. 116.