Συνθήκη Νυμφαίου, 1261

1. Το ιστορικό πλαίσιο

Ο Μιχαήλ Η' Παλαιολόγος (1259-1282) υπήρξε ο αυτοκράτορας που αναστήλωσε τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία με την ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης ύστερα από 57 χρόνια λατινικής κυριαρχίας, συνέπεια της Δ' Σταυροφορίας. Έπειτα από τη σύναψη πολλών συμμαχιών, από εναλλαγές συμμάχων και ατελείωτες συγκρούσεις με τη Λατινική Αυτοκρατορία, και αφού είχε προηγηθεί η γένεση της ιδέας για την Ένωση των Εκκλησιών (η οποία επρόκειτο να μπει σε εφαρμογή αργότερα, το 1274), ο αυτοκράτορας της Νίκαιας Μιχαήλ Η' Παλαιολόγος εισήλθε στην Κωνσταντινούπολη στις 25 Ιουλίου 1261.

Η συνθήκη που συνομολογήθηκε μεταξύ Νίκαιας και Γένοβας στο Νυμφαίο σήμαινε το συνασπισμό των δύο μερών εναντίον του κοινού εχθρού, των Βενετών.1 Με τη συνθήκη επικυρώθηκε η γενουατική κυριότητα σε κτήσεις σε διάφορα λιμάνια των νησιών και της Ρωμανίας (της σημερινής νότιας Θράκης), ενώ διασφαλιζόταν η προστασία των γενουατικών αποικιών και η ελεύθερη εμπορική δραστηριότητα σε όλα τα λιμάνια της αυτοκρατορίας.

Τον Μάρτιο του 1261, όταν υπογράφηκε η συνθήκη, η Αυτοκρατορία της Νίκαιας είχε ήδη αναγνωριστεί ως η κυριότερη δύναμη της περιοχής. Μόνο η Βενετία θα μπορούσε να απειλήσει αυτή την πρωτοκαθεδρία. Μια ανακωχή με τη Βενετία είχε υπογραφεί τον Αύγουστο του 1260, και το καλοκαίρι του 1261 τα πλοία της Ναυτικής Δημοκρατίας είχαν αφήσει την Κωνσταντινούπολη για την πολιορκία της νήσου Δαφνουσίας. Στις 25 Ιουλίου 1261 τα στρατεύματα του αυτοκράτορα της Νίκαιας μπήκαν στη βυζαντινή πρωτεύουσα, που είχε αφεθεί σχεδόν ανυπεράσπιστη.

Ένα αντίγραφο, στα λατινικά, του κειμένου της συνθήκης φυλασσόταν στο Δημαρχείο της Βενετίας· αργότερα ο Charles du Cange επιμελήθηκε την έκδοση του κειμένου από το αντίγραφο που βρισκόταν στο αρχείο των Γάλλων βασιλιάδων, ενώ μια μεταγενέστερη έκδοση έγινε από τον Γάλλο ερευνητή J.A. Buchon.2

Η Συνθήκη είχε ένα συγκεκριμένο σκοπό: την εξασφάλιση της ναυτικής υποστήριξης των Γενουατών για την επικείμενη αναστήλωση της αυτοκρατορίας. Ωστόσο πήρε την παλιομοδίτικη μορφή της παραχώρησης προνομίων και αδειών για ελεύθερο από φορολογία εμπόριο που απολάμβανε προηγουμένως η Ναυτική Δημοκρατία της Βενετίας, από τα χρόνια της βασιλείας του Αλεξίου Α' Κομνηνού (1081-1118).3 Σε αντάλλαγμα για τα προνόμια αυτά, η συνθήκη του 1261 προέβλεπε κοινή αμυντική γραμμή μεταξύ Νίκαιας και Γένοβας εναντίον της Βενετίας. Η αντιπαλότητα μεταξύ των δύο ιταλικών εμπορικών πόλεων-κρατών είχε πίσω της μακρά ιστορία. Μετά την Δ' Σταυροφορία η Βενετία έφτασε στο απόγειό της ως δύναμη στη Μεσόγειο, καθώς συμμετείχε στη διαίρεση των εδαφών της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Τώρα που είχε έρθει η σειρά των Βυζαντινών να ανακτήσουν την Κωνσταντινούπολη, η Γένοβα στάθηκε στο πλευρό τους για να επωφεληθεί από τη νέα κατάσταση που θα προέκυπτε. Ας σημειωθεί εδώ ότι η περιοχή του Εύξεινου Πόντου θεωρούνταν επίσης περιοχή ελεύθερου εμπορίου για τους Γενουάτες εμπόρους.

2. Το περιεχόμενο της Συνθήκης

Το πρώτο μέρος της Συνθήκης καλύπτει τις υποχρεώσεις του Βυζαντίου. Στο κείμενο υπογραμμίζεται διαρκώς ότι «Γένοβα» σημαίνει τους Γενουάτες πολίτες και υπηκόους και όλους εκείνους που έχουν υιοθετήσει την ονομασία «Γενοβέζοι».

«Ο ευγενής υποκόμης Guillelmus και ο ευγενής δικαστής Guarnerus, απεσταλμένοι και πρέσβεις του Κοινού της Γένοβας, ήρθαν στον αυτοκράτορα των Ελλήνων, τον εκλαμπρότατο Μιχαήλ Δούκα Άγγελο Κομνηνό Παλαιολόγο ... έχοντας σταλεί από τους άρχοντές τους, και συγκεκριμένα από τον ευγενέστατο Martin de Facio, ποτεστάτο της Γένοβας, και τον ευγενέστατο Guillelmo Bocanegra, ναύαρχο της Γένοβας, και από το Συμβούλιο των οκτώ επιφανών και γερόντων της πόλεως και από το Κοινόν της Γένοβας. Ήρθαν αυτοί οι απεσταλμένοι στην αυτοκρατορία μας για να διαπραγματευτούν, να συσκεφθούν, να συμφωνήσουν, να επιβεβαιώσουν και να επισφραγίσουν με την αυτοκρατορία μας όλα τα συμφωνηθέντα, και μάλιστα όλα όσα βεβαιώνονται με αυτοκρατορικό χρυσόβουλλο και ενώπιον των Γραφών και του ζωοποιού Σταυρού και των Τιμίων Δώρων.4

»Αρχής γενομένης από αυτήν την ημέρακαι στο εξής, είθε η αγάπη και η αιώνια ειρήνη να επικρατήσουν ανάμεσα στην αυτοκρατορία μας και τους διαδόχους της και στο Κοινόν της Γένοβας και τις υποτελείς σε αυτήν περιοχές· και σε καιρό πολέμου με το Κοινόν της Βενετίας, που είναι οι εχθροί μας, να μη συμφωνηθεί ειρήνη με το Κοινόν αυτό ή ανακωχή ή οποιαδήποτε συμφωνία χωρίς τη γνώση και τη θέληση του Κοινού της Γένοβας. Και το Κοινόν της Γένοβας να μη συνάψει ειρήνη ή ανακωχή ή συμμαχία με το Κοινόν της Βενετίας χωρίς τη συναίνεση και τη βούληση της αυτοκρατορίας μας».5

Τα παραπάνω αποτελούν το πρώτο άρθρο της συνθήκης για το συνασπισμό των δύο δυνάμεων εναντίον της Βενετίας. Τα επόμενα άρθρα παραχωρούν στους Γενουάτες εμπόρους το δικαίωμα ελεύθερου εμπορίου σε όσα εδάφη τελούσαν υπό την κυριαρχία της Νίκαιας κατά την περίοδο υπογραφής της συνθήκης αλλά και σε αυτά που επρόκειτο να καταληφθούν μελλοντικά: «Επιπλέον παραχωρεί και βεβαιώνει στους εν λόγω απεσταλμένους και εκτελεστές της Γένοβας και στους άλλους Γενουάτες ελευθερία και ελεύθερη βούληση και ασυλία διά παντός κατά γην και κατά θάλασσαν και στα λιμάνια μας και στα νησιά μας, έτσι ώστε όλοι αυτοί οι Γενουάτες και όλοι οι προαναφερθέντες από την περιοχή της Γένοβας να κατέχουν, ή με τη θέληση του Θεού να αποκτήσουν, ελευθερία και κυριαρχία, και να έχουν απαλλαγή σε ολόκληρη την αυτοκρατορία από κάθε κομμέρκιον και δασμό για την είσοδο και την έξοδο από την επικράτειά μας, και εντός της επικράτειάς μας, ή όταν ταξιδεύουν διά θαλάσσης ή διά ξηράς, είτε με φορτίο είτε χωρίς ... και δίχως κανείς υπήκοος του αυτοκράτορα να έχει το δικαίωμα να τους αφαιρέσει αυτά τα αγαθά.

»Επιπλέον [ο αυτοκράτορας] παραχωρεί και βεβαιώνει για τις προαναφερθείσες περιοχές και για όλους τους τόπους [;] ελεύθερη ιδιοκτησία και δικαιοσύνη και κυριαρχία στον Αίνο, στη Σμύρνη και στο Αδραμύττιο, και Θεού θέλοντος στην Κωνσταντινούπολη και στη Θεσσαλονίκη ... και στα νησιά της Μυτιλήνης, της Χίου, της Κρήτης και της Χάλκης, που αναφέρονται αμέσως παρακάτω. Οι έμποροι που έρχονται για να διεξαγάγουν εμπόριο μπορούν να έχουν λότζιες (loggias) και παλάτια και ναούς και λουτρά και αρτοπωλεία και κήπους, και ικανές κατοικίες και στάβλους. Οι έμποροι που καταφθάνουν δικαιούνται τα δικά τους δικαστήρια. Υποσχόμαστε ότι δε θα δεχτούμε ποτέ κανέναν Γενουάτη, ή από την περιοχή της Γένοβας ή οποιονδήποτε αυτοαποκαλείται Γενουάτης, ούτε ως υποτελή ούτε ως ακόλουθο, ώστε να επιτρέψουμε σε αυτούς να παραμείνουν πιστοί στην Κούρια (Curia Romana της Αγίας Έδρας) και στη δικαιοδοσία των Γενουατών υπάτων και να είναι υπόλογοι ενώπιόν της και ενώπιον των Γενουατών πολιτών και όσων ζουν στη Γένοβα».6

Επίσης επικυρώθηκε το δικαίωμα των Γενουατών να έχουν τα δικά τους δικαστήρια: μπορούσαν να διευθετούν τις διαφορές τους σε περιοχές γενουατικής δικαιοδοσίας. Όταν διαπράττονταν αδικήματα από ξένους μη γενουατικής καταγωγής, οι Βυζαντινοί όφειλαν να επαναφέρουν την τάξη και να αποδώσουν δικαιοσύνη ευθύς αμέσως.

«Επίσης [ο αυτοκράτορας] δε θα δεχτεί στα εδάφη που κατέχει ή που θα αποκτήσει κανένα στράτευμα που θα κινείται εναντίον της Γένοβας. Ούτε θα διεξάγει εμπόριο με οποιονδήποτε άλλον εκτός από τους Πισάτες, που είναι πιστοί στην αυτοκρατορία μας. Και θα απελάσουμε όλους τους πειρατές που επιτίθενται στη Γένοβα ή θα τους τιμωρούμε κατά πώς προβλέπει ο νόμος.

»Επιπλέον [ο αυτοκράτορας] υπόσχεται και επικυρώνει δικαιώματα και αξιώσεις και προνόμια (στο πλαίσιο του νόμου) πάνω σε κτήρια που θα οικοδομηθούν ενδεχομένως, με τη βοήθεια του Θεού, στην Κωνσταντινούπολη. Κι αν, Θεού θέλοντος, αναστηλώσουμε την αυτοκρατορία μας και πάρουμε την εν λόγω Πόλη, τότε θα παραχωρηθούν εκεί δώματα για το Κοινόν της Γένοβας και μια Έδρα, και γαίες, και σε ένδειξη ευγνωμοσύνης θα αποδοθεί η εκκλησία της Παναγίας που κρατούν τώρα οι Βενετοί στην Πόλη και το κοιμητήριο τής και επιπλέον και το βενετικό κάστρο στην Πόλη, με την προϋπόθεση ότι [η Γένοβα] θα μας ενισχύσει με άνδρες στον πόλεμο για την κατάληψη της Πόλης.

»Υπόσχεται και βεβαιώνει την αποστολή στη Γένοβα πενήντα υπέρπυρων και δύο χρυσοποίκιλτων παλλίων (pallia) ετησίως στην Επισκοπή της Γένοβας· και στην Αρχιεπισκοπή [την αποστολή] σαράντα υπέρπυρων και ενός παλλίου (pallium), όπως αναφέρεται στα προνόμια που είχε παραχωρήσει ο μακαρίτης αυτοκράτορας Μανουήλ.7

»Επίσης υπόσχεται ελεύθερο εμπόριο αγαθών και σιτηρών και τροφίμων σε ολόκληρη την αυτοκρατορία χωρίς φόρους και οποιαδήποτε απαίτηση...

»Επιτρέπει σε όλα τα πλοία της Γένοβας να αποπλέουν από οποιοδήποτε λιμάνι της αυτοκρατορίας χωρίς να κατηγορούνται για χρέη ή κλοπή...

»Υπόσχεται να μην επιτρέπει το εμπόριο στη Μαύρη Θάλασσα σε άλλους Λατίνους εκτός από τους Γενουάτες και τους Πισάτες, που μπορούν να εισέλθουν και να εξέλθουν ελεύθερα από τη Μαύρη Θάλασσα, με φορτίο ή χωρίς.

»Επίσης υπόσχεται και βεβαιώνει με όρκο και υπογραφή ότι απαλλάσσονται από σύλληψη και σωφρονιστήρια όλοι οι Γενουάτες, και όσοι προέρχονται από την περιοχή της Γένουας και όσοι έχουν υιοθετήσει αυτό το όνομα, και θα αφήνονται να φύγουν.

»Οι απεσταλμένοι που αναφέρθηκαν παραπάνω ορκίζονται για όλα αυτά στην Αγία Γραφή και στον αληθινό και Τίμιο Σταυρό και σε όλα τα Άγια και αναλαμβάνουν [την ευθύνη] με την ψυχή τους και στην ψυχή των ανώτερών τους ευγενών και του ποτεστάτου και των ναυάρχων και των Γερόντων και των Οκτώ επιφανών, και ορκίζονται σε επιβεβαίωση των όσων προειπώθηκαν».

Το δεύτερο μέρος της Συνθήκης αφορά τις υποχρεώσεις της γενουατικής πλευράς.

«Είθε να έχει η Γένοβα αιώνια ειρήνη με την αυτοκρατορία μας και τους διαδόχους μας και να μην συνάψει ειρήνη ή ανακωχή ή συμφωνία με το Κοινόν της Βενετίας, που είναι ο κοινός μας εχθρός, χωρίς τη δική μας γνώση και θέληση· και αντιστρόφως.

»Επίσης, να προστατεύει και να υπερασπίζεται όλα όσα κατέχουν οι απεσταλμένοι και οι υπήκοοί μας στη Γένοβα».

Οι Βυζαντινοί υπήκοοι μπορούσαν να διεξάγουν ελεύθερα εμπόριο στη Γένοβα και να εισάγουν και να εξάγουν αγαθά, όπλα και άλογα χωρίς φόρους και δασμούς, ελεύθερα. Όλοι οι Γενουάτες και όσοι προέρχονταν από την ευρύτερη περιοχήτης Γένουας μπορούσαν ανεμπόδιστα να μπουν στην υπηρεσία της αυτοκρατορίας με άνδρες (στρατιώτες), όπλα, πλοία και άλογα, χωρίς η κυβέρνηση της Γένοβας να τους αποτρέψει. Επιπλέον, αν ένα εμπορικό πλοίο συνέβαινε να βρίσκεται σε ένα (βυζαντινό) λιμάνι σε καιρό πολέμου με την Πίζα ή τη Βενετία ή με κάποια άλλη χώρα, και αν ο διοικητής του κάστρου ζητούσε τη στρατιωτική τους συνδρομή, τότε οι άντρες δικαιούνταν πληρωμή για υπηρεσίες διάρκειας δέκα ημερών, ή είκοσι, ή για ένα μήνα ή για περισσότερο ή για λιγότερο, για να προστατεύσουν το κάστρο σαν δικό τους και να μην το βλάψουν, και σε περίπτωση άρνησης θα αντιμετωπίζονται ως προδότες από το Κοινόν της Γένοβας. Επίσης οι Βυζαντινοί απεσταλμένοι μπορούσαν κατά βούληση να αφήνουν τη Γένοβα με τα όπλα και τα άλογά τους.

«Για τη συντήρηση των ανδρών που θα παραχωρεί η Γένοβα στην αυτοκρατορία μας θα προσφέρονται σαράντα μερίδες παξιμάδια και παστό κρέας και δέκα μόδιοι κρασί, και η πληρωμή των ναυτών και των αξιωματικών του πλοίου και των ναυτικών θα είναι 13 υπέρπυρα και η διατροφή τους από τη μέρα που θα φεύγουν από το λιμάνι της Γένοβας και μετά. Η Γένοβα υποχρεούται να προσφέρει άνδρες με πλήρη εξοπλισμό, οι οποίοι θα υπηρετούν την άμυνα της αυτοκρατορίας μας εναντίον όλων των εχθρών μας, με την εξαίρεση της Εκκλησίας της Ρώμης και όσων έχουν συνάψει ειρήνη με τη Γένοβα.8

»Αν τα παραπάνω δεν εκπληρωθούν ως την πρώτη Οκτωβρίου, τότε η Γένοβα θα στείλει 40 γαλέρες και θα καλύψει τα έξοδα της αυτοκρατορίας.

»Οι Γενουάτες έμποροι θα εισάγουν προϊόντα μόνο από τη Γένοβα ... Οι έμποροι θα έχουν την άδεια να εξάγουν από την αυτοκρατορία μας όλα τα αγαθά, εκτός από χρυσό και ασήμι. Οι εκτελεστές στα λιμάνια και οι loggias στο Αδραμύττιο και στη Χίο, στον Αίνο, στην Κασσανδρία, στη Σμύρνη και, με τη βοήθεια της Θείας Πρόνοιας, στην Κωνσταντινούπολη και στη Χάλκη και στην Κρήτη, θα κάνουν κατασχέσεις όλων των αγαθών που προέρχονται από άλλες χώρες.

»Η αυτοκρατορία μας επιβεβαιώνει τα παραπάνω με αυτά τα προνόμια και με τον όρο ότι οι αρχές της Γένοβας τα επικυρώνουν με τον όρκο και τις υπογραφές των δύο απεσταλμένων.

»Συνομολογήθηκε εννόμως στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, στην αυλή του αυτοκράτορα στη Νίκαια (;) [Nisiem στο κείμενο]9 το σωτήριο έτος 1261, την Δ' ινδικτιώνα, τη δέκατη τρίτη ημέρα του Μαρτίου.

»Μάρτυρες για τον αυτοκράτορα ήταν ο μέγας παρακοιμώμενος Ισαάκ Δούκας και ο πανσέβαστος Θεοφόρος Κριβιτσιώτης και ο αγαπημένος μας αρχιδιάκονος Λέων, όλοι με ρητή διαταγή του αυτοκράτορα που τη συνέταξε ο νοτάριος Ιάκωβος Μαζούχης. Στις 28 Απριλίου 1261 επικυρώθηκε η Χάρτα με χρυσόβουλλο και στις 10 Ιουλίου επικυρώθηκε από τον ποτεστάτο Jordani de Alvenigo και τον ναύαρχο Guillelmus Bocanegra».

Ακολουθούν τα ονόματα των χωρών και των ηγεμόνων που εξαιρούνται από τον κατάλογο των εχθρών: «Η Εκκλησία της Ρώμης, οι βασιλείς της Γαλλίας, οι Καταλανοί, η Αγγλία, η Σικελία, η Αραγωνία, η Αρμενία, ο βασιλιάς και η βασίλισσα της Κύπρου, ο κόμης της Προβηγκίας, ο άρχοντας της Τύρου και οι διάδοχοί του, όλοι οι χριστιανοί βαρόνοι της Ιερουσαλήμ και της Κύπρου, οι Ιωαννίτες ιππότες και άλλες εκκλησιαστικές αποστολές από την Ανκόνα, ο βασιλιάς της Τυνησίας [;], ο σουλτάνος Βαβυλώνας, Δαμασκού και Αλέπο, ο σουλτάνος της Αντιόχειας, οι μαρκήσιοι του Μοντεφεράτου και όλοι οι Λομβαρδοί και οι Πισάτες, ο πρίγκιπας της Αχαΐας Γουλιέλμος Βιλλεαρδουίνος και οι διάδοχοί του».

Ακολουθούν οι υπογραφές των Γενουατών: του Συμβουλίου των οκτώ, των 25 Γερόντων, των 26 συμβούλων και των 109 ναυάρχων.

«Συνομολογήθηκε στη Γένοβα, στο παλάτι, το 1261, στις 10 Ιουλίου, την Γ' ινδικτιώνα». Υπάρχει επίσης οπισθογράφηση από τις 28 Απριλίου 1261, την Δ' ινδικτιώνα.

3. Συνέπειες

Με τη συνθήκη του Νυμφαίου παραχωρήθηκαν στη Γένοβα τα ίδια εμπορικά προνόμια που απολάμβανε η Βενετία. Οι δύο ιταλικές δημοκρατίες έλαβαν εξαιρετικές παραχωρήσεις και απέκτησαν τελικά τον έλεγχο του εμπορίου στην Ανατολική Μεσόγειο. Η ίδια κατάσταση συνεχίστηκε μέχρι την κατάρρευση του Βυζαντίου και διατηρήθηκε ακόμα και κατά τους πρώτους αιώνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.




1. Για τη διπλωματική αποστολή των Γενουατών απεσταλμένων στην αυλή του αυτοκράτορα στο Νυμφαίο, βλ. Γεώργιος Παχυμέρης, Συγγραφικαί Ιστορίαι, Failler, A. (ed.), Georges Pachymérès, Relations historiques 1 (Paris 1984), σελ. 149.

2. Εκδόσεις του κειμένου: Buchon, J.A., Histoire de Constantinople sous les empereurs français jusqu’à la conquête des Turcs (par Fresne du Cange 1657), νέα έκδ. (Paris 1826), Appendix Ν 19, σελ. 438-452· του ιδ., Recherches et matériaux pour servir à l’histoire de la domination française au 13e, 14e et 15e siècles (Paris 1840), Appendice E, Regestes du Commun de Gennes, Traité de Nymphée, trad. en français”, σελ. 462-472. Επίσης Dölger, F., Regesten der Kaiserurkunden des Oströmischer Reiches 3 (München Berlin 1932), N 1809∙ Manfroni, C., Le relazioni fra Genova, l’impero bizantino e i Turchi (Genova 1896), σελ. 791-809.

3. Ορισμένες αναλογίες με τη συνθήκη που υπέγραψε αυτός ο Βυζαντινός αυτοκράτορας το 1082 με τη Βενετία σε αντάλλαγμα της βενετικής υποστήριξης εναντίον των Νορμανδών είναι εμφανείς. Με τη συνθήκη εκείνη ο Δόγης είχε λάβει τον τίτλο του Πρωτοσέβαστου και ετήσια αμοιβή, ενώ ο Πατριάρχης του Grado (Βενετίας) έγινε Υπέρτιμος και η βενετική εκκλησία δικαιούνταν ετήσια εισφορά 20 λίτρες χρυσού. Οι Βενετοί έμποροι έλαβαν το δικαίωμα ελεύθερου εμπορίου χωρίς δασμολογική επιβάρυνση σε όλα τα εδάφη της αυτοκρατορίας, συμπεριλαμβανομένης της Κωνσταντινούπολης, και κέρδισαν τρία λιμάνια στον Κεράτιο. Η συνθήκη σήμανε την αρχή της βενετικής αποικιακής κυριαρχίας στην Ανατολή, αλλά την ίδια στιγμή κατάφερε ένα ισχυρό πλήγμα με μακροχρόνιες συνέπειες στο βυζαντινό εμπόριο.

4. Η μετάφραση του κειμένου της συνθήκης έγινε από τα αγγλικά. Βλ. και το γαλλικό κείμενο του Buchon, J.A., Histoire de Constantinople sous les empereurs français jusqu’à la conquête des Turcs (par Fresne du Cange 1657), νέα έκδ. (Paris 1826), σελ. 438.

5. Buchon, J.A., Histoire de Constantinople sous les empereurs français jusqu’à la conquête des Turcs (par Fresne du Cange 1657), νέα έκδ. (Paris 1826), σελ. 439.

6. Buchon, J.A., Histoire de Constantinople sous les empereurs français jusqu’à la conquête des Turcs (par Fresne du Cange 1657), νέα έκδ. (Paris 1826), σελ. 440.

7. Πρόκειται για τον Μανουήλ Α' Κομνηνό (1143-1180).

8. Buchon, J.A., Histoire de Constantinople sous les empereurs français jusqu’à la conquête des Turcs (par Fresne du Cange 1657), νέα έκδ. (Paris 1826), σελ. 445.

9. Το όνομα είναι ενδεχομένως Νυμφαίο (Νymphaeum), και όχι Νίκαια (Nisiem), όπως στο κείμενο που επιμελήθηκε ο Buchon, J.A., Histoire de Constantinople sous les empereurs français jusqu’à la conquête des Turcs (par Fresne du Cange 1657), νέα έκδ. (Paris 1826), σελ. 447.