Γοργορωμέων Κώμη

1. Όνομα – Ιστορία – Θρησκεία

Η κώμη των Γοργορωμέων τοποθετείται στο λόφο Kilisse Tchale, ο οποίος έχει ύψος 100 μ. και βρίσκεται 1 χλμ. ανατολικά του Akkisse (παλιότερα Ak Kilisse) στις βορειοανατολικές όχθες της Suğla Gölü (η αρχαία λίμνη Τρωγίτις). Μεγάλος αριθμός σπολίων εντοιχίστηκε στα σπίτια του σύγχρονου οικισμού.

Ο χαρακτηρισμός της ως κώμης και το εθνικό παραδίδονται μόνο επιγραφικά. Η γενική πληθυντικού εμφανίζεται και ως Γοργορωμών. Στην παλιότερη βιβλιογραφία ο οικισμός αναφέρεται με το όνομα Γοργορώμη, ενώ η νεότερη χρησιμοποιεί το εθνικό Γοργορωμείς.1 Το πρώτο συνθετικό του ονόματος φέρνει στο νου τη Γοργώ, η οποία σχετίζεται με το Λυκάονα και τον Περσέα, ήρωες της ύστερης μυθολογικής παράδοσης των Λυκαόνων. Από την εικόνα της Γοργούς, σύμφωνα με μια παράδοση, πήρε το όνομά του το Ικόνιο (ή Εικόνιο), η σημαντικότερη πόλη της Λυκαονίας.2 Έχει επίσης διατυπωθεί η υπόθεση ότι ο Γόργων ήταν ποταμός τον οποίο «δάμασε» αποκεφαλίζοντάς τον ο Περσέας, η συσχέτιση του οποίου με τεχνικά έργα είναι γνωστή.3 Το δεύτερο συνθετικό θα μπορούσε να προέρχεται από τη ρώμη ή τη Ρώμη. Μήπως λοιπόν το όνομα της κώμης σημαίνει τη «δύναμη της Γοργούς», την καταστροφική δύναμη της λίμνης ή του Irmak Çanal4 ή τη συνύπαρξη του παλιού και του νέου εθνικού στοιχείου που αποτέλεσαν το νέο οικισμό;

Η κώμη δημιουργείται κάποια στιγμή μέσα στον 1ο αι. μ.Χ. στην περιοχή που κατοικούσαν οι Ομοναδείς, η οποία, μετά την ήττα των τελευταίων από τον Sulpicius Quirinus το 4-3 π.Χ., τέθηκε υπό άμεσο στρατιωτικό έλεγχο. Εκεί εγκαταστάθηκε ένα στρατιωτικό απόσπασμα ιππέων και πεζικάριων επιφορτισμένων με τη φύλαξη του δρόμου που οδηγούσε από το Μίσθιον στα Παλαιά Ίσαυρα, παρακλάδι του Δρόμου των Σεβαστών. Γέφυρα του δρόμου αυτού εντοπίσθηκε 50 μ. βορειότερα της σημερινής γέφυρας, πάνω από τη νότια προεξοχή της λίμνης στα νοτιοδυτικά του αρχαίου οικισμού. Ο οικισμός πρέπει να άκμασε κατά τους τέσσερις πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες, όπου ανήκουν και τα περισσότερα ευρήματα.

Τον πληθυσμό της τον αποτελούσαν παλαίμαχοι Ρωμαίοι και ντόπιοι. Η μικρή παρουσία ελληνικών ονομάτων δείχνει ότι δεν είχε προχωρήσει πολύ ο εξελληνισμός της τοπικής κοινωνίας, η οποία φαίνεται ότι διατήρησε μια δική της ταυτότητα στην οποία προστέθηκαν ρωμαϊκά πολιτισμικά στοιχεία λόγω της στρατιωτικής παρουσίας.

Αναφέρεται λατρεία του Δία, του Απόλλωνα, της Τύχης Γοργορωμών και αρχιερεύς διά βίου των Σεβαστών (αυτοκρατορική λατρεία). Η αναγνώριση κάποιου τοπικού θεού πίσω από το επιγραφικά παραδιδόμενο όνομα Πόλωξος5 είναι μάλλον εσφαλμένη.6

2. Τοπογραφία

Η χώρα της μάλλον έφτανε στα δυτικά και τα νοτιοδυτικά μέχρι τις όχθες της λίμνης, στα βορειοδυτικά καταλάμβανε τμήμα της αρδευόμενης πεδιάδας με τα χωριά της περιοχής Kara Viran και συνόρευε με τη χώρα της πόλης Βασάδα, στα βόρεια και βορειοανατολικά πρέπει να γειτνίαζε με τη χώρα της πόλης Σέδασα, ενώ στα νοτιοανατολικά έφτανε μέχρι το ύψωμα Karatepe, όπου βρέθηκε όρος μιας γειτονικής της άγνωστης πόλης, της οποίας τα ερείπια εντοπίσθηκαν κοντά στο χωριό Balikliavi.

Ο αρχαιότερος οικισμός καταλάμβανε τις βορειοανατολικές πλαγιές του λόφου Kilisse Tchale, ενώ ο ύστερος ρωμαϊκός εκτεινόταν στο πλάτωμα στην κορυφή του λόφου, όπου εντοπίσθηκαν κατάλοιπα πολλών κτηρίων και μια πέτρινη δεξαμενή. Το νεκροταφείο της πόλης εντοπίσθηκε στη νοτιοδυτική πλευρά του λόφου. Από εκεί προήλθαν οι εντοιχισμένοι σε σπίτια του Akkisse σαρκοφάγοι και μια οστεοθήκη, όπου απεικονίζονται νεκρόδειπνα και πρόσωπα με στρατιωτική ενδυμασία.

Στην άκρη του πλατώματος κατασκευάστηκε αργότερα με θέα προς τη λίμνη μία εκκλησία διαστάσεων 12× 30 μ., της οποίας οι τοίχοι διατηρούνταν σε ύψος 2 μ. μέχρι τη δεκαετία του 1970.



1. Sitlington Sterrett, J.R., The Wolfe Expedition to Asia Minor (PASA 3, Boston 1888), σελ. 130· Hall, A.S., “The Gorgoromeis”, AS 21 (1971), σελ. 125-166.

2. Weiss, P., “Mythen, Dichter und Münzen von Lycaonien”, Chiron 20 (1990), σελ. 221-237, για Περσέα, σελ. 227, σημ. 21.

3. Νόνν., Δ. 13.520-545· Ramsay, W.M., The Social Basis of Roman Power in Asia Minor (Aberdeen 1941), σελ. 182-183.

4. Πρβλ. Γοργώπις λίμνη στην Κορινθία, RE 14 (1912), στήλ. 1.658, βλ. λ. “Bölte”, και Γόργος, παραπόταμος Τίγρη στη Βαβυλωνία, RE 14 (1912), στήλ. 1.660, βλ. λ. “Streck”.

5. Buckler, W.H.  – Calder, W.M. – Cox, C.W.M., “Asia Minor 1924. I. Monuments from Iconium, Lycaonia and Isauria”, JRS 14 (1924), σελ. 24-84, ιδ. σελ. 71-72, αρ. 105.

6. SEG VI (1932), αρ. 537.