Ντάνσαρι

1. Ανθρωπογεωγραφία

Οικισμός με αποκλειστικά ελληνορθόδοξους κατοίκους στην κοιλάδα του Nilufer çay, 2 χλμ. βόρεια από το δημόσιο δρόμο Προύσας-Μιχαλητσίου, 22 χλμ. δυτικά-βορειοδυτικά της Προύσας, 110 χλμ. νοτιοδυτικά της Νικομήδειας, 14 χλμ. βορειοανατολικά της Απολλωνιάδας και 16 χλμ. νότια-νοτιοδυτικά των Μουδανιών. Η ονομασία του χωριού, Ντάνσαρι ήταν κοινή για το ελληνορθόδοξο και το μουσουλμανικό στοιχείο. Με το ίδιο όνομα αναφερόταν στα εκκλησιαστικά έγγραφα, όπως και στα επίσημα οθωμανικά κρατικά έγγραφα. Συχνά όμως οι κάτοικοι το αποκαλούσαν Αϊ-Θόδωρο από την εκκλησία των Αγίων Θεοδώρων που υπήρχε εκεί. Σήμερα λέγεται İrfaniye.

Παλαιότερα το χωριό κατοικούνταν από το μουσουλμανικό στοιχείο, προοδευτικά όμως υπήρξε συγκέντρωση ελληνορθόδοξων οικογενειών από διάφορα μέρη της Μικράς Ασίας.1 Μουσουλμάνοι πάντως υπήρχαν στο χωριό μέχρι και τη δεκαετία του 1890. Πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή αριθμούσε 120-140 οικίες, αποκλειστικά με ελληνορθόδοξο πληθυσμό.2 Η γλώσσα των κατοίκων ήταν η τουρκική,3ενώ στο σχολείο οι μαθητές διδάσκονταν ελληνικά. Στην εκκλησία η Θεία Λειτουργία τελούνταν στην ελληνική και το ίδιο συνέβαινε με την ανάγνωση του Ευαγγελίου, το οποίο όμως συχνά ερμηνευόταν στα τουρκικά από τον ιερέα. Τα τραγούδια τους, όπως και τα κάλαντα, ήταν τουρκικά.

2. Διοικητική και εκκλησιαστική εξάρτηση – Θρησκεία – Εκπαίδευση

Σύμφωνα με τα στοιχεία που διαθέτουμε για τις αρχές του 20ού αιώνα, το Ντάνσαρι, λόγω της εγγύτητάς του με την Προύσα, υπαγόταν απευθείας στις διοικητικές και δικαστικές Αρχές της (βιλαέτι Προύσας). Όταν όμως οι κάτοικοί του παρουσιάζονταν προς στράτευση, πήγαιναν στο στρατολογικό γραφείο του Μιχαλητσίου. Το χωριό διοικούνταν από ένα μουχτάρη (muhtar), τον οποίο οι κάτοικοι αποκαλούσαν τσορμπατζή (çorbaci), με τη βοήθεια ενός ή δύο αζάδων (σύμβουλοι, âza). Είχε κυρίως φοροσυλλεκτικές αρμοδιότητες, σε συνεργασία με τον αρμόδιο κρατικό υπάλληλο (ταχσιλδάρη, tahsildar). Το χωριό διέθετε επίσης αγροφύλακα, τον οποίο υποδείκνυαν οι κάτοικοι, αλλά για να αποκτήσει τη θέση έπρεπε να καταβάλει 50 οθωμανικές λίρες εγγύηση στο αρμόδιο ταμείο στην Προύσα. Σε περίπτωση απώλειας, για παράδειγμα, ενός αλόγου, εάν ο αγροφύλακας δεν μπορούσε να το βρει αποζημίωνε τον ιδιοκτήτη του από το ποσό της εγγύησης. Επίσης είχε ως χώρο ευθύνης του την προστασία των συγκοινωνιών. Πληρωνόταν από την ορθόδοξη κοινότητα μετά την πώληση των κουκουλιών (του μεταξιού), που ήταν η σημαντικότερη πηγή εσόδων για τους κατοίκους.

Το χωριό υπαγόταν εκκλησιαστικά στη μητρόπολη Νικομηδείας παρά την εγγύτητά του με την Προύσα, και πιο συγκεκριμένα στο τμήμα Απολλωνιάδος της μητρόπολης Νικομηδείας, που είχε επικεφαλής έξαρχο με τον αρχιερατικό βαθμό του αρχιμανδρίτη. Στο χωριό, όπως ήδη έχει αναφερθεί, υπήρχε εκκλησία αφιερωμένη στους Αγίους Θεοδώρους, καθώς και δύο αγιάσματα: της Αγίας Παρασκευής και του Αγίου Ιωάννη. Το τελευταίο γιόρταζε στις 24 Ιουνίου και γινόταν μεγάλο πανηγύρι που συγκέντρωνε κόσμο από τα γύρω χωριά. Την ημέρα εκείνη τα παιδιά του χωριού άναβαν φωτιές και οι εργάτες που δούλευαν στο θερισμό γυρίζοντας το βράδυ από τις εργασίες τους περνούσαν πηδώντας πάνω από τις φωτιές που συναντούσαν στο δρόμο τους. Ύστερα διασταύρωναν τα δρεπάνια τους και τα παιδιά περνούσαν από κάτω. Στο Ντάνσαρι υπήρχε επίσης ένα τζαμί με ένα μικρό μιναρέ, το οποίο οι χριστιανοί κάτοικοι συντηρούσαν ακόμα και όταν οι μουσουλμάνοι είχαν εγκαταλείψει το χωριό.

Ο οικισμός διέθετε αρρεναγωγείο και παρθεναγωγείο, τα οποία συστεγάζονταν στο ίδιο διώροφο κτίριο που βρισκόταν δίπλα στην εκκλησία. Τα παιδιά στις μεγάλες τάξεις διδάσκονταν μαζί με τα ελληνικά και τουρκικά.

3. Στοιχεία οικονομίας

Οι κάτοικοι παρήγαν δημητριακά, σουσάμι, καπνά, φρούτα, σταφύλια και κτηνοτροφικά προϊόντα, τα οποία όμως εξυπηρετούσαν ίδιες ανάγκες. Κύρια παραγωγική δραστηριότητα ήταν η σηροτροφία. Από την πώληση των κουκουλιών, τα οποία διοχετεύονταν κατά κύριο λόγο στην αγορά της Προύσας, κάθε οικογένεια κέρδιζε περί τις 150-200 οθωμανικές λίρες ετησίως. Τα δημητριακά τα πουλούσαν είτε σε εμπόρους που μετέβαιναν στο χωριό είτε τα μετέφεραν στην Προύσα, όπου φυλάσσονταν σε αποθήκες μέχρι την πώλησή τους, διαδικασία η οποία μπορούσε να διαρκέσει και ένα χρόνο. Αρκετοί κάτοικοι των γύρω μουσουλμανικών χωριών επίσης έρχονταν στο Ντάνσαρι για να αγοράσουν δημητριακά ή για να τα ανταλλάξουν με κάρα, αλέτρια κ.λπ.

Οι βασικές εμπορικές ανταλλαγές του οικισμού διεξάγονταν με την Προύσα και κατά δεύτερο λόγο με τα Μουδανιά. Κάθε Σάββατο αρκετοί κάτοικοι του Ντάνσαρι επισκέπτονταν τα περίφημα λουτρά της Προύσας.

4. Εγκατάσταση

Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή οικογένειες από τον οικισμό εγκαταστάθηκαν στην Τριανταφυλλιά και τους Αγίους Θεοδώρους Κομοτηνής, την Αναρράχη Πτολεμαΐδας και την Πέρνη Καβάλας.




1. Οι Μεσιτίδης, Α. – Δεληγιάννης, Β., «Η Απολλωνιάς», Μικρασιατικά Χρονικά 3 (1940), σελ. 429, ισχυρίζονται ότι οι τουρκόφωνοι της περιοχής της Προύσας μεταφέρθηκαν εκεί από τις οθωμανικές Αρχές από την περιοχή του Ικονίου.

2. Αρχείο Προφορικής Παράδοσης Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, φάκ. Β 140. Κατά το β΄ μισό του 19ου αιώνα (1867), ο πληθυσμός του Ντάνσαρι ανερχόταν σε 50 οικίες: βλ. Κλεώνυμος, Μ. – Παπαδόπουλος, Χ., Βιθυνικά ή επίτομος μονογραφία της Βιθυνίας και των πόλεων αυτής (Κωνσταντινούπολη 1867), σελ. 97. Ο  Καβαλιέρος-Μαρκουίζος, Θ., Από Κωνσταντινουπόλεως εις Νίκαιαν. Ταξειδιωτικαί εντυπώσεις εκ Βιθυνίας, μετ’ εικόνων (Κωνσταντινούπολη 1909), σελ. 156 αναφέρεται (για το 1909) σε συνολικό αριθμό 160 οικογενειών. Η στατιστική του Οικουμενικού Πατριαρχείου για το 1922 δίνει τον αριθμό των 1.100 ελληνορθόδοξων κατοίκων: Patriarcat Oecumenique, Les atrocités Kémalistes dans les régions du Pont et dans le reste de l'Anatolie (Constantinople 1922), σελ. 262.

3. Για τα τουρκόφωνα χωριά της περιοχής της Προύσας βλ. Αναγνωστοπούλου, Σ., Μικρά Ασία, 19ος αι.-1919. Οι ελληνορθόδοξες κοινότητες: από το Μιλλέτ των Ρωμιών στο Ελληνικό Έθνος (Αθήνα 1997), σελ. 157 και 183.