Βασίλειος Λεκαπηνός

1. Βιογραφικά στοιχεία

Ο Βασίλειος Λακαπηνός (ή Λεκαπηνός) γεννήθηκε μεταξύ των ετών 910 και 920.1 Ανήκε στην οικογένεια των Λακαπηνών, η οποία ήταν αρμενικής καταγωγής και είχε ως έδρα της την περιοχή Λακάπη. Ήταν νόθος γιος του δρουγγάριου του πλωίμου και μετέπειτα αυτοκράτορα Ρωμανού Α' Λακαπηνού, ενώ η μητέρα του μας είναι άγνωστη, αλλά πιθανώς επρόκειτο για μια δούλη βουλγαρικής καταγωγής.2 Το γεγονός ότι ήταν νόθος πρέπει να έπαιξε σημαντικό ρόλο στον ευνουχισμό του, ο οποίος πραγματοποιήθηκε πιθανότατα κατά την παιδική του ηλικία.3 Με τον τρόπο αυτόν, η οικογένεια των Λακαπηνών θέλησε να στερήσει τη δυνατότητα στο νόθο μέλος της να διεκδικήσει το θρόνο, αλλά ταυτόχρονα ο Βασίλειος εξασφάλισε τη δυνατότητα για σταδιοδρομία σε ανώτερα πολιτικά αξιώματα.

Στις πηγές χαρακτηρίζεται ως μια ιδιαίτερα έντονη και δυναμική προσωπικότητα, με εξαιρετικές ικανότητες στη διαχείριση των κρατικών υποθέσεων και τους πολιτικούς ελιγμούς,4 γεγονός που επιβεβαιώνεται από την παραμονή του στο αξίωμα του παρακοιμωμένου και από το ρόλο του ως στενού συμβούλου στο πλευρό τριών σημαντικών αυτοκρατόρων, του Νικηφόρου Β' Φωκά, του Ιωάννη Α΄ Τζιμισκή και του Βασιλείου Β' (963-1025), σε μια περίοδο όπου η διαδοχή στο θρόνο δεν γινόταν ομαλά, αλλά αποτελούσε προϊόν πολιτικής ανατροπής.

Παράλληλα διακρίθηκε ως προστάτης των γραμμάτων και των τεχνών, στο πλαίσιο της λεγόμενης Μακεδονικής Αναγέννησης.5 Η πολιτική του σταδιοδρομία ξεκίνησε πιθανότατα από την εποχή του πατέρα του, αλλά σημαντικό ρόλο στη διαχείριση των κρατικών υποθέσεων άρχισε ουσιαστικά να διαδραματίζει από την εποχή του Νικηφόρου Β' Φωκά και έως τα τέλη του 985, οπότε καθαιρέθηκε από τα αξιώματά του και εξορίσθηκε στην περιοχή του Στενού, όπου πέθανε από αποπληξία.

2. Πολιτική σταδιοδρομία

2.1 Περίοδος 941-969

Ο Βασίλειος Λακαπηνός κατά πάσα πιθανότητα ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του ως πολιτικός αξιωματούχος την περίοδο της βασιλείας του πατέρα του, Ρωμανού Α', χωρίς ωστόσο να γνωρίζουμε ποιο αξίωμα κατείχε ακριβώς. Επί βασιλείας Κωνσταντίνου Ζ' Πορφυρογέννητου (945-959) ήταν ήδη πρωτοβεστιάριος, αξίωμα το οποίο πιθανολογείται ότι είχε αποκτήσει από το 941. Το 948 ο αυτοκράτορας (η σύζυγος του οποίου ήταν ετεροθαλής αδελφή του Βασιλείου) τον ανέδειξε στο αξίωμα του παρακοιμωμένου, ενώ του αποδόθηκε και ο τίτλος του πατρικίου. Την περίοδο αυτή ανέλαβε ουσιαστικά τη διαχείριση των κρατικών υποθέσεων, ασκώντας μεγάλη επιρροή στις αποφάσεις του αυτοκράτορα, ενώ το 958 ηγήθηκε και εκστρατείας εναντίον των Αράβων. Ωστόσο, επί Ρωμανού Β' (959-963) ο Βασίλειος απομακρύνθηκε από το αξίωμα του παρακοιμωμένου και έπαψε προσωρινά να ασκεί επιρροή στην πολιτική σκηνή, καθώς ο νέος αυτοκράτορας αντικατέστησε σχεδόν όλους τους υψηλόβαθμους αξιωματούχους του πατέρα του και διόρισε στο αξίωμα του παρακοιμωμένου τον Ιωσήφ Βρίγγα, ο οποίος έγινε ο νέος διαχειριστής των κρατικών υποθέσεων.

Μετά το θάνατο του αυτοκράτορα (14 Απριλίου 963) ο Βρίγγας θέλησε να διατηρήσει την εξουσία του εγκαθιστώντας ένα καθεστώς αντιβασιλείας, με τον ίδιο στη θέση του προστάτη των δύο ανήλικων τέκνων του Ρωμανού Β', Βασιλείου και Κωνσταντίνου, και με την υποστήριξη της μητέρας τους Θεοφανούς. Ωστόσο η αυτοκράτειρα δεν ήταν σύμφωνη με τα σχέδια του Βρίγγα και οργάνωσε την ανατροπή του σε συνεργασία με τον Νικηφόρο Φωκά, δομέστικο των σχολών της Ανατολής. Ο Φωκάς, ο οποίος ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής λόγω των μεγάλων στρατιωτικών επιτυχιών του εναντίον των Αράβων και είχε την πλήρη υποστήριξη του στρατού, οργάνωσε στάση στις 2 Ιουλίου 963, με σκοπό την απομάκρυνση του Ιωσήφ Βρίγγα και την κατάκτηση της εξουσίας. Όταν στις αρχές Αυγούστου τα στρατεύματα του στασιαστή έφθασαν στις ακτές του Βοσπόρου απέναντι από την Κωνσταντινούπολη, ο Βασίλειος Λακαπηνός, ο οποίος πιθανότατα βρισκόταν σε στενή επαφή με την αυτοκράτειρα και είχε αντιληφθεί ότι ήταν η κατάλληλη ευκαιρία να επανέλθει ενεργά στο πολιτικό προσκήνιο, οργάνωσε στις 9 Αυγούστου ένα κίνημα στην Κωνσταντινούπολη και με 3.000 ένοπλους οπαδούς του υποχρέωσε τον Βρίγγα να καταφύγει στο ναό της Αγίας Σοφίας, ενώ παράλληλα απέκτησε τον έλεγχο του στόλου με σκοπό τη διαπεραίωση των στρατευμάτων του Φωκά στην Κωνσταντινούπολη. Η άνοδος του Νικηφόρου Β΄ στο θρόνο σήμανε την επιστροφή του Βασιλείου Λακαπηνού στην ενεργό πολιτική δράση. Ο αυτοκράτορας, θέλοντας να τον ανταμείψει για τη βοήθειά του, τον διόρισε εκ νέου παρακοιμώμενο και του απέδωσε τον νέο τίτλο του προέδρου της Συγκλήτου. Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι ο Βασίλειος πρέπει να είχε αυξημένες αρμοδιότητες και σημαντική συμμετοχή στη διαχείριση των κρατικών υποθέσεων, δεν αποτελούσε τον κυριότερο σύμβουλο και αξιωματούχο του αυτοκράτορα, καθώς τη θέση αυτή την κατείχε ο αδελφός του Νικηφόρου Β' Λέων Φωκάς, ο οποίος κατείχε τον τίτλο του κουροπαλάτη.

2.2. Περίοδος 969-985

Το γεγονός ότι ο ο Βασίλειος δεν ήταν ιεραρχικά ο πρώτος αξιωματούχος της αυτοκρατορίας πρέπει να έπαιξε σημαντικό ρόλο στη στάση που τήρησε κατά την πτώση του Νικηφόρου Β' Φωκά τον Δεκέμβριο του 969. Τότε, ύστερα από συνωμοσία που οργάνωσαν ο ανιψιός του αυτοκράτορα Ιωάννης Τζιμισκής και η αυτοκράτειρα Θεοφανώ, συνωμοσία η οποία οδήγησε στη δολοφονία του αυτοκράτορα, ο Βασίλειος, έχοντας αντιληφθεί την επερχόμενη πολιτική αλλαγή, εκδήλωσε ανοιχτά τη στήριξή του στον Τζιμισκή αμέσως μόλις πληροφορήθηκε το θάνατο του Νικηφόρου.6 Λόγω της στάσης του αυτής ο νέος αυτοκράτορας τον διατήρησε στη θέση του παρακοιμωμένου και αναβάθμισε το ρόλο του, αναθέτοντάς του πλήρως τη διαχείριση των κρατικών υποθέσεων. Ο Βασίλειος ήταν εκείνος που ανέλαβε τη σημαντική αποστολή της απομάκρυνσης από τον κρατικό μηχανισμό όλων των υποστηρικτών της οικογένειας των Φωκάδων. Παράλληλα έλαβε μέρος στην εκστρατεία του Ιωάννη Α' εναντίον των Ρως στη Βουλγαρία. Μετά το 971, όμως, ο ρόλος του δεν πρέπει να ήταν πρωταγωνιστικός, ενώ προς το τέλος της βασιλείας του Τζιμισκή είχε πέσει στη δυσμένεια του αυτοκράτορα, κυρίως μετά την τελευταία εκστρατεία του Τζιμισκή στη Συρία (975), όταν κατά την επιστροφή του στην Κωνσταντινούπολη ο αυτοκράτορας διαπίστωσε το μέγεθος της κτηματικής περιουσίας που είχε φροντίσει να εξασφαλίσει ο παρακοιμώμενος για τον εαυτό του. Ο Βασίλειος, αντιλαμβανόμενος ότι η πολιτική του σταδιοδρομία κινδύνευε και έχοντας προφανώς φροντίσει από πριν να προετοιμάσει το έδαφος για τη διαδοχή, οργάνωσε τη δηλητηρίαση του αυτοκράτορα, γεγονός που σήμανε την άνοδο στο θρόνο (Ιανουάριος 976) των νόμιμων διαδόχων Βασιλείου Β' και Κωνσταντίνου Η' (1025-1028), οι οποίοι πλέον είχαν ενηλικιωθεί.

Στο νέο καθεστώς που δημιουργήθηκε, ο Λακαπηνός απέκτησε κυρίαρχο ρόλο στην άσκηση της εξουσίας, καθώς ο νεαρός και άπειρος Βασίλειος Β' του εμπιστεύθηκε οικειοθελώς τη διαχείριση των υποθέσεων του κράτους.7 Θέλοντας να διασφαλίσει τη θέση του ίδιου και των νεαρών αυτοκρατόρων, ο Λακαπηνός φρόντισε να απομακρύνει αμέσως από την πρωτεύουσα τον επίδοξο διεκδικητή του θρόνου Βάρδα Σκληρό, τον οποίο υποβίβασε σε δούκα Μεσοποταμίας. Παράλληλα φρόντισε να αναθέσει την αρχιστρατηγία στον επίσης ευνούχο στρατοπεδάρχη Πέτρο, με σκοπό να διατηρήσει ο ίδιος τον έλεγχο του στρατεύματος. Τέλος, προήγαγε τον μέχρι πρότινος υφιστάμενο του Σκληρού Μιχαήλ Βούρτζη σε δούκα Αντιοχείας, προσπαθώντας με τον τρόπο αυτό να διαφοροποιήσει τα συμφέροντα και τις επιδιώξεις των σημαντικότερων εκπροσώπων της μικρασιατικής στρατιωτικής αριστοκρατίας και να αποφύγει την από κοινού δράση τους εναντίον της κεντρικής εξουσίας. Ωστόσο οι ενέργειες αυτές δεν εμπόδισαν τον Σκληρό να οργανώσει στάση με σκοπό την ανατροπή του Βασιλείου Β' και του Βασιλείου Λακαπηνού και την άνοδο του ίδιου στο θρόνο. Ο Λακαπηνός προσπάθησε να αντιμετωπίσει το κίνημα του Σκληρού αλλά δεν τα κατάφερε, και αναγκάστηκε να ζητήσει τη βοήθεια του εξόριστου από το 970 Βάρδα Φωκά, τον οποίο διόρισε στο αξίωμα του δομέστικου των σχολών της Ανατολής την άνοιξη του 978.

Μετά την καταστολή της στάσης του Σκληρού (άνοιξη 979) ο Βασίλειος Λακαπηνός παρέμεινε ο ισχυρός άνδρας στην αυτοκρατορία. Όμως η δύναμή του πλέον περιοριζόταν από την παρουσία του Βάρδα Φωκά, ο οποίος διεκδικούσε μερίδιο στην άσκηση της εξουσίας, και από τον Βασίλειο Β', ο οποίος ήταν πλέον αρκετά ώριμος ώστε να αναλάβει ενεργά τη διακυβέρνηση του κράτους και να απαλλαγεί από την πολιτική κηδεμονία του παρακοιμωμένου. Στα τέλη του 985, με μια αιφνιδιαστική ενέργεια του αυτοκράτορα, ο Βασίλειος Λακαπηνός απομακρύνθηκε από το αξίωμά του και υποχρεώθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό στην Κωνσταντινούπολη. Από εκεί προσπάθησε να αντιδράσει και να οργανώσει κίνημα κατά του Βασιλείου Β', γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα την εξορία του από τον αυτοκράτορα στην περιοχή του Στενού, όπου ύστερα από μικρό χρονικό διάστημα έπαθε αποπληξία και απεβίωσε.




1. Brokkaar, W.G., Basil Lakapenus Byzantium in the Tenth Century, Studia byzantina et neohellenica Neerlandica 3 (1972), σελ. 201. Οι Kazhdan, A. Cameron, A., Basil the Nothos, στο Kazhdan, A. (ed.), The Oxford Dictionary of Byzantium 1 (Oxford New York 1991), σελ. 270, τοποθετούν χρονικά τη γέννηση του Βασιλείου γύρω στο 925.

2. Brokkaar, W.G., Basil Lakapenus Byzantium in the Tenth Century, Studia byzantina et neohellenica Neerlandica 3 (1972), σελ. 199-200.

3. Brokkaar, W.G., Basil Lakapenus Byzantium in the Tenth Century, Studia byzantina et neohellenica Neerlandica 3 (1972), σελ. 201-202. Σχετικά με το ζήτημα αυτό έχει διατυπωθεί και η άποψη ότι ο Βασίλειος υποχρεώθηκε σε ευνουχισμό από τον Κωνσταντίνο Ζ' Πορφυρογέννητο αμέσως μετά την άνοδο του τελευταίου στο θρόνο. Βλ. Jenkins, R.J.H., Constantine Porphyrogenitus De Administrando Imperio 2: Commentary (London 1962), σελ. 233-234.

4. Λέων Διάκονος, Ιστορία, Hase, C.B. (ed.), Leonis Diaconi Caloensis Historie libri decem (Bonn 1828), 46.18-23: «ἐκ τούτου παῤῥησίαν ὁ Βασίλειος εἰληφώς, ὃς ἐκτομίας μὲν ἦν καὶ τῷ τοῦ παρακοιμωμένου καὶ αὐτὸς ἐπὶ τῶν τοῦ αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου καιρῶν ἐνδιέπρεψεν ἀξιώματι, νόθος υἱὸς ἐκ Σκυθίδος τῷ παλαιοτάτῳ αὐτοκράτορι ῾Ρωμανῷ γεννηθείς, δραστήριος δέ, καὶ τὸ παριστάμενον αὑτῷ εἰς ἔργον ἐξενεγκεῖν προμηθέστατος...».

5. Ross, M., Basil the Proedros Patron of the Arts, Archaeology 11 (1958), σελ. 271-275.

6. Λέων Διάκονος, Ιστορία, Hase, C.B. (ed.), Leonis Diaconi Caloensis Historie libri decem (Bonn 1828), 94.8-15.

7. Μιχαήλ Ψελλός, Χρονογραφία, Renauld, É. (ed.), Michel Psellos, Chronographie ou histoire d'un siècle de Byzance (976-1077) 1 (Paris 1926), 3.3.1-28.