Βασίλειος ο Μέγας

1. Βιογραφικά στοιχεία

Ο Μέγας Βασίλειος γεννήθηκε το 329 στην Καισάρεια της Καππαδοκίας. Ανήκε σε οικογένεια πλούσια και πιστή στο χριστιανισμό. Κατά τη διάρκεια των διωγμών του Διοκλητιανού (284-305) ο παππούς του από την πλευρά της μητέρας του θανατώθηκε και ο παππούς του από τη μεριά του πατέρα του, μαζί με την οικογένειά του, κρυβόταν επί επτά χρόνια στα δάση του Πόντου.

Ο πατέρας του, Βασίλειος ο πρεσβύτερος, ήταν γνωστός για τις αγαθοεργίες του και η μητέρα του, Αιμιλία, καταγόταν από ευγενή και εύπορη οικογένεια. Από το γάμο αυτό γεννήθηκαν πέντε κόρες και ισάριθμοι γιοι. Η μεγαλύτερη κόρη της οικογένειας, η Μακρίνα, έπειτα από τον πρόωρο θάνατο του αρραβωνιαστικού της, αφιέρωσε τη ζωή της στην αγνότητα. Οι άλλες αδελφές παντρεύτηκαν. Από τους πέντε αδελφούς, ο ένας πέθανε σε μικρή ηλικία και οι τρεις έγιναν επίσκοποι και μεταγενέστερα ανακηρύχθηκαν άγιοι. Ο Βασίλειος ήταν ο πρεσβύτερος. Ο δεύτερος ήταν ο Γρηγόριος, μετέπειτα επίσκοπος Νύσσης, ενώ ο Πέτρος έγινε μητροπολίτης Σεβαστείας.

Ο Βασίλειος έμαθε τα πρώτα γράμματα διδασκόμενος κατ' οίκον. Αργότερα παρακολούθησε μαθήματα στην Καισάρεια και έκανε ανώτατες σπουδές στην Αθήνα, όπου ήρθε σε επαφή με το νεοπλατωνισμό, που επέδρασε σημαντικά στη σκέψη και τη διδασκαλία του. Διδάσκαλοί του στην Αθήνα ήταν οι περίφημοι ρήτορες της εποχής Ιμέριος και Προαιρέσιος.1

Στην Αθήνα ο Βασίλειος γνώρισε τον Γρηγόριο το Θεολόγο, με τον οποίο συνδέθηκε με μακροχρόνια φιλία. την ίδια εποχή γνωρίστηκε με τον μετέπειτα αυτκράτορα Ιουλιανό, που σπούδαζε στην ίδια πόλη. ΄Οταν επέστρεψε στην πατρίδα του, ο Βασίλειος ασχολήθηκε με τη διδασκαλία της ρητορικής. Περί το 357 ταξίδεψε στην Αίγυπτο, την Παλαιστίνη και τη Μεσοποταμία. Εντυπωσιασμένος από την ασκητική ζωή των μοναχών των περιοχών αυτών, αποφάσισε να επιδοθεί και αυτός στον ασκητισμό σε έναν ήρεμο τόπο στην όχθη ενός ποταμού κοντά στη Νεοκαισάρεια. Εκεί ο Βασίλειος κάλεσε και τον Γρηγόριο, αλλά οι υποχρεώσεις του τελευταίου προς τους ηλικιωμένους γονείς του δεν τους επέτρεψαν να πραγματοποιήσουν το εφηβικό τους όνειρο, να μονάσουν μαζί. Μερικές φορές, ωστόσο, ο Γρηγόριος επισκέφτηκε τον Βασίλειο και επιδίδονταν στη μελέτη των Γραφών και κυρίως των έργων του Ωριγένους. Αποτέλεσμα αυτής της μελέτης ήταν το έργο τους Φιλοκαλία.2

2. Ασκητισμός - αναχωρητισμός

Η φήμη του ασκητικού βίου του Βασιλείου οδήγησε στην ίδρυση αρκετών ερημητηρίων στην περιοχή, που σύντομα μετατράπηκαν σε μοναστήρια. Ο Βασίλειος όχι μόνον έγινε πατέρας του μοναχισμού της Καππαδοκίας, αλλά του έδωσε και σταθερή βάση με τους κανόνες μοναστικού βίου που εισήγαγε, πάλι σε συνεργασία με τον Γρηγόριο. Στην Αίγυπτο ο Βασίλειος είχε γνωρίσει τις δύο παραλλαγές του ασκητισμού –των αναχωρητών και των κοινοβιατών– αλλά αυτά τα δύο είδη μοναχισμού δεν τον ικανοποιούσαν, έτσι δημιούργησε ένα νέο είδος μοναχικού βίου, συμβιβάζοντας τα θετικά στοιχεία του αναχωρητισμού και της κοινοβίωσης.3

Ο Βασίλειος, που τα γραπτά του σχετικά με τον ασκητισμό επηρέασαν αποφασιστικά τον ανατολικό μοναχισμό, ήταν σφοδρός υπέρμαχος της κοινοβιακής ζωής, αν και σύμφωνα με ορισμένους ερευνητές μάλλον επηρεάστηκε περισσότερο από τα συριακά παρά από τα αιγυπτιακά μοναστήρια που επισκέφθηκε.4 Χαρακτηριστικά που προέβλεπε για τις μονές ήταν η αγαθοεργία και η προσφορά αγωγής στα παιδιά και των δύο φύλων. Οι δυτικοί συγγραφείς πολλές φορές αποκαλούν τους ορθόδοξους μοναχούς «Βασιλειανούς» ή «μοναχούς του τάγματος του Αγίου Βασιλείου», αλλά στην πραγματικότητα ο Βασίλειος δεν ίδρυσε κανένα μοναστικό τάγμα και τα έργα του δεν μπορούν καθόλου να συγκριθούν με τον Κανόνα του Αγίου Βενεδίκτου, θεμελιωτή του δυτικού μοναχισμού.5

Το 360 ο Βασίλειος, όντας αναγνώστης της τοπικής εκκλησίας, παρακολούθησε τη Σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως μαζί με τον Βασίλειο Αγκύρας και τον Ευστάθιο Σεβαστείας. Μετά το θάνατο του επισκόπου Διανίου το 362, την έδρα της Καισαρείας ανέλαβε ο Ευσέβιος, ο οποίος μόλις είχε βαπτισθεί. Τελείως απροετοίμαστος για να γίνει επίσκοπος, ο Ευσέβιος χρειαζόταν τη βοήθεια του έμπειρου Βασιλείου. Για το λόγο αυτό ο νέος επίσκοπος τον χειροτόνησε ιερέα.

Σύντομα όμως οι σχέσεις μεταξύ των δύο αμαυρώθηκαν από προσωπικές παρεξηγήσεις, καθώς ο επίσκοπος ζούσε στη σκιά του Βασιλείου. Τελικά ένα προσωπικό περιστατικό έγινε αιτία για τη ρήξη των σχέσεών τους, ενώ υπήρξε κίνδυνος να προκληθεί σχίσμα στην Καισάρεια. Οι μοναχοί και οι λαϊκοί απαίτησαν από τον Βασίλειο να γίνει επίσκοπος στη θέση του Ευσεβίου. Για να αποφύγει το σχίσμα, ο Βασίλειος κατέφυγε πρώτα στον φίλο του Γρηγόριο στη Ναζιανζό και κατόπιν στις μονές του Πόντου.

Η ρήξη μεταξύ Βασιλείου και Ευσεβίου δεν μπορούσε να συνεχιστεί, επειδή ο πρώτος θεωρούνταν απαραίτητος και η απουσία του είχε άσχημες συνέπειες για τα εκκλησιαστικά πράγματα της Καισάρειας. Επιπλέον, υπήρχαν και εξωτερικοί κίνδυνοι για την τοπική θρησκευτική διοίκηση: πλησίαζε την περιοχή ο αυτοκράτορας Ουάλης (364-378), οπαδός του αρειανισμού, ο οποίος πίστευε ότι η δική του παρουσία στην Καππαδοκία θα πείσει τους τοπικούς επισκόπους να δεχθούν τον αρειανισμό. Ο μόνος που θα μπορούσε να του αντισταθεί ήταν ο Βασίλειος. Ο Ευσέβιος αναγκάστηκε να ζητήσει τη βοήθεια του Γρηγορίου του Θεολόγου για την εξομάλυνση των διαφορών του με τον Βασίλειο. Έτσι ο τελευταίος επέστρεψε στην Καισάρεια και κατέλαβε πάλι σημαντική θέση στην τοπική εκκλησιαστική διοίκηση.

3. Η φιλανθρωπική και αντιαιρετική δραστηριότητα του Βασιλείου

Ο λιμός του 368-369 βασάνιζε την Καππαδοκία και η δραστηριότητα του Βασιλείου εκείνη την εποχή έσωσε κυριολεκτικά την περιοχή από την πείνα. Ο Βασίλειος πούλησε σημαντικό μέρος από την περιουσία του για να οργανώσει δημόσια συσσίτια για τους πάσχοντες και τους φτωχούς, ενώ τα φλογερά κηρύγματά του στην εκκλησία κατά των πλουσίων τούς ανάγκασαν να ανοίξουν τις σιταποθήκες τους.6

Κοντά στην Καισάρεια έχτισε μεγάλα κοινωφελή ιδρύματα, που στην ουσία ήταν μια ολόκληρη πόλη. Στη μέση του οικισμού αυτού ήταν ο μεγαλοπρεπής ναός και δίπλα του ο οίκος του αρχιερέα μαζί με τις οικίες των κληρικών. Υπήρχε επίσης και ξενώνας, που εξασφάλιζε τη φιλοξενία και την ιατρική περίθαλψη των ταξιδιωτών. Για τους φτωχούς υπήρχαν εργαστήρια και οικήματα, ενώ έχτισε επίσης ορφανοτροφείο και λεπροκομείο.7 Ο Βασίλειος φρόντιζε πολύ για τη δίκαια κατανομή των φορολογικών βαρών και πάλευε για τη φορολογική απαλλαγή των κληρικών.8 Οι πρωτοβουλίες του δεν περιορίστηκαν μόνο στην επαρχία του, αλλά σύντομα επηρέασαν όλη την Ανατολική Εκκλησία.

Στα μέσα του 370 ο Ευσέβιος πέθανε και έπρεπε να επιλεγεί διάδοχός του. Οι μοναχοί και οι λαϊκοί ήθελαν να γίνει επίσκοπος ο Βασίλειος, εναντίον του οποίου τάσσονταν οι αρειανοί και ένας σημαντικός αριθμός επισκόπων που υπάγονταν στην έδρα της Καισάρειας. Τελικά εξελέγη επίσκοπος με τη βοήθεια του πατέρα του Γρηγορίου του Θεολόγου. Ο Βασίλειος κατόρθωσε να μην αφήσει τον αρειανισμό να επεκταθεί στην Καισάρεία. Το 371 ο Ουάλης έκανε άλλη μία περιοδεία στη Μικρά Ασία, αλλά ο Βασίλειος αρνήθηκε να δεχθεί τους αρειανούς επισκόπους, με επικεφαλής τον Εφίππιο, που συνόδευαν τον αυτοκράτορα. Κατόπιν εμφανίστηκε στην Καισάρεια ο αυτοκρατορικός απεσταλμένος Μόδεστος, γνωστός για τη σκληρότητά του, αλλά ο αρχιερέας δεν υπέκυψε στις απειλές του.

Τελικά, στις 6 Ιανουαρίου 375, ημέρα των Θεοφανείων, ο ίδιος ο Ουάλης εισήλθε στη βασιλική όπου λειτουργούσε ο Βασίλειος. Μετά το τέλος της λειτουργίας, ο Βασίλειος συνομίλησε με τον Ουάλεντα και πέτυχε να του αλλάξει γνώμη: ο αυτοκράτορας ανακάλεσε το διάταγμα εξορίας του Βασιλείου και φεύγοντας έκανε γενναίες δωρεές στην Καππαδοκία.9 Ο επίσκοπος μπορούσε να διοικήσει ανεξάρτητα την επαρχία του και σύντομα έλαβε την αρμοδιότητα να χειροτονεί επισκόπους και στις διπλανές περιοχές, που δεν ανήκαν στο ποίμνιό του.

Ο Βασίλειος, ωστόσο, είχε καταστρέψει την υγεία του με τον ασκητικό βίο. Πέθανε σε ηλικία 49 ετών, την 1η Ιανουαρίου του 379, ημερομηνία κατά την οποία εορτάζεται η μνήμη του.

5. Εκκλησιαστικές και λειτουργικές μεταρρυθμίσεις

Ο Βασίλειος επιδόθηκε στην εκκαθάριση της εκκλησίας της Καππαδοκίας από τους κληρικούς που θεωρούσε ανάξιους και με τον τρόπο αυτό οι ιερείς υπό τη διοίκησή του έγιναν παράδειγμα για τις άλλες επαρχίες. Ο ίδιος επέφερε σημαντικές αλλαγές στην εκκλησιαστική λειτουργία ως προς την αυστηρότερη τάξη και την πειθαρχία. Εισήγαγε τις ολονύκτιες αγρυπνίες με την αντιφωνική ψαλμωδία. Μνημείο αυτής της δραστηριότητάς του είναι η Θεία Λειτουργία, που ως τις μέρες μας φέρει το όνομά του. Σώζεται σε τρεις παραλλαγές: ελληνική ή κωνσταντινουπολίτικη, συριακή και αλεξανδρινή.

6. Η στάση του Βασιλείου απέναντι στις θεολογικές έριδες

Ο Βασίλειος είχε επαφή με τον Αθανάσιο Αλεξανδρείας και τον πάπα Δαμάσκιο στη Ρώμη, προσπαθώντας να ενώσει τις δυνάμεις της ορθοδοξίας στη μάχη της κατά των αρειανών. Με τον τρόπο αυτό απέκτησε εχθρούς όχι μόνο από την πλευρά των αρειανών, αλλά και των ορθοδόξων, που τον κατηγορούσαν για την υποχωρητικότητά του και την υπεροψία του. Ο Βασίλειος μιλούσε για το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος χωρίς να το ονομάσει Θεό, μη θέλοντας να χάσει τους ημιαρειανούς, που πίστευαν ότι το Άγιο Πνεύμα είναι ισότιμο με το Θεό Πατέρα. Ορισμένοι κατηγορούσαν τον Βασίλειο και τον Γρηγόριο για τη δειλία τους και άλλοι τους ονόμαζαν αιρετικούς. Αλλά η μεγαλύτερη προσωπικότητα της εποχής, ο Αθανάσιος, πρόλαβε λίγο πριν πεθάνει να αποδείξει την άμεμπτη πίστη του Βασιλείου και τη σωστή του κατεύθυνση στη στήριξη της ορθοδοξίας.

Ο Βασίλειος ήταν κυρίως εμπειρικός θεολόγος και τα ζητήματα του δόγματος τον ενδιέφεραν στο βαθμό που θα βοηθούσε στην επίλυση διαφωνιών. Η διδασκαλία του για την Αγία Τριάδα προσπαθούσε να αποφύγει τα δύο άκρα και είχε ως σκοπό της περισσότερο να πλησιάσει τα δύο στρατόπεδα της ορθοδοξίας, παρά να λύσει οριστικά ένα ουσιαστικότατο θεολογικό δίλημμα. Η μεγαλύτερη προσφορά του στην ορθόδοξη δογματική ήταν η εισαχθείσα από αυτόν ορολογία της τριαδικότητος που αργότερα δέχθηκε η Εκκλησία.

7. Σύντομη εργογραφία

Τα έργα του Βασιλείου ανήκουν κυρίως στο χώρο της ρητορικής (24 ομιλίες), της δογματικής και της επιστολογραφίας. Όπως αναφέραμε πριν, συνέταξε μαζί με τον Γρηγόριο το Θεολόγο τη Φιλοκαλία, την πραγματεία Περί το΄Αγιον Πνεύμακαι τον περίφημο λόγο του Προς τους νέους, όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων.10 Σημαντικά είναι τα ασκητικά και εξηγητικά του έργα. Ο Βασίλειος, όπως και ο Γρηγόριος Νύσσης, εξέφρασε απόψεις και για τη δημιουργία και λειτουργία του κόσμου, προσπαθώντας στο Εξαήμεροννα συμβιβάσει τις απόψεις της Αγίας Γραφής με τις επιστημονικές παραδοχές της εποχής του. Το τελευταίο του έργο μεταφράστηκε νωρίς στις σλαβικές γλώσσες και γνώρισε μεγάλη διάδοση στα Βαλκάνια και τη Ρωσία.

8. Αγιοποίηση – Λατρεία – Εικονογραφία

Ο άγιος Βασίλειος μαζί με τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο και τον νεότερό τους άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο εορτάζονται επίσης στις 30 Ιανουαρίου. Η εορτή των τριών Ιεραρχών υιοθετήθηκε τον 11ο αιώνα με πρωτοβουλία του Ιωάννου Μαυρόποδος, μητροπολίτη Ευχαΐτων. Το νεοελληνικό κράτος από το 1843 ονόμασε τους Τρεις Ιεράρχες προστάτες της παιδείας και καθιέρωσε τον εορτασμό τους στα σχολεία.

Ο άγιος Βασίλειος εικονίζεται σπανίως μόνος του στη χριστιανική ζωγραφική παράδοση. Στις τοιχογραφίες εμφανίζεται μαζί με τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο και τον άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο. Το 18ο αιώνα οι ερμηνείες ζωγραφικής περιγράφουν τον Βασίλειο ως «μιξαιπόλιο, μακράν έχων την γενειάδαν, οφρύδια καμαρωτά, λέγει εις χαρτί “Ουδείς άξιος των συνδεδεμένων ταις σαρκικαίς επιθυμίαις”».11 Η λατρεία του μεταφέρθηκε από ΄Ελληνες μοναχούς στην Ιταλία, ενώ έως το 1922 υπήρξε ιδιαίτερα διαδεδομένη στην Καππαδοκία.


* Η σύνταξη του λήμματος βασίζεται κατά κύριο λόγο στο Християнство. Енциклопедический словарь 1 том. Под редакпией С. Аверинцева . Москва, 1993 (Hristijanstvto. Encyclopediceskij slovarj, 1 vol, ed. Averincev, Moskva 1993), σελ. 339-341 (σημ. εκδ.)




1. Vischer, L., Basilius der Grosse. Untersuchungen zu einem Kirchenvater des vierten Jahrhundrets (Basel 1953), σελ. 18.

2. Robinson, A., The Philocallia of Origen (Cambridge 1893).

3. Γρηγόριος Ναζιανζηνός, Λόγοι, Migne, J.-P. (επιμ.), Patrologia Graeca 36 (Paris 1886), στηλ. 43, 62.

4. Στα μοναστήρια της Αιγύπτου οι μοναχοί δούλευαν σκληρά, δηλ. περίσσευε το οικονομικό ενδιαφέρον στα ιδρύματα αυτά, ενώ αντίθετα στη Συρία κυριαρχούσε η προσευχή, που έδινε στο βίο τους περισσότερη θεολογική απόχρωση.

5. Ware, K., Η Ορθόδοξη εκκλησία (Αθήνα 1996), σελ. 71.

6. Γρηγόριος Ναζιανζηνός, Λόγοι, Migne, J.-P. (επιμ.), Patrologia Graeca 36 (Paris 1886), στηλ. 43, 28-36.

7. Γρηγόριος Ναζιανζηνός, Λόγοι, Migne, J.-P. (επιμ.), Patrologia Graeca 36 (Paris 1886), στηλ. 142, 143.

8. Γρηγόριος Ναζιανζηνός, Λόγοι, Migne, J.-P. (επιμ.), Patrologia Graeca 36 (Paris 1886) στήλ. 83-85, 88, 100, 303, 308, 309, 311-313.

9. Γρηγόριος Ναζιανζηνός, Λόγοι, Migne, J.-P. (επιμ.), Patrologia Graeca 36 (Paris 1886) στήλ. 43, 44-45.

10. Boulenger, F., Saint Basile, Aux jeunes gens (Paris 1935)· Στασινόπουλος, Μ., Μορφές από τον τέταρτον αιώνα μ.Χ. Ιστορική εισαγωγή στο «Λόγο προς τους νέους» του Μεγάλου Βασιλείου (Ψυχικόν 1972).

11. Διονύσιος ο εκ Φουρνά, Ερμηνεία της ζωγραφικής τέχνης (Αγία Πετρούπολη 1909) σελ. 154.