Ειρήνη της Απάμειας

1. Το ιστορικό πλαίσιο

Μετά την ήττα του στη μάχη της Μαγνησίας (τέλη Δεκεμβρίου 190 - αρχές Ιανουαρίου 189 π.Χ.), ο Αντίοχος Γ' επιδίωξε τη σύναψη μιας ειρηνευτικής συνθήκης με τη Ρώμη. Ο νικητής της Μαγνησίας, ο Σκιπίωνας, συνέταξε ένα προσχέδιο συνθήκης με ιδιαίτερα επαχθείς όρους για το Σελευκίδη βασιλιά, τους οποίους αναγκάστηκε να αποδεχτεί, μην έχοντας άλλη επιλογή. Το προσχέδιο αυτό έπρεπε να λάβει την έγκριση της ρωμαϊκής συγκλήτου, προκειμένου να καταστεί οριστική συνθήκη. Έτσι, πρέσβεις του Αντιόχου Γ', του Ευμένη Β', βασιλιά της Περγάμου, των Ροδίων και σειράς πόλεων της Μικράς Ασίας, των οποίων τα συμφέροντα σχετίζονταν με τους όρους της συνθήκης, έσπευσαν στη Ρώμη το καλοκαίρι του 189 π.Χ. με την πρόθεση να επηρεάσουν τις αποφάσεις της συγκλήτου. Η σύγκλητος, μην μπορώντας να ικανοποιήσει τις ατέρμονες εδαφικές διαφιλονικήσεις μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών, έθεσε τις γενικές αρχές της συνθήκης και ανέθεσε σε μία δεκαμελή επιτροπή συγκλητικών να αποφασίσει επί τόπου για τα επιμέρους ζητήματά της. Η επιτροπή των συγκλητικών αποβιβάστηκε στην Έφεσο την άνοιξη του 188 π.Χ. και κατευθύνθηκε στην Απάμεια μαζί με τον Ευμένη Β' προκειμένου να συναντήσει τον ύπατο Γάιο Μάνλιο Βούλσωνα που αντικατέστησε το Σκιπίωνα, ως επικεφαλής των ρωμαϊκών στρατευμάτων στη Μικρά Ασία. Εκεί, αφού επεξεργάστηκαν τις απόψεις των διαπλεκόμενων μερών, κατέληξαν στους παρακάτω όρους.

2. Οι όροι

Το κείμενο της συνθήκης μάς παραδίδεται από τον Πολύβιο, τον οποίον αντιγράφει με μικρές διαφορές στη συνέχεια και ο Τίτος Λίβιος. Αναφορές επίσης υπάρχουν από τον Αππιανό, το Διόδωρο το Σικελιώτη και το Μέμνονα.1 Σύμφωνα με αυτό συνάπτεται διαρκής συνθήκη φιλίας μεταξύ του Αντιόχου Γ' και των Ρωμαίων, με βάση τους παρακάτω όρους:

1) Τα στρατεύματα του Αντιόχου Γ' υποχρεώνονται να εκκενώσουν όλες τις περιοχές δυτικά της οροσειράς του Ταύρου παίρνοντας μαζί μόνο τον οπλισμό τους και αποδίδοντας ό,τι είχαν αφαιρέσει. Αντίθετα οι σύμμαχοι των Ρωμαίων διατηρούν την περιουσία τους στις περιοχές που βρίσκονταν υπό σελευκιδική κατοχή και έχουν το δικαίωμα να απαιτήσουν εξόφληση τυχόν χρεών και την απόδοση περιουσιακών στοιχείων που τους είχαν αφαιρεθεί.

2) Από τις εκτάσεις που θα εγκατέλειπε ο Αντίοχος Γ', παραχωρούνται:
α) στους Ρόδιους η Λυκία και η Καρία ως το Μαίανδρο ποταμό, πλην της Τελμησσού
β) στον Ευμένη Β' η Χερρόνησος και η Λυσιμαχεία στη Θράκη, καθώς και οι γειτονικές περιοχές και τα οχυρά που είχε καταλάβει ο Αντίοχος, η Ελλησποντική Φρυγία, η Λυκαονία, η Μιλυάδα, η Λυδία, οι Τράλλεις και η Έφεσος.

3) Όσες αυτόνομες πόλεις πλήρωναν φόρο στον Αντίοχο Γ' αλλά συμπαρατάχθηκαν με τους Ρωμαίους, απαλλάσσονται από την καταβολή φόρου. Όσες πλήρωναν εισφορές στον Άτταλο Β' πριν από το ξέσπασμα του πολέμου θα συνεχίσουν να πληρώνουν στον Ευμένη Β'. Επίσης στο βασιλιά της Περγάμου υποχρεώνονται να πληρώνουν φόρο, ίσο με αυτό που κατέβαλαν στον Αντίοχο Γ', όσες πόλεις εγκατέλειψαν τους Ρωμαίους και συμπαρατάχθηκαν με το Σελευκίδη βασιλιά. Τέλος, όσες πόλεις δεν πλήρωναν φόρο πριν από τον πόλεμο καθίστανται αφορολόγητες.

Οι όροι αυτοί έγιναν αντικείμενο εκτενούς συζήτησης από τους σύγχρονούς μας ιστορικούς και αρκετοί από αυτούς συνέταξαν καταλόγους των αφορολόγητων πόλεων, οι οποίες διαφέρουν ανάλογα με το μελετητή και την ερμηνεία των επιγραφικών και φιλολογικών ερμηνειών.2 Ρητά πάντως αναφέρεται στη συνθήκη ότι απαλλάχθηκαν από τη φορολογία το Νότιο, η Κύμη, τα Μύλασα, οι Κλαζομενές, στις οποίες οι Ρωμαίοι έδωσαν και τη νήσο Δρυμούσα, η Μίλητος, η οποία απέκτησε ξανά την ιερά γη που της είχε αφαιρεθεί, καθώς και η Χίος, η Σμύρνη και οι Ερυθρές, των οποίων η επικράτεια αυξήθηκε λόγω της στάσης τους κατά τη διάρκεια του πολέμου. Λογικά και η Φώκαια πρέπει να συμπεριληφθεί σε αυτή την κατηγορία, αφού, όπως μαθαίνουμε από το κείμενο του Πολυβίου, αποκαταστάθηκε το πάτριο πολίτευμά της και έλαβε πίσω τη χώρα που της είχε αφαιρεθεί κατά τη διάρκεια της σελευκιδικής επικυριαρχίας. Μπορούμε επίσης να πούμε με κάποια σχετική βεβαιότητα ότι η διάταξη που προέβλεπε την καταβολή φόρου στον Ευμένη Β' από όσες πόλεις πλήρωναν πριν από την έναρξη του πολέμου φόρο στον Άτταλο Β' τελικά δεν ίσχυσε.

4) Ο Αντίοχος Γ' αναλαμβάνει την υποχρέωση να απέχει από κάθε πολεμική ενέργεια ενάντια στη Ρώμη, εναντίον των νήσων και των περιοχών του ελλαδικού χώρου, να μην επιτρέπει την διέλευση από τα εδάφη του στρατευμάτων εχθρικών προς τη Ρώμη ή προς τους συμμάχους της ούτε να τους παρέχει εφόδια.

5) Επιτρέπεται να πολεμήσει εναντίον κάποιας πόλης ή έθνους στη Μικρά Ασία, μόνο σε περίπτωση που δεχτεί πρώτος επίθεση. Απαγορεύεται ωστόσο να συμπεριλάβει στη συμμαχία του πόλεις που υποχρεώνεται τώρα να παραδώσει. Όλες μάλιστα οι διαφωνίες μεταξύ αυτών των πόλεων και του ιδίου θα πρέπει να λύνονται με διαιτησία.

6) Δεσμεύεται να μην παρέχει άσυλο σε φυγάδες των Περγαμηνών, ενώ υποχρεούται να αφήσει ελεύθερους όσους από τους άνδρες του προέρχονται από τις περιοχές που εγκαταλείπει. Υποχρεούται επίσης να παραδώσει όλους τους αιχμαλώτους, λιποτάκτες και δούλους των Ρωμαίων και των συμμάχων τους, καθώς και τους εχθρούς της Ρώμης, Αννίβα, Θόα, Μνασίλοχο, Φίλωνα και Ευβουλίδα, όπως επίσης και 20 ομήρους, ανάμεσά τους και το γιο του, τον Αντίοχο Δ'. Οι όμηροι θα αντικαθίστανται με άλλους κάθε 3 χρόνια και δεν θα πρέπει να είναι στην ηλικία μικρότεροι από δεκαοκτώ ούτε μεγαλύτεροι από σαράντα πέντε ετών. Αντίθετα όσοι από τους υπηκόους του συμπαρατάχθηκαν με τους Ρωμαίους μπορούν είτε να παραμείνουν είτε να επιστρέψουν στην πατρίδα τους.

7) Υποχρεούται να παραδώσει όλους τους πολεμικούς ελέφαντες3 και να μη διατηρεί άλλους στο μέλλον, καθώς και όλα τα πολεμικά πλοία του, εκτός από 10, τα οποία όμως επιτρέπεται να πλέουν δυτικά των ακρωτηριών Σαρπηδόνα και Καλύκαδνο της Κιλικίας μόνο σε περίπτωση που μεταφέρουν ομήρους, φόρους ή πρέσβεις.4

8) Απαγορεύεται να στρατολογεί μισθοφόρους ή εθελοντές από περιοχές που περιήλθαν υπό ρωμαϊκή επικυριαρχία.

9) Υποχρεούται να καταβάλει:
α) στους Ρωμαίους, πολεμική αποζημίωση 12.000 αττικών ταλάντων, σε 12 ετήσιες δόσεις,5 και 40.500 μόδιους σιτάρι τον χρόνο
β) στον Ευμένη Β' 350 τάλαντα, σε 5 ετήσιες δόσεις, και αντί σίτου 127 τάλαντα και 1.208 δραχμές.
Ορίζεται επίσης ότι το τάλαντο δε θα πρέπει να ζυγίζει λιγότερο από 80 ρωμαϊκές λίτρες.6

3. Τα αποτελέσματα

Με τη συνθήκη της Απάμειας η έκταση του κράτους του Ευμένη Β' διπλασιάστηκε, ενώ οι Ρόδιοι απέκτησαν ένα σημαντικό εδαφικό θύλακα στη Μικρά Ασία, απαραίτητο για την ασφάλειά τους και για την εμπορική τους δραστηριότητα στη Μικρά Ασία. Ο Αντίοχος Γ' περιήλθε σε δεινή οικονομική θέση, όχι μόνο λόγω των πολεμικών αποζημιώσεων που υποχρεώθηκε να καταβάλει, αλλά και λόγω της απώλειας περιοχών όπου υπήρχαν ορυχεία, πολύτιμα για την κατασκευή νομισμάτων και οπλισμού και πηγές σημαντικών προσόδων. Ωστόσο, το βασίλειο των Σελευκιδών εξακολούθησε να είναι μία υπολογίσιμη ασιατική δύναμη έχοντας υπό τον έλεγχό του σημαντικά εδάφη από την οροσειρά του Ταύρου ως το ανατολικό Ιράν. Εξάλλου, ο στόχος της Ρώμης δεν ήταν η διάλυση του βασιλείου των Σελευκιδών, αλλά ο έλεγχος των ακτών του Αιγαίου από δυνάμεις φίλα προσκείμενες σε αυτή, κάτι που επιτεύχθηκε πλήρως. Αυτό εξάλλου προκύπτει από το γεγονός ότι η απαγόρευση στρατιωτικής εμπλοκής των Σελευκιδών αφορά αυτές ακριβώς τις περιοχές, ενώ οι όροι που σχετίζονται με την επάνδρωση και τον εξοπλισμό του σελευκιδικού στρατού παραβιάστηκαν σιωπηρά, λίγα χρόνια μετά την Ειρήνη της Απάμειας, όπως φαίνεται από την παρέλασή του στη Δάφνη της Αντιοχείας το 166 π.Χ.7 Το βέβαιο από την άλλη είναι ότι η σελευκιδική παρουσία στη Μικρά Ασία –με εξαίρεση την Κιλικία– είχε λάβει οριστικό τέλος. Όσο για τη Ρώμη, εκτός του ότι κατάφερε να θέσει υπό τον έλεγχό της το Αιγαίο, κάτι πολύ σημαντικό όχι μόνο για την ασφάλειά της αλλά και την οικονομία της, παγιώθηκε ως ρυθμιστής των ελληνικών πραγμάτων στη Μικρά Ασία και προβλήθηκε ως προστάτης της αυτονομίας των εκεί ελληνικών πόλεων. Η Ειρήνη της Απάμειας δεν είναι παρά η συνέχεια ή ο αντίλαλος της συνθήκης του Ισθμού (196 π.Χ.), όπου ο Τίτος Κόιντος Φλαμινίνος, ανακήρυξε την ελευθερία των πόλεων της κυρίως Ελλάδας.




1. Αππ., Συρ. 39· Διοδ. Σ. 19.10· Μέμνων, FGH 434 F 18.9.

2. Bikerman, E., “Notes sur Polybe”, REG 50 (1937), σελ. 236-9· Schmitt, H.H., Untersuchungen zur Geschichte Antiochos’ des Grossen und seiner Zeit (Wiesbaden 1964), σελ. 278-8· Bernhardt, R., Imperium und Eleutheria (Hamburg 1971), 54ff· Walbank, F., Commentary on Polybius III (Oxford 1979), σελ. 166-168. Πρβ. και Magie, D., Roman Rule in Asia Minor (Princeton 1950), σελ. 950-951, 958-959.

3. Δεν παραδόθηκαν όλοι. Πρβ. Πολύβ. 31.2.11· Scullard, H.H., The Elephant in the Greek and Roman World (London 1974), σελ. 185-188.

4. Με την εφαρμογή της συνθήκης, ο ρωμαϊκός στόλος, με επικεφαλής τον Κόιντο Φάβιο, εισέβαλε στο ναύσταθμο του Αντιόχου στα Πάταρα της Λυκίας και κατέκαυσε το σελευκιδικό στόλο (Πολύβ. 21.44.3).

5. Άλλα 3.000 τάλαντα είχαν ήδη πληρωθεί πρβ. Πολύβ. 21.17.4-6.

6. Στους όρους που είχε θέσει ο Σκιπίωνας το 189 π.Χ. στον Αντίοχο αναφέρονται ευβοϊκά τάλαντα (Πολύβ. 21.17.4). Αυτό δείχνει ότι ο τοπικός προσδιορισμός τους και στις δύο περιπτώσεις δεν αναφέρεται στην προέλευση αλλά στην ποιότητα, γι' αυτό εξάλλου και προσδιορίζεται και το βάρος τους. Από τις δύο αυτές αναφορές φαίνεται ότι τα ευβοϊκά και τα αττικά τάλαντα ήταν ίδιας ποιότητας (1 τάλαντο = 26,196 κιλά, 1 μνα = 436,6 γραμμ., 1 δραχμή = 4,366 γραμμ.). Walbank, Commentary on Polybius III (Oxford 1979), σελ. 166-168.

7. Πολύβ. 30.25-26.