Έλληνες Ενταγμένοι στην Αχαιμενιδική Αριστοκρατία

1. Η διοίκηση της Περσικής Αυτοκρατορίας

Μετά τις εκστρατείες του Κύρου Β΄ (558-530 π.Χ.), του Καμβύση Β΄ (530-522 π.Χ.), και του Δαρείου Α΄ (522-486 π.Χ.), η Περσική Αυτοκρατορία σύντομα επεκτάθηκε πολύ πέρα από τα όρια του ελαμιτικού βασιλείου, από τη Μακεδονία στον Ινδό ποταμό και από τη Σκυθία στην Αίγυπτο. Μία τόσο μεγάλη αυτοκρατορία χρειαζόταν πολλούς έμπιστους άνδρες για να κυβερνήσουν τις κατακτημένες χώρες. Όπως καθίσταται σαφές από τον Ηρόδοτο,1 ο στρατός βρισκόταν πλήρως κάτω από περσική ή μηδική διοίκηση. Οι γενικοί διοικητές τόσο στο πεζικό όσο και στο ναυτικό ήταν άνδρες απόλυτα αφοσιωμένοι στο βασιλιά. Επιπλέον, πολλοί από αυτούς είχαν στενούς οικογενειακούς δεσμούς μαζί του. Οι σατράπες ήταν όλοι Πέρσες, χωρίς εξαίρεση, στα χρόνια του Κύρου Α΄ (610-585 π.Χ.) και του Καμβύση Α΄ (585-559 π.Χ.). Σε ολόκληρη την αυτοκρατορία η γη και οι άνθρωποι διοικούνταν από μέλη μεγάλων περσικών οικογενειών αριστοκρατικής ή βασιλικής καταγωγής. Σχημάτισαν μία ηγεμονική ομάδα, την οποία ο Pierre Briant ονομάζει «κυρίαρχη εθνική τάξη».2

2. Περσική πολιτική και τοπικές ελίτ

Εξετάζοντας τις διαστάσεις της αυτοκρατορίας και τον αναλογικά μικρό αριθμό Περσών ευγενικής καταγωγής, ο στρατιωτικός έλεγχος των περιοχών και των πληθυσμών αποτελούσε ένα μόνο μέρος της πολιτικής που εφαρμοζόταν στις κατακτημένες περιοχές. Οι κατακτητές έπρεπε να αποφύγουν τις εξεγέρσεις και έτσι επιχειρούσαν να κερδίσουν την υποστήριξη της τοπικής ελίτ κάθε κατακτημένης χώρας. Οι Πέρσες βασιλιάδες προώθησαν μια στρατηγική συνεργασίας μεταξύ της περσικής ανώτατης διοίκησης και των τοπικών ισχυρών ανδρών. Έτσι οι Πέρσες επέτρεψαν στους αριστοκράτες, Βακτριανούς, Αιγύπτιους, Μεσοποτάμιους, Κάρες, Έλληνες κ.ά., να συμμετάσχουν στη διοίκηση της αυτοκρατορίας. Κερδίζοντας τη συνεργασία της τοπικής ελίτ, καθώς της επέτρεπαν να διατηρήσει την κυρίαρχη θέση της στη χώρα της, οι Πέρσες επιδίωκαν να ελέγξουν ήσυχα την τεράστια αυτοκρατορία τους ή, τουλάχιστον, να εξομαλύνουν τις σχέσεις με τα κατακτημένα έθνη. Παρ’ όλα αυτά, τα μέλη των τοπικών ελίτ γενικά δε διορίζονταν σε αξιώματα σχετικά με λήψη αποφάσεων, στην κορυφή της ιεραρχίας, αλλά παρέμεναν περιορισμένα σε εκτελεστικά καθήκοντα. Ο βασιλιάς τούς παραχωρούσε ειδικές τιμές και μερικές φορές τούς τοποθετούσε στη θέση των βασιλικού συμβούλου, αν και συνέχιζαν να θεωρούνται κατώτεροι σε σχέση με την περσική αριστοκρατία. Συνεργάζονταν με τους Πέρσες, αλλά δεν είχαν μερίδιο στην πολιτική εξουσία.

3. Έλληνες διοικητές και αξιωματούχοι του περσικού κράτους

Στη Μικρά Ασία πολλοί Έλληνες εκμεταλλεύτηκαν την περσική κατάκτηση και διοίκηση. Ο J. Hofstetter3 κατέγραψε σε κατάλογο περίπου 350 Έλληνες, στα χρόνια του Κύρου του Μεγάλου μέχρι το Δαρείο Γ΄ (336-330 π.Χ.), οι οποίοι διορίστηκαν από τους βασιλείς ή βρίσκονταν στην υπηρεσία Περσών σατραπών, αν και δε θα μπορούσαν να θεωρηθούν όλοι τους πραγματικοί αριστοκράτες (για παράδειγμα, ο γιατρός Δημοκήδης από τον Κρότωνα). Οι Έλληνες, όπως και άλλοι ντόπιοι αριστοκράτες, είχαν πολλές ευκαιρίες να κερδίσουν τη βασιλική εύνοια. Για παράδειγμα, ο Συλοσών, που είχε δώσει ένα πορφυρό πανωφόρι στο Δαρείο κατά τη διάρκεια της αιγυπτιακής εκστρατείας του Καμβύση Β΄, αργότερα τοποθετήθηκε τύραννος της Σάμου, όταν ο νέος βασιλιάς Δαρείος Α΄ κατέκτησε το νησί.4 Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο,5 λόγω του θάρρους τους κατά τη διάρκεια της ναυμαχίας της Σαλαμίνας, ο Θεομήστωρ και ο Φύλακος από τη Σάμο είχαν την εύνοια του Ξέρξη Α΄ (486-465 π.Χ.). Ο Θεομήστωρ τοποθετήθηκε τύραννος των Σαμίων και ο Φύλακος, που πλέον συγκαταλεγόταν μεταξύ των ευεργετών του βασιλιά, έλαβε μεγάλες εκτάσεις γης.

3.1. Ανταμοιβή για στρατιωτικές υπηρεσίες

Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις υπό την προσωπική ηγεσία του βασιλιά μελετώνται από τους σύγχρονους ιστορικούς με σκοπό να κατανοήσουν τις δυνατότητες που παρουσιάζονταν και τις τιμές που αποδίδονταν σε Έλληνες αριστοκράτες οι οποίοι συνέβαλαν στην επιτυχή έκβαση των βασιλικών επιχειρήσεων. Περίπου το 513 π.Χ. ο Δαρείος Α΄ αποφάσισε να υποτάξει τους Σκύθες και ξεκίνησε την πρώτη περσική εκστρατεία εναντίον ευρωπαϊκών εδαφών. Προκειμένου να διασχίσει το Βόσπορο με το στρατό του, ο Δαρείος διέταξε την κατασκευή μιας γέφυρας. Αρχιτέκτονάς της ήταν ο Μανδροκλής ο Σάμιος, ο οποίος έλαβε πιθανότατα γη από το βασιλιά.6 Ο Δαρείος πήρε μαζί του ένα σώμα στρατιωτών από αιολικές, ιωνικές και ελλησποντικές πόλεις. Με 600 σκάφη έπλευσαν μαζί με το στρατό του Δαρείου επί δύο ημέρες στον ποταμό Δούναβη, όπου και κατασκεύασαν μία γέφυρα που επέτρεπε στον περσικό στρατό να εισέλθει στη γη των Σκυθών. Αφού διάβηκε τη γέφυρα με τα στρατεύματά του, ο Δαρείος αρχικά θέλησε να την καταστρέψει αλλά ο Κώης, αρχηγός του εκστρατευτικού σώματος της Μυτιλήνης, τον έπεισε να τοποθετήσει τους Έλληνες εκεί για τη φύλαξή της, ώστε να μπορεί να επιστρέψει από τη Σκυθία χωρίς πρόβλημα.7 Σε αντάλλαγμα για αυτή τη σοφή συμβουλή, παραχωρήθηκε αργότερα στον Κώη η τυραννία της Μυτιλήνης.8 Δύο μήνες αργότερα, εφόσον ο βασιλιάς δεν επέστρεφε, οι Ίωνες θα ήταν ελεύθεροι να φύγουν. Έπειτα από εξήντα ημέρες, ο Μιλτιάδης, τύραννος της Χερσονήσου, πρότεινε να φύγουν και να αφήσουν το Δαρείο στη μοίρα του με τους Σκύθες, όμως ο Ιστιαίος ο Μιλήσιος υποστήριξε ότι χωρίς το Δαρείο κανείς από τους Έλληνες αρχηγούς δε θα μπορούσε να κυβερνήσει στην πόλη του. Ο Ιστιαίος έπεισε τους συναδέλφους του και έδωσε εντολές, ώστε να μπορέσει ο Δαρείος να διασχίσει τη γέφυρα με ευκολία στην επιστροφή του.9 Χάρη σε αυτή την ενέργειά του ο Ιστιαίος ανταμείφθηκε, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο,10 με τη θρακική περιοχή της Μυρκίνου, στη γη των Ηδωνών, που ήταν μία τοποθεσία πλούσια σε ξυλεία και πολύτιμα μέταλλα.

Η εκχώρηση γης είναι ένας συνηθισμένος τρόπος που χρησιμοποιήθηκε από το μεγάλο βασιλιά για να ευχαριστήσει όσους τον υποστήριξαν ή για να εξασφαλίσει την πίστη κάποιου. Αυτό δε σημαίνει ότι ο μεγάλος βασιλιάς εκχωρούσε και την κυριαρχία του πάνω σε μία περιοχή ή πόλη, απλώς παραχωρούσε τα εισοδήματα που απέφερε η συγκεκριμένη γη.11 Φυσικά, η μέθοδος αυτή δεν ήταν πάντοτε επιτυχημένη. Όταν κατέκτησε το λυδικό βασίλειο του Κροίσου, ο Κύρος ο Νεότερος εμπιστεύτηκε τις Σάρδεις σστον Πέρση Τάβαλο και διέταξε το Λύδιο Πακτύη να μεταφέρει τους θησαυρούς του Κροίσου στα Σούσα. Ο Πακτύης επαναστάτησε εναντίον του Ταβάλου με τη βοήθεια μερικών ιωνικών πόλεων. Η επανάσταση καταπνίγηκε με σκληρότητα και αρκετές παραλιακές ελληνικές πόλεις πολιορκήθηκαν από τον περσικό στρατό.12

Η προσωπική έλλειψη πίστης προς το βασιλιά ενδεχομένως ήταν ένας από τους λόγους που οδήγησαν στην Ιωνική Επανάσταση το 499 π.Χ. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο,13 ο Αρισταγόρας ο Μιλήσιος, στον οποίο είχε παραχωρηθεί η τυραννία της πόλης του, πρέπει να είχε σκεφτεί να επαναστατήσει εναντίον των Περσών, επειδή φοβόταν ότι θα έχανε την κυριότητα της Μιλήτου λόγω της προσωπικής αποτυχίας του να κατακτήσει στο όνομα του Δαρείου τη Νάξο και τα γύρω νησιά των Κυκλάδων.

3.2. Έλληνες εξόριστοι

Μία άλλη κατηγορία Ελλήνων οι οποίοι είχαν ειδική θέση στο περσικό κράτος αποτελείται από εξόριστους από ελληνικές πόλεις, οι περισσότεροι από τους οποίους προέρχονταν από την ηπειρωτική Ελλάδα. Ο Ιππίας, τύραννος των Αθηνών, διέφυγε από την πόλη το 511/510 π.Χ. και αναζήτησε καταφύγιο στo Σίγειο (το οποίο ο πατέρας του, ο Πεισίστρατος, το είχε κυριεύσει κάποτε και το είχε παραχωρήσει στο γιο του Ηγησίστρατο14 και στη συνέχεια στη Λάμψακο. Νωρίτερα είχε δώσει την κόρη του Αρχεδίκη για σύζυγο στον Αιαντίδη, γιο του Ιππόκλου, τυράννου της Λαμψάκου).15 Από εκεί πήγε στην αυλή του Δαρείου Α΄, όπου ασκούσε επίδραση στο βασιλιά. Περίπου είκοσι χρόνια αργότερα, στο 490 π.Χ., ο Ιππίας έλαβε μέρος σε μία εκστρατεία τιμωρίας της Ερέτριας και της Αθήνας. Εάν οι Πέρσες είχαν κερδίσει τη μάχη του Μαραθώνα, ο Ιππίας θα είχε επανατοποθετηθεί από τους Πέρσες στην κεφαλή του αθηναϊκού κράτους ως ανταμοιβή για τις συμβουλές του. Όμως η εκστρατεία απέτυχε.16 Η τύχη και ο θάνατος του Ιππία καλύπτονται από πέπλο μυστηρίου, όμως φαίνεται ότι κάποιος άγνωστος πεισιστρατίδης συνέχιζε να έχει επίδραση στον Ξέρξη Α΄.17

Το 478 π.Χ., ο Παυσανίας, βασιλιάς της Σπάρτης, ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με τον Ξέρξη και του πρότεινε να υποτάξει ολόκληρη την Ελλάδα εάν ο Ξέρξης τού έδινε την κόρη του για σύζυγο. Ο μεγάλος βασιλιάς ικανοποιήθηκε και ενθάρρυνε τον Παυσανία, παρότι δε σκόπευε να του δώσει για σύζυγο την κόρη του.18

Μετά το Β΄ Περσικό πόλεμο, ο Θεμιστοκλής εξοστρακίστηκε από την Αθήνα (471-470 π.Χ.) και σύντομα καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο (468-467 π.Χ.). Πήγε σε πολλά μέρη σε ολόκληρη την Ελλάδα, προτού ζητήσει τη φιλοξενία του Αρταξέρξη Α΄ (465-424 π.Χ.). Ο Θεμιστοκλής έμαθε την περσική γλώσσα και τα έθιμα και σύντομα κατέλαβε θέση έμπιστου δίπλα στον Αρταξέρξη, κάτι το οποίο δεν είχε καταφέρει έως τότε άλλος Έλληνας. Λόγω της μεγάλης εκτίμησης που του είχε, ο βασιλιάς τού έδωσε τη διακυβέρνηση της Μαγνησίας στο Μαίανδρο, η οποία του απέφερε σημαντικά εισοδήματα, αλλά και τη Λάμψακο και το Μυούντα.19

3.3. Σύμβουλοι του μεγάλου βασιλιά

Αναμφίβολα υπήρχαν πολλοί Έλληνες που ζούσαν στην αυλή του βασιλιά και απολάμβαναν τα προνόμια της τιμητικής θέσης του συμβούλου. Για παράδειγμα, ο Δαρείος Α΄ κάλεσε τον Ιστιαίο το Μιλήσιο στην αυλή του φοβούμενος ότι είχε γίνει πάρα πολύ ισχυρός στην νεοϊδρυθείσα θρακική πόλη του στην ηδωνική γη.20 Ο Δαρείος τού επέτρεψε να επιστρέψει στην Ιωνία μόνο για να ρυθμίσει το θέμα της εξέγερσης που είχε ξεκινήσει στην περιοχή από το 499 π.Χ. Είναι σαφές ότι ο μεγάλος βασιλιάς τιμούσε αυτούς τους άνδρες μόνο επειδή τον βοηθούσαν στον έλεγχο των σχέσεων μεταξύ των Περσών, των ντόπιων πληθυσμών και των πολιτικών παραγόντων. Οι Έλληνες ζούσαν στην περσική αυλή μαζί με αριστοκράτες από άλλες χώρες, όπως ο Αιγύπτιος Udjahorresnet, ο οποίος παρέμεινε για κάποιο διάστημα στην αυλή του Δαρείου. Παρότι οι τιμές που αποδίδονταν από τους Πέρσες ήταν ορισμένες φορές σημαντικές, οι ντόπιοι αριστοκράτες δεν έγιναν ποτέ ισότιμοι με τους Πέρσες ευγενείς. Δεν υπήρχε εξαίρεση σε αυτό τον κανόνα και, όταν ορισμένοι Έλληνες καταλάμβαναν πολύ υψηλή θέση στην ακολουθία του βασιλιά, οι Πέρσες αριστοκράτες αισθάνονταν ότι απειλούνταν και λάμβαναν τα μέτρα τους. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο21 ο Θεμιστοκλής έλαβε τόσες τιμές όσες και οι πρώτοι των Περσών και ο Θουκυδίδης22 εξηγεί πώς ο Παυσανίας, ο Σπαρτιάτης βασιλιάς που τιμήθηκε από τον Ξέρξη Α΄, συμπεριφερόταν σαν Πέρσης σατράπης.

Για τους Πέρσες βασιλιάδες, η απόδοση τιμητικών τίτλων ή πολιτικών αξιωμάτων σε Έλληνες καθώς και σε άλλους ντόπιους αριστοκράτες σε ολόκληρη την αυτοκρατορία αποτελούσε μέρος μιας ιδιαίτερα ευφυούς πολιτικής στρατηγικής προκείμενου να διοικείται μια αχανής έκταση όπου ζούσε πλήθος κατακτημένων εθνών. Για ορισμένους Έλληνες, η περσική κυριαρχία αποτελούσε ένα από τα μέσα που είχαν στη διάθεσή τους προκειμένου να καταλάβουν σημαντική θέση όχι στην περσική ιεραρχία –κάτι το οποίο δεν ήταν δυνατό– αλλά στις δικές τους κοινωνίες. Για άλλους, όπως ο Θεμιστοκλής, που είχαν εξοριστεί από την πόλη τους, αποτελούσε μέσο διατήρησης του αριστοκρατικού τρόπου ζωής. Οι διαπροσωπικές σχέσεις ήταν απαραίτητες για την εξασφάλιση ισχυρής κοινωνικής θέσης και, φυσικά, οι σχέσεις αυτές δεν περιορίζονταν στην πόλη όπου ζούσε ο καθένας.



1. Ηρ. 7.82-97.

2. Briant, P., Histoire de l’Empire Perse. De Cyrus à Alexandre (Paris 1996).

3. Hofstetter, F., Die Griechen in Persien. Prosopographie der Griechen im persischen Reich vor Alexander (Berlin 1978).

4. Ηρ. 3.139-149.

5. Ηρ. 8.85.

6. Ηρ. 4.87-88.

7. Ηρ. 4.97-98.

8. Ηρ. 5.11.

9. Ηρ. 4.133-142.

10. Ηρ. 5.11.

11. Briant, P., “Dons de terres et de villes: l’Asie Mineure dans le contexte achémenide”, REA 87 (1985), σελ. 53 κ.ε.

12. Ηρ. 1.153-161.

13. Ηρ. 5.35.

14. Ηρ. 5.94-95.

15. Θουκ. 6.59.

16. Ηρ. 6.102-117.

17. Ηρ. 7.6.

18. Θουκ 1.128-129.

19. Θουκ. 1.128-129.

20. Ηρ. 5.23-24.

21. Πλούτ., Θεμ. 31, 3.

22. Θουκ. 1.130.