Έφεσος (Αρχαιότητα), Βιβλιοθήκη Κέλσου

1. Γενικά

Η Βιβλιοθήκη του Κέλσου δεσπόζει στα νότια της Τετραγώνου (Εμπορικής) Αγοράς της Εφέσου.1 Μαζί με τη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας στην Αίγυπτο και τη Βιβλιοθήκη της Περγάμου αποτελούν τα μεγαλύτερα σε μέγεθος και λαμπρότητα κτήρια βιβλιοθήκης του αρχαίου κόσμου. Πρόκειται για ένα πολυτελές οικοδόμημα με μνημειακό και ταυτόχρονα λειτουργικό χαρακτήρα. Η Βιβλιοθήκη του Κέλσου συνδυάζει μια εντυπωσιακή πρόσοψη, με πλούσια αρχιτεκτονική διακόσμηση, που ακολουθεί τα παραδείγματα των προσόψεων των ρωμαϊκών θεάτρων (scaenae frons),με ένα πολυτελές τόσο ως προς την αρχιτεκτονική του όσο και ως προς τη διακόσμησή του ορθογώνιο οικοδόμημα στο εσωτερικό. Η μορφή και η μνημειακή του κατασκευή το καθιστούν αναμφίβολα ανάμεσα στα πιο σημαντικά μνημεία της Εφέσου. Για το λόγο αυτό έχει γίνει αντικείμενο συστηματικών ερευνών, οι οποίες αφορούν το ίδιο το αρχιτεκτόνημα αλλά και τις εργασίες αναστήλωσης και ανάδειξής του.2

2. Αρχιτεκτονική Περιγραφή

Η Βιβλιοθήκη του Κέλσου είναι προσανατολισμένη προς τα ανατολικά. Μια κλίμακα με 9 βαθμίδες οδηγούσε από την πλατεία της Αγοράς στην πρόσοψη της Βιβλιοθήκης. Τα σκαλοπάτια στην κορυφή της κλίμακας πλαισιώνονταν από δύο βάθρα, όπου ήταν στημένα αγάλματα.3 Η θλαστή πρόσοψη του μνημείου είχε μήκος 21 μ. και ύψος 16 μ. και ήταν κατασκευασμένη από συμπαγείς μαρμάρινους λιθοπλίνθους, τοποθετημένους σύμφωνα με το ψευδοϊσόδομο σύστημα ορθογώνιας τοιχοποιίας.4 Η αρχιτεκτονική της μορφή που διαμορφώνεται με προεξέχοντες ναΐσκους, οι οποίοι επιστέφονται από τριγωνικά και καμπύλα αετώματα, ήταν ιδιαίτερα αγαπητή στο ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας. Υψώνεται σε δύο ορόφους με 8 μονολιθικούς αρράβδωτους κίονες σε κάθε όροφο.

Οι κίονες έχουν κατασκευαστεί από μάρμαρο, το οποίο προερχόταν από τα αυτοκρατορικά λατομεία του Δοκιμείου της Φρυγίας.5 Οι κίονες του πρώτου ορόφου έχουν λείο κορμό με βάση αττικού τύπου, η οποία διαμορφώνεται από δύο κυρτά κυμάτια που πλαισιώνουν ένα κοίλο. Οι κίονες διατάσσονται σε ζεύγη, αλλά πατούν καθένας σε ξεχωριστό τετράπλευρο βάθρο και απολήγουν σε σύνθετα κιονόκρανα, τα οποία αποτελούν συνδυασμό ιωνικού και κορινθιακού ρυθμού. Πάνω στους κίονες στηρίζεται ο θλαστός θριγκός του πρώτου ορόφου, που αποτελείται από τριταινιωτό επιστύλιο και ζώνη με ανάγλυφο φυτικό διάκοσμο και κοιλόκυρτα κυμάτια.6

Στον τοίχο της πρόσοψης ανοίγονταν τρεις θύρες. Οι παραστάδες και τα υπέρθυρά τους κοσμούνταν με φυτικά μοτίβα, ανάγλυφες μορφές και κοιλόκυρτα κυμάτια. Η κεντρική θύρα είχε μεγαλύτερο άνοιγμα από τις δύο πλαϊνές. Από αυτές τις εισόδους οι επισκέπτες οδηγούνταν στο εσωτερικό του μνημείου. Ψηλότερα από τις εισόδους διαμορφώνονταν «παράθυρα» που έδιναν φως στο εσωτερικό της Βιβλιοθήκης.7

Στα τμήματα του τοίχου της πρόσοψης μεταξύ των θυρών διαμορφώνονταν κόγχες πλαισιωμένες με πεσσούς. Οι πεσσοί έφεραν πλούσιο γλυπτό διάκοσμο με φυτικά κοσμήματα και μυθολογικές μορφές: μέσα από φύλλα άκανθας ξεπηδά ο Βελλεροφόντης με τον Πήγασο, καθώς και το παιχνιδιάρικο ζευγάρι του Έρωτα και της Ψυχής. Δώδεκα ανάγλυφες ταινίες (fasces) μαζί με πελέκεις αποτελούν αναφορά στο αξίωμα του Κέλσου ως υπάτου. Κεντρική μορφή στη ζωφόρο του επιστυλίου είναι ένας αετός. Στους πεσσούς του άνω ορόφου μπλέκονται βλαστόσπειρες αμπέλου και κισσού και απεικονίζονται σκηνές από τη ζωή του Απόλλωνα και του Διονύσου.8

Οι κόγχες στο εσωτερικό τους κοσμούνταν με τέσσερα γυναικεία αγάλματα, που απεικόνιζαν προσωποποιημένες αφηρημένες έννοιες: τη Σοφία, την Αρετή, την Έννοια και την Επιστήμη. Πρόκειται για τις προσωποποιήσεις των αρετών του ίδιου του Κέλσου, αλλά και των αρετών που γενικότερα θα έπρεπε να χαρακτηρίζουν το βίο των υψηλόβαθμων Ρωμαίων αξιωματούχων.9 Τα αγάλματα αυτά εκτίθενται σήμερα στο Μουσείο της Εφέσου στη Βιέννη, ενώ στο μνημείο βρίσκονται τα γύψινα εκμαγεία τους.

Ο επάνω όροφος ακολουθούσε τη διάρθρωση του κάτω. Τα ζεύγη των κιόνων πατούν στο ίδιο επίμηκες βάθρο και έφεραν κιονόκρανα κορινθιακού ρυθμού. Οι προεξέχοντες ναΐσκοι που διαμορφώνονται επιστέφονται με τριγωνικά και τοξωτά αετώματα σε εναλλαγή. Στις γωνίες των αετωμάτων υπήρχαν ακρωτήρια, τα οποία σήμερα δε σώζονται, ενώ στο βάθος των ναΐσκων ανοίγονταν «παράθυρα», κατ’ αντιστοιχία με τα ανοίγματα του κάτω ορόφου.10 Ανάμεσα στους ναΐσκους υπήρχαν βάθρα που έφεραν αγάλματα των κτητόρων· συγκεκριμένα τρία από αυτά απεικόνιζαν τον Κέλσο και ένα τον Ακύλα.11 Σε κάθε απόληξη του άνω ορόφου σχηματιζόταν μία προβολή προς τα έξω που οριζόταν από έναν κίονα.

Διάχυτη ήταν η ψευδαίσθηση ότι το οικοδόμημα ήταν ψηλότερο και μεγαλύτερο σε πλάτος, γεγονός που όπως φαίνεται επιδίωκαν και οι ίδιοι οι αρχιτέκτονες.12 Ο πλούσιος αρχιτεκτονικός και γλυπτός διάκοσμός του, η πρόσοψή του με τους «πρόστυλους» ναΐσκους, που επιστέφονται από καμπύλα και οξυκόρυφα αετώματα, και τις κόγχες με την αρχιτεκτονική πλαισίωση και τα αγάλματα, συμβάλλουν στη δημιουργία μιας τρισδιάστατης εικόνας και δείχνουν σαφείς επιδράσεις από τις προσόψεις των σκηνών των ρωμαϊκών θεάτρων.13 Αξιοσημείωτη είναι η ομοιότητα της διάρθρωσης της επιφάνειας της πρόσοψης με εκείνης του Νυμφαίου της Μιλήτου (69-96), καθώς και με τη Βόρεια Πύλη της νότιας Αγοράς της Μιλήτου (120-130) και με τη scaenae frons του θεάτρου της Ασπένδου (161-180). Πρόκειται για μερικά από τα πιο σημαντικά μνημεία της ρωμαϊκής αρχιτεκτονικής στη Μικρά Ασία.14

Οι εξωτερικοί τοίχοι του οικοδομήματος, δηλαδή στη νότια, τη δυτική και τη βόρεια πλευρά, ήταν ακόσμητοι και κατασκευασμένοι από οπτοπλινθοδομή, που πατούσε σε θεμέλια από αρχιτεκτονικά μέλη άλλων κτηρίων σε δεύτερη χρήση.15

Το εσωτερικό της Βιβλιοθήκης, αντίθετα με τη διώροφη πρόσοψη ήταν τριώροφο. Στην κάτοψή του είχε παραλληλόγραμμο σχήμα (διαστάσεων 10.92x16.72 μ.) και το κεντρικό του κλίτος, ακριβώς απέναντι από την κεντρική είσοδο, κατέληγε σε μια μεγάλη αψίδα που καταλάμβανε όλο το ύψος του εσωτερικού χώρου.

Κάτω από την κεντρική αψίδα, με πρόσβαση από το βορρά, βρισκόταν ο ταφικός θάλαμος με τη σαρκοφάγο του Κέλσου, η οποία έφερα πλούσια ανάγλυφη διακόσμηση και βρέθηκε ασύλητη.16 Ένα ανδρικό άγαλμα, του ίδιου του Κέλσου ή του γιου του, εντοπίστηκε κατά τις ανασκαφές κοντά στον αψιδωτό τοίχο και πρέπει να στεκόταν στη μεγάλη κεντρική αψίδα.17 Σήμερα βρίσκεται στην έκθεση του Αρχαιολογικού Μουσείου Κωνσταντινούπολης. Η σύνδεση σε ένα και μόνο μνημείο δύο λειτουργιών, αφενός ως ταφικού θαλάμου και αφετέρου ως Βιβλιοθήκης, δεν είναι χαρακτηριστικό μόνο της Βιβλιοθήκης του Κέλσου. Φαίνεται ότι ακολούθησε το παράδειγμα του ταφικού μνημείου του Τραϊανού στη Ρώμη, το οποίο, μεγαλύτερου μεγέθους βέβαια, διέθετε δύο διαφορετικές βιβλιοθήκες, μία ελληνική και μία λατινική.18

3. Η κυρίως Βιβλιοθήκη

Το κυρίως οικοδόμημα λειτουργούσε ως αναγνωστήριο.19 Οι κυλινδρικές θήκες όπου φυλάσσονταν οι πάπυροι και οι περγαμηνές βρίσκονταν τοποθετημένες σε ξύλινα ράφια.20 Αυτά είχαν διαμορφωθεί στο εσωτερικό 30 περίπου ορθογώνιων κογχών που διατάσσονταν σε 3 διαδοχικές σειρές στους τοίχους της Βιβλιοθήκης.21 Υπολογίζεται ότι η Βιβλιοθήκη του Κέλσου διέθετε γύρω στους 12.000 κυλίνδρους βιβλίων. Αυτό το πλήθος των βιβλίων προκαλεί μεγάλη εντύπωση αν σκεφτεί κανείς ότι τα βιβλία εκείνη την εποχή ήταν χειρόγραφα, γεγονός που σημαίνει ότι ήταν εξαιρετικά ακριβά. Για την προστασία των βιβλίων από την υγρασία υπήρχε ένα κενό περίπου 1 μ. μεταξύ του εξωτερικού και του εσωτερικού τοίχου. Φαίνεται πως αυτό το κενό χρησιμοποιήθηκε και για την κατασκευή κλιμακοστασίων που θα οδηγούσαν στους άνω ορόφους. Η εσωτερική διακόσμηση του μνημείου ήταν εντυπωσιακή, καθώς οι τοίχοι και το δάπεδο καλύπτονταν με πολύχρωμα μάρμαρα. Το πολυτελές δάπεδο σωζόταν μέχρι ενός σημείου κατά τις ανασκαφές του 1903/1904, γεγονός που επέτρεψε τη σχεδίαση και φωτογράφισή του, ώστε να μπορέσουν να το αποκαταστήσουν οι αναστηλωτές. Φατνώματα με πλούσιο ανάγλυφο διάκοσμο κάλυπταν την οροφή του μνημείου.22

4. Οι δωρητές και οι μαρτυρίες των επιγραφών

Οι ενεπίγραφες βάσεις για τα αγάλματα που ήταν στημένα στα σκαλοπάτια της πρόσοψης μάς πληροφορούν για τη ζωή, την κοινωνική θέση και την καριέρα ως αξιωματούχου του Τιβερίου Ιουλίου Κέλσου Πολεμάνου. Καταγόταν από αριστοκρατική και ευκατάστατη οικογένεια των Σάρδεων, ενώ ο ίδιος ήταν ιδιαίτερα καλλιεργημένος. Ο αυτοκράτορας Βεσπασιανός (69-79) τον έφερε από την Αίγυπτο στη Ρώμη, όπου το 92 μ.Χ. έγινε ύπατος και επιμελητής (curator) των δημόσιων οικοδομημάτων και οικοδομικών επιτροπών. Τα έτη 105/106 έγινε ανθύπατος της Ασίας,23 πιθανότατα πέθανε πριν από το 114, αλλά κατά τη διάρκεια της ζωής του πρέπει να σχεδίαζε την ίδρυση μιας δημόσιας βιβλιοθήκης στην Έφεσο.24

Οι επιγραφές, οι περισσότερες από τις οποίες έχουν διατηρηθεί, αναφέρουν το Τιβέριο Ιούλιο Ακύλα, γιο του Κέλσου, που έγινε ύπατος το έτος 110 μ.Χ., και ο οποίος φέρεται ως ο χρηματοδότης αυτού του ηρώου με τη μορφή βιβλιοθήκης προς τιμή του πατέρα του.25 Ο Τιβέριος Ιούλιος Ακύλας φρόντισε όχι μόνο για την αποπεράτωση του οικοδομήματος, αλλά και για τη διεξαγωγή επιμνημόσυνων εκδηλώσεων προς τιμή του πατέρα του.26 Επιπλέον, κληροδότησε ένα μεγάλο ποσό, ύψους 25.000 δηναρίων (denarii) για επισκευές της Βιβλιοθήκης και για το συνεχή εφοδιασμό της με βιβλία.27 Αν υπολογίσει κανείς ότι ξοδεύονταν περίπου 2.000 δηνάρια ετησίως, καταλαβαίνει ότι τα χρήματα αυτά κάλυπταν τις ανάγκες της Βιβλιοθήκης (επιδιορθώσεις, ανακαινίσεις) για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Με βάση τις επιγραφικές μαρτυρίες, τα διακοσμητικά μοτίβα, τη μορφολογία και το στιλ του μνημείου υποθέτουμε ότι η οικοδόμηση της Βιβλιοθήκης πρέπει να άρχισε γύρω στο 113 και να ολοκληρώθηκε γύρω στο 117 με 120.28

5. Η καταστροφή της Βιβλιοθήκης και η επαναχρησιμοποίησή της

Η Βιβλιοθήκη του Κέλσου και όλα τα βιβλία καταστράφηκαν από πυρκαγιά κατά τη διάρκεια του καταστροφικού σεισμού που έπληξε την πόλη το 262. Απέμεινε μόνο η πρόσοψή της, ενώ το εσωτερικό καταστράφηκε τελείως. Δεν έγινε καμία επέμβαση στο οικοδόμημα μέχρι τα Ύστερα Ρωμαϊκά χρόνια γύρω στο 400, οπότε και μετατράπηκε σε νυμφαίο.

Τότε η πρόσοψη της άλλοτε βιβλιοθήκης λειτούργησε ως πρόσοψη του νυμφαίου και αποκαταστάθηκε από έναν ειδικό για τον οποίο γνωρίζουμε ότι ονομαζόταν Στέφανος. Μια μεγάλη δεξαμενή συγκέντρωσης νερού κατασκευάστηκε μπροστά στα σκαλοπάτια της.29 Στην οικοδόμηση της δεξαμενής εντοιχίστηκαν πολλές πλάκες με ανάγλυφη διακόσμηση, που αναγνωρίστηκαν ότι προέρχονται από τη ζωφόρο του περίφημου μνημείου των Πάρθων.30 Επρόκειτο για ένα οικοδόμημα των μέσων του 2ου αιώνα στον τύπο του μνημειακού βωμού, ανεγερμένο από την πόλη της Εφέσου προς τιμή του Καίσαρα Λούκιου Βέρου (161-169).31 Η ανάγλυφη ζωφόρος απεικόνιζε με μνημειακό τρόπο την αυτοκρατορική οικογένεια. Τμήματά της βρίσκονται και στην ίδια την Έφεσο, στο Μουσείο Selcuk, αλλά και στο Μουσείο της Εφέσου στη Βιέννη, όπου μεταφέρθηκαν μαζί με τα 4 αγάλματα που ήταν τοποθετημένα στις κόγχες.32

Ίσως σε αυτή την περίοδο να πραγματοποιήθηκε η αντικατάσταση των αγαλμάτων των Αρετών του Κέλσου. Η ολοκληρωτική καταστροφή της πρόσοψης της Βιβλιοθήκης πρέπει να προκλήθηκε από σεισμό, που έγινε κατά την Υστεροβυζαντινή περίοδο.

6. Ιστορία της έρευνας και εργασίες αποκατάστασης

Από το 1978 έως το 1985 πραγματοποιήθηκαν ανασκαφικές εργασίες στην πλατεία όπου ανήκει η Βιβλιοθήκη υπό την εποπτεία του Werner Jobst.33 Αναγνωρίστηκαν τότε συνολικά 11 οικοδομικές φάσεις, από τον 6ο αι. π.Χ. έως τον 8ο αι. μ.Χ. Ο χώρος αυτός ήδη από τα Αρχαϊκά χρόνια αποτελούσε σημαντικό τμήμα της πομπικής οδού προς το Αρτεμίσιο, και μάλιστα μέχρι τις αρχές του 3ου αι. π.Χ. υπήρχαν τάφοι δεξιά και αριστερά του. Νότια αυτού βρίσκεται η οδός των Κουρητών, καθώς και το λεγόμενο auditorium (αυδιτώριον ή αυδειτώριον, ακροατήριον), ένας δημόσιος χώρος διαλέξεων, που, σύμφωνα με τις απόψεις των μελετητών, θα αποτελούσε πιθανόν μαζί με τη Βιβλιοθήκη του Κέλσου ένα είδος ανώτατου πνευματικού ιδρύματος της πόλης.34 Στη νοτιοδυτική γωνία της πλατείας της Βιβλιοθήκης βρέθηκε η κόγχη ενός υστεροελληνιστικού κυκλικού οικοδομήματος.

Η λαμπρή πρόσοψη της Βιβλιοθήκης του Κέλσου αποκαλύφθηκε κατά τη διάρκεια των ανασκαφών του Αυστριακού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου το διάστημα 1905 και 1906. Το γεγονός ότι εντοπίστηκε στο χώρο περίπου το 80% του αρχικού υλικού του μνημείου ήταν καθοριστικό, εφόσον έδωσε τη δυνατότητα να αποκατασταθεί το μνημείο στο σύνολό του. Πράγματι, οι εργασίες αποκατάστασης και αναστήλωσης πραγματοποιήθηκαν από το 1969 μέχρι το 1971, υπό τη διεύθυνση των F. Hueber και V.M. Strocka. Αρχικά συνέλεξαν τα αρχιτεκτονικά μέλη της πρόσοψης της Βιβλιοθήκης από τα σημεία που βρέθηκαν και τα μετέφεραν στην αρχική τους θέση, εκεί δηλαδή που ήταν χτισμένη η Βιβλιοθήκη. Χορηγοί και χρηματοδότες αυτού του έργου ήταν οι παρακάτω: η εταιρεία δομικών έργων Hochtief (Essen), ο εκδότης A. Koska και ο μηχανικός A. Kallinger-Prskawetz. Ο H. Endl ανέλαβε τη στατική μελέτη του έργου, ενσωματώνοντας στο μνημείο μεταλλικό αντισεισμικό σκελετό. Το 1973 ξεκίνησε η αποκατάσταση του κάτω ορόφου, ενώ μέχρι το 1976 τοποθετήθηκαν στη θέση τους οι κίονες και ο θριγκός του πρώτου ορόφου. Το 1977 ήταν έτοιμη η πρόσοψη του άνω ορόφου, ενώ μέχρι το 1978 ολοκληρώθηκε η αναστήλωση από την τουρκική αρχαιολογική υπηρεσία.35

7. Ο γλυπτός διάκοσμος της Βιβλιοθήκης

Όπως έχει ήδη αναφερθεί, την πρόσοψη του πρώτου ορόφου της Βιβλιοθήκης κοσμούσε μια σειρά από γυναικεία αγάλματα. Από νότο προς βορρά η πρώτη μορφή που εντοπίστηκε είναι η Σοφία.36 Η μορφή παριστάνεται όρθια και μετωπική, σε στάση ανάπαυσης, ενώ διατηρείται και η συμφυής πλίνθος της. Ρίχνει το βάρος του σώματός της στο στάσιμο δεξί πόδι, ενώ το άνετο αριστερό ανοίγει στο πλάι και ελαφρά λυγισμένο πάει προς τα πίσω. Το κεφάλι στρεφόταν προς τα αριστερά, ενώ σπασίματα υπάρχουν στο κρανίο και στο πρόσωπο. Φορά πέπλο, που σχηματίζει κόλπο και απόπτυγμα, και ιμάτιο, το οποίο πέφτει πίσω στην πλάτη. Οι παρυφές του ιματίου συγκρατούνταν από τους βραχίονες των χαμένων σήμερα χεριών. Στα πόδια φορά σανδάλια, των οποίων τα λουριά έχουν αποδοθεί πλαστικά. Η μορφή χρονολογείται στα μέσα του 2ου αιώνα. Αποτελεί επανάληψη του αγαλματικού τύπου της λεγόμενης Ήρας Campana-Altemps, στο Μουσείο του Λούβρου. Στο άγαλμα του Λούβρου το ιμάτιο της μορφής καλύπτει την κεφαλή.37 Το πρωτότυπό του θα πρέπει να αναζητηθεί στους Ύστερους Ελληνιστικούς χρόνους.

Το άγαλμα της Αρετής βρέθηκε μπροστά από την τρίτη κόγχη.38 Απεικονίζει μια γυναικεία μορφή σε όρθια επίσης μετωπική στάση. Συνανήκει με την ενεπίγραφο πλίνθο της Αρετής. Ένα μεγάλο κομμάτι από το μπροστινό τμήμα της μορφής έχει αποκρουστεί. Επίσης λείπουν τμήματα από το πρόσωπο, στα χείλη και στο πιγούνι. Φορά χιτώνα και ιμάτιο που καλύπτει το πίσω μέρος της κεφαλής και τυλίγεται σφιχτά γύρω από το σώμα της μορφής. Οι παρυφές του τυλίγονται γύρω από τα χέρια της μορφής. Το δεξί χέρι λυγίζει έντονα μπροστά στο στήθος και το αριστερό ακουμπά σφιχτά στα πλευρά. Η πίσω όψη της μορφής έχει αποδοθεί πιο συνοπτικά καθώς η μορφή, όπως και οι υπόλοιπες, ήταν προορισμένη να ειδωθεί από τη μία πλευρά μόνο. Τα χαρακτηριστικά της μορφής είναι εξατομικευμένα και θα μπορούσαν να ανήκουν σε πορτρέτο. Η χρονολόγηση της τοποθετείται στα χρόνια των Αντωνίνων. Πρόκειται για ρωμαϊκό αντίγραφο ενός ύστερου ελληνιστικού πρωτοτύπου, πιθανότατα του 2ου αι. π.Χ.

Πίσω από τις ανάγλυφες πλάκες,39 και κοντά στο δεύτερο ναΐσκο της πρόσοψης της Βιβλιοθήκης, βρέθηκε το άγαλμα της Έννοιας.40 Πρόκειται για μια ακόμα όρθια μορφή, σε μετωπική στάση ανάπαυσης, της οποίας και διατηρείται η συμφυής πλίνθος. Το κεφάλι έχει σπάσει από το λαιμό, ενώ o κορμός του αγάλματος έχει συγκολληθεί από δύο κομμάτια. Στηρίζεται στο στάσιμο δεξί σκέλος, ενώ το άνετο αριστερό πηγαίνει προς τα πίσω ελαφρά λυγισμένο. Φορά μακρύ χιτώνα και ιμάτιο που καλύπτει το σώμα. Το δεξί χέρι σφιχτά λυγισμένο συγκρατεί το ιμάτιο στο ύψος του ώμου, ενώ το αριστερό συγκρατεί την παρυφή του ιματίου στον αριστερό μηρό. Και αυτή η μορφή αποτελεί ρωμαϊκό αντίγραφο ενός ελληνιστικού πρωτοτύπου.

Η μορφή της Επιστήμης,41 βρέθηκε δίπλα στη βάση του αγάλματος του Πολεμάνου, μπροστά από την κόγχη με την επιγραφή ΕΠΙΣΤ[ήμη] ΚΕΛΣΟΥ.

Το κεφάλι της μορφής έχει σπάσει από το λαιμό. Εικονίζεται σε όρθια μετωπική στάση ανάπαυσης, πατώντας στο στάσιμο αριστερό πόδι, ενώ το δεξί λυγίζει προς τα πίσω ανοίγοντας ελαφρά στο πλάι. Φορά μακρύ χιτώνα που σχηματίζει κόλπο και απόπτυγμα. Πάνω από το χιτώνα φορά ιμάτιο που τυλίγεται δύο φορές γύρω από το σώμα, σχηματίζει μια ζώνη στη μέση και συγκρατείται με το αριστερό χέρι που ακουμπά σφιχτά στο πλάι. Όπως φαίνεται από το σωζόμενο τμήμα του ιματίου, αυτό κάλυπτε και το κεφάλι. Στα πόδια φορά σανδάλια.

Και τα 4 γυναικεία αγάλματα που απεικονίζουν τις προσωποποιήσεις των αρετών του Κέλσου χρονολογούνται στα χρόνια των Αντωνίνων, στα μέσα του 2ου αιώνα, και αποτελούν αντίγραφα ύστερων ελληνιστικών πρωτοτύπων. Αν και ανήκουν στο ίδιο σύνολο, δε φαίνεται να αποτελούν έργα του ίδιου εργαστηρίου και δε διέπονται από το ίδιο πνεύμα. Διαφοροποιούνται επίσης στα ακόλουθα σημεία:

Δεν είναι ισομεγέθη και δεν φαίνεται να λαμβάνουν υπόψη την ισορροπία στη σύνθεση.42 Τα τρία πρώτα έχουν ως στάσιμο σκέλος το δεξί πόδι, ενώ το τέταρτο έχει ως στάσιμο το αριστερό. Στην πρώτη μορφή το ιμάτιο κρέμεται δεξιά, ενώ στις υπόλοιπες 3 πέφτει αριστερά. Το άγαλμα της λεγόμενης Αρετής είναι κατασκευασμένο από διαφορετικό είδος μαρμάρου σε σχέση με τα υπόλοιπα τρία.43 Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι οι μορφές δεν ανήκουν στον αρχικό διάκοσμο του ηρώου του Κέλσου. Αντικατέστησαν σε μεταγενέστερη φάση τα προηγούμενα αγάλματα που υπήρχαν σε αυτό και τα ίδια προέρχονταν από κάποιο άλλο οικοδόμημα.

Εκτός από τις προσωποποιήσεις, οι ανασκαφές έφεραν στο φως και το θωρακοφόρο ανδριάντα ενός γενειοφόρου άνδρα.44 Ο κορμός και τα πόδια βρέθηκαν κοντά στη νότια κλίμακα της Βιβλιοθήκης, ενώ το κεφάλι βρέθηκε λίγο πιο μακριά, στην πλατεία της Τετραγώνου Αγοράς, κοντά στην Πύλη του Μαζαίου και Μιθριδάτη. Αν και με αρκετές αποκρούσεις και σπασίματα (λείπει ολόκληρο το δεξί χέρι από τον ώμο), η μορφή διατηρείται σε αρκετά καλή κατάσταση. Πατά σε πλίνθο ωοειδούς σχήματος και εικονίζεται σε όρθια μετωπική στάση, ρίχνοντας το βάρος του στο στάσιμο αριστερό πόδι.45 Το κεφάλι του στρέφεται ελαφρά προς τα δεξιά. Το αριστερό χέρι ακουμπά στη θήκη του ξίφους, ενώ στο χαμένο δεξί πιθανότατα κρατούσεσκήπτρο. Φορά κοντό χιτώνα (tunica) και πάνω από αυτόν θώρακα που φτάνει μέχρι τον ομφαλό. Ο θώρακας κοσμείται με παράσταση 2 αντιθετικών ανάγλυφων γρυπών. Ψηλά στο κέντρο φέρει ανάγλυφη κεφαλή Μέδουσας, ενώ στον ώμο εικονίζεται ανάγλυφος κεραυνός. Στη μέση αποδίδεται η ζώνη με κόμπο, το cingulum. Ο θώρακας απολήγει σε καμπύλα τμήματα με ανάγλυφη διακόσμηση, στο κεντρικό λεοντοκεφαλή και στα υπόλοιπα ρόδακες και άστρα. Ακολουθούν δερμάτινες πτέρυγες με κροσσωτές απολήξεις. Πάνω του έχει ριγμένο το ιμάτιο, το οποίο καλύπτει τον αριστερό ώμο και πέφτει προς τα κάτω με βαριές κάθετες πτυχώσεις, λειτουργώντας ταυτόχρονα και ως στήριγμα της μορφής. Φορά σανδάλια των συγκλητικών, τα calcei senatorii, και δίπλα του είναι ακουμπισμένο ένα κράνος με λοφίο.

Αρχικά, θεωρήθηκε ότι η μορφή απεικόνιζε τον ίδιο το Τιβέριο Ιούλιο Κέλσο Πολεμάνο. Αν και ο κορμός βρέθηκε κοντά με την ελληνική επιγραφή που αναφέρει τη βάση του αγάλματος του Πολεμάνου, ωστόσο δε φαίνεται να ταιριάζει στο σχήμα. Η επόμενη υπόθεση είναι ότι θα μπορούσε να απεικονίζει το γιο του.

Η διακόσμηση του μνημείου συμπληρωνόταν με τη μορφή μιας από τις εννέα Μούσες. Πρόκειται για τη Μελπομένη,46 που βρέθηκε μπροστά στη Βιβλιοθήκη. Η μορφή πατά σε βραχόμορφη πλίνθο, ακανόνιστου σχήματος, που έχει σπάσει γύρω γύρω. Εικονίζεται όρθια και μετωπική. Φορά μακρύ θεατρικό χιτώνα ζωσμένο ψηλά, κάτω από το στήθος, με φαρδιά διακοσμημένη ζώνη. Στην πλάτη της είναι ριγμένη η δορά. Το δεξί χέρι στηρίζεται σε μακρύ ρόπαλο, ενώ το χαμένο αριστερό θα κρατούσε ένα τραγικό προσωπείο, καθώς η Μελπομένη είναι η μούσα της τραγωδίας. Τέλος, για μικρότερους κορμούς που βρέθηκαν έγινε η υπόθεση ότι λειτουργούσαν ως ακρωτήρια.




1. Scherrer, P., Ephesus, The New Guide (2000), σελ. 130, εικ. 2 (για τον αρχιτεκτονικό διάκοσμο). Wiplinger, G. – Wlach, G. (επιμ.), Ephesos. 100 Jahre österreichische Forschungen (Wien 1995), σελ. 31. Για τη θέση της Βιβλιοθήκης και τον περιβάλλοντα χώρο βλ. Hueber, F., Ephesos, Gebaute Geschichte (Mainz am Rhein 1997), σελ. 81-83.

2. Βλ. γενική βιβλιογραφία του λήμματος.

3. Hueber, F. – Strocka, V.M., “Die Bibliothek des Celsus. Eine Prachtfassade in Ephesos und das Problem ihrer Wiederaufrichtung”, AntW 6.4 (1975), σελ 6· Hueber, F., Ephesos, Gebaute Geschichte (Mainz am Rhein 1997), σελ. 81, εικ. 100. Σύμφωνα με τον Hueber τα αγάλματα που ήταν στημένα στα βάθρα αυτά απεικόνιζαν έφιππους αδριάντες. Στα βάθρα αναγράφονταν τα αξιώματα (cursus honorum) του Κέλσου: στο βόρειο βάθρο στη λατινική, ενώ στο νότιο στην ελληνική γλώσσα. Ο επισκέπτης μπορεί να δει τις επιγραφές ακόμα και σήμερα.

4. Οι λιθόπλινθοι συνδέονταν μεταξύ τους με χάλκινους συνδέσμους και γόμφους, βλ. Hueber, F., Ephesos, Gebaute Geschichte (Mainz am Rhein 1997), σελ. 80.

5. Hueber, F., Gebaute Geschichte (Mainz am Rhein 1997), σελ. 81, εικ. 101.

6. Scherrer, P., Ephesus, The New Guide (Istanbul 2000), σελ. 130.

7. Hueber, F., Ephesos, Gebaute Geschichte (Mainz am Rhein 1997), σελ. 81.

8. Hueber, F., Ephesos, Gebaute Geschichte (Mainz am Rhein 1997), σελ. 81.

9. Scherrer, P., Ephesus, The New Guide (Istanbul 2000), σελ.130· Meriç, R. – Merkelbach, R. – Nollé, J. – Şahin, S., Die Inschriften von Ephesos VII.2, (IK 17,2, Bonn 1981), σελ. 521-522.

10. Hueber, F., Ephesos, Gebaute Geschichte (Mainz am Rhein 1997), σελ. 80-81· Hueber, F. – Strocka, V.M., “Die Bibliothek des Celsus. Eine Prachtfassade in Ephesos und das Problem ihrer Wiederaufrichtung”, AntW 6.4 (1975), σελ. 6.

11. Βλ. Meriç, R. – Merkelbach, R. – Nollé, J. – Şahin, S., Die Inschriften von Ephesos VII.2, (IK 17,2, Bonn 1981),σελ. 516-521.

12. Scherrer, P., Ephesus, The New Guide (Istanbul 2000), σελ. 130. Για την καμπυλότητα και τις οπτικές διορθώσεις στην πρόσοψη της βιβλιοθήκης βλ. Hueber, F., “Beobachtungen zu Kurvatur und Scheinperspektive an der Celsusbibliotek und anderen kaiserzeitlichen Bauten”, στο Bauplanung und Bautheorie der Antike (Berlin 1984), σελ. 175-200· Hueber, F., Ephesos, Gebaute Geschichte (Mainz am Rhein 1997), σελ. 81-83.

13. Ramage, N.H. – Ramage, A., Ρωμαϊκή Τέχνη (μτφρ. Ιωακειμίδου, Χ., επιμ. Στεφανίδου Τιβερίου, Θ.) (Θεσσαλονίκη 2000), σελ. 224.

14. İdil, V., “Die römische Biblioteken in Kleinasien, Die Celsusbibliotek in Ephesos und die Bibliotek in Nysa”, στο Friesinger, H. – Krinzinger, F. (επιμ.), Ephesos. Der neue Führer. 100 Jahre österreichische Ausgrabungen. 1895-1995 (Wien 1999), σελ. 437-441.

15. Hueber, F., Ephesos, Gebaute Geschichte (Mainz am Rhein 1997), σελ. 78-79.

16. Miltner, F., Ephesos. Stadt der Artemis und des Johannes (Wien 1958), σελ. 56· Hueber, F., Ephesos, Gebaute Geschichte (Mainz am Rhein 1997), σελ. 79, εικ. 99.

17. Hueber, F., Ephesos, Gebaute Geschichte (Mainz am Rhein 1997), σελ. 78.

18. Hueber, F., Ephesos, Gebaute Geschichte (Mainz am Rhein 1997), σελ. 81.

19. Scherrer, P., Ephesus, The New Guide (Istanbul 2000), σελ. 131, εικ. 1 (για το εσωτερικό της Βιβλιοθήκης). Wiplinger, G. – Wlach, G. (επιμ.), Ephesos. 100 Jahre österreichische Forschungen (Wien 1995), εικ. 41. Hoepfner, W., “Die Celsus-Bibliothek on Ephesos: eine kaiserzeitliche Bibliothek mit zentralem Lesensaal”, στο Hoepfner, W. (επιμ.), Antike Bibliotheken (Mainz am Rhein 2002), σελ. 123-126.

20. Scherrer, P., Ephesus, The New Guide (Istanbul 2000), σελ.132· Miltner, F., Ephesos. Stadt der Artemis und des Joannes (Wien 1958), σελ. 55, εικ. 48 (αποκατάσταση εσωτερικού).

21. Σε κάθε όροφο του μνημείου διαμορφώνονται από 2 ορθογώνιες κόγχες δεξιά και αριστερά της μεγάλης κεντρικής αψίδας, ενώ 3 κόγχες ανοίγονται στους πλευρικούς τοίχους της βιβλιοθήκης. Μπροστά από τις κόγχες αυτές διαμορφωνόταν πιθανόν μια διώροφη κιονοστοιχία, που στήριζε περιμετρικούς διάδρομους, οι οποίοι εξυπηρετούσαν την πρόσβαση των αναγνωστών στις κόγχες με τα ξύλινα ράφια των δύο ανώτερων ορόφων. Hueber, F., Ephesos, Gebaute Geschichte (Mainz am Rhein), σελ. 78.

22. İdil, V., “Die römische Biblioteken in Kleinasien, Die Celsusbibliotek in Ephesos und die Bibliotek in Nysa”, στο Friesinger, H. – Krinzinger, F. (επιμ.), Ephesos. Der neue Führer. 100 Jahre österreichische Ausgrabungen. 1895-1995 (Wien 1999), σελ. 437-441· Hueber, F., Ephesos, Gebaute Geschichte (Mainz am Rhein 1997), σελ. 80, εικ. 101.

23. Heberdey, R., “Die Proconsules Asiae unter Traian”, ÖJh 8 (1905), σελ. 234-235. · Hueber, F. – Strocka, V.M., “Die Bibliothek des Celsus. Eine Prachtfassade in Ephesos und das Problem ihrer Wiederaufrichtung”, AntW 6.4 (1975), σελ 4· İdil, V., “Die römische Biblioteken in Kleinasien, Die Celsusbibliotek in Ephesos und die Bibliotek in Nysa”, στο Friesinger, H. – Krinzinger, F. (επιμ.), Ephesos. Der neue Führer. 100 Jahre österreichische Ausgrabungen. 1895-1995 (Wien 1999), σελ. 440· Hueber, F., Ephesos, Gebaute Geschichte (Mainz am Rhein 1997), σελ. 78. Ο Κέλσος πέτυχε εξαιρετική στρατιωτική και δικαστική καριέρα. Στη θέση του ανθύπατου της επαρχίας της Ασίας διορίζονταν από τον αυτοκράτορα, στη συγκεκριμένη περίπτωση από τον Τραϊανό (98-117), μόνο τα εξαιρετικά ικανά και διακεκριμένα μέλη της συγκλήτου. Ο Κέλσος έζησε στην πρωτεύουσα της επαρχίας, την Έφεσο, όχι μόνο την περίοδο κατά την οποία διατέλεσε ανθύπατος της Ασίας, αλλά και σε όλη τη διάρκεια της ζωής του.

24. Τα διακοσμητικά μοτίβα των αρχιτεκτονικών μελών, όπως οι ταινίες στις παραστάδες, καθώς και ο ταφικός χαρακτήρας του μνημείου αποτελούν αναφορά στη δικαστική εξουσία του δωρητή. Scherrer, P., Ephesus, The New Guide (Istanbul 2000), σελ. 132· Strocka, V.M., “Zur Datierung des Celsusbibliothek”, στο Akurgal, E. (επιμ.), The proceedings of the Xth International Congress of Classical Archaeology, Ankara - Izmir 23. - 30.IX.1973 (Ankara 1978), σελ. 893-900.

25. Meriç, R. – Merkelbach, R. – Nollé, J. – Şahin, S., Die Inschriften von Ephesos VII.2, (IK 17,2, Bonn 1981), σελ. 515-525. Hueber, F. – Strocka, V.M., “Die Bibliothek des Celsus. Eine Prachtfassade in Ephesos und das Problem ihrer Wiederaufrichtung”, AntW 6.4 (1975), σελ. 4. Ο F. Hueber αναφέρει ότι ο Τιβέριος Ιούλιος Ακύλας ανήγειρε γύρω στο 120 μ.Χ. αυτό το οικοδόμημα ως ταφικό μνημείο του Τιβερίου Ιουλίου Κέλσου Πολεμάνου, ως ηρώο της οικογένειάς του και ως βιβλιοθήκη της πόλης. Hueber F., Ephesos, Gebaute Geschichte (Mainz am Rhein 1997), σελ. 78.

26. Πέθανε πριν ολοκληρωθεί η κατασκευή της Βιβλιοθήκης, βλ. Scherrer, P., Ephesus, The New Guide (2000), σελ.132.

27. Heberdey, R., “Vorläufiger Bericht über die Grabungen in Ephesos 1904”, Ojh 8 (1905), Beiblatt, σελ. 61-69. Meriç, R. – Merkelbach, R. – Nollé, J. – Şahin, S., Die Inschriften von Ephesos VII.2, (IK 17,2, Bonn 1981), σελ. 523-525.

28. Scherrer, P., Ephesus, The New Guide (Istanbul 2000), σελ. 132· Hueber, F., Ephesos, Gebaude und Geschicthe, σελ. 77-83. Για τη χρονολόγηση της Βιβλιοθήκης του Κέλσου βλ. Strocka, V.M., “Zur Datierung des Celsusbibliothek”, στο Akurgal, E. (επιμ.), The proceedings of the Xth International Congress of Classical Archaeology, Ankara - Izmir 23. - 30.IX.1973 (Ankara 1978), 893-900· İdil, V., “Die römische Biblioteken in Kleinasien, Die Celsusbibliotek in Ephesos und die Bibliotek in Nysa”, στο Friesinger, H. – Krinzinger, F. (επιμ.), Ephesos. Der neue Führer. 100 Jahre österreichische Ausgrabungen. 1895-1995 (Wien 1999), σελ. 440.

29. Scherrer, P., Ephesus, The New Guide (Istanbul 2000), σελ.132· İdil, V., “Die römische Biblioteken in Kleinasien, Die Celsusbibliotek in Ephesos und die Bibliotek in Nysa”, στο Friesinger, H. – Krinzinger, F. (επιμ.), Ephesos. Der neue Führer. 100 Jahre österreichische Ausgrabungen. 1895-1995 (Wien 1999), 437-441· Miltner, F., Ephesos. Stadt der Artemis und des Joannes (Wien 1958), σελ. 57. Wiplinger, G. – Wlach, G. (επιμ.), Ephesos. 100 Jahre österreichische Forschungen (Wien 1995), σελ. 31-32· Hueber, F. – Strocka, V.M., “Die Bibliothek des Celsus. Eine Prachtfassade in Ephesos und das Problem ihrer Wiederaufrichtung”, AntW 6.4 (1975), σελ. 7· Hueber, F., Ephesos, Gebaute Geschichte (Mainz am Rhein 1997), σελ. 77.

30. Όταν το 1903/1904 πρωτοανασκάφηκε η πλατεία μπροστά από τη Βιβλιοθήκη, βρέθηκαν εκεί ανακατεμένα αρχιτεκτονικά μέλη από τη Νότια Πύλη και την πρόσοψη της Βιβλιοθήκης, βλ. Hueber, F., Ephesos, Gebaute Geschichte (Mainz am Rhein 1997), σελ. 77, εικ. 98.

31. Miltner, F., Ephesos. Stadt der Artemis und des Joannes (Wien 1958), σελ. 57-58.

32. Στο Μουσείο της Βιέννης μεταφέρθηκε επίσης και η κεφαλή Μέδουσας που εικονιζόταν στο τύμπανο ενός αετώματος, βλ. Hueber, F., Ephesos, Gebaute Geschichte (Mainz am Rhein 1997), σελ. 78.

33. Wiplinger, G. – Wlach, G. (επιμ.), Ephesos. 100 Jahre österreichische Forschungen (Wien 1995), εικ. 160-161 (για την περιοχή της πλατείας).

34. Αρχικά η κατασκευή αυτή είχε ταυτιστεί με βωμό, τελευταία όμως οι μελετητές αναζητούν στη θέση αυτή το auditorium, το οποίο μαρτυρείται επιγραφικά ότι βρισκόταν στο χώρο ανάμεσα στη Βιβλιοθήκη του Κέλσου και την οδό του Θεάτρου, βλ. Engelmann, H., “Celsusbibliothek und Auditorium in Ephesos”, ÖJh 62 (1993), σελ. 105-111· Hueber, F. – Strocka, V.M., “Die Bibliothek des Celsus. Eine Prachtfassade in Ephesos und das Problem ihrer Wiederaufrichtung”, AntW 6.4 (1975), σελ. 6-7· Hueber, F., Ephesos, Gebaute Geschichte (Mainz am Rhein 1997), σελ. 83-85.

35. Wiplinger, G. – Wlach, G. (επιμ.), Ephesos. 100 Jahre österreichische Forschungen (1995), σελ. 124, εικ. 167· Strocka, V.M. – Hueber, F., “Celsus Kitapliğı Fasadı restorasyonu (Wiederaufbau der Fassade der Celsusbibliothek)”, Efes Harabeleri ve Müzesı Yıllığı 1 (1972), σελ. 91-98· Fehr, B., “Archäologen, Techniker, Industrielle. Betrachtungen zur Wiederaufstellung der Bibliothek des Celsus in Ephesos”, Hephaistos 3 (1981), σελ. 107-125· Hueber, F., “Bericht über die Wiederaufrichtungsarbeiten an der Celsusbibliothek und über die bisherigen Ergebnisse der Untersuchung der Bausubstanz”, στο Akurgal, E. (επιμ.), The proceedings of the Xth International Congress of Classical Archaeology, Ankara - Izmir 23. - 30.IX.1973 (Ankara 1978), σελ. 979-985· Hueber, F. – Strocka, V.M., “Die Bibliothek des Celsus. Eine Prachtfassade in Ephesos und das Problem ihrer Wiederaufrichtung”, AntW 6.4 (1975), σελ. 3-14· Strocka, V.M., “Efesteki Celsus kitapliği onarim çalismalari. Les travaux de restauration de la bibliothèque de Celsus à Efes”, Belleten 43 (1979), σελ. 809-822.

36. Eichler, F., “Die Skulpturen”, στο Forschungen in Ephesos V.1: Die Bibliothek (Wien 1953), σελ. 48, αρ. 1, εικ. 95-96. Μουσείο Βιέννης, αρ. ευρ. 948.

37. Eichler, F., “Die Skulpturen”, στο Forschungen in Ephesos V.1: Die Bibliothek (Wien1953), σελ. 49, σημ. 5.

38. Eichler, F., “Die Skulpturen”, στο Forschungen in Ephesos V.1: Die Bibliothek (Wien 1953), σελ. 51. αρ. 2, εικ. 97-98. Μουσείο Βιέννης, αρ. ευρ. 852.

39. Πρόκειται για τις ανάγλυφες πλάκες που τοποθετήθηκαν εδώ σε δεύτερη χρήση και προέρχονται από το μνημείο των Πάρθων.

40. Eichler, F., “Die Skulpturen”, στο Forschungen in Ephesos V.1: Die Bibliothek (Wien 1953), σελ. 53, αρ. 3, εικ. 99. Μουσείο Βιέννης, αρ. ευρ. 928.

41. Eichler, F., “Die Skulpturen”, στο Forschungen in Ephesos V.1: Die Bibliothek (Wien 1953), σελ. 55, αρ. 4, εικ. 100. Μουσείο Βιέννης, αρ. ευρ. 881.

42. Eichler, F., “Die Skulpturen”, στο Forschungen in Ephesos V.1: Die Bibliothek (Wien 1953), σελ. 57.

43. Eichler, F., “Die Skulpturen”, στο Forschungen in Ephesos V.1: Die Bibliothek (Wien 1953), σελ. 56.

44. Eichler, F., “Die Skulpturen”, στο Forschungen in Ephesos V.1: Die Bibliothek (Wien 1953), σελ. 57, εικ. 101. Αρχαιολογικό Μουσείο Κωνσταντινούπολης, αρ. ευρ. 2453.

45. Eichler, F., “Die Skulpturen”, στο Forschungen in Ephesos V.1: Die Bibliothek (Wien 1953), σελ. 58.

46. Eichler, F., “Die Skulpturen”, στο Forschungen in Ephesos V.1: Die Bibliothek (Wien 1953), σελ. 59, αρ. C, εικ. 102. Μουσείο Βιέννης, αρ. ευρ. 812.