Ηράκλεια Λάτμου (Αρχαιότητα)

1. Θέση και ίδρυση

Η Ηράκλεια Λάτμου, πόλη στις ακτές της Καρίας, έχει ταυτιστεί με τα ερείπια του αρχαίου οικισμού στη νότια πλαγιά του όρους Λάτμος, στη θέση του σημερινού χωριού Kapikiri. Βρίσκεται πολύ κοντά στην αρχαία πόλη της Μιλήτου –περίπου 24 χλμ. προς τα ανατολικά– και η γειτνίαση αυτή υπήρξε καταλυτική για την Ηράκλεια, που ήταν πάντα στη σκιά μιας από τις πιο ισχυρές πόλεις κατά την Αρχαιότητα.

Η ιστορική διαδρομή της Ηρακλείας είναι πολύ σύντομη, αφού η ίδρυσή της χρονολογείται μόλις στα μέσα ή, κατά μία άλλη άποψη, στα τέλη του 4ου αι. π.Χ. Και την εποχή του Στράβωνος (1ος αι. π.Χ.) δεν ήταν παρά μόνο μία πολίχνη.1

Ιδρύθηκε ως διάδοχος της καρικής Λάτμου. Η ομώνυμη με το βουνό πόλη Λάτμος, η ίδρυση της οποίας τοποθετείται το 1000 π.Χ., την εποχή των μεγάλων μεταναστευτικών κινήσεων, εγκαταλείφθηκε κάποια στιγμή τον 4ο αι. π.Χ. και οι κάτοικοί της εγκαταστάθηκαν στη νεοϊδρυθείσα Ηράκλεια. Η Παλαιά Λάτμος και η Νέα Ηράκλεια βρίσκονται πολύ κοντά η μία στην άλλη στις υπώρειες του όρους – η μεταξύ τους απόσταση είναι μόλις 1 χλμ.

Πότε ακριβώς εγκαταλείφθηκε ο παλιός οικισμός και επανιδρύθηκε σε μία νέα θέση με καινούργιο όνομα δεν έχει απαντηθεί ομόφωνα από τους μελετητές. Σύμφωνα με την πιο διαδεδομένη άποψη η μεταφορά της πόλης αποδίδεται στο Μαύσωλο,2 το δυνάστη της Καρίας, που ήταν στην εξουσία το διάστημα 375-355 π.Χ. Επί της αρχής του μεταφέρθηκε άλλωστε και η έδρα της σατραπείας της Καρίας από τα Μύλασα στην Αλικαρνασσό, σε μια προσπάθεια εδραίωσης της κυριαρχίας του στην περιοχή. Στο πλαίσιο της πολιτικής εξελληνισμού που ακολούθησε είναι πιθανόν να εντάσσεται και η μεταφορά των κατοίκων της καρικής Λάτμου στη νέα ελληνική πόλη της Ηρακλείας, που πήρε το όνομά της από τον ομώνυμο μυθικό ήρωα. Δύο ακόμη επιχειρήματα προβάλλονται υπέρ της ίδρυσης της πόλης από το Μαύσωλο: Ο Ψευδο-Σκύλαξ3 αναφέρει την Ηράκλεια αλλά όχι τη Λάτμο και, εφόσον το έργο του δεν μπορεί να χρονολογηθεί μετά το 330 π.Χ., η ύπαρξη της πόλης πριν από το έτος αυτό θεωρείται δεδομένη. Στην ίδρυσή της γύρω στα μέσα του 4ου αι. π.Χ. συνηγορεί και το εθνικό Ηρακλεώτης σε επιγραφή ενός παναθηναϊκού αμφορέα του 4ου αι. π.Χ., το οποίο υποστηρίζεται ότι αφορά την Ηράκλεια Λάτμου και αποδεικνύει τη συμμετοχή ενός πολίτη της στους παναθηναϊκούς αγώνες τον 4ο αι. π.Χ.4

Σύμφωνα όμως με μία άλλη άποψη η Ηράκλεια ιδρύθηκε αργότερα, γύρω στο 300 π.Χ., από το Μακεδόνα στρατηγό Πλείσταρχο, τον αδερφό του Κασσάνδρου. Μετά τη μάχη της Ιψού (301 π.Χ.) και την ανακατανομή των εδαφών της αυτοκρατορίας του Αλεξάνδρου ανάμεσα στους διαδόχους, δόθηκε στον Πλείσταρχο ένα τμήμα της Καρίας. Τότε ιδρύθηκε η Ηράκλεια ως έδρα του βασιλείου του. Αρχικά, η πόλη ονομάστηκε από τον ιδρυτή της Πλειστάρχεια.5 Η μετονομασία σε Ηράκλεια χρονολογείται αργότερα. Από τους υποστηρικτές της άποψης αυτής προβάλλεται ως επιχείρημα η μαρτυρούμενη συνθήκη ανάμεσα στη Λάτμο και τα Πήδασα, που χρονολογείται το 323-313 π.Χ. και αποδεικνύει ότι η Λάτμος δεν είχε ακόμη εγκαταλειφθεί τον ύστερο 4ο αι. π.Χ.6 Η μεταφορά των κατοίκων σήμανε την ολοκληρωτική ισοπέδωση της παλιάς πόλης, το οικοδομικό υλικό της οποίας χρησιμοποιήθηκε για να χτιστεί η καινούργια. Η ολοσχερής καταστροφή της Λάτμου εξυπηρετούσε όμως και έναν επιπλέον σκοπό: απέκλειε τη δυνατότητα επιστροφής των κατοίκων. Και αυτό είναι ένα ακόμη επιχείρημα υπέρ της μεταφοράς της πόλης επί Πλειστάρχου. Στην Πρώιμη Ελληνιστική εποχή η ίδρυση νέων πόλεων και οι ακούσιες μετοικήσεις δεν αποτελούσαν σπάνιο φαινόμενο. Οι διάδοχοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου ίδρυσαν πολυάριθμες πολιτείες εφαρμόζοντας συνέχεια τη μέθοδο του συνοικισμού, κατά τον οποίο συγκέντρωναν τον πληθυσμό διάφορων γειτονικών πόλεων σ’ ένα ευρύτερο κέντρο. Ενδεικτικό παράδειγμα συνιστά η Έφεσος που μεταφέρθηκε σχεδόν ταυτόχρονα με τη Λάτμο.7

Μέχρι την Ύστερη Αρχαιότητα η Ηράκλεια ήταν μια παραθαλάσσια πόλη στο μυχό του Λατμικού κόλπου, η οποία διέθετε ένα αρκετά κερδοφόρο εμπορικό λιμάνι. Οι προσχώσεις όμως του Μαιάνδρου μετέτρεψαν το Λατμικό κόλπο σε λιμνοθάλασσα (Bafa Gölü), αλλάζοντας την ακτογραμμή και αποκόβοντας την πόλη από κάθε πρόσβαση στη θάλασσα του Αιγαίου, και τον προχωρημένο Μεσαίωνα είχε ήδη ολοκληρωθεί η σύγχρονη γεωμορφολογική μεταβολή.

2. Ιστορία

Ανεξάρτητα με το πότε ιδρύθηκε η Ηράκλεια Λάτμου, η ιστορική της διαδρομή ταυτίζεται με εκείνη της ευρύτερης περιοχής της Καρίας. Ο 3ος αι. π.Χ. ήταν μία περίοδος ανακατατάξεων, κατά τη διάρκεια της οποίας η Καρία πέρασε σε διαφορετικές σφαίρες επιρροής των διαδόχων, ανάλογα με το ποιες δυνάμεις επικρατούσαν κάθε φορά στην περιοχή. Ο Πλείσταρχος έχασε πολύ γρήγορα τις καρικές κτήσεις του από το Δημήτριο τον Πολιορκητή (299/298 π.Χ.). Μέχρι το 190 π.Χ. η Ηράκλεια Λάτμου ανήκε άλλοτε στους Σελευκίδες και άλλοτε στους Πτολεμαίους. Στις αρχές του 2ου αι. π.Χ. η ήττα του Σελευκίδη Αντιόχου ΙΙΙ από τους Ρωμαίους υπήρξε αποφασιστικής σημασίας για την επικράτηση νέων ισορροπιών μεταξύ των δυνάμεων της εποχής.

Η ειρήνη της Απάμειας (188 π.Χ.) σηματοδότησε την έναρξη μιας νέας εποχής για την Ηράκλεια Λάτμου, που αναγνωρίστηκε πόλη ελεύθερη από τους Ρωμαίους. Αυτό σήμαινε απαλλαγή από την καταβολή κάθε εισφοράς και φόρου υποτέλειας στη Ρώμη, απουσία ρωμαϊκής φρουράς στην πόλη και ανεξάρτητη δικαστική εξουσία. Ο 2ος αι. π.Χ. αποτέλεσε περίοδο μέγιστης οικονομικής ακμής για την πόλη, όπως τεκμηριώνεται από τις κοπές αργυρών νομισμάτων που άρχισαν από το 190 π.Χ. και εξής.

Το 173/172 π.Χ. η Ηράκλεια και η Μίλητος ενώθηκαν με ισοπολιτεία, διατηρώντας η καθεμιά την ανεξαρτησία της.8 Από το 129 π.Χ. η Καρία αποτέλεσε τμήμα της ρωμαϊκής επαρχίας της Ασίας. Η Ηράκλεια Λάτμου συνέχισε να ακμάζει έως τον 1ο αι. π.Χ.9 Η παρακμή όμως ήρθε πολύ σύντομα και στα χρόνια του Στράβωνος (63 π.Χ.-24 μ.Χ.) αναφέρεται ως πολίχνιον και συμπεριλαμβάνεται στις πόλεις εκείνες που κατά το Στράβωνα ήταν περιπόλιοι άλλων μεγαλυτέρων πόλεων.10 Η νομισματοκοπία της όμως δε σταμάτησε και οι κοπές των χάλκινων νομίσματων των Αυτοκρατορικών χρόνων κάλυψαν το χρονικό διάστημα από την περίοδο του Αυγούστου (27 π.Χ.-14 μ.Χ.) μέχρι του Γέτα (211-212 μ.Χ.).

Με τη διοικητική αναδιοργάνωση από το Διοκλητιανό (286-305 μ.Χ.) η Καρία αποτέλεσε ξεχωριστή ρωμαϊκή επαρχία και μετά τη διχοτόμηση της αυτοκρατορίας πέρασε στο ανατολικό κράτος. Στους Παλαιοχριστιανικούς και Βυζαντινούς χρόνους η Ηράκλεια Λάτμου υπήρξε έδρα επισκοπής και μία από τις σημαντικότερες πόλεις της περιοχής. Το βουνό Λάτμος έγινε κοιτίδα του χριστιανικού μοναστηριακού και ασκητικού βίου, όταν από τον 7ο αι. π.Χ. άρχισαν να εγκαθίστανται στις δυσπρόσιτες πλαγιές του και μέσα σε σπηλιές διωκόμενοι μοναχοί από το Σινά και τη νότια Αραβία (Arabia Felix).11

3. Οικονομία

Οι Ελληνιστικοί χρόνοι, και κυρίως ο 2ος αι. π.Χ., αποτέλεσαν τη μόνη περίοδο οικονομικής ανάπτυξης της Ηρακλείας Λάτμου. Το λιμάνι που διέθετε της επέτρεψε να παίξει συγκεκριμένο ρόλο στο θαλάσσιο εμπόριο της περιοχής. Ωστόσο, δεν αναδείχτηκε ποτέ σε σημαίνον εμπορικό κέντρο, λόγω της επισκίασής της από τη γειτονική Μίλητο. Η τελευταία, λόγω της πλεονεκτικής θέσης της στην είσοδο του ομώνυμου κόλπου, αποκόμιζε τα περισσότερα οφέλη από το θαλάσσιο εμπόριο. Λίγα ήταν τα κέρδη για την Ηράκλεια και από το χερσαίο εμπόριο, γιατί βρισκόταν σε μεγάλη απόσταση από την οδό από και προς την Έφεσο. Στις πλουτοπαραγωγικές πηγές της ανήκαν η κτηνοτροφία, η γεωργία και η μελισσοκομία. Μία πρόσθετη πηγή εσόδων αποτελούσε το εμπόριο μαρμάρου από το βουνό Λάτμος, όπου σώζονται πολλές θέσεις με ίχνη εξόρυξης.12 Η εξαγωγή μαρμάρου υπήρξε τόσο για την Ηράκλεια όσο και για την πρόδρομό της Λάτμο αρκετά κερδοφόρα, αφού λόγω της εξαιρετικής ποιότητάς του αποτελούσε κατά την Αρχαιότητα από τα καλύτερα είδη λευκού μαρμάρου.

4. Πολίτευμα

Ελάχιστα είναι γνωστά για την πολιτειακή οργάνωση της Ηρακλείας. Την περίοδο της μέγιστης οικονομικής της ανάπτυξης είχε δημοκρατικό πολίτευμα με κύρια διοικητικά όργανα τη βουλή και το δήμο.13 Ένας κατάλογος στεφανηφόρων που βρέθηκε στην Ηράκλεια, με τα ονόματα μεταξύ άλλων του Αυγούστου και του εγγονού του Γαΐου, μαρτυρά ότι η πόλη είχε τη δική της πολιτειακή οργάνωση μέχρι τους Αυτοκρατορικούς χρόνους.14

5. Θρησκεία

Εξέχουσα θέση στη θρησκευτική ζωή της πόλης καταλάμβανε η λατρεία του τοπικού ήρωα Ενδυμίωνος. Σύμφωνα με μία εκδοχή του μύθου, που τοποθετείται στο βουνό Λάτμος, η Σελήνη τον είδε και τον ερωτεύτηκε κατά τη διάρκεια του αγέραστου ύπνου που του είχε χαρίσει ο Δίας. Στην Ηράκλεια ο Ενδυμίων λατρευόταν ως μυθικός ιδρυτής της πόλης και το ιερό του έχει ταυτιστεί με μεγάλη βεβαιότητα.

Όπως προκύπτει από τη θεματογραφία των νομισμάτων,15 ιδιαίτερα διαδεδομένη ήταν και η λατρεία του Ηρακλή, επώνυμου ήρωα της πόλης. Το σύμβολό του, το ρόπαλο, η γενειοφόρος κεφαλή του, καθώς και ολόκληρη η μορφή του, απεικονίζονται στις κοπές των Ελληνιστικών χρόνων και το επικρατέστερο εικονογραφικό θέμα των χαλκών νομισμάτων κατά τους Αυτοκρατορικούς χρόνους είναι ο Ηρακλής ιστάμενος. Τέλος, το ιερό της Αθηνάς Λατμίας, χτισμένο σε δεσπόζουσα θέση, αποτελεί μαζί με τη νομισματική θεματογραφία απτή απόδειξη της κυρίαρχης θέσης της λατρείας της θεάς στην Ηράκλεια Λάτμου.16

6. Οικοδομήματα

Τα ερείπια της Ηρακλείας εκτείνονται από τη βορειοδυτική όχθη της λιμνοθάλασσσας, του άλλοτε ανοιχτού θαλάσσιου κόλπου, έως την απόκρημνη νότια πλαγιά του Λάτμου. Από το οχυρωμένο λιμάνι της σήμερα δε σώζεται τίποτα, λόγω της ανόδου της στάθμης της λιμνοθάλασσας. Η ίδια η πόλη παρά το απότομο έδαφος χτίστηκε σύμφωνα με το ιπποδάμειο σύστημα. To εντυπωσιακό οχυρωματικό τείχος χρονολογείται από την πλειονότητα των μελετητών στους Ελληνιστικούς χρόνους γύρω στον πρώιμο 3ο αι. π.Χ.17 Η εξαιρετική διατήρησή του το καθιστά ένα από τα καλύτερα παραδείγματα αρχαίας αμυντικής αρχιτεκτονικής με μήκος 6,5 χλμ., πλάτος 2-3 μ. και ύψος 6 μ. Ακολουθώντας τη φυσική διαμόρφωση του εδάφους αναρριχάται σε ύψος 500 μ. από τη λιμνοθάλασσα. Είναι χτισμένο με ορθογώνιους λιθοπλίνθους ως τις επάλξεις, τμήματα των οποίων διατηρούνται έως σήμερα. Ένα πυκνό σύστημα 65 αμυντικών πύργων σε ακανόνιστα διαστήματα ενίσχυε τα τείχη, ενώ υπήρχε και μεγάλος αριθμός πυλών, με καλύτερα σωζόμενη την ανατολική αψιδωτή πύλη.18

Η δομημένη έκταση της πόλης περιορίστηκε αργότερα με ένα διατείχισμα στο ένα τρίτο περίπου της συνολικά οχυρωμένης περιοχής. Η ημιτελής αγορά διαστάσεων 110x60 μ. βρίσκεται στο άνω μέρος της πόλης, σε ένα πλάτωμα στην περιοχή του σημερινού χωριού. Χρονολογείται το 2ο αι. π.Χ., ωστόσο δεν αποκλείεται η οικοδόμηση να ξεκίνησε κατά τη διάρκεια του 3ου αι. π.Χ. Ανήκει στον τύπο της λεγομένης «ιωνικής αγοράς»19 με κανονική ορθογώνια κάτοψη και περιστύλιο, που στην περίπτωση της Ηρακλείας είναι δωρικού ρυθμού. Λόγω της κατωφέρειας του εδάφους, διαμορφώθηκε κάτω από το επίπεδο της νότιας πτέρυγας της αγοράς διώροφη υποδομή, στην οποία δημιουργήθηκαν αποθηκευτικοί χώροι. Η υποδομή αυτή, σε αντίθεση με το υπόλοιπο τμήμα της αγοράς, σώζεται μέχρι σήμερα σε άριστη κατάσταση. Ανατολικά από την αγορά και σε άμεση γειτνίαση βρίσκεται το βουλευτήριο του 2ου αι. π.Χ. Πρόκειται για ένα μικρών διαστάσεων ορθογώνιο οικοδόμημα χωρητικότητας 300 ατόμων, που έχει πρότυπο ως προς τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό το βουλευτήριο της Πριήνης: Στη μακριά νότια πλευρά υπήρχαν δύο είσοδοι και στο εσωτερικό του κτηρίου τα εδώλια αναπτύσσονταν αμφιθεατρικά σε κάτοψη σχήματος Π. Μία εσωτερική κιονοστοιχία πίσω από την υψηλότερη σειρά εδωλίων προοριζόταν για τη στήριξη της στέγης. Σήμερα διακρίνονται μόνο μερικά εδώλια και τμήματα των εξωτερικών τοίχων.

Δυτικά της Αγοράς, σε ένα βραχώδες ύψωμα δεσπόζει ο ναός της Αθηνάς Λατμίας του 3ου αι. π.Χ. Είναι το μοναδικό δημόσιο οικοδόμημα του οποίου ο προσανατολισμός και η θέση δεν ορίζονται από τα οικοδομικά τετράγωνα του ιπποδάμειου πολεοδομικού συστήματος. Η ταύτισή του κατέστη δυνατή από μία σωζόμενη αφιερωματική επιγραφή στην αριστερή πλευρά της εισόδου. Είναι ένα απλό εν παραστάσι κτήριο μικρών διαστάσεων με σχεδόν ισομεγέθη σηκό και πρόναο. Εκτός από θρησκευτικό οικοδόμημα λειτουργούσε και ως ένα είδος αρχείου της πόλης με χαραγμένες επιγραφές στις παραστάδες του, πολλές από τις οποίες διατηρούνται μέχρι σήμερα. Από το ναό σώζονται in situ οι τρεις τοίχοι του σηκού μέχρι το ύψος της στέγης, ενώ αρχιτεκτονικά μέλη του βρίσκονται διάσπαρτα στο γύρω χώρο.

Στο ελάχιστα γνωστό τμήμα της πόλης, βόρεια της Αγοράς, σώζονται τα ερείπια του θεάτρου της Ηρακλείας. Η πλειονότητα των μελετητών το θεωρεί ρωμαϊκό, με εξαίρεση την Peschlow-Bindokat που το χρονολογεί στο 2ο αι. π.Χ.20 Διατηρούνται ελάχιστα μόνο τμήματα από το κοίλο και τη σκηνή. Στην ίδια περιοχή, βόρεια του θεάτρου διακρίνονται τα λείψανα ενός νυμφαίου, καθώς και ελάχιστα ίχνη του συγκροτήματος των ρωμαϊκών Θερμών, το οποίο βρισκόταν ανάμεσα στο θέατρο και το βουλευτήριο.

Στο νότιο τμήμα της πόλης σε ένα ύψωμα με θέα στη θάλασσα βρίσκεται το ιερό του τοπικού ήρωα Ενδυμίωνος. Μαζί με αυτό της Αθηνάς Λατμίας είναι τα καλύτερα διατηρημένα δημόσια οικοδομήματα της Ηρακλείας. Σε αντίθεση όμως με το ναό της Αθηνάς, το ιερό του Ενδυμίωνος δεν μπορεί να χρονολογηθεί με ασφάλεια. Θεωρήθηκε ότι με βάση την τοιχοποιία του μπορεί να τοποθετεί στην Ελληνιστική εποχή.21 Πρόκειται για ένα κτήριο ιδιάζουσας μορφής, συνολικών διαστάσεων 14x21 μ., που αποτελείται από έναν πεντάστυλο πρόναο και έναν αψιδωτό σηκό. Στον πεταλόσχημο πίσω τοίχο του σηκού ενσωματώθηκαν και ακατέργαστα τμήματα του φυσικού βράχου, που ερμηνεύονται, όπως και η κάτοψη του σηκού, ως προσπάθεια μίμησης της σπηλιάς όπου, σύμφωνα με το μύθο, κοιμόταν ο Ενδυμίων. Ο δυτικός προσανατολισμός του συνηθίζεται για κτήρια αφιερωμένα σε ήρωες ή ημίθεους.

Στα νοτιοανατολικά του ιερού επάνω σε ένα ακρωτήριο σώζονται τα ερείπια μικρού φρουρίου των Ελληνιστικών χρόνων που ανοικοδομήθηκε τη Βυζαντινή περίοδο. Η υπόλοιπη έκταση του ακρωτηρίου μέχρι την ακτή καταλήφθηκε από ένα τμήμα της εκτεταμένης νεκρόπολης που περιλαμβάνει απλούς ορθογώνιους καρικούς τάφους λαξευμένους στο βράχο.

Μια σειρά άλλων κτηρίων παραμένει αταύτιστη, ενώ ελάχιστα ίχνη διατηρούνται από τις ιδιωτικές κατοικίες που αναπτύχθηκαν κυρίως σε δύο σημεία της πόλης: βόρεια της ανατολικής αψιδωτής πύλης και βόρεια του ναού της Αθηνάς.22




1. Στράβ. 14.635.

2. Βλ. Hornblower, S., Mausolus (Oxford 1982), σελ. 319-323.

3. Ψευδο-Σκύλαξ, Περίπλους 99.

4. Βλ. σχετικά Hansen, M.H. – Nielsen, T.H. (επιμ.), An Inventory of Archaic and Classical Poleis (Oxford 2004), σελ. 1127, βλ. λ. “Latmos/Herakleia” (P. Flensted-Jensen).

5. Στέφ. Βυζ., βλ. λ. «Πλειστάρχεια».

6. Οι υποστηριχτές της πρώτης άποψης θεωρούν πιθανό οι δύο πόλεις να συνυπήρχαν για κάποιο χρονικό διάστημα. Hornblower, S., Mausolus (Oxford 1982), σελ. 320.

7. Εκεί ο Λυσίμαχος εφάρμοσε την ίδια πρακτική της ολοκληρωτικής καταστροφής τόσο της παλαιάς Εφέσου όσο και των άλλων δύο γειτονικών πόλεων (Κολοφών και Λέβεδος), οι κάτοικοι των οποίων εξαναγκάστηκαν να εγκατασταθούν στη νέα Έφεσο για την ενίσχυση του πληθυσμού της.

8. Magie, D., Roman Rule in Asia Minor. To the End of the Third Century after Christ Ι (Princeton – New Jersey 1950), σελ. 113· Magie, D., Roman Rule in Asia Minor. To the End of the Third Century after Christ ΙΙ: Notes (Princeton – New Jersey 1950), σελ. 962-963, σημ. 79.

9. Ήταν μία από τις πόλεις που το 78 π.Χ. εγγυήθηκαν το άσυλο του ναού της Εκάτης στη Λάγινα της Καρίας: Magie, D., Roman Rule in Asia Minor. To the End of the Third Century after Christ (Princeton – New Jersey 1950), σελ. 962, σημ. 79.

10. Στράβ. 14.635, 14.658.

11. Για την ιστορία της πόλης βλ. RE 8 (1913), στήλη 431, βλ. λ. “Herakleia” (Bürchner)· Der Neue Pauly 5 (1998), στήλη 365, βλ. λ. “Herakleia” (A. Peschlow – Bindokat)· Hansen, M.H. – Nielsen, T.H. (επιμ.), An Inventory of Archaic and Classical Poleis (Oxford 2004), σελ. 1126-1127, βλ. λ. “Latmos/Herakleia” (P. Flensted-Jensen)· Lang, G., Klassische antike Stätten Anatoliens (Norderstedt 2003), σελ. 419-422· Peschlow-Bindokat, A., Der Latmos. Eine unbekannte Gebirgslandschaft an der türkischen Westküste (Sonderhefte der Antiken Welt, Mainz am Rhein 1996), σελ.22-42.

12. Βλ. Peschlow-Bindokat, A., Der Latmos. Eine unbekannte Gebirgslandschaft an der türkischen Westküste (Sonderhefte der Antiken Welt, Mainz am Rhein 1996), σελ. 52-53.

13. Βλ. Peschlow-Bindokat, A., Der Latmos. Eine unbekannte Gebirgslandschaft an der türkischen Westküste (Sonderhefte der Antiken Welt, Mainz am Rhein 1996), σελ. 30.

14. Magie, D., Roman Rule in Asia Minor. To the End of the Third Century after Christ (Princeton – New Jersey 1950), σελ. 963, σημ. 79.

15. Για τα νομίσματα βλ. RE 8 (1913), στήλη 431, βλ. λ. “Herakleia” (Bürchner).

16. Βλ. επίσης Wörrle, M., “Inschriften von Herakleia am Latmos, 2. Das Priestertum der Athena Latmia”, Chiron 20 (1990), σελ. 19-50.

17. Σύμφωνα με μία άλλη άποψη, η οχύρωση χρονολογείται τον 4ο αι. π.Χ. επί Μαυσώλου. Οι μελετητές επίσης δε συμφωνούν για το εάν η πόλη οχυρώθηκε επί Πλειστάρχου (300-298 π.Χ.) ή το 287 π.Χ. επί Λυσιμάχου.

18. Βλ. McNicoll, A.W., Hellenistic Fortifications from the Aegean to the Euphrates (Oxford 1997), σελ. 75-81· Hülden, O., “Pleistarchos und die Befestigungsanlagen von Herakleia am Latmos”, Klio 82.2 (2000), σελ. 382-408.

19. Ο όρος αυτός χρησιμοποιήθηκε από τον Παυσανία (6.24.2). Για τις αγορές αυτού του τύπου βλ. Wycherley, R.E., “The Ionian Agora”, JHS 62 (1942), σελ. 21-32.

20. Peschlow-Bindokat, A., Der Latmos. Eine unbekannte Gebirgslandschaft an der türkischen Westküste (Sonderhefte der Antiken Welt, Mainz am Rhein 1996), σελ. 37. Ο De Bernardi Ferrero το χρονολογεί στον 3ο αι. π.Χ. χωρίς όμως πειστικά επιχειρήματα: De Bernardi Ferrero, D., Teatri classici in Asia Minore 2. Città di Pisidia, Licia e Caria”, Studi di Architettura 2 (Roma 1969), σελ. 201-204.

21. Peschlow-Bindokat, A., Der Latmos. Eine unbekannte Gebirgslandschaft an der türkischen Westküste (Sonderhefte der Antiken Welt, Mainz am Rhein 1996), σελ. 37.

22. Αναλυτικά για την τοπογραφία και τα σωζόμενα οικοδομήματα της Ηράκλειας Λάτμου βλ. Peschlow-Bindokat, A., Der Latmos. Eine unbekannte Gebirgslandschaft an der türkischen Westküste, Sonderhefte der Antiken Welt (Mainz am Rhein 1996), σελ. 22-42.