Ματθαίος Κυζίκου

1. Βίος – Εκπαίδευση

Ο Ματθαίος γεννήθηκε στον Αίνο της Θράκης στα μέσα του 18ου αιώνα από γονείς ελληνικής καταγωγής. Το κοσμικό του επίθετο ήταν Μέγαλος. Ήταν μαθητής του Σεργίου Μακραίου, σχολάρχη της Πατριαρχικής Ακαδημίας, στα έτη μετά το 1777 έως το 1790 ή το 1793, όπως επίσης και για μικρό διάστημα πριν από το 1777. Μετά την περάτωση των σπουδών του στην Πατριαρχική Σχολή, όπου πρέπει και να δίδαξε για μια χρονική περίοδο, ο Ματθαίος μετέβη στους Επιβάτες της Θράκης, όπου επίσης απασχολήθηκε ως διδάσκαλος στην εκεί δημοτική σχολή· δε γνωρίζουμε όμως για πόσο χρόνο ακριβώς. Ο Μ. Γεδεών υποθέτει ότι δίδαξε στην Πατριαρχική Σχολή κατά τα έτη 1801-3, γιατί έπειτα προσελήφθη ως οικοδιδάσκαλος στις οικογένειες των Μαυρογένηδων και των Καλλιμάχηδων.1

2. Η δράση του ως μητροπολίτη Αίνου

Ο Ματθαίος είχε προστάτη τον μητροπολίτη Ηρακλείας Μελέτιο (1794-1821), ο οποίος καταγόταν από τη Λέρο. Ο Ματθαίος υπηρέτησε κοντά του, αρχικά ως διάκονος και έπειτα ως γραμματέας, τα έτη 1803-1807.2 Τον Φεβρουάριο του 1807 ο Ματθαίος χειροτονήθηκε μητροπολίτης Αίνου. Το 1812 απεστάλη από το Οικουμενικό Πατριαρχείο στη Σμύρνη ως έξαρχος, με στόχο την ομαλοποίηση της εκεί κατάστασης λόγω των γεγονότων του Φιλολογικού Γυμνασίου, αλλά δεν κατάφερε τον επιδιωκόμενο στόχο. Κατά την παραμονή του στον Αίνο εισήγαγε στην εκεί ελληνική κοινοτική σχολή τη διδασκαλία της εκκλησιαστικής μουσικής «κατά την εφευρεθείσα τότε μέθοδον».3 Κάλεσε μάλιστα ως διδάσκαλο τον Αγιοταφίτη Κωστή.

3. Η δράση του ως μητροπολίτη Θεσσαλονίκης και Κυζίκου

Το 1821, μετά τη δολοφονία του μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Ιωσήφ, εξελέγη στη θέση αυτή ο Ματθαίος. Διοίκησε τη μητρόπολη Θεσσαλονίκης μέχρι τον Αύγουστο του 1823, όταν επί πατριαρχίας Ανθίμου Γ΄ (1822-24) εξελέγη στη μητρόπολη Κυζίκου, την οποία και υπηρέτησε μέχρι το θάνατό του τον Ιούλιο του 1835. Το 1824 και εν μέρει το 1825 διετέλεσε μέλος της Ιεράς Συνόδου και για μικρό διάστημα πρόεδρος της Επιτροπής του Κοινού, η οποία επόπτευε τα οικονομικά της Μεγάλης Εκκλησίας.

Οι προύχοντες της επαρχίας Κυζίκου προωθούσαν την εκλογή του Ματθαίου ως πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Για να επιτευχθεί ο στόχος, έπρεπε να προηγηθεί παραίτηση ή παύση του πατριάρχη Αγαθαγγέλου (1826-30). Ο τελευταίος όμως, γνωρίζοντας ότι ο Ματθαίος ήταν επικίνδυνος αντίπαλος και επίδοξος διάδοχος, ζητούσε την ευκαιρία να απαλλαγεί απ’ αυτόν. Όταν λοιπόν πέθανε ο πατριάρχης Ιεροσολύμων στις 3 Ιανουαρίου 1827, «πάντα τρόπον μυστικόν και παν ράδιον έργον» μηχανεύτηκε για να τον διαδεχθεί ο Ματθαίος, αλλά οι (λαϊκοί) επίτροποι του Αγίου Τάφου και οι πρόκριτοι λογάδες του Γένους προέκριναν τον αγιοταφίτη αρχιμανδρίτη Αθανάσιο, τον οποίο ο Αγαθάγγελος αναγκάστηκε να χειροτονήσει «μετά δυσθυμίας» γιατί έβλεπε να μην επιτυγχάνεται ο στόχος του σε σχέση με τον Ματθαίο.4 Παρ’ όλα αυτά, οι φόβοι του Αγαθαγγέλου δεν πραγματοποιήθηκαν και ο Ματθαίος δεν ανήλθε στον πατριαρχικό θρόνο.

4. Έργο

Ο Ματθαίος συνέγραψε Αντίρρησιν στην απολογία ενός άλλου ιδιαίτερα μορφωμένου αρχιερέως, του Ιλαρίωνος Τιρνόβου, επειδή ο τελευταίος τόλμησε να μεταφράσει την Αγία Γραφή «εις χυδαίον λεκτικόν ιδίωμα». Η Αντίρρησις, η οποία υποβλήθηκε στον πατριάρχη Άνθιμο Γ΄ και την Ιερά Σύνοδο, εκδόθηκε με τη φροντίδα του Σαμουήλ του Κυπρίου. Είναι γνωστό επίσης ότι ο Ματθαίος φιλοπόνησε και επιτομή της Λογικής του Ευγενίου Βούλγαρη περί το 1814. Επίσης συνέγραψε και Περιγραφήν της μητροπόλεως Κυζίκου.5




1. Γεδεών, Μ., Ματθαίος ο Κυζίκου (Αθήνα 1935).

2. Γεδεών, Μ., «Κοσμά Μητροπολίτου Βιζύης. Επτά επιστολαί λόγου άξιαι», Θρακικά 1 (1928), σελ. 264, 271-272.

3. Γεδεών, Μ., Ματθαίος ο Κυζίκου (Αθήνα 1935). Πιθανότατα ο Μ. Γεδεών να εννοεί με την αναφορά αυτή τη νέα μέθοδο που εισήγαγε την περίοδο αυτή ο αρχιμανδρίτης Χρύσανθος, μετέπειτα μητροπολίτης Σμύρνης (1833-34) και κατόπιν Προύσης (1834-46). Βλ. Σολομωνίδης, Χ.Σ., Η εκκλησία της Σμύρνης (Αθήνα 1960), σελ. 204-5.

4. Γεδεών, Μ., Μνημεία Πατριαρχικής Ιστορίας (Αθήνα 1922). Το έργο αυτό στην πραγματικότητα αποτελεί πόνημα του γνωστού νεοφαναριώτη Χατζή Γεωργίου Κωνσταντινίδη, το οποίο δημοσίευσε ο Μανουήλ  Γεδεών.

5. Ίσως να πρόκειται για το έργο Αναγραφή της Κυζίκου, ανώνυμου Κυζικηνού συγγραφέως του 1825. Είναι πολύ πιθανό ο συγγραφέας αυτού του πονήματος να είναι ο Ματθαίος. Το έργο αυτό χρησιμοποιήθηκε εκτενώς σε διάφορα συγγράμματα του Κωνσταντίνου και του Ιπποκράτη Μακρή (πατέρα και γιου) που αφορούν την περιοχή της χερσονήσου Κυζίκου· βλ. Μακρής, Κ., «Κυζικηνή Χερσόνησος», Μικρασιατικά Χρονικά 6 (1955), σελ. 149-188· Μακρής, Κ., «Λαογραφικά Αρτάκης», Μικρασιατικά Χρονικά 7 (1957), σελ. 201-272· Μακρής, Κ., «Τα χωριά και τα μοναστήρια της Κυζικηνής Χερσονήσου», Μικρασιατικά Χρονικά 8 (1959), σελ. 129-172· Μακρής, Ιπ., «Οι κάτοικοι της Κυζικηνής Χερσονήσου», Μικρασιατικά Χρονικά 9 (1961), σελ. 211-226. Βλ. επίσης Γεώργιος Αυγερινού Σγουρίδης, Η Πέραμος της Κυζίκου. Ιστορία-Λαογραφία-Χρονικά-Αναμνήσεις, εκδ. Συλλόγου Περαμίων-Κυζικηνών (Αθήνα 1968).