Ναυμαχία της Μυκάλης, 479 π.Χ.

1. Το ιστορικό πλαίσιο

Τον Αύγουστο του 479 π.Χ., ενώ το πεζικό των Ελλήνων προετοιμαζόταν να αντιμετωπίσει τους Πέρσες του Μαρδονίου στις Πλαταιές της Βοιωτίας, την τελευταία απειλή για την Ελλάδα που είχε αφήσει πίσω του ο Ξέρξης μετά την ήττα στη Σαλαμίνα, ο ελληνικός στόλος με επικεφαλής το Σπαρτιάτη βασιλιά Λεωτυχίδα ναυλοχούσε στη Δήλο. Εκεί έφτασαν δύο Σάμιοι φυγάδες, κρυφά από τον τοποθετημένο από τους Πέρσες τύραννο της Σάμου Θεομήστορα του Ανδροδάμαντος. Ο Λάμπων, ο γιος του Θρασυκλή, και ο Αθηναγόρας, ο γιος του Αρχεστρατίδη, παρακάλεσαν τους στρατηγούς του στόλου να μην εγκαταλείψουν τους Ίωνες αλλά να κατευθυνθούν προς τα εκεί, γιατί ο περσικός στόλος δεν ήταν αξιόμαχος, η ίδια η Σάμος ήταν έτοιμη να εξεγερθεί ενάντια στους Πέρσες και το ίδιο θα έκανε κάθε ιωνική πόλη βλέποντας να φτάνει ένας ισχυρός ελληνικός στόλος.

2. Τα γεγονότα

Ο Λεωτυχίδας αντιμετώπισε θετικά την έκκληση των Σαμίων και, θεωρώντας ότι το όνομα του Ηγησιστράτου (=επικεφαλής του στρατού), που μίλησε εκ μέρους τους, ήταν καλός οιωνός, έδωσε εντολή να αποπλεύσει ο ελληνικός στόλος,1 ο οποίος αγκυροβόλησε στα τέλη Αυγούστου κοντά στο ναό της Ήρας και ετοιμάστηκε για ναυμαχία. Όταν το έμαθαν αυτό οι Πέρσες επικεφαλής του στόλου, ο Μαρδόντης, ο Αρταΰντης και ο ανιψιός του Ιθαμίτρης, θεωρώντας ότι δεν ήταν αντάξιοι των Ελλήνων, αποφάσισαν να μη ναυμαχήσουν και κινήθηκαν προς την Ιωνία, εκτός από τα φοινικικά πλοία που αποχώρησαν.

Κατευθύνθηκε λοιπόν ο περσικός στόλος προς το ακρωτήριο που σχηματίζει το όρος Μυκάλη κοντά στην Πριήνη, επιδιώκοντας να βρει προστασία από το στρατό που είχε αφήσει ο Ξέρξης προς φύλαξη της Ιωνίας και είχε επικεφαλής τον Τιγράνη, τον ωραιότερο και ψηλότερο άνδρα της Περσίας, κατά τον Ηρόδοτο. Φτάνοντας στην παραλία της Μυκάλης και συγκεκριμένα στο ιερό της Δήμητρας και της Περσεφόνης,2 που βρισκόταν κοντά στον ποταμό Γαίσωνα3 στη θέση Σκολοπόεντας,4 τοπωνύμιο που πρέπει να ταυτιστεί με το σημερινό Doğanbey (το παλιό ελληνικό χωριό Δωμάτια) ή το Αkboğaz, τράβηξαν τα πλοία στην ξηρά και δημιούργησαν γύρω τους μια οχύρωση από πέτρες και κορμούς δένδρων που έκοψαν, έμπηξαν πασσάλους και ετοιμάστηκαν να αποκρούσουν την ελληνική επίθεση. Έχοντας πλέον προστεθεί και τα πληρώματα των πλοίων, ο περσικός στρατός αριθμούσε γύρω στους 10.000 άνδρες.5

Οι Έλληνες μαθαίνοντας ότι ο εχθρός διέφυγε άρχισαν να αμφιταλαντεύονται εάν θα έπρεπε να γυρίσουν πίσω ή να κατευθυνθούν προς τον Ελλήσποντο. Τελικά αποφάσισαν να μην πράξουν ούτε το ένα ούτε το άλλο, αλλά να κατευθυνθούν εναντίον τους. Φτάνοντας στη Μυκάλη και βλέποντας ότι οι Πέρσες είχαν οχυρωθεί στην ξηρά, ο Λεωτυχίδας έβαλε έναν κήρυκα να απευθυνθεί προς τους Ίωνες που βρίσκονταν στο περσικό στράτευμα και να τους ζητήσει να πολεμήσουν για την ελευθερία τους. Με αυτά τα λόγια ο Λεωτυχίδας επιδίωκε ό,τι και ο Θεμιστοκλής στη ναυμαχία του Αρτεμίσιου (480 π.Χ.): είτε να μη γίνουν κατανοητά από τους Πέρσες και να προσεταιρισθεί τους Ίωνες είτε οι Πέρσες αντιλαμβανόμενοι το νόημα των λέξεων να χάσουν την εμπιστοσύνη τους προς τους Έλληνες συμμάχους τους.

Αμέσως μετά οι Έλληνες αποβιβάσθηκαν στην ξηρά, στον κόλπο του Boynak, δίπλα στην Πριήνη, κατευθύνθηκαν προς τα δυτικά και παρατάχθηκαν απέναντι από την περσική οχύρωση. Βλέποντας οι Πέρσες τους Έλληνες να παρατάσσονται για μάχη και να παρακινούν τους Ίωνες, αφόπλισαν τους Σάμιους, φοβούμενοι ότι αυτοί πρώτοι θα πήγαιναν με το μέρος εκείνων, επειδή, όταν έφτασαν στη Σάμο 500 Αθηναίοι που είχε αιχμαλωτίσει ο Ξέρξης στην Αττική, οι Σάμιοι τους ελευθέρωσαν και τους έστειλαν πίσω στην Αθήνα. Πρόσταξαν επίσης τους Μιλήσιους να φρουρήσουν τα περάσματα του όρους της Μυκάλης, ισχυριζόμενοι ότι αυτοί γνώριζαν καλύτερα την περιοχή, στην πραγματικότητα όμως ήθελαν να τους κρατήσουν μακριά από το πεδίο της μάχης. Οι ίδιοι βγήκαν από την οχύρωσή τους και παρατάχθηκαν ο ένας δίπλα στον άλλο, δημιουργώντας ένα φράγμα με τις ασπίδες τους.

Οι Έλληνες, από την πλευρά τους, οι οποίοι δεν πρέπει να ξεπερνούσαν τους 5.000 με 6.000, έχοντας κάνει ήδη τις προετοιμασίες τους άρχισαν να κινούνται ενάντια στον εχθρό. Καθώς προχωρούσαν, μια φήμη, η οποία ξεκίνησε από κάποιο κήρυκα στην ακροθαλασσιά, άρχισε να εξαπλώνεται σε όλη την παράταξη, ότι δηλαδή οι Έλληνες είχαν νικήσει στις Πλαταιές.6 Θεωρώντας καλούς οιωνούς αφενός μεν ότι θα πολεμούσαν την ίδια ημέρα, αφετέρου δε την ύπαρξη τόσο στη Μυκάλη όσο και στις Πλαταιές ιερών της θεάς Δήμητρας, όρμησαν με μεγαλύτερο θάρρος στη μάχη, γιατί μέχρι εκείνη τη στιγμή είχαν περισσότερο το μυαλό τους σε αυτούς που πολεμούσαν στις Πλαταιές και αποτελούσαν το εμπόδιο στην κατάληψη της Ελλάδας από το Μαρδόνιο.

Λόγω της στενότητας της παραλίας, η αριστερή πτέρυγα της ελληνικής παράταξης, στο οποίο βρίσκονταν οι Αθηναίοι με επικεφαλής τον Ξάνθιππο, τον πατέρα του Περικλή, οι Κορίνθιοι, οι Σικυώνιοι και οι Τροιζήνιοι, προχωρούσε πάνω στην ακτή και σε επίπεδο έδαφος, ενώ η δεξιά, όπου ήταν ανάμεσα στους άλλους και οι Λακεδαιμόνιοι, βάδιζε κοντά σε χαράδρα και σε υψώματα. Ενώ λοιπόν οι τελευταίοι έκαναν κύκλο για να περάσουν τη χαράδρα, οι πρώτοι είχαν κιόλας εμπλακεί με το περσικό στράτευμα, το οποίο αμυνόταν σθεναρά και κρατούσε τις θέσεις του.7

Οι Σάμιοι, βλέποντας αμφίρροπη την έκβαση της μάχης, αν και άοπλοι, έκαναν ό,τι μπορούσαν για να βοηθήσουν τους Έλληνες. Όμως και οι άλλοι Ίωνες, βλέποντας το παράδειγμα των Σαμίων, λιποτάκτησαν και επιτέθηκαν στους Πέρσες. Οι Αθηναίοι και όσοι είχαν παραταχθεί δίπλα τους, αντιλαμβανόμενοι ότι οι Λακεδαιμόνιοι είχαν μείνει πίσω και πως η νίκη θα τους ανήκε ολοκληρωτικά, όρμησαν με μεγαλύτερο ζήλο στη μάχη, αναγκάζοντας τους αντιπάλους τους να οπισθοχωρήσουν στο τείχος. Όλοι μαζί τότε, όσοι ήταν στην αριστερή πτέρυγα, έπεσαν πάνω στο τείχος και όταν αυτό καταλήφθηκε όλοι οι αμυνόμενοι, πλην των Περσών, τράπηκαν σε φυγή. Οι τελευταίοι μαζεύτηκαν σε μικρές ομάδες και αντιστέκονταν σε όσους Έλληνες εισέρχονταν στο τείχος.

Φτάνοντας οι Λακεδαιμόνιοι και όσοι τους ακολουθούσαν εξουδετέρωσαν και τις τελευταίες εστίες αντίστασης. Ανάμεσα στους Πέρσες που έπεσαν ήταν ο Μαρδόντης και ο Τιγράνης, ενώ ο Αρταΰντης και ο Ιθαμίτρης διασώθηκαν τρεπόμενοι σε φυγή. Οι δε Μιλήσιοι που φύλαγαν τα περάσματα της Μυκάλης, άλλους Πέρσες, από αυτούς που προσπαθούσαν να διαφύγουν, τους οδήγησαν παραπλανώντας τους στα χέρια των Ελλήνων και άλλους τους κατέσφαξαν οι ίδιοι. Όσοι κατόρθωσαν να διαφύγουν από τους Έλληνες και τα άγρια θηρία της Μυκάλης κατέφυγαν στις Σάρδεις.

3. Η έκβαση της ναυμαχίας

Από τους Έλληνες αρίστευσαν οι Αθηναίοι και από αυτούς ο Ερμόλυκος, ο οποίος ήταν γιος του Ευθοίνου και αθλητής του παγκρατίου.8 Οι επόμενοι που διακρίθηκαν ήταν οι Κορίνθιοι, οι Τροιζήνιοι και οι Σικυώνιοι. Οι τελευταίοι είχαν και τις περισσότερες απώλειες συμπεριλαμβανομένου του αρχηγού τους Περίλεω.

Όταν έληξε η μάχη, οι νικητές έβαλαν φωτιά στα περσικά πλοία9 και, αφού συγκέντρωσαν τα λάφυρα, τα οποία περιείχαν και ποσότητες χρημάτων, απέπλευσαν προς τη Σάμο. Εκεί έκαναν συμβούλιο για να αποφασίσουν για την τύχη των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, επειδή φοβόνταν πιθανή εκδίκηση των Περσών. Οι Έλληνες της Μικράς Ασίας και οι νησιώτες της ανατολικής Ελλάδας ζήτησαν να συμπεριληφθούν στην ελληνική συμμαχία ενάντια στους Πέρσες. Οι Έλληνες όμως της ηπειρωτικής Ελλάδας διατύπωσαν αντιρρήσεις, επειδή δεν επαρκούσαν οι δυνάμεις τους για να υπερασπισθούν τις μικρασιατικές πόλεις σε περίπτωση περσικής επίθεσης, όπως θα όφειλαν ως σύμμαχοι. Οι Λακεδαιμόνιοι αντιπρότειναν να αφήσουν τους τόπους τους και να εγκατασταθούν στην κυρίως Ελλάδα, στις περιοχές αυτών που είχαν μηδίσει. Οι Αθηναίοι όμως αντέδρασαν, επειδή δεν ήθελαν να φύγουν οι Έλληνες από τις κοιτίδες τους, ενώ επίσης δεν τους άρεσε να αποφασίσουν οι Λακεδαιμόνιοι για την τύχη πόλεων που θεωρούνταν αθηναϊκές αποικίες. Έτσι οι Έλληνες της Μικράς Ασίας παρέμειναν στις πόλεις τους και, κατά το Διόδωρο το Σικελιώτη, έγιναν μέλη της Συμμαχίας, ενώ, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, μόνο η Χίος, η Σάμος και η Λέσβος εντάχθηκαν σε αυτή.10

4. Αποτίμηση

Η μάχη της Μυκάλης αποτέλεσε το πρώτο καίριο χτύπημα στην περσική κυριαρχία πάνω στις ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας. Αν με τη νίκη στις Πλαταιές ευοδώθηκε ο στόχος της ελληνικής συμμαχίας, η εκδίωξη δηλαδή των Περσών από την Ελλάδα, με τη νίκη στη Μυκάλη ξεκίνησε ένας δεύτερος κύκλος επιχειρήσεων με επικεφαλής τους Αθηναίους και στόχο την απελευθέρωση-προστασία των Ελλήνων της Μικράς Ασίας και της Θράκης, ο οποίος τελεσφόρησε με την ειρήνη του Καλλία (449 π.Χ.).




1. Ο Ηρόδοτος (8.131) αναφέρει 110 πλοία, ενώ ο Διόδωρος ο Σικελιώτης (11.34.1) 250 πλοία, το σύνολο δηλαδή του ελληνικού στόλου. Όσοι από τους σύγχρονους μελετητές δέχονται ως ακριβή τον αριθμό του Ηροδότου υποστηρίζουν ότι οι Αθηναίοι δε θέλησαν να θέσουν όλο το στόλο τους υπό την αρχηγία του Λεωτυχίδα, όσο ο Μαρδόνιος ήταν ακόμη τόσο κοντά στην Αττική.

2. Σύμφωνα με την παράδοση, οικοδομήθηκε από το Φίλιστο, το γιο του Πασικλή, όταν μαζί με το Νηλέα πήγαιναν να ιδρύσουν τη Μίλητο.

3. Για το Γαίσωνα και τη Γαισωνίτιδα λίμνη (Αθήν. 7. 311Ε), Wiegand, T. – Schrader, H., Priene. Ergebnisse der Ausgrabungen und Untersuchungen in der Jahren 1895-1898 (Berlin 1904), σελ. 16-18.

4. Προέρχεται από το σκόλοπες= πάσσαλοι, γεγονός που σημαίνει ότι έλαβε το όνομα μετά τη μάχη από το πασσαλόπηκτο περσικό στρατόπεδο που είχε κατασκευασθεί εκεί.

5. Ο Ξενοφώντας αναφέρει 60.000 και ο Διόδωρος ο Σικελιώτης 100.000, αριθμοί οι οποίοι απορρίπτονται από τους σύγχρονους μελετητές ως υπερβολικοί.

6. Όσοι υποστηρίζουν ότι η μάχη των Πλαταιών έγινε πριν από τη μάχη της Μυκάλης ερμηνεύουν τη συγχρονία που παραδίδει ο Ηρόδοτος και επαναλαμβάνει ο Διόδωρος ο Σικελιώτης είτε ως επινόηση του ιστορικού, είτε ως τέχνασμα του Λεωτυχίδα, είτε ότι αφορούσε τις πρώτες αψιμαχίες πριν από την έναρξη της μάχης στη Βοιωτία. Αντίθετα, όσοι δέχονται αυτή τη συγχρονία υποστηρίζουν ότι το μήνυμα μεταφέρθηκε στη διάρκεια της ίδιας ημέρας μέσω δικτύου φρυκτωριών [Κιθαιρώνας (βουνό της Βοιωτίας)-Κυκλάδες-Σάμος-Μυκάλη].

7. Οι σύγχρονοι μελετητές ισχυρίζονται ότι η κίνηση των Λακεδαιμονίων ήταν στρατηγικός ελιγμός του Λεωτυχίδα προκειμένου οι Πέρσες, αντικρίζοντας μόνο την αριστερή πτέρυγα της ελληνικής παράταξης, να νομίσουν ότι έχουν να αντιμετωπίσουν έναν ολιγάριθμο αντίπαλο και να βγουν από την οχύρωση, την ώρα που ο ίδιος τους υπερφαλάγγιζε με τη δεξιά πτέρυγα, ελιγμός που δεν ολοκληρώθηκε λόγω της ανυπομονησίας των Αθηναίων. Χωρίς να μπορεί να αποκλεισθεί αυτό το ενδεχόμενο, πρέπει να επισημανθεί ότι κάτι τέτοιο δε συνάγεται από το χωρίο του Ηροδότου.

8. Πέθανε περίπου το 472 π.Χ. σε μάχη μεταξύ Αθηναίων και Καρυστίων. Πιθανόν ο ανδριάντας του να ήταν αυτός που είδε ο Παυσανίας στην Ακρόπολη των Αθηνών (Παυσ. 1.23.10)· πρβλ. Παπαχατζής, Ν., Παυσανίου Ελλάδος περιήγησις 5: Αττικά (Αθήνα 1974), σελ. 330, σημ. 1.

9. Ο Hignett, C., XerxesInvasion of Greece (Oxford 1963), σελ. 259, ισχυρίζεται ότι έκαψαν μόνο τα περσικά πλοία και άφησαν ανέπαφα των Ιώνων, χωρίς όμως να υπάρχει καμία απόδειξη υπέρ αυτού. Ο Gianelli, G., “Chi incediò le navi persiane a Micale?”, στο Studi in onore di U.E. Paoli (Florence 1955), σελ. 355-358, υποθέτει ότι κάηκαν από τους Αθηναίους, και ειδικότερα από το Θεμιστοκλή, για να μην ενισχυθούν ναυτικά οι Λακεδαιμόνιοι, ενώ ο McDougall, I., “The Persian Ships at Mycale”, στο Craik, E.M. (ed.), Owls to Athens. Essays on Classical Subjects Presented to Sir Kenneth Dover (Oxford 1990), σελ. 143-149, υποστηρίζει ότι κατέστρεψαν αντί να καταλάβουν και να επισκευάσουν τα εχθρικά πλοία, επειδή η μάχη της Μυκάλης ήταν μία ταχύτατη επιδρομή με την οποία οι Έλληνες επιδίωκαν να χτυπήσουν, να καταστρέψουν και να φύγουν χωρίς χρονοτριβή.

10. Ο Barron, J.P. στο CAH2 IV, σελ. 615, ισχυρίζεται ότι τότε εκδιώχθηκε από το Λεωτυχίδα ο τοποθετημένος από τους Πέρσες τύραννος της Μιλήτου Αριστογένης (Πλούτ., Ηθ. 859D).