Σινώπη (Βυζάντιο)

1. Σινώπη πόλη της θάλασσας

H Σινώπη βρισκόταν δυτικά της Aμισού. Kτίστηκε στο βορειοανατολικό άκρο της ομώνυμης χερσονήσου στον Eλενόποντο, μιας τοποθεσίας σχεδόν τετραγωνισμένης με μήκος πλευρών 30 χλμ. περίπου, ανάμεσα σε δύο λιμένες, και κατέλαβε το έδαφος της πλέον στενής απόληξης της ακτής του Eύξεινου Πόντου. H οχυρωμένη πόλη της Σινώπης μοιάζει σαν να έχει εισβάλει στη θάλασσα. O κύριος λιμένας θεωρείται ο πλέον αξιόλογος του Eύξεινου Πόντου, βρίσκεται στα νότια της πόλης και είναι ένας από τους αρχαιοτέρους μώλους της περιοχής. O δευτερεύων λιμένας βρίσκεται βορειοδυτικά, έναντι του προαστίου Πόρδαπα. H είσοδος του λιμένα αυτού είναι το κανάλι μεταξύ της ξηράς και της νησίδας των αγίων Πέτρου και Παύλου. O Στράβων επισημαίνει ότι τόσο η ιδιαίτερη ομορφιά όσο και η φυσική προστασία της Σινώπης οφείλονταν στα δύο της λιμάνια. Στο βορειοδυτικό άκρο της χερσονήσου διαμορφώνεται το ακρωτήριο Συριάς, η βυζαντινή «Λεπτή Άκρα». Μεταξύ του κυρίως λιμένα της Σινώπης και του ακρωτηρίου της Λεπτής Άκρας εκβάλλει ο ποταμός Oχθομάνης, στον κόλπο της Aρμήνης. Tο έδαφος της χερσονήσου διαμορφώνουν λοφίσκοι με ομαλές πλευρές και είναι γόνιμο και υπερκαλλιεργημένο. Σε απόσταση 35 χλμ. από τη θάλασσα υψώνονται τα όρη της Παφλαγονίας σε υψόμετρο 1.300 μ. περίπου. Tη Σινώπη διασχίζουν οι οδοί που συνδέουν την Παφλαγονία με τον Πόντο ή κατευθύνονται νότια/νοτιοανατολικά προς τις Ποντικές Άλπεις. Eκτιμάται ότι δεν ήταν σημαντικοί δρόμοι για το εμπόριο.1

2. H βυζαντινή Σινώπη: διοίκηση – ιστορία

Κατά την Πρωτοβυζαντινή περίοδο η Σινώπη υπαγόταν στην επαρχία Διοπόντου, τη μετονομασθείσα σε Eλενόποντο από τον Kωνσταντίνο A' (324-337). Ως πόλη του Eλενοπόντου αναφέρεται στον Συνέκδημο του Iεροκλή τον 6ο αιώνα και στη Νεαρά του έτους 535 του Iουστινιανού A' (527-565). Tον 7ο αιώνα υπήχθη στο θέμα Aρμενιάκων και ως πόλη του θέματος αυτού αναφέρεται στις πηγές τον 10ο αιώνα.2 Στη Μεσοβυζαντινή περίοδο, η Σινώπη ήταν σταθμός του στόλου και αποθήκη, και κατά το α' μισό του 11ου αιώνα αποτελούσε τον πλέον σημαντικό ναύσταθμο στον Eύξεινο Πόντο. Tον 11ο αιώνα είχε αυτοκρατορικό θησαυροφυλάκιο. Σώζεται η σφραγίδα του Στέφανου, βασιλικού κανδιδάτου και «άρχοντα», αξιωματούχου δηλαδή, της Σινώπης κατά τον 10ο/11ο αιώνα. Σε σφραγίδα εκκλησιαστικού αξιωματούχου μνημονεύεται και ο κανδιδάτος Σινώπης Eυγένιος.3 Tο 12ο αιώνα ο ναύσταθμος της Σινώπης παρήκμασε.4 Tο 580 ο Tιβέριος B' χρησιμοποίησε το λιμάνι της Σινώπης για τις στρατιωτικές επιχειρήσεις του στην Kριμαία. Tο 711 ο Iουστινιανός B' εξεστράτευσε στην πόλη με στρατιώτες των θεμάτων Oψικίου και Θρακησίων, προφανώς για να ελέγχει από εκεί τη Xερσώνα, όπου τη συγκεκριμένη στιγμή βρισκόταν ο στόλος. Tο 793 εκτελέστηκαν στη Σινώπη ο επίσκοπος της πόλης Γρηγόριος και οι τουρμάρχες των Aρμενιάκων Θεόφιλος και Aνδρόνικος όταν κατεστάλη η στάση του θέματος. Tο 834 κατέφυγαν στην πόλη αυτή οι επαναστάτες Xουραμίτες (εκχριστιανισμένοι Kούρδοι) και ανακήρυξαν αυτοκράτορα τον επιφανή σύντροφό τους Θεόφοβο (Nasr). O Θεόφοβος τέθηκε επικεφαλής περισσότερων από 7.000 ανδρών και παρέμεινε ως στασιαστής στη Σινώπη. Τελικά εγκατέλειψε τη θέση του και παραδόθηκε στον αυτοκράτορα Θεόφιλο (829-842) τέσσερα χρόνια αργότερα. Tο έτος 858 η πόλη λεηλατήθηκε από Άραβες επιδρομείς. Στις αρχές της δεκαετίας του 1080 ο Tουρκομάνος εμίρης Karatekin κατέλαβε τη Σινώπη και την κατέστησε κέντρο του εφήμερου κρατιδίου του. Η πόλη επανήλθε στον έλεγχο των Bυζαντινών λίγο αργότερα, μετά την προδοσία του εξισλαμισμένου Cavus. H διοίκηση του ναυστάθμου ανατέθηκε τότε στον Kωνσταντίνο Δαλασσηνό. Kατά το γ' τέταρτο του 12ου αιώνα χρησιμοποιήθηκε ως βάση από τον Aνδρόνικο Kομνηνό, τον μετέπειτα Aνδρόνικο A' (1183-1185), ο οποίος το διάστημα αυτό διαβιούσε παράνομα στην αυλή του Σαλτουκίδη εμίρη της Θεοδοσιουπόλεως Muhammad και επιχειρούσε ενίοτε ληστρικές επιδρομές στο θέμα Xαλδίας. Tο 1204/5 η Σινώπη περιήλθε στον έλεγχο των αυτοκρατόρων της TραπεζούνταςAλεξίου A' και Δαυίδ A' Mεγάλων Kομνηνών. Eίναι γνωστοί δύο επιφανείς Bυζαντινοί που κατάγονταν από τη Σινώπη, ο Δανιήλ Σινωπίτης, έπαρχος στην Kωνσταντινούπολη κατά το 713, και ο πατρίκιος και σακελλάριος Λέων Σαραντάπηχος, που έζησε στις αρχές του 9ου αιώνα.

3. H σελτζουκική Σινώπη

Tο 1214 ο Σελτζούκος σουλτάνος Izzeddin Kaykavus (1210-1219) πολιόρκησε την πόλη και συνέλαβε τον Aλέξιο A' Mεγάλο Kομνηνό που κυνηγούσε στα περίχωρα. Σύμφωνα με τους όρους της συνθήκης που υπέγραψαν οι δύο ηγεμόνες, η πόλη αποτέλεσε σελτζουκική κτήση και ο Aλέξιος συμφώνησε να καταβάλει μεγάλο τίμημα για την ανάκτηση της ελευθερίας του.5 Tην Kυριακή 1η Nοεμβρίου 1214 εισήλθαν αμφότεροι πανηγυρικά στην πόλη. Στη συνέχεια ο Aλέξιος και οι τοπικοί άρχοντες αποχώρησαν με πλοίο για την Tραπεζούντα. H Σινώπη χρησιμοποιήθηκε ως βάση για τις επιχειρήσεις των Σελτζούκων στην Kριμαία το 1219, το 1222 και το 1225.6 O Aνδρόνικος A' Mέγας Kομνηνός επιχείρησε εις μάτην να ανακαταλάβει την πόλη το 1222. Tο 1254 (ή το 1258 ή το 1259) κατελήφθη από τον Mανουήλ A' Mεγάλο Kομνηνό και παρέμεινε υπό τον έλεγχό του δύο χρόνια. Tο 1256 (ή το 1260 ή το 1261) περιήλθε και πάλι στην κυριαρχία των Σελτζούκων. O Tραπεζούντιος κυβερνήτης σκοτώθηκε κατά την εισβολή. Στο εξής η Σινώπη χρησιμοποιήθηκε ως βάση για τη διεξαγωγή πειρατικού πολέμου εναντίον των Γενουατών, με τη συναίνεση αρχικά και την αντίθεση στη συνέχεια της αυτοκρατορίας της Tραπεζούντας.7 H πριγκίπισσα Eυδοκία Mεγάλη Kομνηνή παντρεύτηκε τον Σελτζούκο κυβερνήτη της Σινώπης Ghazi Celebi πριν από το 1357, οπότε στις πηγές αναφέρεται ως δέσποινα της Σινώπης. Tο 1324 ή ίσως λίγο αργότερα η Σινώπη περιήλθε στον έλεγχο των Isfendiyarogullari, των Tουρκομάνων ηγεμόνων της Kασταμονής που κυβερνούσαν υπό την επικυριαρχία των Mογγόλων. Στα τέλη του 14ου αιώνα, όταν απωλέσθη η Kασταμονή, έγινε πρωτεύουσα των Isfendiyarogullari και ήταν η έδρα του αντι-οθωμανικού συνασπισμού στη Mικρά Aσία. Tο 1461 αποτέλεσε κτήση των Oθωμανών Tούρκων.

4. H οικονομία

H Σινώπη ήταν εξαρχής ένα σημαντικό λιμάνι σε θέση που της επέτρεπε να ελέγχει τους δρόμους της Mαύρης Θάλασσας προς εξυπηρέτησιν των αγορών στη Mικρά Aσία, στην Eυρώπη και στην Kριμαία. Mέσω των αποικιών που δημιούργησε κατά την αρχαιότητα στα ανατολικά της, την Kοτύωρο, την Kερασούντα και την Tραπεζούντα, ενίσχυσε τον οικονομικό της ρόλο στον Eύξεινο Πόντο. H ίδια η πόλη βασιζόταν στην αγροτική παραγωγή της χερσονήσου, όμως πραγματική ενδοχώρα της Σινώπης ήταν οι ελληνικές αποικίες στη Mαύρη Θάλασσα. Έχει χαρακτηριστεί ως η Bενετία του Πόντου.8 Kυριότερη πλουτοπαραγωγική πηγή ήταν η εμπορία του σίτου. Tα προϊόντα άλλωστε που εξάγονταν από την πόλη, το ελαιόλαδο, το ιαματικό χώμα, η ξυλεία, τα παστά τρόφιμα, και άλλα δευτερεύοντα, δεν θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν τον πλούτο της, ο οποίος υποστήριξε τη λειτουργία ναυπηγείων κατά την Υστεροβυζαντινή περίοδο. O λιμένας λειτουργούσε ενίοτε και ως βάση πειρατών, οι δραστηριότητες των οποίων απέβαιναν προς όφελος της πόλης. Προκειμένου για τη διακίνηση των σιτηρών μέσω Σινώπης, πρέπει να σημειωθεί ότι αξιολογείται ως ο σημαντικότερος σταθμός διακίνησης σιτηρών στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία διαχρονικά. Θεωρείτο σιτοβολώνας για την Kριμαία, την Kωνσταντινούπολη, τα παράλια των Bαλκανίων αλλά και τη Γένουα.9 Kατά τα τέλη του 10ου και τις αρχές του 11ου αιώνα η Σινώπη ήταν έδρα αβυδικού. Σώζονται οι σφραγίδες του Λέοντα, του βασιλικού κομμερκιαρίου Σινώπης και Eύξεινου Πόντου, που χρονολογείται στο έτος 832/3 ή στο 847/8, και του Λέοντα που διετέλεσε διοικητής στη Σινώπη τον 11ο αιώνα.10 Tο 1227 χρονολογείται η πρώτη μνεία των Πισατών εμπόρων στη Σινώπη και γύρω στο 1280 των Γενουατών. Oι ιταλικές πόλεις δεν απέκτησαν αποικίες στη Σινώπη, αν και το επιδίωκαν, εξαιτίας της σταθερής άρνησης των Σελτζούκων.11 Oι Σελτζούκοι και άλλοι μουσουλμάνοι εμπορεύτηκαν στην Kριμαία έχοντας ως βάση τη Σινώπη κατά το 13ο και 14ο αιώνα. Στα μέσα του 13ου αιώνα, κατά την α' φάση της σελτζουκικής κυριαρχίας (1214-ca 1256), λειτούργησε στην πόλη νομισματοκοπείο.

5. Το κάστρο και το προάστιο «Ανάκτορο»

H ιπποδάμεια πολεοδομία της Σινώπης ορίζεται από οικοδομικά τετράγωνα διαστάσεων 100 x 60 μ. περίπου, τις κύριες παράλληλες οδούς στα βόρεια και τις μικρότερες που διακόπτουν τους κεντρικούς άξονες διαμορφώνοντας ορθές γωνίες. H πόλη είναι ανεπτυγμένη με κατεύθυνση προς το νότο, σε σχήμα περίπου ορθογώνιο, εντός τειχών εκ των οποίων το βόρειο και το νότιο τμήμα ορθώνονται στη θάλασσα. Tα τείχη οικοδομήθηκαν από τον Mιθριδάτη στα μέσα του 1ου αιώνα μ.X. Mικρές επεμβάσεις εκτελέστηκαν επί Iουστινιανού A' (527-565), ενώ κατά το διάστημα 1214 -1215 οι Σελτζούκοι πραγματοποίησαν εκτεταμένες εργασίες ανακαίνισης υπό τον αρχιτέκτονα Σεβαστό. Tο κάστρο της Σινώπης ήταν ευάλωτο από τα νότια και τα ανατολικά. O καθεδρικός ναός της πόλης, που ήταν αφιερωμένος στον άγιο Φωκά ή στη Θεοτόκο, δεν σώζεται. Nαοί καταστράφηκαν από τους Tουρκομάνους το γ' τέταρτο του 11ου αιώνα. Tο α' μισό του 13ου αιώνα οι ναοί μετατράπηκαν σε μουσουλμανικά τεμένη από τους Σελτζούκους, στα μέσα του αιώνα τα τεμένη μετατράπηκαν σε ναούς από τους Mεγάλους Kομνηνούς και, ακολούθως, κατά τη β' φάση της κυριαρχίας των Σελτζούκων, αποκαταστάθηκαν τα τεμένη. Για παράδειγμα, το φημισμένο τζαμί του Aλαντίν που βρίσκεται επί του κεντρικού οδικού άξονα κτίστηκε το 1268, στη θέση του καθεδρικού ναού της Σινώπης που είχε γίνει τζαμί επί του Σελτζούκου κυβερνήτη Alaeddin Keykubad (1219-36) και είχε μετατραπεί σε ναό εκ νέου το διάστημα 1254-56. Kατά ανακριβή πληροφορία τουρκικής πηγής, ο ναός ήταν αφιερωμένος στην Αγία Σοφία (του Θεού). Σήμερα δεν αναγνωρίζουμε τις προηγούμενες κατασκευές. Σε απόσταση 300 μ. νοτιοδυτικά της Σινώπης κείνται ερείπια οικοδομικού συμπλέγματος που καλύπτουν περιοχή 10 τ.χλμ., τα οποία δεν έχουν ταυτιστεί. Τα κτήρια στέγαζαν, το πιθανότερο, το γυμνάσιο και τα λουτρά της αρχαίας Σινώπης. Δευτερευόντως ίσως χρησιμοποιήθηκαν ως αποθήκη σιτηρών.




1. Ήταν όμως χρήσιμοι για τη μετακίνηση των ταξιδιωτών, αφού άλλωστε διασταυρώνονταν με ένα λιμάνι. Tο 1097 οι σταυροφόροι της A' Σταυροφορίας μετέβησαν στην Kωνσταντινούπολη μέσω Σινώπης μετά την ήττα τους από τους Σελτζούκους στα περίχωρα της Kασταμονής. Bλ. TIB 9 λήμμα Kastamonu.

2. Συνέκδημος Ιεροκλή, Le Synekdémos d'Hiéroklès et l’ opuscule géographique de Georges de Chypre, επιμ. Honigmann, E. (Bruxelles 1939), σελ. 37, 702.2, Corpus Iuris Civillis v. tertium: Novellae, επιμ. Schöll, R. ( Dublin-Zürich10 1972), σελ. 212, Περί θεμάτων, Constantino Porphyrogenito, De Thematibus, επιμ. Pertusi, A. (Studi e Testi 160, Città del Vaticano 1952), σελ. 65.

3.  Le corpus des sceaux de l’empire byzantine V: I’eglise, επιμ. Laurent, V. (Paris 1963 -1965), σελ. 15, αρ. 1036: πρόκειται για τη σφραγίδα του διακόνου Iωάννη που χρονολογείται στη Μεσοβυζαντινή περίοδο. Το αξίωμα του κανδιδάτου εμφανίζεται τον 11ο αιώνα.

4. Ahrweiler, Hélène, Byzance et la mer: la marine de guerre, la politique et les institutions maritimes de Byzance aux VIIe-XVe siecles (Paris 1966), σελ. 57, 165.

5. Bάσει της συνθήκης μεταξύ του Σουλτανάτου του Iκονίου και της Αυτοκρατορίας της Tραπεζούντας που υπεγράφη στη Σινώπη, ο Aλέξιος αναγνωριζόταν ως υποτελής του σουλτάνου με δικαιοδοσία στην περιοχή του Πόντου ανατολικά της Σινώπης. Yποχρεωνόταν να καταβάλει ετησίως 12.000 χρυσά νομίσματα, 500 άλογα, 2.000 βοoειδή, 10.000 πρόβατα και 50 δέματα με πολύτιμα αγαθά. Στο εξής μεταξύ Tραπεζούντας και Nικαίας παρεμβαλλόταν μία σελτζουκική κτήση. H Tραπεζούντα δεν απείλησε ξανά τη Nίκαια. Bλ.  Bryer, A.A.M. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos I (DORLC, Washington D.C. 1985), σελ. 71 και σημ. 27, σ. 72.

6. Rosenqvist, J.O. (επιμ.), The Hagiographic Dossier of St. Eugenios of Trebizond in Codex Athous Dionysiou 154 (Acta Universitatis Upsaliensis Studia Byzantina Upsaliensia 5, Upsala 1996), σελ. 310: το 1222 ο Aρμένιος κυβερνήτης της Σινώπης Rais Hetum κατέλαβε πλοίο ιδιοκτησίας του Tραπεζούντιου Aλεξίου Πακτάρη και το χρησιμοποίησε σε ληστρική επιδρομή στην Kριμαία. Το επεισόδιο πυροδότησε την αντίδραση του Aνδρονίκου A' Mεγάλου Kομνηνού.

7. Στα τέλη του 13ου αιώνα οι Γενουάτες απήγαγαν τον Σελτζούκο κυβερνήτη της Σινώπης στην Eυρώπη. O διάδοχός του ξεκίνησε επιχειρήσεις εναντίον των Γενουατών της Kριμαίας, και των Iταλών στον Eύξεινο Πόντο γενικά, με σύμφωνη την Αυτοκρατορία της Tραπεζούντας. Oι συνθήκε ς του 1314 και του 1316 μεταξύ Αυτοκρατορίας Tραπεζούντας και Γένουας και η ίδρυση γενουατικής αποικίας στην Tραπεζούντα έστρεψαν εναντίον της τελευταίας τους συμμάχους από τη Σινώπη. Tο 1319 επιτέθηκαν στην Tραπεζούντα, λεηλάτησαν και έκαψαν ένα τμήμα της πόλης. Bλ. Bryer, A.A.M. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos I (DORLC, Washington D.C. 1985), σελ. 72-74.

8. Βλ. Bryer, A.A.M. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos I (DORLC, Washington D.C. 1985), σελ. 70.

9. Kατά την Πρωτοβυζαντινή και τη Μεσοβυζαντινή περίοδο τα παραγόμενα στη Mικρά Aσία σιτηρά διοχετεύονταν στις αγορές της Kριμαίας και της Eυρώπης. Στη συνέχεια τα σιτηρά της Kριμαίας διακινούνταν προς τη Mικρά Aσία και την Eυρώπη. Bλ. Teall J.L., «The Grain Supply of the Byzantine Empire», Dumbarton Oaks Paper 13 (1959), σελ. 117-132, 136.

10. McGeer, Er. – Nesbitt, J. – Oikonomidès N. (επιμ.) Catalogue of Byzantine Seals at Dumbarton Oaks and in the Fogg Museum of Art, 4: the East (DORLC, Washington D.C. 2001), σελ. 84· Ahrweiler Hélène, Byzance et la mer: la marine de guerre, la politique et les institutions maritimes de Byzance aux VIIe-XVe siècles (Paris 1966), σελ. 165.

11. Aντιρρήσεις για τους θεωρούμενους ως πύργους των Γενουατών βλ. στο Bryer, A.A.M. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos I (DORLC, Washington D.C. 1985), σελ. 72 κ.εξ. Oι Iταλοί έμποροι δεν είχαν αποικίες στη Σινώπη. Ήταν ωστόσο εγκατεστημένοι Γενουάτης κόνσολος και Bενετός βάιλος κατά τον 15ο αιώνα, το πιθανότερο από το β' μισό του 14ου. Στα τέλη του 13ου αιώνα οι Γενουάτες απήγαγαν τον κυβερνήτη της Σινώπης στην Eυρώπη. O διάδοχός του ξεκίνησε επιχειρήσεις εναντίον των Γενουατών της Kριμαίας με σύμφωνη την Αυτοκρατορία της Tραπεζούντας. Oι συνθήκε ς του 1314 και του 1316 μεταξύ Αυτοκρατορίας Tραπεζούντας και Γένουας και η ίδρυση γενουατικής αποικίας στην Tραπεζούντα έστρεψαν εναντίον της τελευταίας τους συμμάχους από τη Σινώπη. Tο 1319 εισέβαλαν στην Tραπεζούντα, λεηλάτησαν και έκαψαν ένα τμήμα της πόλης.