Σκληροί

1. Γενικά

Η οικογένεια των Σκληρών καταγόταν από τη Μικρά Ασία και ήταν αρμενικής προέλευσης. Για τη γενέτειρά τους έχουν διατυπωθεί δύο διαφορετικές απόψεις. Σύμφωνα με τη μία, οι Σκληροί κατάγονταν από την περιοχή της Μικράς Αρμενίας,1 ενώ, σύμφωνα με τη δεύτερη, κατάγονταν από το θέμα Σεβαστείας.2 Η οικογένεια εμφανίστηκε στο πολιτικό προσκήνιο στις αρχές του 9ου αιώνα, ωστόσο πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι η ιστορία της ξεκινά πολύ νωρίτερα, καθώς τότε συγκαταλεγόταν ήδη στις γνωστές αριστοκρατικές οικογένειες της Μικράς Ασίας. Ο 9ος αιώνας θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως το στάδιο της μετεξέλιξης των Σκληρών σε μία από τις ισχυρότερες οικογένειες της στρατιωτικής αριστοκρατίας στην αυτοκρατορία. Ιδιαίτερα κατά την περίοδο του Βασιλείου Α΄ οι Σκληροί είχαν ευνοϊκή μεταχείριση, η οποία έθεσε τα θεμέλια της μετέπειτα πρωταγωνιστικής παρουσίας τους στα πολιτικά και στρατιωτικά δρώμενα. Ο 10ος αιώνας αποτέλεσε την περίοδο κατά την οποία η οικογένεια βρέθηκε στο επίκεντρο των πολιτικών εξελίξεων και τα πλέον γνωστά μέλη της, όπως ο Πανθήριος Σκληρός, δομέστικος των σχολών επί Ρωμανού Α΄, και κυρίως ο Βάρδας Σκληρός, ο στρατηλάτης Ανατολής επί Ιωάννη Α΄ Τζιμισκή, ανήλθαν στα ανώτατα στρατιωτικά αξιώματα και πρωταγωνίστησαν στην πολιτική ζωή. Μετά τη σύγκρουση της οικογένειας με τη μακεδονική δυναστεία, στο απόγειο της δράσης της οικογένειας (τελευταίο τέταρτο 10ου αιώνα), οι Σκληροί συνέχισαν και κατά τον 11ο αιώνα να διατηρούν τη σημαντική θέση τους στους αριστοκρατικούς κύκλους και να διακρίνονται σε στρατιωτικά και πολιτικά αξιώματα. Από το 12ο αιώνα όμως αρχίζουν να χάνονται σταδιακά από το προσκήνιο και οι αναφορές που βρίσκουμε στις πηγές την περίοδο των Παλαιολόγων καταδεικνύουν ότι η οικογένεια κατά την Υστεροβυζαντινή περίοδο διατήρησε την πρόσβασή της σε πολιτικά αξιώματα, αλλά είχε χάσει την περίοπτη θέση που κατείχε στην πολιτική σκηνή πριν από τους Κομνηνούς.

2. Η δράση της οικογένειας

2.1. Οι Σκληροί τον 9ο αιώνα

Η πρώτη αναφορά σε εκπρόσωπο της οικογένειας των Σκληρών στις πηγές γίνεται στις αρχές του 9ου αιώνα. Πρόκειται για κάποιο Σκληρό, ο οποίος το 805 ήταν στρατηγός του θέματος Πελοποννήσου. Την περίοδο αυτή, ωστόσο, η οικογένεια συγκαταλέγεται ήδη στις σημαντικές αριστοκρατικές οικογένειες της Μικράς Ασίας. Το 811 αναφέρεται και ένας δεύτερος Σκληρός, ονόματι Λέων, επίσης στρατηγός του θέματος Πελοποννήσου, ο οποίος διορίστηκε στη θέση αυτή μετά την ανάληψη της εξουσίας από το Μιχαήλ Α΄ Ραγκαβέ (811-813) και μπορεί να ήταν γιος ή ανιψιός του προκατόχου του στο αξίωμα αυτό. Στα μέσα του 9ου αιώνα αναφέρεται στις πηγές μια εμφύλια διαμάχη ανάμεσα στον Αμρ αλ-Ακτά (Amr al-Aqta'), εμίρη της Μελιτηνής, και το συνάρχοντά του Σκληρό. Πρόκειται για ένα μέλος της οικογένειας των Σκληρών που φέρεται να ηγείται αρμενικών στρατευμάτων τα οποία βρίσκονταν υπό τον έλεγχο των Αράβων. Η παρουσία του σε μια τέτοια θέση καταδεικνύει ότι η θέση της οικογένειας επί της δυναστείας του Αμορίου δεν ήταν η καλύτερη και πιθανότατα είχε περιπέσει σε δυσμένεια. Όμως, μετά την άνοδο του Βασιλείου Α΄ στο θρόνο, η θέση των Σκληρών βελτιώθηκε αισθητά, καθώς φαίνεται να υποστήριξαν τον ιδρυτή της νέας δυναστείας.3 Το γεγονός αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αναλάβουν σημαντικές θέσεις και αξιώματα έως το τέλος του 9ου αιώνα. Ο Θεόδωρος Σκληρός, ο οποίος έφερε τους τίτλους του μαγίστρου και του ανθυπάτου, έλαβε μέρος στη σύνοδο που καταδίκασε τον πατριάρχη Φώτιο το 869-870. Είχε δύο γιους, τον Αντώνιο και το Νικήτα, εκ των οποίων ο πρώτος έλαβε τον τίτλο του πατρικίου ή του πρωτοσπαθαρίου και διατέλεσε στρατηγός του θέματος Ελλάδος περίπου στο τελευταίο τέταρτο του 9ου αιώνα, ενώ ο δεύτερος έλαβε τους τίτλους του πατρικίου και του βασιλικού πρωτοσπαθαρίου και το αξίωμα του δρουγγάριου του πλωίμου και αναφέρεται ως επικεφαλής μιας πρεσβείας προς τους Ούγγρους το 894.

2.2. Η αύξηση της πολιτικής δύναμης των Σκληρών

Παρά το γεγονός ότι η άνοδος της μακεδονικής δυναστείας στο θρόνο ευνόησε αρχικά την οικογένεια των Σκληρών, η συνέχεια δεν υπήρξε ανάλογη. Από τις αρχές του 10ου αιώνα η θέση της οικογένειας περιορίστηκε σε σημασία, λόγω της παρουσίας στο προσκήνιο των Φωκάδων, οι οποίοι κυριάρχησαν στη στρατιωτική ιεραρχία. Στην περίοδο αυτή πρέπει να αναζητηθούν οι απαρχές της πολιτικής αντιπαλότητας ανάμεσα σε αυτές τις δύο ισχυρές οικογένειες. Η εύνοια του αυτοκράτορα Λέοντος Στ΄ (886-912) προς τους Φωκάδες και ο παραμερισμός των Σκληρών πρέπει να έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην προσχώρηση των τελευταίων στο Ρωμανό Α΄ Λακαπηνό. Η υποστήριξη που προφανώς του παρείχαν κατά την άνοδό του στο θρόνο είχε ως αποτέλεσμα να επανέλθουν την περίοδο της βασιλείας του στο πολιτικό προσκήνιο και στις ανώτερες θέσεις του στρατεύματος, αντικαθιστώντας τους Φωκάδες. Ο Πανθήριος Σκληρός έλαβε τον τίτλο του βασιλικού πρωτοσπαθαρίου και διατέλεσε στρατηγός Λυκανδού, στρατηγός Θρακησίων, ενώ το 944 διαδέχτηκε τον Ιωάννη Κουρκούα στο αξίωμα του δομέστικου των σχολών. Όμως, η επαναφορά στη δυναστική νομιμότητα με την άνοδο του Κωνσταντίνου Ζ΄ Πορφυρογέννητου (945-959) στο θρόνο σήμανε άλλη μία φορά την υποβάθμιση και τον παραμερισμό των Σκληρών για χάρη των Φωκάδων.

Ο επόμενος σημαντικός εκπρόσωπος της οικογένειας, ο Βάρδας Σκληρός, εμφανίζεται το 956 να κατέχει τον τίτλο του πατρικίου και το χαμηλόβαθμο αξίωμα του στρατηγού Καλουδίων. Ο Βάρδας Σκληρός είχε δύο αδέλφια, τον
Κωνσταντίνο, ο οποίος έλαβε επίσης τον τίτλο του πατρικίου, χωρίς ωστόσο να λάβει κάποιο ιδιαίτερο στρατιωτικό αξίωμα, και τη Μαρία. Κατά μία άποψη, πατέρας τους ήταν ο Πανθήριος Σκληρός,4 ενώ κατά μία άλλη κάποιος ονόματι Φωτεινός Σκληρός,5 και μητέρα του μάλλον η Γρηγορία, η οποία καταγόταν από την οικογένεια του Βασιλείου Α΄. Ο γάμος της αδελφής του Βάρδα και του Κωνσταντίνου, της Μαρίας Σκλήραινας, με τον Ιωάννη Τζιμισκή, στρατηγό των Ανατολικών, καθόρισε εν πολλοίς τη θέση και την εξέλιξη της οικογένειας μετά τα μέσα του 10ου αιώνα. Οι Σκληροί παρέμειναν στο περιθώριο έως και το τέλος της βασιλείας του Νικηφόρου Β΄ Φωκά. Μετά τη δολοφονία του τελευταίου και την άνοδο του Τζιμισκή στο θρόνο, οι Φωκάδες έχασαν την κυρίαρχη θέση που κατείχαν έως τότε στο πολιτικό προσκήνιο. Οι Σκληροί, παρά το γεγονός ότι η σύζυγος του Τζιμισκή πρέπει να είχε ήδη πεθάνει πριν από την άνοδό του στο θρόνο, διατήρησαν στενές σχέσεις με το νέο αυτοκράτορα και ανέλαβαν υψηλόβαθμες θέσεις στο στράτευμα. Από την εποχή αυτή και έως το 989 διαδραμάτισαν πρωταγωνιστικό ρόλο στα πολιτικά δρώμενα της αυτοκρατορίας, φθάνοντας να συγκρουστούν με τη μακεδονική δυναστεία και να διεκδικήσουν, στο πρόσωπο του σημαντικότερου εκπροσώπου τους, του Βάρδα Σκληρού, τον αυτοκρατορικό θρόνο.

2.3. Ο Βάρδας Σκληρός και το απόγειο της οικογένειας

Ο Βάρδας Σκληρός έλαβε το 970 τον τίτλο του μαγίστρου και το αξίωμα του στρατηλάτη Ανατολής και πρωταγωνίστησε τόσο στις εκστρατείες εναντίον των Ρως στη Βουλγαρία (970-971), όσο και στην καταστολή της στάσης του Βάρδα Φωκά. Προσωρινά η οικογένεια φάνηκε να αποκτά στο στράτευμα και στην πολιτική ζωή την πρωταγωνιστική θέση που είχαν τα προηγούμενα χρόνια οι Φωκάδες, ωστόσο το διάστημα 972-974 πρέπει να έπεσε στη δυσμένεια του αυτοκράτορα, πιθανότατα λόγω κάποιας συνωμοσίας που προσπάθησε να οργανώσει ο Βάρδας Σκληρός κατά του Τζιμισκή.6 Το 974 ο Βάρδας επανήλθε στο αξίωμα του στρατηλάτη και μαζί του η οικογένεια φαίνεται ότι επανέκτησε την κυρίαρχη θέση της. Ωστόσο, η πολιτική του Τζιμισκή, που αποσκοπούσε στην επάνοδο των νόμιμων εκπροσώπων της μακεδονικής δυναστείας στο θρόνο, περιόριζε σαφώς τις πολιτικές βλέψεις των Σκληρών, οι οποίοι, με δεδομένο τον παραμερισμό των αντιπάλων τους Φωκάδων, έβλεπαν πιθανώς στη στενή σχέση που τους συνέδεε με τον αυτοκράτορα μια ευκαιρία να αποτελέσουν τη διάδοχη κατάσταση στην κηδεμονία της μακεδονικής δυναστείας από τις ισχυρές στρατιωτικές οικογένειες της Μικράς Ασίας.

Όμως η δολοφονία του Τζιμισκή και η άνοδος του Βασιλείου Β΄ (976-1025) στο θρόνο, υπό την εποπτεία του
παρακοιμωμένου Βασιλείου Λακαπηνού, σήμανε εκ νέου τον περιορισμό της θέσης των Σκληρών, καθώς ο σημαντικότερος εκπρόσωπός τους, ο Βάρδας Σκληρός, θεωρήθηκε επικίνδυνος για το νέο καθεστώς και υποβιβάστηκε από το αξίωμα του στρατηλάτη Ανατολής σε εκείνο του δούκα Μεσοποταμίας στις αρχές του 976. Η αντίδραση της οικογένειας υπήρξε ιδιαίτερα δυναμική και εκφράστηκε με την εκδήλωση στάσης κατά του Βασιλείου Β΄ την άνοιξη του 976. Η στάση αυτή σήμανε την έναρξη της διαμάχης ανάμεσα στη μακεδονική δυναστεία και τις ισχυρότερες αριστοκρατικές οικογένειες της Μικράς Ασίας, με στόχο την κατοχή της εξουσίας. Το κίνημα έληξε με την ήττα του Βάρδα Σκληρού και τη φυγή του (μαζί με τον αδελφό του Κωνσταντίνο και το γιο του Ρωμανό) στα αραβικά εδάφη, όπου παρέμεινε κρατούμενος του χαλίφη της Βαγδάτης έως το 987. Στο διάστημα αυτό, όπως είναι αυτονόητο, η οικογένεια χάνεται από το προσκήνιο και δε διαδραματίζει κανένα ρόλο στην πολιτική ζωή της αυτοκρατορίας. Η απελευθέρωση του Βάρδα Σκληρού από τους Άραβες (Φεβρουάριος 987) σήμανε την επαναδραστηριοποίησή του στα πολιτικά δρώμενα, καθώς μαζί με τον αδελφό και το γιο του επέστρεψαν στα βυζαντινά εδάφη και οργάνωσαν (αρχές άνοιξης 987) ένα νέο κίνημα κατά του Βασιλείου Β΄. Η δεύτερη στάση των Σκληρών χαρακτηρίστηκε από τη συμμαχία τους με τους Φωκάδες, οι οποίοι με επικεφαλής το δομέστικο των σχολών της Ανατολής Βάρδα Φωκά είχαν επίσης στασιάσει κατά του Βασιλείου Β΄ το 987, αλλά και από την προσχώρηση του Ρωμανού Σκληρού στο πλευρό του αυτοκράτορα. Μετά την ήττα και το θάνατο του Βάρδα Φωκά (Απρίλιος 989) οι Σκληροί επανήλθαν στο προσκήνιο, συνεχίζοντας για μικρό χρονικό διάστημα την αντίστασή τους στη δυναστεία μέχρι τον Οκτώβριο του 989, οπότε και συνθηκολόγησαν. Ο Βάρδας Σκληρός έλαβε τον ανώτατο τιμητικό τίτλο του κουροπαλάτη και μαζί με τον αδελφό του Κωνσταντίνο αποσύρθηκαν στο Διδυμότειχο. Ο Ρωμανός Σκληρός παρέμεινε το μόνο ενεργό μέλος της οικογένειας, χωρίς ωστόσο οι πηγές να αναφέρονται στη δράση του μετά το 990.7

2.4. Η επανεμφάνιση των Σκληρών τον 11ο αιώνα

Η παρουσία του Ρωμανού Σκληρού στο πλευρό του Βασιλείου Β΄, καθώς και το προχωρημένο της ηλικίας των στασιαστών Βάρδα και Κωνσταντίνου Σκληρού, οι οποίοι δεν μπορούσαν πλέον να αποτελέσουν απειλή για τη μακεδονική δυναστεία, ήταν οι κύριες αιτίες για την επιεική μεταχείριση των Σκληρών από το Βασίλειο Β΄, η οποία είχε ως αποτέλεσμα η οικογένεια να μην εξαφανιστεί από το προσκήνιο, όπως συνέβη με τους Φωκάδες, αλλά να διατηρήσει τη θέση της και να επανέλθει κατά τη διάρκεια του 11ου αιώνα με πρωταγωνιστικό ρόλο στην πολιτική ζωή της αυτοκρατορίας. Ο Βασίλειος Σκληρός, γιος του Ρωμανού, έφερε επί Κωνσταντίνου Η΄ (1025-1028) τον τίτλο του πατρικίου, αλλά έπεσε σε δυσμένεια μετά τη διαμάχη του με το μάγιστρο Προυσιάνο, στρατηγό Βουκελλαρίων, εξορίστηκε στη νήσο Οξεία και υπέστη μερική τύφλωση. Μετά την άνοδο του Ρωμανού Γ΄ Αργυρού (1028-1034) στο θρόνο, ο Βασίλειος Σκληρός, νυμφευμένος με την Πουλχερία, αδελφή του νέου αυτοκράτορα, επανήλθε στο προσκήνιο, λαμβάνοντας τον τίτλο του μαγίστρου και, κατά μια άποψη, διατελώντας βέστης και στρατηγός των Ανατολικών.8 Μετά το 1033 κατηγορήθηκε για συμμετοχή σε συνωμοσία κατά του αυτοκράτορα, έπεσε εκ νέου σε δυσμένεια και απομακρύνθηκε από την πρωτεύουσα. Ο Βασίλειος και η Πουλχερία απόκτησαν μία κόρη, τη δεύτερη σύζυγο του μετέπειτα αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Θ΄ Μονομάχου (1042-1055), η οποία απεβίωσε πιθανότατα πριν από το 1035-1036.

Με το Βασίλειο η οικογένεια των Σκληρών επανέκτησε τη θέση της στην πολιτική και την κοινωνική ζωή της αυτοκρατορίας. Κατά τη διάρκεια του 11ου αιώνα, μεγάλος αριθμός μελών της οικογένειας εμφανίζεται να κατέχει σημαντικούς τίτλους και αξιώματα. Κυριότεροι εκπρόσωποι της οικογένειας την περίοδο αυτή ήταν η
σεβαστή Μαρία Σκλήραινα, γνωστή για τη σχέση της με το θείο της, τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Θ΄ Μονομάχο, και ο αδελφός της Ρωμανός, παιδιά ενός Σκληρού ο οποίος τοποθετείται στο α΄ τρίτο του 11ου αιώνα και κατά μία υπόθεση ήταν αδελφός του Βασιλείου Σκληρού, αλλά πιθανότατα δεν έζησε μεγάλο χρονικό διάστημα και δεν απέκτησε σημαντικά αξιώματα ούτε διαδραμάτισε κάποιον ιδιαίτερο ρόλο.9 Μετά την ενθρόνιση του Κωνσταντίνου Θ΄, ο Ρωμανός Σκληρός έλαβε τους τίτλους του μαγίστρου και του πρωτοστράτορα και το αξίωμα του στρατηγού Θρακησίων, ενώ φέρεται να κατέχει και μεγάλες εκτάσεις γης στο θέμα Ανατολικών. Οι τελευταίες συνόρευαν με τα κτήματα του στρατηγού Γεωργίου Μανιάκη και η διαμάχη ανάμεσα στους δύο οδήγησε τον τελευταίο να στασιάσει εναντίον του Κωνσταντίνου Θ΄. Στη δεκαετία του 1050 ο Ρωμανός Σκληρός προήχθη σε δούκα Αντιοχείας, λαμβάνοντας και τον ιδιαίτερα τιμητικό τίτλο του προέδρου. Στο διάστημα 1050-1054 είναι πιθανόν ότι διατέλεσε και στρατοπεδάρχης Ανατολής, ενώ επί Ισαακίου Α΄ Κομνηνού (στου οποίου την άνοδο στο θρόνο έπαιξε σημαντικό ρόλο) ή Κωνσταντίνου Ι΄ Δούκα πρέπει να διατέλεσε για σύντομο χρονικό διάστημα δομέστικος των σχολών της Δύσης.10 Στο β΄ μισό του 11ου αιώνα πληροφορούμαστε από σφραγίδες την ύπαρξη μιας σειράς πολιτικών αξιωματούχων από την οικογένεια των Σκληρών, ανάμεσα στους οποίους ξεχωρίζουν ο Λέων Σκληρός, ο οποίος έφερε τον τίτλο του μαγίστρου και διακρίθηκε στα αξιώματα του κριτή των Ανατολικών, του πραίτορα του Οψικίου και του χαρτουλαρίου του βεστιαρίου, και ο Νικόλαος Σκληρός, μάγιστρος, βέστης, πρόεδρος, πρωτοπρόεδρος και κουροπαλάτης, ο οποίος διατέλεσε κριτής του θέματος Βουκελλαρίων και δρουγγάριος της βίγλης. Οι πληροφορίες αυτές είναι ενδεικτικές για τη σαφή στροφή της οικογένειας των Σκληρών τον 11ο αιώνα στα πολιτικά αξιώματα.11

2.5. Τελευταίοι εκπρόσωποι των Σκληρών

Από τα τέλη του 11ου αιώνα ο ρόλος και η σημασία των Σκληρών αρχίζουν να περιορίζονται σταδιακά, αλλά τα μέλη της οικογένειας εξακολουθούν να διακρίνονται σε υψηλόβαθμα πολιτικά αξιώματα. Το γεγονός ότι δε συνδέθηκαν με τη νέα δυναστεία των Κομνηνών πρέπει να έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην απουσία τους από το πολιτικό προσκήνιο της αυτοκρατορίας από το 12ο αιώνα και εξής. Οι αναφορές που βρίσκουμε γι’ αυτούς στις πηγές την ύστερη περίοδο είναι ελάχιστες. Στα τέλη του 12ου ή στις αρχές του 13ου αιώνα πρέπει να τοποθετηθεί ένας Ρωμανός Σκληρός, για τον οποίο πιθανολογείται ότι ήταν κάτοχος μεγάλων εκτάσεων γης και κάποιου πολιτικού αξιώματος.12 Στην περίοδο των Παλαιολόγων αναφέρεται ένας Σκληρός με τον τίτλο του σεβαστού, κάτοχος εκτάσεων γης στην περιοχή των Σερρών το 1336, καθώς και ένας Δημήτριος Σκληρός, πρωτέκδικος της μητροπόλεως Ζιχνών (επίσης στην περιοχή των Σερρών) το 1362.




1. Lemerle, P., “Le chronique impropement dite de Monemvasie: Le contexte historique et légendaire”, Revue des Études Byzantines 21 (1963), σελ. 10.58-60.

2. Seibt, W., Die Skleroi: eine prosopographish-sigillographische Studie (Byzantina Vindobonensia 9, Wien 1976), σελ. 20.

3. Βλυσίδου, Β., Αριστοκρατικές οικογένειες και εξουσία (9ος-10ος αιώνας) (Αθήνα 2001), σελ. 176.

4. Βλυσίδου, Β., Αριστοκρατικές οικογένειες και εξουσία (9ος-10ος αιώνας) (Αθήνα 2001), σελ. 178.

5. Seibt, W., Die Skleroi: eine prosopographish-sigillographische Studie (Byzantina Vindobonensia 9, Wien 1976), σελ. 27-28.

6. Για τη συνωμοσία του Βάρδα Σληρού κατά του Ιωάννη Τσιμισκή μάς πληροφορεί ο Ιωάννης Σκυλίτζης, Σύνοψις Ιστοριών, Thurn, I. (επιμ.), Ioannis Scylitzae Synopsis Historiarum (Corpus Fontium Historiae Byzantinae 5, Berlin – New York 1973), σελ. 314.62-64. Την ύπαρξη συνωμοσίας θεωρεί πιθανή ο Seibt, W., Die Skleroi: eine prosopographish-sigillographische Studie (Byzantina Vindobonensia 9, Wien 1976), σελ. 35, ο οποίος τη συνδέει με την απομάκρυνση του πατριάρχη Βασιλείου Σκαμανδρηνού.

7. Σύμφωνα με το Seibt, W., Die Skleroi: eine prosopographish-sigillographische Studie (Byzantina Vindobonensia 9, Wien 1976), σελ. 63-64, είναι πιθανόν ο Ρωμανός Σκληρός να διατέλεσε δούκας Αντιοχείας το διάστημα 989-991. Ωστόσο, η άποψη αυτή δεν είναι ευρέως αποδεκτή και πιθανότερο θεωρείται ότι τη θέση αυτή κατείχε από το 989 έως το 995 ο Μιχαήλ Βουρτζής. Σύμφωνα με τον Cheynet, J.-C., Pouvoir et contestations à Byzance (963-1210) (Byzantina Sorbonensia 9, Paris 1990), σελ. 308, ο Ρωμανός είναι πιθανό να κατείχε το αξίωμα του στρατοπεδάρχη ή του δομεστίκου ή, τέλος, να ήταν ο δεύτερος στην ιεραρχία στο στράτευμα μετά το Βούρτζη. Βλ. και Βλυσίδου, Β., Αριστοκρατικές οικογένειες και εξουσία (9ος-10ος αιώνας) (Αθήνα 2001), σελ. 204.

8. Seibt, W., Die Skleroi: eine prosopographish-sigillographische Studie (Byzantina Vindobonensia 9, Wien 1976), σελ. 68.

9. Seibt, W., Die Skleroi: eine prosopographish-sigillographische Studie (Byzantina Vindobonensia 9, Wien 1976), σελ. 69.

10. Seibt W., Die Skleroi: eine prosopographish-sigillographische Studie (Byzantina Vindobonensia 9, Wien 1976), σελ. 80-84.

11. Seibt W., Die Skleroi: eine prosopographish-sigillographische Studie (Byzantina Vindobonensia 9, Wien 1976), σελ. 87-90.

12. Seibt W., Die Skleroi: eine prosopographish-sigillographische Studie (Byzantina Vindobonensia 9, Wien 1976), σελ. 110-111.