Τερμησσός η Μείζων, Γυμνάσιο

1. Θέση και κάτοψη του οικοδομήματος

Το μνημειακό κτηριακό συγκρότημα του Γυμνασίου της Τερμησσού βρίσκεται στο βορειοανατολικό τομέα της πόλης, στα βόρεια της Αγοράς και του Θεάτρου. Στην κάτοψη αποτυπώνεται ένα μεγάλο οικοδόμημα με τονισμένο τον κατά μήκος άξονά του, διαστάσεων 91,10 x 35,30 μ. με προσανατολισμό προς ΝΔ. Κατά μήκος της νοτιοδυτικής πλευράς του, πίσω από την πρόσοψη, αναπτύσσονται εννέα διαδοχικά ορθογώνια δωμάτια με μεγάλο βάθος (14,50 μ.). Ακολουθούν δύο επιμήκεις χώροι, παράλληλοι μεταξύ τους (μήκους 50,84 μ. και πλάτους 12,80 μ. ο χώρος Β και 8 μ. ο χώρος C). Κατά μήκος των μακριών πλευρών τους υψώνονται ανά τακτά διαστήματα ογκώδεις πεσσοί για τη στήριξη της θολωτής οροφής. Ανάμεσά τους διαμορφώνονται πλατιές κόγχες με τοξωτή επίστεψη. Με καμάρες (ημικυλινδρικούς θόλους) στεγάζονταν και τα διαδοχικά δωμάτια πίσω από την πρόσοψη. Οι χώροι επικοινωνούσαν μεταξύ τους με πλατιά ανοίγματα (θύρες). Σε επαφή με το τελευταίο νοτιοανατολικό δωμάτιο προστέθηκε στους Ρωμαϊκούς χρόνους ένας μεγάλων διαστάσεων χώρος (D), παρόμοιου περίπου πλάτους, μεγαλύτερου όμως μήκους από αυτό των επάλληλων ορθογώνιων δωματίων.1

2. Τοιχοδομία

Η πρόσοψη του οικοδομήματος είναι χτισμένη με βάση το ψευδοϊσόδομο ορθογώνιο σύστημα λιθοδομίας. Ως υλικό έχει χρησιμοποιηθεί ο ασβεστόλιθος. Επάλληλοι πεσσοί κατά μήκος της πρόσοψης, σε απόσταση περίπου 2,50 μ. μεταξύ τους, φέρουν πλούσια διακοσμημένο γείσο. Ανάμεσά τους διαμορφώνονται ανά τακτά διαστήματα κόγχες και θύρες. Οι κόγχες πλαισιώνονται από ημικίονες και έχουν τοξωτή επίστεψη. Από τις πλατιές θύρες γινόταν η πρόσβαση στους χώρους του Γυμνασίου. Πάνω από το γείσο, στα τύμπανα των ημισφαιρικών θόλων που στέγαζαν τα δωμάτια του Γυμνασίου, ανοίγονταν διακοσμητικές ορθογώνιες αβαθείς κόγχες. Η αξονικότητα αυτή που παρατηρείται στη διαμόρφωση της πρόσοψης αναλογεί στη διάταξη των δωματίων μόνο στο νοτιότερο τμήμα του κτηρίου, όπου υπάρχουν τρία δωμάτια σχεδόν ίδιων διαστάσεων, ενώ στο βόρειο τμήμα δεν υπάρχει αντιστοιχία της διάταξης της πρόσοψης με το διαχωρισμό των δωματίων πίσω από αυτήν.2 Με λιγότερο επιμελημένη oρθογώνια λιθοδομή ήταν χτισμένοι οι υπόλοιποι τοίχοι του κτηρίου, ενώ κάποιοι από αυτούς παρουσιάζουν ένα ενδιαφέρον και μάλλον ασυνήθιστο παράδειγμα τοιχοδομίας, όπου μεμονωμένες σειρές ορθογώνιας λιθοδομής εναλλάσσονται με αργολιθοδομή. Όλοι οι τοίχοι καλύπτονταν με κονιάματα.3

3. Ταύτιση

Η ταύτιση του μνημείου με γυμνάσιο έγινε με βεβαιότητα από τους πρώτους μελετητές της πόλης της Τερμησσού, τον G. Lanckoronski και το συνεργάτη του Ε. Petersen, χάρη στις αναθηματικές και τιμητικές επιγραφές που βρέθηκαν στο χώρο του οικοδομήματος.4 Το αρχιτεκτονικό του σχέδιο ωστόσο δεν παρουσιάζει το συνηθισμένο τύπο του ελληνικού γυμνασίου με την παλαίστρα, όπου οι διάφοροι χώροι οργανώνονται σε κανονική ή μη διάταξη γύρω από μια κεντρική περίστυλη αυλή (π.χ. Παλαίστρα Ολυμπίας και Δελφών, Γυμνάσιο Δήλου, Άνω Γυμνάσιο Περγάμου κ.ά.).5 Στην Τερμησσό, η διαρρύθμιση των επιμέρους χώρων, η θολωτή στέγαση των αιθουσών και ο μεγάλων διαστάσεων χώρος με τα υπόκαυστα στο νοτιοανατολικό άκρο του κτηρίου εντάσσουν το μνημείο στην κατηγορία των λουτρών-γυμνασίων της Μικράς Ασίας, μνημείων που συνδυάζουν τις αρχές του ελληνικού γυμνασίου με τις νέες ανάγκες των θερμών του ρωμαϊκού κόσμου. Αντίθετα με τις θέρμες της Δύσης, τα λουτρά-γυμνάσια της Μικράς Ασίας δεν υπόκεινται σε αυστηρούς κανόνες αρχιτεκτονικού σχεδιασμού. Παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία κατόψεων και η κατηγοριοποίησή τους οργανώνεται με βάση τις ομοιότητες που παρατηρούνται στα επιμέρους χαρακτηριστικά του αρχιτεκτονικού τους σχεδίου.6 Το σχέδιο του Γυμνασίου της Τερμησσού ακολουθεί την ίδια αρχή σύνθεσης με τις Θέρμες του Λιμανιού στην Έφεσο και το συγκρότημα του Λουτρού-Γυμνασίου στο βορειοανατολικό άκρο του Σταδίου της Λαοδίκειας στη Φρυγία,7 όπου οι αίθουσες του θερμού και αυτές του ψυχρού λουτρού οργανώνονται σε δύο επιμήκεις παράλληλες μεταξύ τους ζώνες.8 Συγκεκριμένα στην Τερμησσό, σε μια εξωτερική ζώνη (Α) διατάσσονται οι αίθουσες του θερμού λουτρού με το caldarium τοποθετημένο στον κεντρικό χώρο. Την εσωτερική ζώνη αποτελούν οι δύο μεγάλες επιμήκεις αίθουσες (Β και C), όπου πιθανόν βρισκόταν το frigidarium. Τέτοιου τύπου αίθουσες, τις οποίες χαρακτηρίζουν το επίμηκες σχήμα και η θολωτή στέγαση που στηρίζεται σε πεσσούς, ανάμεσα στους οποίους δημιουργούνται ορθογώνιες κόγχες, αποτελούν κοινό χαρακτηριστικό των ρωμαϊκών θερμών.9

4. Διάκοσμος

Έργα τέχνης, όπως αγάλματα θεών και ηρώων, ερμαϊκές στήλες και έργα ζωγραφικής, κοσμούσαν συνήθως τους διάφορους χώρους των γυμνασίων και των θερμών του αρχαίου κόσμου.10 Στο Γυμνάσιο της Τερμησσού, αγάλματα γυμνασιαρχών ήταν στημένα μπροστά από το βορειοανατολικό τοίχο της αίθουσας C, όπως μαρτυρούν οι ενεπίγραφες βάσεις τους που σώθηκαν κατά μήκος του τοίχου, ενώ με αγάλματα επιφανών πολιτών της πόλης της Τερμησσού διακοσμούνταν πιθανότατα και οι κόγχες της νότιας πρόσοψης.11 Μια εντοιχισμένη επιγραφή στην πρόσοψη του Γυμνασίου αναφέρεται σε άγαλμα του θεού Έρωτα, ο οποίος, όπως μαρτυρεί ο Αθήναιος,12 μαζί με τον Ερμή και τον Ηρακλή αποτελούσαν τους τρεις προστάτες θεούς της παλαίστρας.

5. Η ζωή στο Γυμνάσιο

Αν και οι γνώσεις μας για την οργάνωση και τη λειτουργία των γυμνασιακών ιδρυμάτων στην Αρχαιότητα παραμένουν γενικά πολύ περιορισμένες,13 επιγραφικές μαρτυρίες από την πόλη της Τερμησσού μας πληροφορούν για θέματα σχετικά με τη ζωή του Γυμνασίου και την τέλεση των αγώνων. Μαρτυρούνται οι αρχές του παιδονόμου, του εφηβάρχου, του γυμνασιάρχη και ο θεσμός του αγωνοθέτη, ενώ μας παραδίδονται και κάποια από τα ονόματα των γυμνασιαρχών και εφηβαρχών του γυμνασίου. Ακόμα, γίνεται αναφορά σε αθλήματα στα οποία αγωνίζονταν οι νέοι, όπως η πάλη, το παγκράτιο, η λαμπαδηδρομία, ο δρόμος, η οπλιτοδρομία, το άλμα και το αγώνισμα της ιπποδρομίας.14

6. Χρονολόγηση

Η ακριβής χρονολόγηση ίδρυσης του Γυμνασίου δε μας είναι γνωστή. Βάσει της τοιχοδομίας κυρίως της πρόσοψης θα πρέπει να χρονολογηθεί στους Όψιμους Ελληνιστικούς ή στους Πρώιμους Αυτοκρατορικούς χρόνους.15 Κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους, ο τύπος των λουτρών-γυμνασίων γνωρίζει, σύμφωνα με τους μελετητές, μεγάλη άνθηση στις ανατολικές επαρχίες από τα τέλη του 1ου αι. μ.Χ. και κυρίως κατά το 2ο αι μ.Χ.16 Στην Τερμησσό, μεγάλος αριθμός των επιγραφών που προέρχονται από το χώρο του Γυμνασίου χρονολογούνται στο 2ο αι. μ.Χ. και στις αρχές του 3ου αι. μ.Χ.17 Δε μας είναι γνωστή η χρονολόγηση εγκατάλειψης του μνημείου. Πιθανόν η τύχη του ακολουθεί αυτήν της Τερμησσού, η οποία ακμάζει μέχρι τα μέσα του 3ου αι. μ.Χ., ενώ στο εξής τα γραπτά κείμενα και τα αρχαιολογικά ευρήματα μας δίνουν ελάχιστες πληροφορίες για τη ζωή στην πόλη μέχρι και την ολοκληρωτική αποσιώπησή της από τις πηγές μετά τον 5ο αι. μ.Χ.

7. Το λεγόμενο Γυμνάσιο στην Αγορά

Στον τοίχο της πρόσοψης του μνημείου βρέθηκε εντοιχισμένη αναθηματική επιγραφή, όπου η λέξη «γυμνάσιο» αναφέρεται στον πληθυντικό και υπονοεί πιθανόν την ύπαρξη περισσότερων γυμνασίων στην πόλη της Τερμησσού.18 Βάσει αυτής της ένδειξης ο G. Lanckoronski αναγνώρισε ένα δεύτερο Γυμνάσιο, προγενέστερο αυτού που εξετάσαμε, στα λείψανα ενός οικοδομήματος στο χώρο της Αγοράς, στα δυτικά του Θεάτρου και στα βόρεια του Ωδείου. Το οικοδόμημα αποτελείται από μια κεντρική αυλή πλαισιωμένη από στοές, πίσω από τις οποίες ανοίγονται δωμάτια, μια διάταξη που θυμίζει τις γνωστές παλαίστρες και τα γυμνάσια του ελληνικού κόσμου.19 Επιπλέον ένδειξη για την ταύτιση του κτίσματος με γυμνάσιο αποτελεί το γεγονός πως στο χώρο του οικοδομήματος και γύρω από αυτόν βρέθηκαν αναθηματικές επιγραφές αθλητών και νικητών και κατάλογοι με ονόματα εφήβων.20

8. Ιστορία της έρευνας

Η αρχική μελέτη και η αποτύπωση του αρχιτεκτονικού σχεδίου του συγκροτήματος του Γυμνασίου της Τερμησσού έγινε στα τέλη του 19ου αιώνα από τον πρώτο και σημαντικότερο έως και σήμερα μελετητή του πολιτισμού της Πισιδίας, τον G. Lanckoronski,21 ο οποίος μαζί με τους G. Niemann και Ε. Petersen κατέγραψαν όλα τα μνημεία της πόλης που ήταν τότε ορατά και διατηρούνταν ακόμη σε εντυπωσιακά καλή κατάσταση. Ο χώρος του συγκροτήματος δεν ανασκάφηκε ποτέ, γεγονός άλλωστε που ισχύει και για όλα τα μνημεία της Τερμησσού.

9. Σημερινή κατάσταση

Το συγκρότημα του Γυμνασίου είναι το πρώτο μνημειακό οικοδόμημα που συναντά σήμερα ο επισκέπτης κατευθυνόμενος προς το κέντρο της πόλης μέσω της ανηφορικής Βασιλικής οδού. Ο χώρος καλύπτεται από πυκνή βλάστηση και είναι δύσκολα προσβάσιμος. Ωστόσο, εντυπωσιακοί παραμένουν οι τοίχοι του κτίσματος που διατηρούνται σε μεγάλο ύψος. Μπορεί κανείς να δει την πολύ καλά διατηρημένη πρόσοψη του κτηρίου με τις κόγχες, η οποία σώζεται σε ύψος πάνω από 3 μ., την κεντρική θύρα του κτηρίου που διατηρείται ακέραια, καθώς και τα λείψανα του ρωμαϊκού λουτρού στο νοτιοανατολικό άκρο του συγκροτήματος.



1. Lanckoronski, K., Städte Pamphyliens und Pisidiens (Wien 1892), σελ. 60· Yegül, F., Baths and Bathing in Classical Antiquity (New York 1992), σελ. 273, όπου ο χώρος D ταυτίζεται με δεξαμενή.

2. Lanckoronski, K., Städte Pamphyliens und Pisidiens (Wien 1892), σελ. 103.

3. Yegül, F., Baths and Bathing in Classical Antiquity (New York 1992), σελ. 258.

4. Lanckoronski, K., Städte Pamphyliens und Pisidiens (Wien 1892), σελ. 60.

5. Για τα γυμνάσια και τις παλαίστρες στην αρχαία Ελλάδα βλ. Delorme, J., Gymnasion. Etude sur les monuments consacrés a l’ éducation en Grèce (BEFAR 196, Paris 1960) και για νεότερη βιβλιογραφία Wacker, Ch., Das Gymnasion in Olympia, Geschichte und Funktion (Wurzburg 1996). Αναλυτικά για το ζήτημα του προσδιορισμού των αρχαίων όρων «γυμνάσιο» και «παλαίστρα» και τη μεταξύ τους διάκριση βλ. Glass, S.L., Palaistra and gymnasium in greek architecture (Diss. University of Pennsylvania, Ann Arbor 1981), σελ. 69 κ.ε. και του ίδιου, “The Greek gymnasium, some problems”, στο Raschke, W.J. (επιμ.), The archaeology of the Olympics.The Olympics and other festivals in antiquity (Madison 1988), σελ. 155-173, ιδίως σελ. 161 κ.ε.

6. Για αυτή την κατηγορία μνημείων βλ. Farrington, A., “Imperial Bath Buildings in South-West Asia Minor”, στο Macready, S. – Thompson, F.H. (επιμ.), Roman Architecture in the Greek World (London 1987), σελ. 50- 59· Yegül, F., Baths and Bathing in Classical Antiquity (New York 1992), σελ. 250 κ.ε. Nielsen, I., Thermae et Balnea. The architecture and cultural history of Roman public Baths (Aarhus 1990), σελ. 105 κ.ε., ειδικά για το Γυμνάσιο της Τερμησσού βλ. σημ. 73.

7. Yegül, F., Baths and Bathing in Classical Antiquity (New York 1992), σελ. 273, εικ. 258, σελ. 276, εικ. 341.

8. Yegül, F., Baths and Bathing in Classical Antiquity (New York 1992), σελ. 272 κ.ε.

9. Ο τύπος αυτός της αίθουσας στα ρωμαϊκά λουτρά αναφέρεται στη βιβλιογραφία ως ambulacrum, -a (ή basilica thermarum για τις θέρμες της Δύσης). Επιμήκης αίθουσα των ρωμαϊκών θερμών με συνήθως θολωτή στέγαση που στηρίζεται σε παραστάδες τοποθετημένες σε τακτά διαστήματα κατά μήκος των μακριών τοίχων της. Ανάμεσα στις παραστάδες σχηματίζονται ορθογώνιες κόγχες. Θεωρείται πως παρουσίαζε ποικιλία χρήσεων. Yegül, F., Baths and Bathing in Classical Antiquity (New York 1992), σελ. 414, 415, σημ. 1· Nielsen, I., Thermae et Balnea. The architecture and cultural history of Roman public Baths (Aarhus 1990), σελ. 106.

10. Delorme, J., Gymnasion. Etude sur les monuments consacrés a l’ éducation en Grèce (BEFAR 196, Paris 1960), σελ. 362-373· Manderscheid, H., Die Skulpturenaustattung der kaiserzeitlichen Thermenanlagen (Berlin 1981)· Ruckert, C., Die Herme im öffentlichen und privaten Leben der Griechen (Regensburg 1998), σελ. 126 κ.ε.

11. Lanckoronski, K., Städte Pamphyliens und Pisidiens (Wien 1892), σελ. 60, επιγραφές 3, 10, 11.

12. Αθήν. 13, 561d.

13. Για το θεσμό και τη λειτουργία του γυμνασίου στον ελληνικό κόσμο βλ. Nilsson, M., Die hellenistische Schule (München 1955) και τελευταία το άρθρο του Gautier, P., “Notes sur le rôle du gymnase dans les cités. hellénistiques”, στο Wörrle, M. – Zanker, P. (επιμ.), Standbild und Bürgerbild im Hellenismus. Kolloquium, München 24. bis 26. Juni 1993 (München 1995), σελ. 1- 12. Σχετικά με την αρχιτεκτονική και τη λειτουργία των λουτρών και των θερμών του αρχαίου κόσμου ένα κατατοπιστικό εγχειρίδιο εισαγωγικού χαρακτήρα είναι αυτό της Weber, M., Antike Badekultur (München 1996). Συγκεντρωμένη η σχετική βιβλιογραφία στο Manderscheid, H., Bibliographie zum römischen Badewesen (München 1988).

14. Lanckoronski, K., Städte Pamphyliens und Pisidiens (Wien 1892), σελ. 33 κ.ε., επιγραφές αρ. 8, 9, 10, 11· Heberdey, R., “Gymnische und andere Agone in Termessus Pisidiae”, στο Buckler, W.H. – Calder, W.M. (επιμ.), Anatolian Studies presented to Sir William Mitchell Ramsey (Manchester 1923), σελ. 195-206· Heberdey, R., Termessischen Studien (Wien – Leipzig 1929), σελ. 39- 58· Iplikcioglu, B. – Celgin, G. – Vedat Celgin, A., Epigraphische Forschungen in Termessos und seinem Territorium 1. Mit einem Beitrag zu den epichorishen Namen (Wien 1991), σελ. 11-14· Iplikcioglu, B. – Celgin, G. – Vedat Celgin, A., Epigraphische Forschungen in Termessos und seinem Territorium 2. Mit einem Beitrag zu den epichorishen Namen (Wien 1992), σελ. 11-13· Iplikcioglu, B., “Epigraphische Forschungen im antiken Termessos und seinem Territorium”, στο Dobesch, G. – Rehrenbock, G. (επιμ.), Die epigraphische und altertumskundliche Erforschung Kleinasiens. Hundert Jahre Kleinasiatische Kommission der Österreichischen Akademie der Wissenschaften. Akten des Symposiums Wien 23.- 25. Oktober 1990 (Wien 1993), σελ. 255-263, ιδίως σελ. 258 κ.ε. Για τον ήρωα της Πισιδίας Σόλυμο, προς τιμήν του οποίου τελούνταν στην Τερμησσό γυμνικοί αγώνες βλ. Κosmetatou, E., “The Hero Solymos on the coinage of Termessos Major”, Schweizerische Numismatische Rundschau 76 (1997), σελ. 41-64, πίν. 6-9.

15. Βλ. Rumscheid, F., Untersuchungen zur Kleinasiatischen Bauornamentik des Hellenismus (Mainz 1994), σελ. 140, σημ. 417 και σελ. 327, αρ. 357, όπου αρχιτεκτονικά μέλη του Γυμνασίου χρονολογούνται στους Όψιμους Ελληνιστικούς ή Πρώιμους Αυτοκρατορικούς χρόνους.

16. Nielsen, I., Thermae et Balnea. The architecture and cultural history of Roman public Baths (Aarhus 1990), σελ. 105 κ.ε. Yegül, F., Baths and Bathing in Classical Antiquity (New York 1992), σελ. 304.

17. Heberdey, R., Termessischen Studien (Wien – Leipzig 1929), σελ. 39-58· Ablasoglu H., “Yili Termessos Yuzey Arastirmalari”, Arastirma Sonuclari Toplantisi 5:1 (1987), σελ. 213-230· Iplikcioglu, B. – Celgin, G. – Vedat Celgin, A., Epigraphische Forschungen in Termessos und seinem Territorium 2. Mit einem Beitrag zu den epichorishen Namen (Wien 1992), σελ. 11-13· Iplikcioglu, B., “Epigraphische Forschungen im antiken Termessos und seinem Territorium”, στο Dobesch, G. – Rehrenbock, G. (επιμ.), Die epigraphische und altertumskundliche Erforschung Kleinasiens. Hundert Jahre Keinasiatische Kommission der Österreichischen Akademie der Wissenschaften. Akten des Symposiums Wien 23.- 25. Oktober 1990 (Wien 1993), σελ. 255-263, ιδίως σελ. 258 κ.ε.

18. Lanckoronski, K., Städte Pamphyliens und Pisidiens (Wien 1892), επιγραφή αρ. 5.

19. Για τα γυμνάσια και τις παλαίστρες στην αρχαία Ελλάδα βλ. Delorme, J., Gymnasion. Etude sur les monuments consacrés à l’ éducation en Grèce (BEFAR 196, Paris 1960) και για νεότερη βιβλιογραφία Wacker, Ch., Das Gymnasion in Olympia, Geschichte und Funktion (Würzburg 1996). Αναλυτικά για το ζήτημα του προσδιορισμού των αρχαίων όρων «γυμνάσιο» και «παλαίστρα» και τη μεταξύ τους διάκριση βλ. Glass, S.L., Palaistra and gymnasium in greek architecture (Diss. University of Pennsylvania, Ann Arbor 1981), σελ. 69 κ.ε. και του ίδιου, “The Greek gymnasium, some problems”, στο Raschke, W.J. (επιμ.), The archaeology of the Olympics. The Olympics and other festivals in antiquity (Madison 1988), σελ. 155-173, ιδίως σελ. 161 κ.ε.

20. Lanckoronski, K., Städte Pamphyliens und Pisidiens (Wien 1892), σελ. 34, επιγραφές αρ. 52, 53, 56, 58, 65- 72. Σώζονται τα λείψανα ολόκληρης της δυτικής στοάς και τμήματα της βόρειας και νότιας που περιέκλειαν μια κεντρική αυλή, όπου διακρίνονται λείψανα ναόσχημου κτίσματος.

21. Lanckoronski, K., Städte Pamphyliens und Pisidiens (Wien 1892), σελ. 41-42, 60-61, 103-104, πίν. XV, XVI.