Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Βυζαντινός στρατός στη Μικρά Ασία

Συγγραφή : Cheynet Jean-Claude (18/8/2008)
Μετάφραση : Πέτρακα Ελένη

Για παραπομπή: Cheynet Jean-Claude, «Βυζαντινός στρατός στη Μικρά Ασία»,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=12466>

L'armée byzantine en Asie Mineure (10/4/2009 v.1) Βυζαντινός στρατός στη Μικρά Ασία (10/4/2009 v.1) Byzantine army in Asia Minor (10/4/2009 v.1) 
 

1. Εισαγωγή

Το 636, μετά την ολέθρια μάχη στον Ιερομύακα (Yarmouk), που σήμανε την καταστροφή από τα μουσουλμανικά στρατεύματα του κυριότερου μάχιμου σώματος της αυτοκρατορίας, ο Ηράκλειος και οι αμέσως επόμενοι διάδοχοί του βρέθηκαν αντιμέτωποι με μια κρίσιμη κατάσταση. Είχαν να αντιμετωπίσουν τον πιο δεινό αντίπαλο, το χαλιφάτο των Ομμεϋαδών, που είχε ιδρύσει την πρωτεύουσά του στη Δαμασκό, πολύ κοντά στο καινούριο μέτωπο, τη στιγμή που οι οικονομικοί πόροι είχαν μειωθεί δραματικά εξαιτίας της απώλειας των πλούσιων ανατολικών επαρχιών (Αίγυπτος, Συρία, Παλαιστίνη). Με το δυτικό τμήμα της αυτοκρατορίας να έχει καταληφθεί στο μεγαλύτερο μέρος του από τους Σλάβους, τους Αβάρους και στη συνέχεια τους Βουλγάρους, η Μικρά Ασία αποτέλεσε τον κύριο στόχο στη διαμάχη μεταξύ Βυζαντινών και μουσουλμάνων. Έπρεπε πάση θυσία να προστατευτεί αυτή η μεγάλη περιοχή απ’ όπου επρόκειτο στο εξής να στρατολογείται ο κύριος όγκος των Βυζαντινών στρατιωτών.

2. Η εγκατάσταση του στρατού στις μικρασιατικές επαρχίες

Η ήττα στο Ιερομύακα είχε επακόλουθο τη σταδιακή επαναφορά των μονάδων που έως τότε ήταν εγκατεστημένες στις κατακτημένες επαρχίες. Ο διοικητής των στρατευμάτων των ανατολικών επαρχιών (magister militum per Orientem) και ό,τι απέμεινε από τα στρατεύματα αυτά εγκαταστάθηκαν στην καρδιά της Μικράς Ασίας, στο οροπέδιο της Ανατολίας, στη θέση του μελλοντικού θέματος των Ανατολικών. Οι μονάδες που είχαν τοποθετηθεί στον Καύκασο και στα ανατολικά της αυτοκρατορίας, όπου κατοικούσαν κατά κύριο λόγο Αρμένιοι, είτε παρέμειναν στη θέση τους στα βορειοανατολικά της αυτοκρατορίας είτε μετακινήθηκαν από την Αρμενία, υπό αραβική κυριαρχία στο εξής, και συγκρότησαν το θέμα των Αρμενιάκων. Τα τάγματα των επίλεκτων της αυτοκρατορικής φρουράς (obsequium) ανασυγκροτήθηκαν στα βορειοδυτικά της Μικράς Ασίας, στη Βιθυνία, για να προστατεύουν την πρωτεύουσα, και αποτέλεσαν τον πυρήνα του μελλοντικού θέματος Οψικίου. Τέλος, ο στρατός της Θράκης, που μάταια είχε στρατολογηθεί για την επανάκτηση της Αιγύπτου πριν από το θάνατο του Ηρακλείου, τελικά τοποθετήθηκε στα δυτικά της Μικράς Ασίας πριν από το 711, στη θέση του μελλοντικού θέματος των Θρακησίων. Δε γνωρίζουμε την ακριβή αριθμητική δύναμη των στρατευμάτων που συγχωνεύθηκαν κατ’ αυτόν τον τρόπο, αλλά οι πόλεμοι με τους Άραβες είχαν επιφέρει τεράστιες απώλειες.

3. Η συγκρότηση πολεμικού ναυτικού

Οι Άραβες που είχαν καταλάβει την Αίγυπτο και τις ακτές του Λιβάνου φρόντισαν να δημιουργήσουν σε σύντομο χρονικό διάστημα έναν αποτελεσματικό πολεμικό στόλο που απείλησε το νησί της Κύπρου και στη συνέχεια κατέστρεψε τις νότιες ακτές της Μικράς Ασίας. Το 655, ύστερα από μια πρώτη αναμέτρηση, στην οποία ο αυτοκράτορας Κώνστας Β΄ κινδύνευσε να σκοτωθεί, οι Βυζαντινοί έφτιαξαν με τη σειρά τους ένα στόλο, των Καραβησιάνων, στον οποίο ναυτολογήθηκαν ναυτικοί από όλη την Αυτοκρατορία και ιδιαίτερα από τις ανατολικές ακτές.1 Ο στόλος αυτός δεν μπόρεσε να αποτελέσει ανάχωμα για τους μουσουλμάνους, όταν αυτοί κινήθηκαν εναντίον της Κωνσταντινούπολης και την πολιόρκησαν το 717. Οι Βυζαντινοί δημιούργησαν λοιπόν ένα θέμα που κάλυπτε το νοτιοδυτικό τμήμα της Ανατολίας, αυτό των Κιβυρραιωτών, που αντί για στρατιώτες πρόσφερε ναύτες. Αργότερα, καινούρια ναυτικά θέματα, αυτό της Σάμου και του Αιγαίου πελάγους, ανέλαβαν να αποκρούουν τις επιδρομές των Αράβων από την Κρήτη, όταν πλέον το νησί είχε πέσει στα χέρια τους, στο α΄ μισό του 9ου αιώνα.2

4. Ο ρόλος του στρατού των θεμάτων

Αρχικά λοιπόν το «θέμα» προσδιορίζει ένα σώμα επαγγελματικού στρατού, που δε διοικείται πλέον από ένα magister militum αλλά από ένα στρατηγό. Στη συνέχεια, το θέμα σήμαινε την περιοχή που τροφοδοτούσε τα στρατεύματα με στρατιώτες, αφού έκτοτε τα τάγματα ήταν μόνιμα εγκατεστημένα στο ίδιο μέρος. Για περισσότερο από δύο αιώνες το Βυζάντιο διεξήγε αμυντικούς πολέμους και οι στρατιώτες των θεμάτων είχαν αποστολή να διαφυλάσσουν τη χώρα χωρίς να αξιώνουν τίποτε παραπάνω από έναν πενιχρό μισθό, καθώς τα οικονομικά της αυτοκρατορίας είχαν περιοριστεί σε μεγάλο βαθμό μετά την απώλεια των ανατολικών επαρχιών. Ο στρατιώτης του θέματος ήταν στρατεύσιμος από την ηλικία των 18 ετών και άνω και υπηρετούσε για 24 χρόνια. Κατείχε τα όπλα του και τουλάχιστον ένα άλογο, πράγμα που σημαίνει ότι διέθετε κάποιο οικονομικό κεφάλαιο που τον διέκρινε από τη μάζα των χωρικών. Τα στρατεύματα αποτελούνταν σχεδόν αποκλειστικά από έφιππους: οι πηγές κάνουν λόγο για καβαλλαρικά θέματα. Ωστόσο, την ώρα της μάχης ένα μέρος του στρατού πολεμούσε πεζή, διότι για λόγους αποτελεσματικότητας του στρατού απαιτούνταν η συνδυασμένη δράση ιππικού και πεζικού. Ο στρατιώτης ήταν καταχωρημένος σε στρατιωτικό κατάλογο και όφειλε να παρουσιαστεί στο αδνούμιον (από το λατ. ad nomen) εφοδιασμένος με απόθεμα τροφής για κάμποσες εβδομάδες. Σταδιακά, οι στρατιώτες έγιναν ιδιοκτήτες των εδαφών τους, που επί Μακεδόνων τέθηκαν υπό ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς, επιτρέποντας κατά κανόνα στο στρατιώτη να καλύπτει ο ίδιος τις δαπάνες του.3

Την άνοιξη, κατά κανόνα, ο στρατηγός καλούσε τους στρατιώτες του σε ένα από τα στρατόπεδα και η συγκέντρωση του στρατού γινόταν σύμφωνα με σαφείς κανόνες: ο στρατηγός των Θρακησίων κι εκείνος των Ανατολικών συναντούσαν τον αυτοκράτορα στα Μαλάγινα και, αν η εκστρατεία ήταν προς τα ανατολικά, ο στρατηγός της Καππαδοκίας και εκείνοι του Χαρσιανού και των Βουκελλαρίων τον συναντούσαν στην Κολώνεια.4

Για πολλά χρόνια η κύρια υποχρέωση του θεματικού στρατού ήταν να αναχαιτίζει τις αραβικές επιδρομές και ευκαιρίας δοθείσης να αντεπιτίθεται. Επί ένα σχεδόν αιώνα οι Άραβες επικρατούσαν, παρά τις ενέργειες του θεματικού στρατού, που σημείωνε εφήμερες νίκες και ήταν ανίκανος να σταματήσει από ξηράς τα αραβικά στρατεύματα, τα οποία δύο φορές κατευθύνθηκαν προς την Κωνσταντινούπολη για να την πολιορκήσουν. Από το β΄ μισό του 9ου αιώνα ο πόλεμος διεξαγόταν σε πιο περιορισμένη κλίμακα, η οποία απαιτούσε τις περισσότερες φορές την ανάμειξη μόνο των συνοριακών θεμάτων. Αυτή η τακτική πολέμου, που ονομάστηκε «ακριτικός», εφαρμόστηκε και από τους δύο αντιπάλους. Επρόκειτο για κεραυνοβόλες επιδρομές ιππέων χωρίς επιπλέον αποσκευές ή πρόσθετες προμήθειες, με στόχο τη σύλληψη αιχμαλώτων, οι οποίοι στη συνέχεια θα πωλούνταν ως σκλάβοι, και τη λαφυραγώγηση, αποφεύγοντας τις ενέδρες στα ορεινά περάσματα του Ταύρου. Οι υπερασπιστές πρέπει να είχαν πληροφορίες για τις επιδρομές που προετοιμάζονταν από έμπειρους στρατιώτες, οι οποίοι αναλάμβαναν την εκκένωση των χωριών και τη μετακίνηση των χωρικών και των ζώων τους σε υπόγεια περάσματα ή στα βουνά κατά το σύντομο διάστημα της επιδρομής. Το 10ο αιώνα ένας αριθμός στρατιωτών των θεμάτων επέλεγε να μην υπηρετεί πλέον, πληρώνοντας σε αντιστάθμισμα ένα φόρο, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα την υποβάθμιση της στρατιωτικής αξίας των θεμάτων.5 Ωστόσο, ένας ορισμένος αριθμός στρατιωτών της αριστοκρατίας παρέμεναν συντεταγμένοι γύρω από το στρατηγό και τους υφισταμένους του, τους τουρμάρχες, δρουγγαρίους και κόμητες. Ο Νικηφόρος Β΄ Φωκάς μάλιστα επέλεξε, ανάμεσα από τους πιο πλούσιους στρατιώτες που μπορούσαν να συντηρήσουν καλά πολεμικά άτια και υπηρέτες, μερικές εκατοντάδες ιπποτών που ονομάστηκαν κατάφρακτοι, διότι έφεραν βαριά σκευή. Αυτοί οι ιππείς αποτέλεσαν τις ομάδες κρούσης τον καιρό των μεγάλων νικών που πέτυχε ο αυτοκράτορας αυτός.6

5. Ο σχηματισμός των ταγμάτων

Ο στρατός των θεμάτων παρουσίαζε το πλεονέκτημα ότι δεν επιβάρυνε υπερβολικά τα οικονομικά του κράτους, είχε όμως γίνει λιγότερο ευέλικτος και ελάχιστα κατάλληλος για επιθετικές επιχειρήσεις. Οι αυτοκράτορες, μόλις βελτιώθηκε η οικονομική κατάσταση της αυτοκρατορίας, επανασύστησαν έναν κεντρικό στρατό, τα τάγματα, αρχικά οπωσδήποτε με μέτρια αριθμητική δύναμη.7 Ο Κωνσταντίνος Ε΄ μεταμόρφωσε τις Σχολές, ένα παλιό τάγμα που δεν είχε πλέον ρόλο παρά μόνο σε παρελάσεις, σε μονάδα επίλεκτων πολεμιστών. Αρκετά από αυτά τα τάγματα βρίσκονταν στη Βιθυνία. Ο επικεφαλής τους, ο δομέστικος των Σχολών, κέρδισε μια θέση ολοένα και σημαντικότερη, ώσπου ήδη στον 9ο αιώνα ήταν ο επικεφαλής του στρατού απόντος του αυτοκράτορα.

Από τον 9ο αιώνα τα τάγματα αποτελούσαν την καρδιά του στρατού των επαρχιών, όταν τον καθοδηγούσε ο αυτοκράτορας. Οι μονάδες ήταν ακόμη εγκατεστημένες στην Κωνσταντινούπολη ή στα περίχωρα, στη Θράκη και στη Βιθυνία. Τον επόμενο αιώνα, όταν οι Βυζαντινοί πέρασαν στην αντεπίθεση, τα τάγματα που στο μεταξύ είχαν πολλαπλασιαστεί με τη συμμετοχή πολλών εθνοτικών μονάδων σε αυτά συμμετείχαν σε όλες τις σημαντικές επιχειρήσεις υπό τη διοίκηση του δομέστικου των Σχολών. Οι μουσουλμάνοι, καθοδηγούμενοι από τον πασίγνωστο εμίρη Sayf ed Dawla έμεναν έκπληκτοι από την ποικιλία των γλωσσών που άκουγαν στο πεδίο της μάχης: οι αντίπαλοί τους ήταν Βούλγαροι, Ρώσοι, Άραβες.

Επί Ρωμανού Β΄, προκειμένου να μειωθεί η σημασία του δομέστικου των Σχολών, το αξίωμα μοιράστηκε σε δύο διοικήσεις, μία για τη Δύση και μία για την Ανατολή, και στη συνέχεια υποβιβάστηκε με την εισαγωγή και άλλων αξιωμάτων περίπου ισοδύναμων όπως εκείνα του στρατοπεδάρχη ή του στρατηλάτη. Τα δε τα τάγματα επίσης είχαν διαιρεθεί κάποια στιγμή σε τάγματα των Σχολών, των Ικανάτων. Το πεζικό των ταγμάτων υπαγόταν στο δομέστικο της Ανατολής.

Τον 11ο αιώνα, ο ετοιμοπόλεμος στρατός αποτελούνταν πλέον σχεδόν αποκλειστικά από τάγματα, σε σημείο που και οι παλιοί επίλεκτοι στρατιώτες των θεμάτων αποτέλεσαν τα θεματικά τάγματα. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο οι στρατηγοί των θεμάτων εξέλιπαν στο β΄ μισό του 11ου αιώνα, δίνοντας τη θέση τους στο αξίωμα του δούκα: ο Νικηφόρος Βοτανειάτης, λίγο προτού ανέβει στο θρόνο, ήταν κουροπαλάτης και δούκας των Ανατολικών.8

6. Η αριθμητική δύναμη

Ο όγκος των στρατιωτών που μπορούσαν να κινητοποιήσουν οι στρατηγοί των μικρασιατικών θεμάτων παραμένει ανοιχτό ζήτημα,9 καθώς δε διαθέτουμε ακριβείς πληροφορίες. Για να τολμήσουμε μια λογική εκτίμηση, πρέπει να λάβουμε υπόψη μας τα σπάνια αριθμητικά δεδομένα που μας παραδίδονται στις πηγές και από την άλλη μεριά τις συνθήκες τις σχετικές με την τροφοδοσία που επέβαλλαν αυστηρούς περιορισμούς στην αριθμητική δύναμη των πολεμιστών. Σύμφωνα με τα βιβλία τακτικής, τα Τακτικά, του 10ου αιώνα, ένα στράτευμα με επικεφαλής τον ίδιο τον αυτοκράτορα περιελάμβανε μόλις 16.000 άνδρες. Το πλέον πολυάριθμο θεματικό στράτευμα τον 8ο αιώνα, αυτό των Ανατολικών, αριθμούσε θεωρητικά από 15.000 έως 18.000 άνδρες και το κεντρικό του στρατηγείο βρισκόταν στο Αμόριο.10 Σύμφωνα με το Θεοφάνη, το σύνολο των θεμάτων της Μικράς Ασίας συγκέντρωνε 80.000 άνδρες.11 Βεβαίως, αυτά τα νούμερα είναι θεωρητικά. Κατά τη συγκέντρωση του στρατού (το αδνούμιον) έλειπαν πάντοτε άνδρες, ενώ ένα μέρος τους παρουσιαζόταν χωρίς τον κατάλληλο εξοπλισμό (όπλα και άλογο).

Πρέπει επίσης να λάβουμε υπόψη μας την ποιότητα των πολεμιστών. Το 10ο αιώνα τα Τακτικά διακρίνουν σαφώς τη μάζα των θεματικών στρατευμάτων, που αποτελούνταν από στρατιώτες με ελαφρά σκευή και μικρό κίνητρο, από τους επίλεκτους στρατιώτες, πολεμιστές της αριστοκρατίας που συντάσσονταν γύρω από το στρατηγό τους. Η μάχη του Λαλακάοντα (στην τοποθεσία Πόσων) το 863, όπου οι Βυζαντινοί σημείωσαν μια αποφασιστική νίκη επί του εμίρη της Μελιτηνής, κερδήθηκε χάρη σε ένα σώμα επίλεκτων από δύο θέματα, των Αρμενιάκων και του Χαρσιανού, για τα οποία οι χρονικογράφοι μάς λένε ότι το καθένα έδινε μονάχα 600 άνδρες.12

Με εξαίρεση τους Βαράγγους, οι οποίοι αριθμούσαν μεταξύ 4.000 και 6.000 ανδρών, σύμφωνα με τις σύγχρονες πηγές, οι επίλεκτες μονάδες δεν είχαν πάνω από 1.000 άνδρες, αριθμό που πιθανότατα αντιστοιχούσε στη δυνατότητα για κινήσεις ελιγμού στο πεδίο της μάχης. Τα τάγματα του φράγκικου ιππικού αριθμούσαν κάποιες εκατοντάδες ιππέων.13 Τον 11ο αιώνα ανήλθαν χωρίς αμφιβολία σε μερικές χιλιάδες, για να προασπίσουν τη Μικρά Ασία από τους Σελτζούκους.

7. Η τουρκική εισβολή

Η μεγάλη επίθεση των Βυζαντινών του β΄ μισού του 10ου και του α΄ μισού του 11ου αιώνα έφερε τα σύνορα της αυτοκρατορίας στα ανατολικά μέχρι τη βόρεια Συρία και μέχρι τον Καύκασο, μετά την αφομοίωση των αρμενικών βασιλείων. Τα βυζαντινά στρατεύματα αναπτύσσονταν στην πλειονότητά τους στα κατεπανάτα ή στα συνοριακά δουκάτα. Το δουκάτο της Αντιόχειας, καθώς και τις αγορές του της Έδεσσας και της Μελιτηνής, τα υπερασπίστηκαν σε μεγάλο βαθμό στρατεύματα Αρμενίων. Τα παλιά θέματα του κεντρικού και του δυτικού τμήματος της Μικράς Ασίας είχαν σε μεγάλο βαθμό αποστρατικοποιηθεί, διότι, με εξαίρεση ορισμένες ναυτικές επιδρομές των Αράβων, είχαν μείνει για αρκετούς αιώνες απροσπέλαστα. Όταν ο σουλτάνος των Σελτζούκων Toghrul Beg κατέλαβε τη Βαγδάτη, δεν είχε την πρόθεση να επιτεθεί στην αυτοκρατορία, παρά μόνο για να πάρει πίσω τα μουσουλμανικά εδάφη που είχαν χαθεί στη διάρκεια του προηγούμενου αιώνα, διότι επιθυμούσε να ενώσει ξανά το μουσουλμανικό κόσμο αφομοιώνοντας το σιιτικό χαλιφάτο των Φατιμιδών του Καΐρου. Ωστόσο, έπρεπε να απασχολήσει και όλους τους εφεδρικούς Τουρκομάνους που τον είχαν συνδράμει στους κατακτητικούς του πολέμους, οι οποίοι όμως δεν είχαν ενσωματωθεί στον κανονικό στρατό. Τους άφησε λοιπόν να λεηλατήσουν τα γειτονικά χριστιανικά εδάφη.

Ο βυζαντινός στρατός δεν είχε προσαρμοστεί ακριβώς σε αυτόν τον κινητικό πόλεμο και οι Τούρκοι έκαναν επιδρομές βαθιά μέσα στην Ανατολία, λεηλατώντας τη Μελιτηνή, την Καισάρεια, ακόμα και τις Χώνες. Σε αρκετές περιπτώσεις, οι Τουρκομάνοι κατάφεραν ανεμπόδιστα να επιστρέψουν στις βάσεις τους, παίρνοντας μαζί τους αιχμαλώτους, αγέλες ζώων και πολύτιμα αντικείμενα, ξεγλιστρώντας από τα στρατεύματα που φύλαγαν τα ορεινά περάσματα. Ωστόσο, οι Βυζαντινοί δεν ήταν πραγματικά κατώτεροι στρατιωτικά στα μέσα του 11ου αιώνα. Όταν ο σουλτάνος Toghrul Beg ήρθε αυτοπροσώπως στην πολιορκία του οχυρού του Μαντζικέρτ, ο Βασίλειος Αποκάπης, ο γεωργιανής καταγωγής κατεπάνω που το υπερασπιζόταν, τον απώθησε νικηφόρα. Ομοίως, όταν τουρκικές ομάδες εγκλωβίζονταν σε ορεινά περάσματα, συχνά εξοντώνονταν. Οι διάδοχοι λοιπόν του Βασιλείου Β΄ δεν παραμέλησαν το στρατό.14 Ο Κωνσταντίνος Θ΄ Μονομάχος κατηγορήθηκε ότι προχώρησε στη διάλυση του «ιβηρικού στρατού», αποστρατεύοντας αρμενικά και γεωργιανά στρατεύματα, κάτι που θα είχε διευκολύνει την τουρκική εισβολή, στην πραγματικότητα όμως προσπάθησε να διατηρήσει σημαντική αξιόμαχη δύναμη. Τα στρατεύματα της Μικράς Ασίας κλήθηκαν συχνά στην Ευρώπη να πολεμήσουν ενάντια στους Πετσενέγους. Τα τάγματα διατηρούσαν φρουρές στην Ανατολή: για παράδειγμα, οι Βαράγγοι ήταν παρόντες στο Παϊπέρτ, στην Αντιόχεια της Συρίας, οι Φράγκοι στο θέμα των Αρμενιάκων, στην Έδεσσα.

8. Μαντζικέρτ και Μυριοκέφαλο: οι αποφασιστικές ήττες;

Οι Βυζαντινοί, αποκαμωμένοι από την επιτυχία των τουρκικών επιδρομών, από τις οποίες πλήθος πόλεων στη Μικρά Ασία υπέφερε, ανέβασαν στο θρόνο ένα δυναμικό στρατηγό, το Ρωμανό Δ΄ Διογένη. Αυτός, περιστοιχισμένος από καππαδοκικά τάγματα, ανασυγκρότησε ένα δυνατό στράτευμα, αλλά ηττήθηκε στο Μαντζικέρτ από το Σελτζούκο σουλτάνο Αλπ Αρσλάν, ενδεχομένως εξαιτίας της προδοσίας του Ανδρονίκου Δούκα, ενός πολιτικού αντιπάλου του. Ακολούθησε μια σειρά εμφύλιων πολέμων, των οποίων οι πρωταγωνιστές, ο Ρωμανός Διογένης, ο καίσαρας Ιωάννης Δούκας, ο ίδιος ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Ζ΄, κατόπιν ο Νικηφόρος Μελισσηνός και τέλος ο Νικηφόρος Γ΄ Βοτανειάτης, κάλεσαν τουρκικά στρατεύματα τα οποία τα εγκατέστησαν ως φρουρές σε οχυρά εκ προοιμίου απόρθητα, όπως στη Νίκαια, όπου τους τοποθέτησε ο Μελισσηνός. Ο βυζαντινός στρατός της Μικράς Ασίας εξανεμίστηκε μέσα σε μια δεκαετία, παρ’ όλες τις προσπάθειες του Νικηφορίτζη, λογοθέτη του δρόμου του Μιχαήλ Ζ΄, να ανασυστήσει ένα τάγμα, τους Αθανάτους, και να λάβει βοήθεια από τους Αλανούς, φοβερούς πολεμιστές του Καυκάσου.15 Χρειάστηκε να περιμένει τη συνδρομή των Φράγκων σταυροφόρων, ώστε να αποκατασταθούν οι βυζαντινές φρουρές στις πόλεις της δυτικής Μικράς Ασίας ή σε λιμάνια όπως η Αττάλεια ή η Τραπεζούντα.

Οι Κομνηνοί οχύρωσαν πολύ καλά το νέο μέτωπο που περνούσε από το φρύδι του ανατολικού οροπεδίου, όπου είχαν εγκατασταθεί οι Σελτζούκοι έχοντας ιδρύσει την πρωτεύουσά τους στο Ικόνιο (Konya). Η Φιλαδέλφεια, οι Χώνες, η Λαοδίκεια, η Σωζόπολη και τα οχυρά του νέου θέματος των Νεοκάστρων εμπόδισαν προσωρινά την πρόσβαση των Τούρκων στη θάλασσα μέσω των πεδιάδων. Ο Μανουήλ θέλησε να ξαναποκτήσει πρόσβαση στο οροπέδιο, οχυρώνοντας το Σουβλαίο και το Δορύλαιο και κλιμακώνοντας τις εχθροπραξίες με το σουλτάνο. Ο ισχυρός στρατός του αυτοκράτορα, φορτωμένος με βαρύ υλικό πολιορκίας, αιφνιδιάστηκε στο δρόμο για το Ικόνιο, στο Μυριοκέφαλο, το 1176. Ωστόσο, ο βυζαντινός στρατός της Μικράς Ασίας, υπό τις διαταγές και πάλι ενός δομέστικου των Σχολών της Ανατολής, παρέμενε ισχυρός μετά το βαρύ αυτό πλήγμα και μπόρεσε να εξοντώσει σημαντικά τουρκικά στρατεύματα, όπως έγινε το 1177 στην κοιλάδα του Μαιάνδρου. Αλλά ο θάνατος του Μανουήλ το 1180 επέφερε σοβαρότατα προβλήματα. Οι δύο ήττες, στο Μαντζικέρτ και στο Μυριοκέφαλο,16 δεν αντικατοπτρίζουν κάποια τεχνική κατωτερότητα των Βυζαντινών, αλλά λάθη της ηγεσίας τους. Ήταν οι εσωτερικές διαμάχες που αποδυνάμωσαν τα στρατεύματα, εξαιτίας της εξουδετέρωσης καλών αξιωματικών, ιδιαίτερα επί της βασιλείας του Ανδρονίκου Α΄ Κομνηνού, αλλά και σημαντικών απωλειών σε στρατιώτες.

9. Το κράτος των Λασκαριδών

Η πτώση της Κωνσταντινούπολης το 1204 άφησε τον πληθυσμό της Μικράς Ασίας διασπασμένο και αβοήθητο. Ο Θεόδωρος Α΄ Λάσκαρις, και στη συνέχεια ο γαμπρός του Ιωάννης Γ΄ Βατάτζης, ως αυτοκράτορες της νεοπαγούς Βυζαντινής Αυτοκρατορίας της Νίκαιας κατόρθωσαν να συγκροτήσουν εκ νέου έναν πολυάριθμο στρατό. Ωστόσο, το 1211, όταν η αποφασιστική νίκη του Θεοδώρου Λασκάρεως στοίχισε τη ζωή στο Σελτζούκο σουλτάνο στην Αντιόχεια του Μαιάνδρου, ο αυτοκράτορας δε διέθετε πάνω από 2.000 άνδρες, εκ των οποίων οι 800 ήταν Λατίνοι, ο πυρήνας του στρατού του. Τα στρατεύματα του Βατάτζη αποτελούνταν κατά ένα μέρος από αυτόχθονες, ορισμένοι εκ των οποίων υπερασπίζονταν τα σύνορα με αντάλλαγμα φοροαπαλλαγές και το δικαίωμα σε λαφυραγωγία· περιλάμβανε επίσης μισθοφόρους, από τους οποίους οι Φράγκοι ήταν οι πιο φημισμένοι.

10. Το τέλος του βυζαντινού στρατού στη Μικρά Ασία

Όταν ο Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος ανακατέλαβε την Κωνσταντινούπολη, απογύμνωσε κυριολεκτικά τη Μικρά Ασία, και κυρίως το μέτωπο του Σαγγαρίου, εγκαταλείποντας ακόμα και τους ακρίτες στρατιώτες, στην προσπάθειά του να εξοικονομήσει χρήματα. Η κακή τύχη το θέλησε οι νίκες των Μογγόλων να εξαρθρώσουν το σελτζουκικό κράτος και να σπρώξουν νέα τουρκικά φύλα προς τα βυζαντινά εδάφη. Η αντίσταση των Βυζαντινών σε αυτά τα εμιράτα των πολεμιστών Γαζήδων υπήρξε μεγαλύτερη απ’ όσο συνήθως θεωρούμε, διότι ο Μιχαήλ Η΄, ο Ανδρόνικος Β΄ και ο Ανδρόνικος Γ΄ έφεραν εφεδρικά στρατεύματα, από τα οποία το πιο φημισμένο, η Καταλανική Εταιρεία που αριθμούσε 6.000 άνδρες, κατάφερε μεγάλες νίκες επί των Τούρκων, αν και αποδείχτηκε εξαιρετικά απείθαρχο. Από το 1305 και εξής η στρατιωτική αντίσταση περιορίστηκε στην άμυνα των οχυρών οικιστικών περιοχών. Η ύστατη προσπάθεια ήρθε από την Ευρώπη, όπου ο Ανδρόνικος Γ΄ κινητοποίησε στρατεύματα σε μια προσπάθεια αναχαίτισης της προέλασης του Οσμάν, επικεφαλής των μελλοντικών Οθωμανών. Όμως στα 1329 ηττήθηκε στον Πελεκάνο της Βιθυνίας, βάζοντας τέλος στην οργανωμένη αντίσταση του βυζαντινού στρατού της Μικράς Ασίας. Στρατιώτες ασιατικής καταγωγής συνέχισαν εντούτοις να αγωνίζονται ως μισθοφόροι όμως στην Ευρώπη, όπως το στράτευμα των Κλαζομενιτών.17

1. Σχετικά με τη δημιουργία αυτού του ναυτικού βλ. τις πιο πρόσφατες υποθέσεις του Zuckerman, C., “Learning from the Enemy and More: Studies in ‘Dark-Centuries’ Byzantium”, Millenium 2 (2005), σελ. 79-135.

2. Για την Κρήτη βλ. Tsougarakis, D., Byzantine Crete: From the 5th century to the Venetian conquest (Athens 1988).

3. Haldon, J.F., Recruitment and Conscription in the Byzantine Army c. 550-950. A study on the origins of the stratiotika ktemata (Österr. Akad. d. Wiss., philos.-hist. Kl., Sitzungsberichte 357, Wien 1979), σελ. 41-65.

4. Constantine Porphyrogenitus, Three Treatises on imperial military Expeditions, εισαγ., επιμ., μτφρ. και σχόλια Haldon, J. (CFHB, Series Vindobonensis 28, Wien 1990), σελ. 80-81.

5. Magdalino, P., “The byzantine Army and the Land: From stratiotikon ktema to military pronoia”, στο Τσικνάκης, Κ. (επιμ.), Το εμπόλεμο Βυζάντιο (9ος-12ος αι.), Πρακτικά Δ' Διεθνούς Συμποσίου (Αθήνα 1997), σελ. 15-36.

6. Kolias, T., Nikephoros II Phokas (963-969): der Feldherr und Kaiser und seine Reformtätigkeit (Historical monographs 12, Athens 1993).

7. Σχετικά με το σχηματισμό των ταγμάτων βλ. Haldon, J.F., Byzantine praetorians: an administrative, institutional and social survey of the Opsikion and Tagmata, c. 580-900 (Poikila Byzantina 3, Bonn 1984), σελ. 228-256.

8. Cheynet J.-Cl., “Du stratège de thème au duc: chronologie de l'évolution au cours du XIe siècle”, Travaux et Mémoires 9 (1985), σελ. 181-194, αναδημ. στο Cheynet, J.-Cl. (επιμ.), The Byzantine Aristocracy and its Military Function (Variorum Reprints, Aldershot 2006), αρ. XI.

9. Σχετικά με την αριθμητική δύναμη βλ. Cheynet, J.-Cl., “Les effectifs de l'armée byzantine (Xe-XIIe s.)”, Cahiers de Civilisation Médiévale 38.4 (1995), σελ. 319-335, αναδημ. στο Cheynet, J.-Cl., The Byzantine Aristocracy and its Military Function (Variorum Reprints, Aldershot 2006), αρ. XII.

10. Lightfoot, C.S., “The Survival of Cities in Byzantine Anatolia, The Case of Amorium”, Byzantion 68 (1998), σελ. 56-71.

11. Θεοφάνης, Χρονογραφία, στο de Boor, C. (επιμ.), Theophanis Chronographia 1 (Leipzig 1883), σελ. 447.

12. Για τις αναφορές βλ. Haldon, J.F., Warfare, State and Society in the Byzantine World, 565-1204 (London 1999), σελ. 103.

13. Shepard, J., “The Uses of the Franks in Eleventh-Century Byzantium”, στο Anglo-Norman Studies 25 (1993), σελ. 275-305.

14. Cheynet, J.-Cl., “La politique militaire de Basile II à Alexis Comnène”, Zbornik Radova Vizantoloskog Instituta 29-30 (1991), σελ. 61-74, αναδημ. στο Cheynet J.-Cl. (επιμ.), The Byzantine Aristocracy and its Military Function (Variorum Reprints, Aldershot 2006), αρ. X. Για μία κάπως διαφορετική άποψη βλ. Vryonis, S., “The Eleventh Century: Was there a Crisis in the Empire?: the Decline of Quality and Quantity in the Byzantine Armed Forces”, στο Βλυσίδου, Β. (επιμ.), Η Αυτοκρατορία σε Κρίση(;): Το Βυζάντιο τον 11ο αιώνα (1025-1081), (ΙΒΕ/EIE, Διεθνή Συμπόσια 11, Αθήνα 2003), σελ. 17-43.

15. Lemerle, P., Cinq études sur le XIe siècle byzantin (Le Monde Byzantin, Paris 1977), σελ. 300-302.

16. Από τη μεγάλη βιβλιογραφία σχετικά με τη μάχη του Μαντζικέρτ και τις συνέπειές της σημειώνουμε: Cheynet J.-Cl., “Mantzikert: un désastre militaire?”, Byzantion 50 (1980), σελ. 410-438, αναδημ. στο Cheynet, J.-Cl. (επιμ.), The Byzantine Aristocracy and its Military Function (Variorum Reprints, Aldershot 2006), αρ. XIII, και Vryonis, S., “A personal history of the history of the battle of Mantzikert”, στο Λαμπάκης, Σ., Η Βυζαντινή Μικρά Ασία (6ος-12ος αι.) (ΙΒΕ/EIE – Κέντρο για Μελέτη Ελληνισμού Σπύρος Βρυώνης, Διεθνή Συμπόσια 6, Αθήνα 1998), σελ. 225-244. Για τη μάχη του Μυριοκεφάλου βλ. Lilie, R.-J., “Die Schlacht von Myriokephalon (1176). Auswirkungen auf das byzantinische Reich im ausgehenden 12. Jahrhundert”, Revue des Études Byzantines 35 (1977), σελ. 257-275.

17. Oikonomides, N., “A propos des armées des premiers Paléologes et des compagnies de soldats”, Travaux et Mémoires 8 (1981), αναδημ. στο Oikonomides, N., Society, culture and politics in Byzantium (Variorum Reprints, Aldershot 2005), αρ. XVI.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>