Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Τελωνεία στη Μ. Ασία (Αρχαιότητα)

Συγγραφή : Κατσάρη Κωσταντίνα (20/2/2003)

Για παραπομπή: Κατσάρη Κωσταντίνα, «Τελωνεία στη Μ. Ασία (Αρχαιότητα)», 2003,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=5113>

Τελωνεία στη Μ. Ασία (Αρχαιότητα) (2/4/2008 v.1) Customs in Asia Minor (Antiquity) (21/10/2008 v.1) 
 

1. Ρωμαϊκά Τελωνεία στη Μικρά Ασία

Οι τελωνειακοί δασμοί αποτελούσαν σημαντικό έσοδο για τη Ρώμη τόσο στην εποχή της Δημοκρατίας, όσο και κατά την Αυτοκρατορική περίοδο. Επιβάλλονταν κυρίως στους εμπόρους που μετακινούσαν τα προϊόντα τους (επρόκειτο για αγαθά όλων των ειδών, συμπεριλαμβανομένων των δούλων) από τη μια περιοχή της αυτοκρατορίας σε μια άλλη.1 Οι πολίτες ήταν υποχρεωμένοι να πληρώσουν ακόμα και για είδη πολυτελείας που προορίζονταν για προσωπική χρήση, όπως ευνούχοι και πόρνες. Σε περίπτωση που οι έμποροι δε δήλωναν ακριβώς τι μετέφεραν ακολουθούσε κατάσχεση από τις αρμόδιες αρχές.

Το ποσό που επιβαλλόταν ποίκιλλε ανάλογα με την επαρχία ή το είδος που εισήγαν και κυμαινόταν από 2,5 έως 25% επί της αξίας του προϊόντος.2 Μοναδική εξαίρεση αποτελούσαν τα αγαθά που προορίζονταν για το στρατό ή για άλλες ανάγκες του κράτους και η κυκλοφορία τους ήταν ελεύθερη. Στις ανατολικές επαρχίες το φορολογικό σύστημα που υπήρχε ήδη κατά την Ελληνιστική εποχή εξελίχθηκε στα Ρωμαϊκά χρόνια, με αποτέλεσμα την αύξηση των φόρων και την καλύτερη οργάνωση των τελωνείων.

Κατά την πρώιμη αυτοκρατορική περίοδο οι τελωνειακές περιοχές αποτελούνταν συχνά από ένα σύνολο επαρχιών. Οι επαρχίες της Μικράς Ασίας φορολογικά αποτελούσαν το Quadragesima portuum Asiae και οι δασμοί που εφραμόζονταν σε αυτές απέφεραν πολύ υψηλά έσοδα στη Ρώμη.3 Το σημαντικότερο εύρημα που μας επιτρέπει τη μελέτη των τελωνείων στη Μικρά Ασία είναι μια επιγραφή προερχόμενη από την Έφεσο, γνωστή με τον τίτλο «lex portorii provinciae Asiae».4 Ο νόμος αυτός δημοσιεύτηκε την εποχή του Νέρωνα, στις 9 Ιουνίου του 62 μ.Χ., αν και ίσχυε σε παρόμοια μορφή ήδη από το 75 π.Χ. Η συγκεκριμένη επιγραφή αφορά κυρίως τα τελωνεία της επαρχίας της Ασίας, αν και παρέχει σημαντικές πληροφορίες και για άλλες γειτονικές επαρχίες.

Από τα μέχρι σήμερα συμπεράσματα των ερευνητών προκύπτει ότι η επαρχία της Ασίας αποτελούσε αυτόνομη φορολογική περιφέρεια, όπως και οι υπόλοιπες επαρχίες εκτός από τη Λυκία. Συγκεκριμένα το Κοινό των Λυκίων έχαιρε φοροαπαλλαγής λόγω της εξαιρετικής του θέσης ως «ελεύθερου» κοινού, σε αντίθεση όμως με τις «ελεύθερες» μικρασιατικές πόλεις, οι οποίες εξακολουθούσαν να πληρώνουν τους νόμιμους δασμούς στο ρωμαϊκό κράτος. Τελωνεία εγκαθιδρύονταν είτε κοντά στα σύνορα των επαρχιών είτε στην περιφέρεια ορισμένων πόλεων ή εθνών, αλλά δεν τα συναντούμε ποτέ στο εσωτερικό των επαρχιών.

2. Μικρασιατικές πόλεις με τελωνεία

Υπεύθυνοι για τη συλλογή των φόρων ήταν οι «τελώνες» ή οι αντιπρόσωποί τους, οι επονομαζόμενοι «επίτροποι», ενώ μερικά από τα πιο γνωστά τελωνεία εδράζονταν στην Καλχηδόνα (Χαλκηδόνα), το Δασκύλειον, την Απολλωνία στο Ρύνδακο, την Κύζικο, την Πρίαπο, το Πάριον, τη Λάμψακο, την Άβυδο, τη Δάρδανο, τη Σίγη, την Αλεξάνδρεια, την Πιτάνη, την Ελαία, την Κύμη, την Καισάρεια, τη Φώκαια, τη Σμύρνη, την Κολοφώνα, την Έφεσο, τη Μίλητο, την Αλικαρνασσό, την Πέργη. Στις περιοχές αυτές υπήρχαν ισχυρά φυλάκια και μονάδες του ρωμαϊκού στρατού που είχαν κύριο στόχο την αστυνόμευση των τελωνείων και την ομαλή διακίνηση των προϊόντων που συχνά απειλούνταν από ένοπλες συμμορίες.

Οι διερχόμενοι έμποροι όφειλαν να ανακοινώσουν τόσο προφορικά όσο και γραπτά στις παραπάνω αρχές τον αριθμό των εμπορευμάτων, το βάρος και την αξία τους. Συνήθως το ποσό που καταβαλλόταν ήταν ίσο με το 1/40 της αξίας του προϊόντος, αν και υπήρχαν ορισμένες εξαιρέσεις, όπως ο φόρος των δούλων, ο οποίος ανερχόταν σε 5 δηνάρια κατά κεφαλήν ή ο φόρος κάποιων ψαριών που αντιστοιχούσε στο 1/20 της αξίας τους. Εξαίρεση αποτελούσαν τα προϊόντα που διακινούνταν στο όνομα του ρωμαϊκού λαού και προορίζονταν για δημόσια, θρησκευτική ή στρατιωτική χρήση.

1. Digesta 39.4.16.

2. Quintil., Declam. 359· Symmach., Epist. 62, 65· Codex Theod. 4.61.7.

3. Cic.,  pro Leg. Manil. 6-7. De Laet, S. J., Portorium, Étude sur l'organisation douanière chez les Romains, surtout à l'époque du Haut-Empire (Bruges 1949), σελ. 31-44.

4. Βλ. βιβλιογραφία.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>