Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Συγκρούσεις Αραβοβυζαντινές στη Μ. Ασία, 7ος-10ος αι., Πολεμική Τακτική

Συγγραφή : Μακρυπούλιας Χρήστος (10/10/2003)

Για παραπομπή: Μακρυπούλιας Χρήστος, «Συγκρούσεις Αραβοβυζαντινές στη Μ. Ασία, 7ος-10ος αι., Πολεμική Τακτική », 2003,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=6252>

Συγκρούσεις Αραβοβυζαντινές στη Μ. Ασία, 7ος-10ος αι., Πολεμική Τακτική  (15/2/2006 v.1) Conflicts between Arabs and Byzantines, 7th-10th c., war tactics in Asia Minor (6/7/2010 v.1) 
 

1. Ιστορικό πλαίσιο

Το 634 οι Άραβες εισέβαλαν στις βυζαντινές επαρχίες της Παλαιστίνης και της Συρίας και έως το 645 τις είχαν καταλάβει μαζί με την Αίγυπτο και τη Μεσοποταμία. Ήδη από το 640 άρχισαν να επιδράμουν στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας.

Οι λόγοι για τους οποίους οι Άραβες διενεργούσαν σχεδόν ετήσιες επιδρομές εναντίον των βυζαντινών εδαφών της Μικράς Ασίας ήταν, εκτός από τα κέρδη από τα λάφυρα και τη λεηλασία, κυρίως ιδεολογικοί και στρατηγικοί. Ο ένοπλος αγώνας εναντίον των απίστων ήταν θρησκευτικό καθήκον για τους μουσουλμάνους, ενώ μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και για εσωτερική κατανάλωση, αυξάνοντας το κύρος των ηγετών του αραβικού κόσμου. Παράλληλα, οι συνεχείς επιδρομές και λεηλασίες αποδυνάμωναν τους Βυζαντινούς και προσέφεραν ασφάλεια στις παραμεθόριες περιοχές των Αράβων.1

Έως τις αρχές του 8ου αιώνα οι επιδρομές αυτές οργανώνονταν από τους χαλίφες με στόχο την αποδυνάμωση του αντιπάλου και την κατάληψη πόλεων και νήσων για να χρησιμοποιηθούν ως βάσεις με απώτερο σκοπό την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης και όλης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Όταν οι απόπειρες των Αράβων να καταλάβουν την Κωνσταντινούπολη απέτυχαν, και κυρίως μετά τα μέσα του 9ου αιώνα, οι επιδρομές συνεχίσθηκαν και προσέλαβαν έναν εποχιακό χαρακτήρα, κατά μήκος του σταθεροποιημένου πλέον ανατολικού συνόρου, το οποίο ξεκινούσε από την Κιλικία και την οροσειρά του Ταύρου, ακολουθούσε τον Αντίταυρο, τη δυτική όχθη του Ευφράτη και τα όρη του Πόντου και κατέληγε στη Μαύρη Θάλασσα.2

Σύμφωνα με τις αραβικές πηγές, το έτος χωριζόταν σε τρεις περιόδους επιδρομών. Η χειμερινή περίοδος ήταν η πιο σπάνια και διαρκούσε από τα τέλη Φεβρουαρίου έως τις αρχές Μαρτίου. Η εαρινή περίοδος επιδρομών άρχιζε στις 10 Μαΐου και διαρκούσε έως τις 10 Ιουνίου, ενώ στη διάρκεια της θερινής περιόδου (10 Ιουλίου-8 Σεπτεμβρίου) οργανώνονταν οι επιδρομές μεγαλύτερης κλίμακας.3 Το ορεινό ανάγλυφο του ανατολικού συνόρου ανάγκαζε τους επιδρομείς να χρησιμοποιούν μικρό αριθμό ορεινών περασμάτων (κλεισούρες, όπως τις ονόμαζαν οι Βυζαντινοί, οι οποίες αργότερα οργανώθηκαν σε αυτόνομες στρατιωτικές διοικήσεις), τα σημαντικότερα από τα οποία ήταν, από νότο προς βορρά, οι Κιλίκιες Πύλες, η δίοδος του Αδατά και η δίοδος της Μελιτηνής.4

2. Πολεμική τακτική των συγκρούσεων

2.1. Πρώτη φάση: άμυνα

Οι συνεχείς επιδρομές των Αράβων στα βυζαντινά εδάφη από τον 7ο αιώνα είχαν σφυρηλατήσει ένα πλέγμα στρατιωτικής οργάνωσης και τακτικών ειδικά σχεδιασμένων για την αντιμετώπιση των επιδρομέων, ειδικά των μικρής κλίμακας επιδρομών, που ήταν πολύ πιο επιζήμιες σε τοπικό επίπεδο από τις μεγάλης κλίμακας εισβολές, διότι ήταν αιφνιδιαστικές και δεν άφηναν μεγάλα περιθώρια αντίδρασης στους Βυζαντινούς.

Η αμυντική ζώνη των Βυζαντινών ξεκινούσε από τη συνοριακή γραμμή, όπου ήδη από τον 7ο αιώνα ορισμένες κλεισούρες είχαν τεθεί υπό στρατιωτική διοίκηση. Καθήκον των κλεισουραρχών και των τουρμαρχών της παραμεθορίου ήταν η επιτήρηση του συνόρου και η ενημέρωση των προϊσταμένων κλιμακίων για τυχόν επιδρομές. Έφιππες περίπολοι, σκοποί και καμινοβίγλια τοποθετούνταν ανά διαστήματα σε υψώματα για να μεταδίδουν πληροφορίες στον στρατηγό του θέματος.5

Ο στρατηγός είχε καθήκον, παράλληλα με τη συγκέντρωση των στρατευμάτων του για την αντιμετώπιση των εισβολέων, και την προστασία του άμαχου πληθυσμού. Ειδικοί αξιωματικοί, οι εξπηλάτορες, αποστέλλονταν στις κατοικημένες περιοχές του θέματος και συντόνιζαν τη μεταφορά των αμάχων στις οχυρωμένες πόλεις ή τα βουνά. Έως το 10ο αιώνα είχε αναπτυχθεί επίσης στη Μικρά Ασία ένα δίκτυο οχυρών και φρουρίων για την προστασία του τοπικού πληθυσμού.6

2.2. Δεύτερη φάση: επίθεση

Παράλληλα με τη μετακίνηση των αμάχων σε ασφαλή μέρη, ο τουρμάρχης της περιοχής ακολουθούσε τους εισβολείς κατά πόδας, αναμένοντας τις ενισχύσεις του στρατηγού. Αν είχε αριθμητική υπεροχή, προσπαθούσε με το ιππικό του να περιορίσει τις κινήσεις των επιδρομέων και το εύρος των λεηλασιών τους. Αλλιώς, οι τακτικές των Βυζαντινών επέβαλλαν τη χρήση πεζικού και ενεδρών. Οι Βυζαντινοί απέφευγαν τις εκ παρατάξεως μάχες και προτιμούσαν να παγιδεύουν τους επιδρομείς σε ορεινά περάσματα και εκεί να τους εξοντώνουν.7 Μάλιστα τα βυζαντινά εγχειρίδια συμβούλευαν τους στρατηγούς να μην αντιμετωπίζουν τους Άραβες αμέσως μόλις εισέβαλλαν, αλλά να καταλαμβάνουν τις παραμεθόριες κλεισούρες και να αναμένουν εκεί τους επιδρομείς να επιστρέψουν. Η αποτελεσματικότητα της τακτικής αυτής οφειλόταν στο ότι οι επιδρομείς είχαν χάσει πλέον τις δυνάμεις τους από τη μακροχρόνια εκστρατεία, αλλά και την ευελιξία τους λόγω των λαφύρων και των αιχμαλώτων που έφερναν μαζί τους. Το 950, το 958 και το 960 (στην κλεισούρα της Ανδρασού) οι Βυζαντινοί νίκησαν με αυτό τον τρόπο σε ενέδρες τον Άραβα ηγέτη Σαΰφ αντ-Ντάουλα (Sayf ad-Dawlah), ο οποίος επέστρεφε στη Συρία ύστερα από επιτυχημένες επιδρομές στη Μικρά Ασία. Όπως είναι φυσικό, η τακτική αυτή προκαλούσε δυσκολίες στους αμάχους, τους οποίους ο στρατός άφηνε επίτηδες εκτεθειμένους στις λεηλασίες του εχθρού.

Οι αραβικές επιδρομές στη Μικρά Ασία έπαψαν τη δεκαετία του 960, όταν οι Βυζαντινοί υπό τον Νικηφόρο Φωκά κατέλαβαν την Κιλικία και μέρος της Συρίας, στερώντας έτσι από τους Άραβες τις βάσεις από τις οποίες εξορμούσαν οι επιδρομείς. Σημαντικό ρόλο στην αντεπίθεση αυτή των Βυζαντινών έπαιξε, βεβαίως, η ανατροπή τής σε βάρος τους ισορροπίας δυνάμεων με την επιτυχή αντιμετώπιση των αραβικών επιδρομών επί τρεις αιώνες.

3. Συνέπειες

Οι συνεχείς συγκρούσεις στο αραβοβυζαντινό σύνορο επέδρασαν καθοριστικά στη στρατιωτική οργάνωση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Η φύση τους ανάγκασε το Βυζάντιο να διασπείρει τις δυνάμεις του σε όλη την επικράτεια, αναπτύσσοντας το θεσμό των θεμάτων. Επιπλέον, η ανάγκη για μεγάλες δυνάμεις ιππικού για την αντιμετώπιση των ευκίνητων επιδρομέων αύξησε τη σημασία του και μείωσε τη σημασία του πεζικού. Παράλληλα, η συνεχής εφαρμογή της τακτικής του πολέμου ελιγμών μείωσε την ικανότητα του βυζαντινού στρατού να διεξάγει μάχες εκ παρατάξεως.8

Σημαντικότερες ήταν οι συνέπειες για τη Μικρά Ασία στον οικονομικό και δημογραφικό τομέα. Λόγω των συνεχών λεηλασιών και καταστροφών, καθώς και της επακόλουθης ανασφάλειας μεταξύ των ντόπιων πληθυσμών, τα επίπεδα της αγροτικής παραγωγής και της κτηνοτροφίας μειώθηκαν στη Μικρά Ασία. Επίσης, οι πολεμικές συγκρούσεις διατάραξαν το διαμετακομιστικό εμπόριο και το περιόρισαν σε τοπικό επίπεδο. Μεγάλες ζημιές στις τοπικές οικονομίες των περιοχών της Μικράς Ασίας προκαλούσαν και οι στρατιωτικές μετακινήσεις, εχθρών και φίλων, καθώς και οι ολοένα αυξανόμενες οικονομικές απαιτήσεις του κράτους για την αντιμετώπιση των εισβολέων.9

Σημαντικές ήταν και οι συνέπειες στον δημογραφικό τομέα. Δε θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι η περίοδος από τον 7ο έως τον 10ο αιώνα άλλαξε ριζικά τη Μικρά Ασία. Ενισχύθηκε σημαντικά ο πληθυσμός περιοχών που κινδύνευαν λιγότερο από τις επιδρομές, όπως ο Πόντος και η Ιωνία.10 Όμως, αν και οι τοπικοί πληθυσμοί δεν εγκατέλειψαν μαζικά τις εστίες τους, στο μεγαλύτερο μέρος της Μικράς Ασίας παρατηρείται μια δημογραφική κάμψη. Για να αντιμετωπίσουν την κατάσταση αυτή, ορισμένοι αυτοκράτορες κατέφυγαν στο μέτρο της εγκατάστασης νέων πληθυσμών στα βυζαντινά εδάφη, κυρίως Αρμενίων, ενώ εχθρικοί πληθυσμοί μεταφέρονται από την παραμεθόριο σε άλλα μέρη της αυτοκρατορίας.11 Τα μέτρα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα την αλλαγή της δημογραφικής σύστασης της περιοχής. Η εμφανέστερη αλλαγή παρατηρείται στις πόλεις, πολλές από τις οποίες αποδυναμώνονται, ενώ άλλες εξαφανίζονται εντελώς. Οι περισσότερες επιβιώνουν μόνον ως διοικητικά κέντρα περιορισμένης έκτασης. Η δημογραφική καταστροφή της υπαίθρου και η αποδυνάμωση των πόλεων είναι οι συνέπειες των αραβοβυζαντινών συγκρούσεων με τη μεγαλύτερη σημασία για τη Μικρά Ασία.12

1. Canard, M., “Byzantium and the Muslim World to the Middle of the Eleventh Century”, στο The Cambridge Medieval History2 4:1 (Cambridge 1966), σελ. 696-697· Haldon, J.F. – Kennedy, H., “The Arab - Byzantine Frontier in the Eighth and Ninth Centuries”, Zbornik Radova Vizantoloskog Instituta 19 (1980), σελ. 114-115. Ο Kennedy υποστηρίζει επίσης ότι ίσως οι μικρής κλίμακας επιδρομές κατά τη διάρκεια του θέρους να ήταν ένοπλες προσπάθειες των Αράβων κτηνοτρόφων των πεδιάδων της Κιλικίας να εκμεταλλευτούν τα ορεινά βοσκοτόπια των Βυζαντινών.

2. Lilie, R.-J., Die byzantinische Reaktion auf die Ausbreitung der Araber. Studien zur Strukturwandlung des byzantinischen Staates im 7. und 8. Jhd. (Miscellanea Byzantina Monacensia 22, München 1976), σελ. 40-162· Canard, M., “Byzantium and the Muslim World to the Middle of the Eleventh Century”, στο The Cambridge Medieval History2 4:1 (Cambridge 1966), σελ. 696-698.

3. Canard, M., “Byzantium and the Muslim World to the Middle of the Eleventh Century”, στο The Cambridge Medieval History2 4:1 (Cambridge 1966), σελ. 697· Toynbee, A.J., Constantine Porphyrogenitus and His World (London 1973), σελ. 115.

4. Ahrweiler, H., “L'Asie Mineure et les invasions arabes (VIIè - IXè siècles)”, Revue Historique 227 (1962), σελ. 8-9· Toynbee, A.J., Constantine Porphyrogenitus and His World (London 1973), σελ. 108-109.

5. Περί Παραδρομής Πολέμου, Dennis, G.T. (ed.), Three Byzantine Military Treatises (Corpus Fontium Historiae Byzantinae 25, Washington 1985), 1.4-17: «Τοὺς τῶν μεγάλων ἀκριτικῶν θεμάτων τὴν πρόνοιαν ἀναδεχομένους, καὶ ὑπὸ τὴν αὑτῶν ἐπικράτειαν τὰς κλεισούρας ἔχοντας, πάσῃ μηχανῇ καὶ προθέσει καὶ ἀγρύπνῳ ἐπιμελείᾳ προσήκει σπουδάζειν καὶ ἀγωνίζεσθαι τὰς τῶν ῾Ρωμαίων χώρας διαφυλάττειν τῆς τῶν πολεμίων ἐπιδρομῆς ἀσινεῖς καὶ ἀνεπηρεάστους, βιγλάτορας ἐφιστῶντας ῥωμαλέους καὶ ἐπιτηδείους, καὶ τὰς ὁδοὺς εἰς ἄκρον ἐπισταμένους. καὶ εἰ μὲν ὄρη εἰσὶν ὑψηλὰ καὶ δύσβατα διορίζοντα τὴν πολεμίαν, ἐν τούτοις τὰς βίγλας ἵστασθαι· ἀπέχειν δὲ τὰς στάσεις διὰ τῶν βιγλατόρων ἄχρι μιλίων γ΄ ἢ δ΄. καὶ ἡνίκα τοὺς ἐχθροὺς ἐξερχομένους θεάσονται, δρομαίως ἀπέρχεσθαι εἰς τὸ ἕτερον στασίδιον καὶ ἀπαγγέλλειν ἃ ἐθεάσαντο, κἀκείνους πάλιν πρὸς τὸ ἕτερον στασίδιον σπουδῇ πολλῇ· καὶ οὕτω καθεξῆς μηνύεσθαι τὰ τῶν καβαλλαρίων στασίδια εἰς τοὺς ἐφωμάλους τόπους ἱστάμενα, καὶ δι’ αὐτῶν ἀναμανθάνειν τὸν στρατηγὸν τὴν τῶν ἐθνῶν ἔφοδον».

6. Foss, C. – Winfield, D., Byzantine Fortifications: An Introduction (Pretoria 1986), σελ. 131-145.

7. Πρβλ. την περιγραφή της τακτικής του Λέοντος Φωκά κατά τη μάχη της Ανδρασού: Λέων Διάκονος, Ιστορία, Hase, C.B. (ed.), Leonis Diaconi Caloensis historiae libri decem (Bonn 1828), 19.12-20.7: «τοῦτον τὸν στρατηγὸν Λέοντα ῾Ρωμανὸς ὁ αὐτοκράτωρ εἰς τὴν Ἀσίαν διεβιβάσατο, εἴ πως ἀλλὰ τάς τε τῶν βαρβάρων ἐπιδρομὰς ἀναστείλειε, καὶ τὰς ἀναίδην τολμωμένας ἀναχαιτίσοι ἐπαγωγάς. ὁ δὲ στρατηγὸς, ἐπεὶ τῆς Εὐρώπης ἀπάρας τὴν Ἀσίαν κατείληφε, καὶ τὸ αὔθαδες καὶ ἀτέραμνον τοῦ Χαμβδᾶν ἠνωτίζετο, καὶ νεὼς καὶ κώμας πεπυρπολημένας ἑώρα, καὶ φρουρίων κατασκαφὰς, ἐρημίαν τε τῶν κατοίκων καὶ βιαίαν ἀπαγωγὴν, ἔγνω, μὴ ἐς προῦπτον κίνδυνον ἐνιέναι τὴν στρατιὰν, μηδὲ τῷ βαρβαρικῷ εἰς τοὐμφανὲς ἀντιπαρατάττεσθαι πλήθει, πολλὰς μὲν ἐπανῃρημένῳ νίκας, ταῖς δὲ παρ’ ἐλπίδα γαυριῶντι τύχαις, μυριανθρώπους τε καὶ ἐς τὸ ἀκριβὲς καθωπλισμένας ἐπιφερομένῳ τὰς φάλαγγας· καὶ μάλιστα εὐαρίθμητόν τε τὴν στρατιὰν καὶ οὐκ ἀξιόχρεων αὐτὸς ἐπαγόμενος, κατεπτηχυῖάν τε τὰς τῶν Ἀγαρηνῶν εὐημερίας καὶ τὰ καθ’ ἑκάστην τρόπαια· κατειληφέναι δὲ μᾶλλον τὰ ἐπικαιρότατα καὶ κρημνώδη τῶν χώρων καὶ προλοχίζειν κατὰ ταῦτα, καὶ τὰς διεξόδους ὑποτηρεῖν· ὑπαντιάζειν τε τοῖς βαρβάροις ἐν τοῖς ἐπισφαλέσι καὶ ἀμφιταλάντοις τῶν ἀταρπιτῶν, καὶ καρτερῶς ἀγωνίζεσθαι, ὁπηνίκα καὶ διοδεύοιεν».

8. Haldon, J.F., Warfare, State and Society in the Byzantine World 565 - 1204 (London 1999), σελ. 198-199.

9. Ahrweiler, H., “L'Asie Mineure et les invasions arabes (VIIè - IXè siècles)”, Revue Historique 227 (1962), σελ. 13-15· Toynbee, A.J., Constantine Porphyrogenitus and His World (London 1973), σελ. 118.

10. Το μεγαλύτερο μέρος του Πόντου δεν επλήγη από αραβικές επιδρομές διότι προστατευόταν από την οροσειρά των Ποντικών Ορέων, τα οποία κάνουν σχεδόν αδύνατη την πρόσβαση στην περιοχή από νότο. Η Ιωνία βρισκόταν μακριά από τις κύριες οδούς εισβολής των Αράβων και σπάνια οι επιδρομείς κατάφερναν να προωθηθούν σε τόσο μεγάλη απόσταση από τα σύνορα.

11. Παραδείγματα μεταφοράς πληθυσμών από και προς την παραμεθόριο αποτελούν οι Παυλικιανοί, τους οποίους ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Ε΄ (741-775) μετέφερε από τη Μελιτηνή και τη Γερμανίκεια στη Θράκη, καθώς και οι Αρμένιοι, οι οποίοι από τα τέλη του 9ου αιώνα εγκαθίστανται στην Κιλικία και τη Μεσοποταμία, όπου θα ιδρυθούν τα λεγόμενα «αρμενικά θέματα», ενώ η αρμενική παρουσία στην Κιλικία θα παραμείνει έντονη έως τον 13ο αιώνα. Αντιστοίχως, η παρουσία Παυλικιανών στη Θράκη θα οδηγήσει στη δημιουργία της αίρεσης του Βογομιλισμού στη Βουλγαρία και τη Σερβία.

12. Ahrweiler, H., “L'Asie Mineure et les invasions arabes (VIIè - IXè siècles)”, Revue Historique 227 (1962), σελ. 16-22, 28-32.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>