Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Δαλασσηνοί

Συγγραφή : Krsmanović Bojana (11/9/2003)

Για παραπομπή: Krsmanović Bojana, «Δαλασσηνοί», 2003,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=4052>

Δαλασσηνοί (27/7/2009 v.1) Dalassenoi (25/6/2010 v.1) 
 

1. Γενικά

Οι Δαλασσηνοί ήταν επιφανής αριστοκρατική στρατιωτική οικογένεια. Εμφανίζεται στα τέλη του 10ου αιώνα. Τα μέλη της κατείχαν εξέχουσα θέση στη βυζαντινή στρατιωτική ιεραρχία. Ήδη στη δεύτερη γενιά των Δαλασσηνών είχε δοθεί η δυνατότητα να καταλάβουν το θρόνο. Οι Δαλασσηνοί σύναψαν συγγενικούς δεσμούς με τους Δούκες και τους Κομνηνούς. Η παρακολούθηση των πληροφοριών για την οικογένεια των Δαλασσηνών είναι δυνατή μέχρι τα τέλη του 12ου και τις αρχές του 13ου αιώνα, όμως μετά το 1204 η σπουδαιότητα της οικογένειας φθίνει.

2. Καταγωγή των Δαλασσηνών

Σύμφωνα με τονΜιχαήλ Ψελλό, η αριστοκρατική οικογένεια των Δαλασσηνών καταγόταν από την τοποθεσία Δάλασσα,1 που ταυτίζεται με τη μονή Talaš, ανατολικά της Μελιτηνής.2 Από το τοπωνύμιο αυτό προέρχεται και το οικογενειακό τους όνομα. Η εθνική καταγωγή των Δαλασσηνών δεν έχει αποσαφηνιστεί. Υπάρχουν ορισμένες απόψεις που υποστηρίζουν ότι πρόκειται για οικογένεια αρμενικής καταγωγής, μέλη της οποίας καταλάμβαναν βυζαντινά αξιώματα,3 όμως γεγονός παραμένει ότι οι εκπρόσωποί της δεν έφεραν αρμενικά ονόματα.4 Τον 11ο αιώνα το όνομα των Δαλασσηνών συνδέεται με το θέμαΑρμενιάκων, όπου μέλη της οικογένειας ήταν κάτοχοι γαιών. Εκτός αυτού, εκπρόσωποι των Δαλασσηνών συνδέονταν και με την περιοχή της Αντιόχειας, όπου για πολλές γενιές υπηρετούσαν στις ανώτατες στρατιωτικές και διοικητικές θέσεις.

3. Η άνοδος των Δαλασσηνών (β΄ ήμισυ 10ου – πρώτες δεκαετίες 11ου αιώνα)

Οι πρώτες μαρτυρίες για τους Δαλασσηνούς προέρχονται από την εποχή του Βασιλείου Β΄ (976-1025), όταν στην υπηρεσία του αυτοκράτορα βρίσκονταν ορισμένα μέλη της οικογένειας. Ο Δαμιανός, γενάρχης των Δαλασσηνών, μνημονεύεται για πρώτη φορά το 995, όταν διορίστηκε δούκας Αντιόχειας. Στο αξίωμα αυτό παρέμεινε έως το 998, όταν σκοτώθηκε στη μάχη της Απάμειας (στη Συρία). Είναι γνωστό ότι ο Δαμιανός είχε το λιγότερο τρεις γιους, τον Κωνσταντίνο, το Θεοφύλακτο και το Ρωμανό. Πιο έγκυρα στοιχεία για τα πρόσωπα αυτά έχουμε από τα τελευταία έτη της διακυβέρνησης του Βασιλείου Β΄, όμως εικάζεται ότι ορισμένοι από αυτούς άρχισαν τη σταδιοδρομία τους νωρίτερα, διότι μεταξύ των συμμετασχόντων στη μάχη της Απάμειας αναφέρονται και οι γιοι του Δαμιανού.5 Ο Κωνσταντίνος Δαλασσηνός, όπως νωρίτερα και ο πατέρας του, ήταν το 1024-1025 δούκας Αντιόχειας, ενώ ο Θεοφύλακτος τοποθετήθηκε στρατηγός των Ανατολικών, του σημαντικότερου βυζαντινού θέματος. Τα αξιώματα των πρώτων Δαλασσηνών, οι οποίοι αναφέρονται επί Βασιλείου Β΄ και Κωνσταντίνου Η΄ (1025–1028), ήταν στρατιωτικο-διοικητικού χαρακτήρα και αφορούσαν στο ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας, την περιοχή των θεμάτων Αντιόχειας, Ανατολικών, Ιβηρίας και Βασπουρακάν.

Οι συνέπειες της εύνοιας των τελευταίων αρρένων εκπροσώπων της μακεδονικής δυναστείας προς τους Δαλασσηνούς φάνηκαν το 1028, όταν ο Κωνσταντίνος Η΄, στην επιθανάτια κλίνη του, αποφάσισε να ορίσει διάδοχό του στο θρόνο τον πατρίκιο Κωνσταντίνο Δαλασσηνό. Μολονότι αργότερα η απόφαση αυτή άλλαξε προς όφελος του Ρωμανού Γ΄ Αργυρού (1028–1034), το γεγονός ότι ήδη από τη δεύτερη γενιά δόθηκε η δυνατότητα στους Δαλασσηνούς να αναλάβουν την εξουσία στην αυτοκρατορία μαρτυρεί για την ταχύτητα της ανόδου τους.

4. Η σύγκρουση των Δαλασσηνών με εκπροσώπους της δυναστείας των Παφλαγόνων

Η σημασία και το κύρος των Δαλασσηνών επιβεβαιώθηκε την εποχή της διακυβέρνησης των Μιχαήλ Δ΄ και Μιχαήλ Ε΄, όταν η οικογένεια εμφανίζεται στο ρόλο των κύριων αντιπάλων της νέας εξουσίας. Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι το κεντρικό εσωτερικό πολιτικό πρόβλημα της διακυβέρνησης του Μιχαήλ Δ΄ και του Ιωάννη Ορφανοτρόφου, αδελφού του αυτοκράτορα, ήταν η προσπάθεια εξουδετέρωσης της πολιτικής αντιπολίτευσης, επικεφαλής της οποίας ήταν ο Κωνσταντίνος Δαλασσηνός, τον οποίο στήριζαν η πολυμελής του οικογένεια και άλλοι υποστηρικτές. Μεταξύ αυτών ήταν και ο μελλοντικός αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Δούκας, ο οποίος την εποχή εκείνη ήταν νυμφευμένος με την κόρη του Κωνσταντίνου Δαλασσηνού,6 καθώς και μεγιστάνες της Μικράς Ασίας –ο Βαϊανός, ο Γουδέλης και ο Προβατάς. Ο Μιχαήλ Ψελλός αναφέρει τη μεγάλη ευμένεια του λαού της Βασιλεύουσας προς τον Δαλασσηνό,7 ενώ είναι γνωστό ότι του παρείχαν υποστήριξη και οι πλέον επιφανείς κάτοικοι της Αντιόχειας, γεγονός το οποίο μάλλον ήταν συνέπεια της πολυετούς υπηρεσίας μελών της οικογένειας των Δαλασσηνών στην περιοχή. Ο ίδιος ο Μιχαήλ Δ΄, όντας ταπεινής καταγωγής από την Παφλαγονία, είχε συνειδητοποιήσει το κοινωνικό κύρος και την πολιτική ισχύ των Δαλασσηνών, εξαιτίας της οποίας σταδιακά είχε αναγκαστεί να πολεμήσει τον Κωνσταντίνο Δαλασσηνό, αρχικά προσπαθώντας, με διαπραγματεύσεις και παροχές τιμών, να τον πείσει να του είναι πιστός, στη συνέχεια προβαίνοντας σε μέτρα περιορισμού, όπως διωγμός και φυλάκιση του Κωνσταντίνου, και τελικά (1038-1039) στη δίωξη των αδελφών του και άλλων συγγενών. Στα προληπτικά αυτά μέτρα, τα οποία διαφύλαξαν την εξουσία του Μιχαήλ Δ΄, ο διάδοχός του Μιχαήλ Ε΄ προσέθεσε ακόμα ένα: μόλις ανέλαβε την εξουσία (Δεκέμβριος 1041), ανάγκασε τον Κωνσταντίνο Δαλασσηνό να καρεί μοναχός.8

Όμως, το κύρος που είχαν οι Δαλασσηνοί στη διάρκεια της διακυβέρνησης της δυναστείας των Παφλαγόνων οδήγησε τον Κωνσταντίνο Δαλασσηνό το 1042 για δεύτερη φορά στη θέση του υποψηφίου για τον αυτοκρατορικό θρόνο. Μετά την ανατροπή του Μιχαήλ Ε΄ (Απρίλιος 1042), η εξουσία του κράτους πέρασε στα χέρια της Ζωής και της αδελφής της, της Θεοδώρας. Πολύ γρήγορα φάνηκε ότι η αυτοκρατορία χρειάζεται αυτοκράτορα και έτσι η Ζωή έπρεπε να αποφασίσει ποιον ευπατρίδη θα ανεβάσει στο θρόνο ως (τρίτο κατά σειρά) σύζυγό της. Ο Κωνσταντίνος Δαλασσηνός κλήθηκε στα ανάκτορα και παρουσιάστηκε στη Ζωή. Επειδή στη συζήτηση με τη Ζωή φάνηκε ότι είναι άνθρωπος αυστηρών αρχών, η Ζωή έδωσε προτεραιότητα στον Κωνσταντίνο Θ΄ Μονομάχο (1042–1055).9

5. Οι Δαλασσηνοί στο β΄ ήμισυ του 11ου αιώνα

Στο β΄ ήμισυ του 11ου αιώνα η οικογένεια των Δαλασσηνών έχαιρε μεγάλου κύρους, γεγονός που επιβεβαιώνεται από το παράδειγμα της Άννας Δαλασσηνής, μητέρας του αυτοκράτορα Αλεξίου Α΄ Κομνηνού (1081-1118), που ήταν η πιο γνωστή γυναίκα εκπρόσωπος της οικογένειας. Πατέρας της ήταν ο Αλέξιος Χάρων, ενώ από την πλευρά της μητέρας της καταγόταν από τον Θεοφύλακτο και τον Αδριανό Δαλασσηνό, αδελφό και ανιψιό του Κωνσταντίνου Δαλασσηνού αντίστοιχα. Η Άννα κράτησε το οικογενειακό όνομα της μητέρας της, ως πιο γνωστό και σημαντικό. Χάρη στο γάμο της με τον Ιωάννη Κομνηνό, αδελφό του Ισαακίου Α΄ Κομνηνού, οι Δαλασσηνοί συγγένεψαν πολύ νωρίς με τους Κομνηνούς,10 γύρω από τους οποίους αργότερα, κατά τη διάρκεια του β΄ μισού του 11ου αιώνα, θα δημιουργηθεί μια συμμαχία αριστοκρατικών οικογενειών, για το σχηματισμό της οποίας η συμβολή της Άννας Δαλασσηνής ήταν η πλέον σημαντική.11

Η παρακολούθηση της γενεαλογίας των Δαλασσηνών καθίσταται αδιάλειπτη από την εποχή του Δαμιανού, των γιων του και των απογόνων τους μέχρι τα μέσα του 11ου αιώνα. Από τη μεταγενέστερη περίοδο μάς είναι γνωστά πολλά άτομα που έφεραν το όνομα αυτό, κυρίως από σφραγίδες, ωστόσο δύσκολα μπορούν με ακρίβεια να εξιχνιαστούν οι μεταξύ τους συγγενικές σχέσεις. Οι τίτλοι και τα αξιώματα των Δαλασσηνών από το β΄ ήμισυ του 11ου και το 12ο αιώνα δείχνουν ότι η οικογένεια διατήρησε υψηλή θέση στην ιεραρχία των βυζαντινών αριστοκρατικών οικογενειών και ότι εκπρόσωποί της στις περισσότερες περιπτώσεις υπηρετούσαν σε στρατιωτικά αξιώματα. Επίσης, ορισμένα στοιχεία αποδεικνύουν ότι μετά τα μέσα του 11ου αιώνα οι εκπρόσωποι των Δαλασσηνών ασκούσαν τα αξιώματά τους και στο δυτικό τμήμα της αυτοκρατορίας, όπως ο Θεόδωρος Δαλασσηνός, πρόεδρος και δούκας Θεσσαλονίκης και Σερρών το 1062–1063,12 ή ο Δαμιανός Δαλασσηνός, δούκας Σκοπίων το 1073.

6. Οι Δαλασσηνοί την εποχή της δυναστείας των Κομνηνών

Επί Αλεξίου Α΄ δραστηριοποιήθηκαν πολλά μέλη της οικογένειας των Δαλασσηνών, μεταξύ των οποίων διακρίθηκε ιδιαίτερα ο συγγενής του αυτοκράτορα Κωνσταντίνος Δαλασσηνός,13 ένας από τους πλέον ικανούς αξιωματικούς της εποχής εκείνης, Στην «Αλεξιάδα» της Άννας Κομνηνής το όνομά του μνημονεύεται μαζί με το αξίωμα του θαλασσοκράτορα.14 Ο ανωτέρω εκπρόσωπος της οικογένειας των Δαλασσηνών διέπρεψε ιδιαίτερα στις μάχες εναντίον του εμίρη Τζαχά κατά τα τέλη του 11ου αιώνα.

Την εποχή του Αλεξίου Α΄ δραστηριοποιήθηκε και ο Κωνσταντίνος Δαλασσηνός-Δούκας, γνωστός μόνο από σφραγιστικές μαρτυρίες, ο οποίος κατά πάσα πιθανότητα καταγόταν από τη μητέρα του από τους Δαλασσηνούς και από τον πατέρα του από τους Δούκες. Η ύπαρξή του μαρτυρεί ότι Δούκες και Δαλασσηνοί ανανέωσαν τους συγγενικούς δεσμούς στη διάρκεια του β΄ μισού του 11ου αιώνα.

Στις αρχές του 12ου αιώνα οι Δαλασσηνοί ανανέωσαν τους συγγενικούς δεσμούς και με τους Κομνηνούς, όταν ο Ιωάννης Ρογήρος ή Ιωάννης Δαλασσηνός,15 ο οποίος από τη μητέρα του ανήκε στους Δαλασσηνούς, νυμφεύθηκε τη Μαρία, πρωτότοκη κόρη του αυτοκράτορα Ιωάννη Β΄ Κομνηνού. Περί το 1138 ο Ιωάννης Δαλασσηνός αναδείχτηκε καίσαρας.16 Όταν ο Μανουήλ Α΄ Κομνηνός ανέλαβε την εξουσία (1143), ο καίσαρας Ιωάννης οργάνωσε συνωμοσία εναντίον του αυτοκράτορα, όμως μετά την καταστολή της δεν υπέστη σοβαρή τιμωρία, αφού απλώς απομακρύνθηκε προσωρινά από την πρωτεύουσα.

7. Η μείωση της σημασίας της οικογένειας των Δαλασσηνών τον 13ο αιώνα

Οι Δαλασσηνοί θεωρούνταν επιφανής οικογένεια έως τα τέλη του 12ου αιώνα, όμως η σημασία τους στις αρχές του 13ου αιώνα άρχισε να μειώνεται. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους στρατιώτες της Δ΄ Σταυροφορίας, οι Δαλασσηνοί χάνουν οριστικά τη σημασία τους ως αριστοκρατική οικογένεια.17

1. Μιχαήλ Ψελλός, Χρονογραφία, Renauld, É. (επιμ.), Michel Psellos, Chronographie ou histoire d’un siècle de Byzance (976-1077) 1 (Paris 1926), σελ. 122, 12, 1-123, 12, 26, 2 (Paris 1928) 141, 6, 16-20.

2. Την ταύτιση αυτή πρότεινε ο Adontz, N., "Notes Arméno-byzantines", Byzantion 10 (1935), σελ. 180-184. Πρβ. Hild, F. – Restle, M., Kappadokien (Kappadokia, Charsianon, Sebasteia und Lykandos (TIΒ 2, Wien 1981), σελ. 197, και Cheynet, J.-C., Études prosopographiques (Paris 1986), σελ. 75.

3. Τη θεωρία για την αρμενική καταγωγή της οικογένειας των Δαλασσηνών εκπροσωπούν ο Adontz, N., "Notes Arméno-byzantines", Byzantion 10 (1935), και ο Charanis, P., The Armenians in the Byzantine Empire (Lisboa 1963), σελ. 45-46. Ο Kazhdan, A., Armjane v sostave gospodstvujuščego klassa vizantijskoj imperii XI-XII vv. (Erevan 1975), σελ. 92-93, εκφράζει την άποψη αυτή με επιφυλακτικότητα.

4. Βλ. Cheynet, J.-C., Études prosopographiques (Paris 1986), σελ. 75-76.

5. Σύμφωνα με τον χριστιανό Άραβα Yahya al-Antaki, οι δύο γιοι του δούκα Δαμιανού αιχμαλωτίστηκαν στη μάχη της Απάμειας, οδηγήθηκαν στο Κάιρο και απελευθερώθηκαν μετά από 10 χρόνια, δηλ. το 1008. Πρβ. Canard, M., "Les sources arabes de l'histoire byzantine aux confins des Xe et XIe siècles", Revue des Etudes Byzantines 19 (1961), σελ. 299-300.

6. Η κόρη του Κωνσταντίνου Δαλασσηνού, το όνομα της οποίας παραμένει άγνωστο, ήταν η πρώτη σύζυγος του μέλλοντος αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ι΄ Δούκα (1059-1067), η οποία πέθανε χωρίς να αφήσει απογόνους. Βλ. Polemis, D., The Doukai. A Contribution to Byzantine Prosopography (University of London Historical Studies 22, London 1968), σελ. 34.

7. Μιχαήλ Ψελλός, Χρονογραφία, Renauld, É. (επιμ.), Michel Psellos, Chronographie ou histoire d’un siècle de Byzance (976-1077) 1 (Paris 1926), σελ. 122-123.

8. Στον εγκλεισμό του Κωνσταντίνου Δαλασσηνού σε μοναστήρι αναφέρεται μόνο ο Μιχαήλ Ψελλός, βλ. Psellos, Chronographie I, Renauld, É. (επιμ.) (Paris 1926), σελ. 123. Όμως, ο Μιχαήλ Ατταλειάτης, Ιστορία, Bekker, I. (επιμ.), Michaelis Attaliotae Historia (Bonn 1853), σελ. 11, 15-18, αναφέρει μόνο ότι ο Μιχαήλ Ε’ Καλαφάτης απελευθέρωσε τον Δαλασσηνό μόλις ανέλαβε την εξουσία.

9. Μιχαήλ Ψελλός, Χρονογραφία, Renauld, É. (επιμ.), Michel Psellos, Chronographie ou histoire d’un siècle de Byzance (976-1077) 1 (Paris 1926), σελ. 123. Σε αντίθεση με τον Ψελλό, σύμφωνα με τον οποίο η Ζωή με την ευκαιρία αυτή έπρεπε να επιλέξει έναν από τους τρεις υποψήφιους (τον Κωνσταντίνο Δαλασσηνό, τον Κωνσταντίνο Αρτοκλίνη ή τον Κωνσταντίνο Μονομάχο), ο Ιωάννης Σκυλίτζης, Σύνοψις Ιστοριών, Thurn, I. (επιμ.), Ioannis Scylitzae Synopsis Historiarum (Corpus Fontium Historiae Byzantinae 5, Berlin – New York 1973), σελ. 422-423, ο οποίος από όλες τις πηγές μάς δίνει τα περισσότερα στοιχεία για τον Κωνσταντίνο Δαλασσηνό, δεν αναφέρεται καθόλου στο γεγονός ότι το 1042 ήταν ένας από τους υποψήφιους συζύγους της Ζωής.

10. Ο Βαρζός, Κ., Η γενεαλογία των Κομνηνών 1 (Θεσσαλονίκη 1984), σελ. 51, πιστεύει ότι ο γάμος αυτός πραγματοποιήθηκε το 1044.

11. Με την πολιτική σύναψης γάμων που ακολουθούσε, η Άννα Δαλασσηνή κατόρθωσε να συνδέσει τα τέκνα της με τις πιο γνωστές βυζαντινές οικογένειες του 11ου αιώνα, τους Δούκες, τους Μελισσηνούς, τους Ταρωνίτες κ.ά.

12. Ο Θεόδωρος αυτός μνημονεύεται το 1067 με τον τίτλο του πρωτονοβελίσσιμου, γεγονός που προκαλεί σύγχυση, διότι ο τίτλος του νοβελίσσιμου μέχρι τον Αλέξιο Α΄ απονεμόταν μόνο στα μέλη της αυτοκρατορικής οικογένειας ή σε επιφανείς αξιωματούχους. Βλ. Cheynet, J.-C., Études prosopographiques (Paris 1986), σελ. 91.

13. Σύμφωνα με την Άννα Κομνηνή, Αλεξιάς, Reinsch, D.R. – Kambylis, A. (επιμ.), Annae Comnenae Alexias (Corpus Fontium Historiae Byzantinae 40, Berlin – New York 2001), σελ. 223, 92-95, ο Κωνσταντίνος Δαλασσηνός ήταν συγγενής του Αλεξίου Α΄ από τη μητέρα του.

14. Άννα Κομνηνή, Αλεξιάς, Reinsch, D.R. – Kambylis, A. (επιμ.), Annae Comnenae Alexias (Corpus Fontium Historiae Byzantinae 40, Berlin – New York 2001), σελ. 261, 1-2, 264, 4-5.

15. Τις δύο αυτές προσωπικότητες προσδιόρισε ο Stiernon, L., "Notes de titulature et de prosopographie byzantines: à propos de trois membres de la famille Rogérios (XIIe siècle)", Revue des Etudes Byzantines 22 (1964), σελ. 185-187. Πρβ. Cheynet, J.-C., Études prosopographiques (Paris 1986), σελ. 112-113.

16. Ο Ιωάννης Ρογήρος ή Ιωάννης Δαλασσηνός αναδείχτηκε καίσαρας μετά το θάνατο του Νικηφόρου Βρυέννιου (περί το 1138). Βλ. Cheynet, J.-C., Études prosopographiques (Paris 1986), σελ. 112 και σημ. 129.

17. Prosopographisches Lexikon der Palaiologenzeit 3 (Wien 1978), αρ. 5035-5036.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>