Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Μελισσηνοί

Συγγραφή : Krsmanović Bojana (11/9/2003)

Για παραπομπή: Krsmanović Bojana, «Μελισσηνοί», 2003,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=5281>

Μελισσηνοί (15/2/2009 v.1) Melissenos Family (15/2/2006 v.1) 
 

1. Γενικά

Ο οίκος των Μελισσηνών είναι από τους παλιότερους· πρόσωπα που έφεραν το επώνυμο της οικογένειας εμφανίζονται στα τέλη του 8ου αιώνα. Η οικογένεια αυτή, μικρασιατικής καταγωγής, ενδέχεται να συνδέθηκε ειδικότερα με την περιοχή της Φρυγίας. Τον 9ο και 10ο αιώνα οι Μελισσηνοί ανέλαβαν σημαντικά στρατιωτικά και κυρίως πολιτικά αξιώματα, με αρμοδιότητα στα εδάφη δικαιοδοσίας των θεμάτων των Ανατολικών, της Κολώνειας και της Αντιόχειας. Το 10ο αιώνα εκπρόσωποί τους έλαβαν μέρος στη στάση του Βάρδα Φωκά και άλλων Δυνατών της Μικράς Ασίας εναντίον του Βασιλείου Β΄ (976-1025), ενώ τον επόμενο αιώνα συνήψαν συγγενικές σχέσεις με τους Κομνηνούς.

Στα τέλη του 11ου αιώνα και ο ίδιος ο Νικηφόρος Μελισσηνός εμφανίστηκε στο ρόλο του σφετεριστή. Βάσει της συμφωνίας που έκανε με τον Αλέξιο Κομνηνό το 1081, μετέπειτα Αλέξιο Α΄ (1081-1118), έλαβε τον τίτλο του καίσαρα και κτήματα στην περιοχή της Θεσσαλονίκης, μόλις εκείνος ανήλθε στο θρόνο. Υπό τη δυναστεία των Κομνηνών (1081-1185) τα μέλη της οικογένειας των Μελισσηνών διατήρησαν καταρχάς σημαντικές θέσεις στο κράτος, όμως ήδη στο β΄ μισό του 12ου αιώνα η σημασία του οίκου άρχισε να μειώνεται. Στο ύστερο Βυζάντιο το επώνυμό τους συναντάται σε διάφορες περιοχές της αυτοκρατορίας, το οποίο διατηρήθηκε και μετά την εξάλειψη της οικογένειας. Οι απόγονοι πάντως του βυζαντινού οίκου των Μελισσηνών στις περισσότερες περιπτώσεις έχασαν την κοινωνική τους σημασία οι δε συνώνυμοί τους της Μεταβυζαντινής εποχής ήταν άσημοι.

2. Καταγωγή της οικογένειας

Η αριστοκρατική οικογένεια των Μελισσηνών συγκαταλέγεται μεταξύ των παλιότερων της αυτοκρατορίας. Όπως φαίνεται, η προέλευση της ονομασίας τους συνδέεται με τοπωνύμιο που δεν έχει εντοπιστεί και το οποίο, κατά κάποιο τρόπο, είχε στενή σχέση με την οικογένεια στη νεότερη ιστορία της.1 Η οικογένεια, από όσο γνωρίζουμε, είναι ελληνικής καταγωγής και οι ρίζες της πρέπει να αναζητηθούν στη Μικρά Ασία, περιοχή με την οποία οι Μελισσηνοί ήταν επί αιώνες συνδεδεμένοι. Όμως, μολονότι τα μέλη της οικογένειας εμφανίζονται στις πηγές ήδη από τον 8ο αιώνα, ακριβέστερα στοιχεία για την περιοχή στην οποία βρισκόταν η γαιοκτησία τους ανιχνεύονται σε αναφορές που χρονολογούνται μόλις στα τέλη του 11ου αιώνα.

Ο Ιωάννης Κίνναμος μάς πληροφορεί ότι ο καίσαρας Νικηφόρος Μελισσηνός κατασκεύασε πολλά ωραία σπίτια και θέρμες στο Δορύλαιο (σημ. Şarhüyük) και στη γύρω περιοχή.2 Μολονότι βάσει των ισχυρισμών του Κιννάμου θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε ότι τα παραπάνω οικοδομήματα συνδέονταν μόνο με τη δραστηριότητα του καίσαρα Νικηφόρου, θεωρείται πιο πιθανό ότι τα κληρονόμησε από τους προγόνους του.3 Αυτό θα σήμαινε ότι οι ρίζες της οικογένειας και τα πρώτα κτήματά της μπορούν να αναζητηθούν στην περιοχή της Φρυγίας, εφόσον μάλιστα ο δεύτερος κατά σειρά γνωστός εκπρόσωπός τους, ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Θεόδοτος (Κασσιτηράς) (815-821), καταγόταν από τη φρυγική πόλη Νακώλεια (σημ. Seyitgazi).4

Οι πολύπλευροι δεσμοί των Μελισσηνών με τις ανατολικές, πρώτιστα τις μικρασιατικές, περιοχές είναι δυνατό να μελετηθούν περίπου από τα τέλη του 8ου έως τα τέλη του 11ου αιώνα. Τα στοιχεία για την προαναφερόμενη περίοδο καταδεικνύουν ότι οι εκπρόσωποι των Μελισσηνών κατείχαν σημαντικά στρατιωτικά και πολιτικά αξιώματα στο ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας (στα θέματα Ανατολικών, Αντιόχειας, Μεσοποταμίας5). Εκτός αυτού, είναι γνωστό ότι ήταν στενά συνδεδεμένοι με άλλες βυζαντινές οικογένειες Δυνατών της Ανατολής με συγγενικούς δεσμούς, αλλά και με πολιτικά συμφέροντα.6 Πάντως από τα τέλη του 11ου αιώνα και μετέπειτα προσωπικότητες με το επώνυμο Μελισσηνοί εμφανίζονται και σε άλλες περιοχές της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, στην περιοχή της Σμύρνης και σε ευρωπαϊκά εδάφη στη Μακεδονία (στην πόλη της Θεσσαλονίκης και στην περιφέρειά της), στην Πελοπόννησο, την Ήπειρο και την Κρήτη.7

3. Οι παλιότεροι εκπρόσωποι της οικογένειας (τέλη 8ου και α΄ μισό 9ου αιώνα)

Οι πρωιμότερες αναφορές για τους Μελισσηνούς χρονολογούνται στα τέλη του 8ου αιώνα, για την ακρίβεια επί Κωνσταντίνου Ε΄ (741-775). Ο πρώτος γνωστός γόνος της οικογένειας, ο Μιχαήλ Μελισσηνός, στην περίοδο 767-771 ήταν στρατηγός του θέματος των Ανατολικών και έφερε τον τίτλο του πατρικίου. Η υψηλή αυτή θέση δείχνει ότι οι Μελισσηνοί από την αρχή βρίσκονταν στην κορυφή της βυζαντινής αριστοκρατίας. Σύμφωνα με το χρονικό του Μακαρίου Μελισσηνού, μητροπολίτη Μονεμβασίας το 16ο αιώνα, αυτός ο πρώτος γνωστός Μελισσηνός ήταν συγγενής του αυτοκράτορα Μιχαήλ Α΄ Ραγκαβέ (811-813).8

Ορισμένοι από τους επιφανείς Μελισσηνούς εμφανίζονται το α΄ μισό του 9ου αιώνα. Μεταξύ αυτών πρέπει να ξεχωρίσουμε τρεις προσωπικότητες. Πρώτος είναι ο Θεόδοτος Μελισσηνός, ο αποκαλούμενος Κασσιτηράς, γιος του Μιχαήλ Μελισσηνού. Ο Θεόδοτος, χάρη στην επιρροή του εικονομάχου αυτοκράτορα Λέοντος Ε΄ Αρμενίου (813-820), ανήλθε στον πατριαρχικό θρόνο Κωνσταντινουπόλεως (815 έως 821).9 Ως οπαδός της εικονοκλαστικής πολιτικής προήδρευσε της εικονομαχικής συνόδου του 815 που συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη.

Στις πηγές μνημονεύεται ένας ακόμη Θεόδοτος Μελισσηνός, πατρίκιος και στρατηγός του θέματος των Ανατολικών κατά την περίοδο 843-852. Μεταξύ των επιφανών συγκαταλέγεται ο Κάλλιστος Μελισσηνός, τουρμάρχης και στη συνέχεια δούκας Κολωνείας, η δράση του οποίου μαρτυρείται στο α΄ μισό του 9ου αιώνα.

Μολονότι οι προαναφερθείσες προσωπικότητες ανήκαν αναμφίβολα στον ίδιο οίκο, ωστόσο δεν είναι δυνατό να διαπιστωθούν οι μεταξύ τους ακριβείς συγγενικές σχέσεις. Το ίδιο πρόβλημα το αντιμετωπίζουμε και όταν πρόκειται για τις προσωπικότητες που έφεραν αυτό το επώνυμο στη μετέπειτα περίοδο.

4. Οι Μελισσηνοί του β΄ μισού του 10ου αιώνα

Την εποχή του Βασιλείου Β΄ (976-1025) εμφανίζονται στις πηγές στοιχεία για τη δράση δύο αδελφών, του Λέοντος και του Θεόγνωστου Μελισσηνού, μελών της στρατιωτικής αριστοκρατίας της επαρχίας. Και ενώ για τη στρατιωτική σταδιοδρομία του Θεόγνωστου δεν υπάρχουν λεπτομερή στοιχεία, η σταδιοδρομία του αδελφού του Λέοντος είναι με ακρίβεια γνωστή σε ορισμένα στάδια. Καταρχάς ασκούσε υψηλά στρατιωτικά αξιώματα στο ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας (ήταν στρατηγός του θέματος των Ανατολικών και στη συνέχεια δούκας Αντιοχείας) και αργότερα και στα βαλκανικά μέτωπα. Είναι καταφανές ότι ο Βασίλειος Β΄ είχε εμπιστοσύνη στις στρατιωτικές ικανότητές του, τον διόρισε δομέστικο των σχολών της Δύσης και του απένειμε τον τίτλο του μαγίστρου.

Οι δύο αδελφοί έλαβαν μέρος στη στάση του Βάρδα Φωκά (987-989), μαζί με άλλους εκπροσώπους ισχυρών οικογενειών από το ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας, όπως είναι οι Φωκάδες, οι Μαλεΐνοι και άλλοι. Μετά το θάνατο του σφετεριστή Βάρδα Φωκά το 989, οι στασιαστές συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν στην πομπή του θριάμβου. Όμως, σύμφωνα με τον Ιωάννη Σκυλίτζη, ο αυτοκράτορας απάλλαξε από τη συμμετοχή στην πομπή του θριάμβου το Λέοντα Μελισσηνό, διότι αναγνώρισε στο εξής την εξουσία των Βασιλείου Β΄ και Κωνσταντίνου Η΄ (1025-1028).10

5. Το απόγειο του κύρους των Μελισσηνών (τέλη 11ου και αρχές 12ου αιώνα)

Ο πιο γνωστός εκπρόσωπος της οικογένειας των Μελισσηνών ήταν ο Νικηφόρος, σφετεριστής από το 1080-1081. Όπως ήδη αναφέραμε, είχε κτήματα στην τοποθεσία Δορύλαιο και στη γύρω περιοχή.11 Σύμφωνα με μια ύστερη πηγή, ήταν γιος του Λεωσθένη, μαγίστρου και «στρατηγού πάσης Ασίας».12 Όμως πιο ακριβής φαίνεται η αναφορά του Νικηφόρου Βρυέννιου ότι ο πατέρας του Νικηφόρου Μελισσηνού προερχόταν από την οικογένεια των Βουρτζήδων.13 Την εποχή του Κωνσταντίνου Ι΄ Δούκα (1059-1067) ο Νικηφόρος Μελισσηνός νυμφεύθηκε την Ευδοκία Κομνηνή, αδελφή του μετέπειτα αυτοκράτορα Αλεξίου Α΄ (1081-1118). Η συγγένεια αυτή με τους Κομνηνούς έδωσε την ευκαιρία στους Μελισσηνούς να ανεβούν στα υψηλότερα κρατικά αξιώματα στα τέλη του 11ου αιώνα.

Τα τελευταία ταραχώδη έτη του 11ου αιώνα, όταν η αυτοκρατορία σπαραζόταν από στάσεις γνωστών Βυζαντινών στρατηγών και εκπροσώπων επιφανών αριστοκρατικών οικογενειών, ο Νικηφόρος Μελισσηνός, στρατηγός των Ανατολικών, δεν έμεινε αμέτοχος. Το 1077-1078, κατά τη στάση του Νικηφόρου Βοτανειάτη, μετέπειτα Νικηφόρου Γ΄ Βοτανειάτη (1078-1081), τάχθηκε στο πλευρό του απειλούμενου αυτοκράτορα Μιχαήλ Ζ΄ Δούκα (1071-1078), ο οποίος τον τοποθέτησε μονοστράτηγο των μικρασιατικών θεμάτων. Για την αφοσίωσή του στη δυναστεία των Δουκών ο Μελισσηνός τιμωρήθηκε με εξορία στην Κω, όπου υποχρεώθηκε να μεταβεί, αμέσως μετά την ενθρόνιση του Νικηφόρου Γ΄. Η εχθρότητα μεταξύ του αυτοκράτορα και του επιφανούς Μελισσηνού διαιωνίστηκε, διότι στη συνέχεια, το φθινόπωρο του 1080, στασίασε ο Νικηφόρος Μελισσηνός. Σημασία έχει να αναφέρουμε ότι τις βλέψεις του για το θρόνο, μεταξύ άλλων, τις υποστήριξαν τα στρατεύματα που στάθμευαν στο δυτικό τμήμα της Μικράς Ασίας, γεγονός που έμμεσα μαρτυρεί για την περιοχή στην οποία η οικογένεια του σφετεριστή είχε επιρροή.

Τον Απρίλιο του 1081 ο Νικηφόρος Μελισσηνός παραιτήθηκε από τις αυτοκρατορικές βλέψεις του και δέχτηκε να υποστηρίξει τον Αλέξιο Κομνηνό, ο οποίος στασίασε στο ευρωπαϊκό τμήμα της αυτοκρατορίας. Σύμφωνα με τη συμφωνία που συνήψαν, ο Μελισσηνός, μετά την άνοδο του Αλεξίου στο θρόνο, θα έπρεπε να τιμηθεί με το δεύτερο αξίωμα της αυτοκρατορίας –τον τίτλο του καίσαρα– και να λάβει κτήματα στην περιοχή της Θεσσαλονίκης.

Ο Αλέξιος Α΄ Κομνηνός δεν αθέτησε τις υποσχέσεις του. Με την άνοδό του στο θρόνο, ο Νικηφόρος Μελισσηνός αναδείχθηκε καίσαρας, τίτλος που ωστόσο δεν ήταν πλέον ο αμέσως επόμενος μετά του αυτοκράτορα, ως συνέπεια της μεταρρύθμισης του Αλεξίου, ο οποίος δημιούργησε το νέο τίτλο του σεβαστοκράτορα ως ανώτερο του καίσαρα. Παράλληλα, ο Μελισσηνός ανέλαβε το θέμα Θεσσαλονίκης και αποζημιώθηκε με γαιοκτησία στην πόλη και στις γύρω περιοχές, προς αναπλήρωση της απώλειας των κτημάτων του στη Μικρά Ασία, η οποία απειλούνταν από τις κατακτήσεις των Σελτζούκων. Μέρος των κτημάτων αυτών το παραχώρησε στους συγγενείς του Βουρτζήδες.

Τέλος, πρέπει να τονίσουμε ότι ο καίσαρας Νικηφόρος μέχρι το θάνατό του (1114) υπηρέτησε πιστά τον Αλέξιο Α΄, ακολουθώντας τον στις πολεμικές επιχειρήσεις οι οποίες διεξάγονταν στο δυτικό τμήμα της αυτοκρατορίας.

6. Οι Μελισσηνοί το 12ο αιώνα

Δεδομένου ότι οι Μελισηνοί είχαν συγγενικούς δεσμούς με εκπροσώπους της δυναστείας των Κομνηνών, μέλη του οίκου κατόρθωσαν να διατηρηθούν στους επιφανείς κύκλους της βυζαντινής κοινωνίας και στη διάρκεια του 12ου αιώνα. Όμως, ο αριθμός εκπροσώπων της οικογένειας που εμφανίζεται στη διάρκεια της περιόδου αυτής πρέπει να τονίσουμε ότι είναι συγκριτικά μικρός. Έτσι, στην αρχή της βασιλείας του Ιωάννη Β΄ Κομνηνού (1118-1143) κανένας Μελισσηνός δεν ανέλαβε υψηλό αξίωμα.14 Μόνο ο μοναχογιός του καίσαρα Νικηφόρου Μελισσηνού και της Ευδοκίας Κομνηνής, ο Ιωάννης, ενδέχεται να διατέλεσε υψηλόβαθμος αξιωματούχος κατά την περίοδο αυτή, ο οποίος ωστόσο γρήγορα εγκατέλειψε τη θέση του και, επειδή δεν εμφανίζεται πλέον στις πηγές, εικάζεται ότι αποσύρθηκε από το δημόσιο βίο στα κτήματά του στη Θεσσαλονίκη.15 Τα στοιχεία για τους απογόνους του, οι οποίοι επίσης έδρασαν το 12ο αιώνα, δείχνουν ότι η οικογένεια των Μελισσηνών έχασε στο μεταξύ τη σημασία της και ότι εκπρόσωποί της δεν καταλάμβαναν πλέον σημαντικές θέσεις στο κράτος.16

7. Οι Μελισσηνοί στο ύστερο Βυζάντιο

Στο ύστερο Βυζάντιο μνημονεύονται πολλές προσωπικότητες που έφεραν το επώνυμο των Μελισσηνών, όμως δεν μπορεί να λεχθεί αν είχαν κάποια σχέση με την οικογένεια από τη Φρυγία, την οποία μπορούμε να παρακολουθήσουμε από τα τέλη του 8ου αιώνα. Αυτή είναι, για παράδειγμα, η περίπτωση των Μελισσηνών γαιοκτημόνων από την περιοχή της Σμύρνης, μαρτυρίες για τους οποίους υπάρχουν το 13ο αιώνα.17 Όμως, οι περισσότεροι από τους Μελισσηνούς που εμφανίζονται από το 13ο αιώνα και μετέπειτα συνήθως δεν ανήκαν στα επιφανή κοινωνικά στρώματα του Βυζαντίου.

Το επώνυμο των Μελισσηνών διατηρήθηκε και μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453. Ένας επιφανής μεταβυζαντινός Μελισσηνός ήταν ο Μακάριος, μητροπολίτης Μονεμβασίας, που ήδη αναφέραμε, και ο οποίος έζησε το 16ο αιώνα. Ο Μακάριος αναθεώρησε το Χρονικό του Γεωργίου Σφραντζή, στο οποίο πρόσθεσε ένα κεφάλαιο αφιερωμένο στην ιστορία της οικογένειας των Μελισσηνών.18

1. Каждан А.П., Социальный состав господствующего класса Византии XI-XII вв. (Москва 1974), σελ. 187, σημ. 175. Ο ίδιος συγγραφέας αναφέρει το ενδεχόμενο το όνομα Μελισσηνός να προέρχεται από την ονομασία επαγγέλματος, όμως δεν το θεωρεί πιθανό.

2. Ιωάννης Κίνναμος, Επιτομή, Meineke, A. (ed.), Ioannis Cinnami historiarum libri septem (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae 26, Bonnae 1836), σελ. 294-295. Πρβλ. Cheynet, J.C., Pouvoir et contestations à Byzance 963-1210 (Paris 1990), σελ. 217, σημ. 69· Βλυσίδου, Β. κ.ά., Η Μικρά Ασία των Θεμάτων (ΙΒΕ/ΕΙΕ, Ερευνητική Βιβλιοθήκη 1, Αθήνα 1998), σελ. 188, σημ. 226.

3. Αν ληφθούν υπόψη οι στάσεις οι οποίες στα τέλη του 11ου αιώνα συγκλόνιζαν την αυτοκρατορία, μας φαίνεται πιθανότερο ότι τα οικοδομήματα που αναφέρει ο Ιωάννης Κίνναμος δεν ήταν έργο του Νικηφόρου Μελισσηνού αλλά των προγόνων του. Βλ. Cheynet, J.C., Pouvoir et contestations à Byzance 963-1210 (Paris 1990), σελ. 217, σημ. 69.

4. Για τα τοπωνύμια Δορύλαιον και Νακώλεια βλ. Belke, K. – Mersich, N., TIB7: Phrygien und Pisidien (Tabula Imperii Byzantini 7, Wien 1990), σελ. 238-242, 344-346.

5. Βάσει μιας σφραγίδας, είναι γνωστό ότι στα μέσα του 11ου αιώνα κάποιος Θεόγνωστος Μελισσηνός ήταν κατεπάνω της Μεσοποταμίας. Βλ. Theodoridis, D., “Theognostos Melissenos, katepan von Mesopotamia”, Byzantinische Zeitschrift  78 (1985), σελ. 361-364.

6. Cheynet, J.C., Pouvoir et contestations à Byzance 963-1210 (Paris 1990), σελ. 217.

7. Cheynet, J.C., Pouvoir et contestations à Byzance 963-1210 (Paris 1990), σελ. 240, 243-244· Kazhdan, A., The Oxford Dictionary of Byzantium II (Oxford 1991), βλ. λ. “Melissenos” (A. Kazhdan), σελ. 1334-1335.

8. Γεώργιος Σφραντζής, Χρονικόν, Grecu V. (επιμ. και ρουμ. μτφρ.), Georgios Sphrantzes, Memorii 1401-1477. In anexâ Pseudo-Phrantzes: Macarie Melissenos Cronica, 1258-1481 (Scriptores Byzantini V, Bucharest 1966), σελ. 270.

9. Grumel, V., “Addition à l’ article Chronologie des patriarches iconoclastes du XIe siècle”, Échos d'Orient 34 (1935), σελ. 506.

10. Σύμφωνα με το Σκυλίτζη, όταν κάποτε ο Θεόγνωστος Μελισσηνός έβριζε και έθιγε τους αυτοκράτορες Βασίλειο Β΄ και Κωνσταντίνο Η΄, ο Λέων Μελισσηνός προσπάθησε στην αρχή με το καλό να καθησυχάσει τον αδελφό του, παρακαλώντας τον να μη θίγει τους ίδιους του τους κυρίους τόσο αισχρά. Επειδή ο Θεόγνωστος δεν τον άκουσε, τον ξυλοκόπησε. Τότε δήθεν ο Βασίλειος Β΄ είπε: «Βλέπετε, από το ίδιο ξύλο είναι και ο σταυρός και το φτυάρι». Βλ. Ιωάννης Σκυλίτζης, Ioannes Scylitzes, Synoposis historiarum, Thurn, J. (επιμ.) (Corpus Fontium Historiae Byzantinae V, Berlin – New York 1973), σελ. 338.

11. Ιωάννης Κίνναμος, Επιτομή, Meineke, A. (ed.), Ioannis Cinnami historiarum libri septem (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae 26, Bonnae 1836), σελ. 294-295.

12. Για τον μάγιστρο Λεωσθένη βλ. την πραγματεία με τίτλο «Γεωργίου του Σχολαρίου εις το αγλαότιμον γένος των Μελισσηνών δι’εντάλματος του κραταιοτάτου βασιλέως Ιωάννου του Παλαιολόγου, εκλογή εκ διαφόρων ιστοριών»  στο Λάμπορος Σπ., «Θεωνάς, Άγνωστος χρονογράφος της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντος», Νέος Ελληνομνήμων 1, τχ. 2 (1904), σελ. 191-202, ιδ. 191.

13. Νικηφόρος Βρυέννιος, Ύλη Ιστορίας, Gautier, P. (ed.), Nicéphore Bryennios, Histoire (Corpus Fontium Historiae Byzantinae 9, Bruxelles 1975), σελ. 85, 239. Επειδή οι Μελισσηνοί ήταν πιο επιφανής οικογένεια από τους Βουρτζήδες, ο Νικηφόρος κράτησε το επώνυμο της μητέρας του.

14. Νικήτας Χωνιάτης, Χρονική Διήγησις, van Dieten, J.A. (ed.), Nicetae Choniatae Historia (Corpus Fontium Historiae Byzantinae 11, Berlin – New York 1975), σελ. 9.

15. Βλ. Βάρζος, Κ., Η γενεαλογία των Κομνηνών 1 (Βυζαντινά Κείμενα και Μελέται 20, Θεσσαλονίκη 1984), σελ. 174-176.

16. Βλ. λεπτομέρειες Βάρζος, Κ., Η γενεαλογία των Κομνηνών 1 (Βυζαντινά Κείμενα και Μελέται 20, Θεσσαλονίκη 1984), σελ. 304-308.

17. Ahrweiler, H., “L’ histoire et la géographie de la région de Smyrne entre les deux occupations turques (1081-1317), particulièrement au XIIIe siècle”, Travaux et Mémoires 1 (1965), σελ. 1-204, ιδ. 172.

18. Γεώργιος Σφραντζής, Χρονικόν, Grecu V. (επιμ. και ρουμ. μτφρ.), Georgios Sphrantzes, Memorii 1401-1477. In anexâ Pseudo-Phrantzes: Macarie Melissenos Cronica, 1258-1481 (Scriptores Byzantini V, Bucharest 1966), σελ. 270.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>