Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Βάλβουρα (Αρχαιότητα)

Συγγραφή : Smith T. J. (4/6/2001)
Μετάφραση : Χρυσομάλλη Δήμητρα (12/6/2008)

Για παραπομπή: Smith T. J., «Βάλβουρα (Αρχαιότητα)», 2008,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=7354>

Balboura (Antiquity) (6/6/2007 v.1) Βάλβουρα (Αρχαιότητα) (2/10/2008 v.1) 
 

1. Ανθρωπογεωγραφία

Τα Βάλβουρα (το σύγχρονο Çölkayiği) βρίσκονταν στην ορεινή περιοχή της βόρειας Λυκίας, κοντά στη σύγχρονη πόλη Dirmil (Altinyala), σε υψόμετρο 1500 μ. Ήταν η υψηλότερη πόλη στην περιοχή κατά τους αρχαίους χρόνους. Τα ερείπιά της διατηρούνται σε δύο λόφους που βρίσκονται και στις δύο όχθες ενός παραπόταμου του ποταμού Ξάνθου. Η παλαιότερη οχυρωμένη ακρόπολη των Βάλβουρων ήταν χτισμένη στις νότιες παρυφές και στην κορυφή του βόρειου λόφου, παρόλο που στην μετέπειτα ιστορία της το κέντρο της πόλης επεκτάθηκε και στην κοντινή πεδιάδα. Η περιοχή των Βάλβουρων, που κάλυπτε περίπου 700 χλμ., εκτεινόταν ανατολικά περίπου στα 35 χλμ. και βορειοανατολικά ως τη Λίμνη Soğut. 20 χλμ. νότια ήταν η γειτονική πόλη των Οινοάνδων και 21 χλμ. ανατολικά η αρχαία Βουβώνα. Η πόλη πιθανώς ιδρύθηκε στο α΄ μισό του 2ου αι. π.Χ. από το συνδυασμό μίας τοπικής φυλής, που ονομάζονταν Καβάλιοι, και Πισιδών από τα βάθη της Ανατολής. Ο Στράβωνας επιβεβαιώνει ότι πρόκειται για μια μικτή πολιτισμικά περιοχή κατά την Ελληνιστική περίοδο, στην οποία μιλιούνταν τέσσερις γλώσσες: η γλώσσα των Ελλήνων, των Πισιδών, των Σολύμων και των Λυδών.

2. Ιστορία

Δε γνωρίζουμε πολλά για την ιστορία των Βάλβουρων. Η κεραμική που έχει ανακαλυφθεί σε αυτή την περιοχή χρονολογείται από τον 2ο αι. π.Χ. μέχρι τον 7ο αι. μ.Χ., ενώ μερικά σποραδικά ευρήματα ανήκουν στον 13ο αι. μ.Χ. Οι πρώτοι κάτοικοι πιθανώς ήταν αυτόχθονες Καβάλιοι, απόγονοι των Λυδών, και ο Πτολεμαίος1 συμπεριλαμβάνει τα Βάλβουρα στις πόλεις της «Καβάλης». Η ίδρυση της πόλης κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους, στις αρχές του 2ου αι. π.Χ., επιβεβαιώνεται από την ανακάλυψη ενός καταλόγου κατανομής της γης. Η ύπαρξη μικτού πληθυσμού επιβεβαιώνεται από την ταυτόχρονη εμφάνιση ελληνικών και ενδογενών πισιδικών ονομάτων. Σύμφωνα με το Στράβωνα2 τα Βάλβουρα σχημάτισαν τετράπολη με τις γειτονικές πόλεις των Κιβύρων, των Οινοάνδων και της Βουβώνας. Καθώς τα Κίβυρα ήταν η πιο μεγάλη και η πιο ισχυρή πόλη από όλες, το όνομα «Κιβυράτης» συνδέθηκε με ολόκληρη την περιοχή. Αυτή η συμμαχία διαλύθηκε από τον Ρωμαίο στρατηγό Μουρήνα περίπου το 84 μ.Χ. Κατά τους Αυτοκρατορικούς χρόνους, παρόλο που αυτή η πόλη ήταν μέλος του Κοινού της Λυκίας δεν παρουσίαζε έντονα χαρακτηριστικά του πολιτισμού και της γλώσσας των Λυκίων. Στο Συνέκδημο του Ιεροκλέους συμπεριλαμβάνονται τα Βάλβουρα, ενώ τα οθωμανικά αρχεία δεν αναφέρουν πουθενά μόνιμους κατοίκους σε αυτή την περιοχή.

3. Οικονομία

Η περιοχή των Βάλβουρων χαρακτηριζόταν από εύφορες πεδιάδες, βραχώδεις πλαγιές και ορεινές κοιλάδες, μέρη δηλαδή κατάλληλα για την ανάπτυξη κτηνοτροφικών και γεωργικών δραστηριοτήτων. Ένα στάχυ παριστανόταν στον οπισθότυπο του νομίσματος των Βάλβουρων. 'Ερευνα επιφανείας αποκάλυψε μεγάλο αριθμό μικρών κατοικιών σε αρόσιμη περιοχή. Η ανακάλυψη μεγάλων λίθινων σταθμών και οι λαξευμένες στο βράχο δεξαμενές έχουν συνδεθεί με την καλλιέργεια αμπελιών για την παραγωγή κρασιού. Επιγραφή από τα Βάλβουρα αποκαλύπτει ότι οι αγορανόμοι ήταν εκείνοι που κρατούσαν την αγορά της πόλης σε τάξη και ήταν υπεύθυνοι για τη συγκράτηση των προμηθειών καλαμποκιού σε λογικές τιμές.

4. Θεσμοί

Επιγραφές από τα Βάλβουρα αποδεικνύουν ότι η πολιτική τους οργάνωση ήταν παρόμοια με εκείνη των Οινοάνδων και άλλων πόλεων την Λυκίας κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους. Επιστολή του Αντωνίνου Πίου που έδινε την άδεια για την θέσπιση αγώνων προς τιμήν του Μελέαγρου (περίπου 160 μ.Χ.) απευθυνόταν στους ανώτατους άρχοντες, στη βουλή και στο δήμο της πόλης. Το συμβούλιο συμπεριλάμβανε τους γραμματείς, τους πρυτάνεις και τους αγορανόμους. Οι ταμίες είχαν την επίβλεψη της οικονομικής διοίκησης της πόλης και υπήρχε και ένας επιμελητής δημοσίων έργων. Ένα άλλο διοικητικό αξίωμα ήταν οι «δεκαπρώτοι», ένα συμβούλιο που αποτελούνταν από τους δέκα πιο εύπορους πολίτες της πόλης, οι οποίοι ήταν υπεύθυνοι για τη συλλογή των αυτοκρατορικών και των τοπικών φόρων.

5. Θρησκεία

Για τις θρησκευτικές τελετουργίες στα Βάλβουρα πληροφορούμαστε από ένα μεγάλο αριθμό σωζόμενων αναθηματικών επιγραφών στην πόλη και στα περίχωρα. Οι ελληνικές επιγραφές που έχουν διασωθεί σε μερικά από αυτά αποτελούσαν ευχαριστήρια αναθήματα σε ελληνορωμαϊκές και τοπικές θεότητες. Η λατρεία τους συμπεριλάμβανε μια Τριάδα οπλισμένων ανδρών με το όνομα «Άγριοι Θεοί», όπως φαίνεται από επιγραφές, τους Διόσκουρους, τον Κάκασβο (τον τοπικό Ηρακλή), την Λαγβηνή Άρτεμη και το Δία. Διάφορα ανάγλυφα εμφανίζονται κατά ομάδες σε ορισμένα αγροτικά ιερά. Ένα παράδειγμα είναι η ομάδα των αναγλύφων των Διόσκουρων μέσα και γύρω από την είσοδο μιας σπηλιάς στην περιοχή των Βάλβουρων. Πολλά άλλα ανάγλυφα έχουν βρεθεί κοντά σε φυσικές πηγές νερού. Οι αναθέτες σε πολλές περιπτώσεις είχαν ονόματα τοπικά κι όχι ελληνικά. Τα λείψανα λατρευτικών οικοδομημάτων είναι δυστυχώς ανύπαρκτα στα Βάλβουρα με μόνη εξαίρεση το μικρό ρωμαϊκό ναό της Νέμεσης που βρίσκεται κοντά στη ΝΔ πλευρά της αγοράς. Η γιορτή και οι αγώνες προς τιμήν του Μελέαγρου, ενός από τους εύπορους πολίτες, ιδρύθηκαν από τον Αντωνίνο Πίο και όπως επιβεβαιώνεται για το κάθε αγώνισμα υπήρχαν αγωνοθέτες και πανηγυριάρχες.

6. Οικοδομήματα

6.1 Γενικά χαρακτηριστικά

Τα Βάλβουρα ήταν χτισμένα αρχικά στην κορυφή και στις νότιες πλαγιές ενός απότομου λόφου (ακρόπολις) και αργότερα επεκτάθηκαν και στην πεδιάδα. Τα οχυρωματικά τείχη είναι από τα πρώτα αρχιτεκτονικά λείψανα που ήρθαν στο φως. Εκτός από το θέατρο του 2ου-1ου αι. π.Χ., κανένα άλλο κτήριο δεν έχει σωθεί από την πάνω πλευρά της πόλης. Επίσης, μπορεί κανείς να δει στη νότια πλαγιά τα Ελληνιστικά αναθηματικά ανάγλυφα των Διόσκουρων και έναν λαξευμένο στο βράχο τάφο της Ρωμαϊκής εποχής. Κατά τους Αυτοκρατορικούς χρόνους, η πόλη επεκτάθηκε κι εκτός των οχυρωματικών τειχών της. Ένα σύστημα ύδρευσης με αγωγούς και μια κρήνη χτίστηκαν το 74-76 μ.Χ., και ένα συγκρότημα λουτρών ανήκει περίπου στην ίδια εποχή. Η κάτω πόλη αναπτύχθηκε σε μια πεδιάδα στους πρόποδες της ακρόπολης στην Α πλευρά. Στο β΄ μισό του 2ου αι. μ.Χ. ένας μνημειώδης δρόμος διέσχιζε την κάτω πόλη, ο οποίος κοσμούνταν κατά μήκος με αγάλματα και αναθηματικά μνημεία. Η λιθόστρωτη αγορά ήταν πλαισιωμένη από στοές ενώ μια μνημειακή πύλη με τρεις αψίδες χτίστηκε στις αρχές του 3ου αι. μ.Χ. Το δεύτερο θέατρο στην κάτω πόλη ποτέ δεν ολοκληρώθηκε. Οι τρεις νεκροπόλεις βρίσκονταν βόρεια, δυτικά και νοτιοανατολικά της πόλης. Τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα πέντε πρωτοβυζαντινών εκκλησιών εντοπίζονται μέσα και γύρω από την πόλη.

6.2 Δημόσια κτίρια

Τα πιο απλά από αρχιτεκτονικής απόψεως οικοδομήματα των Βάλβουρων έχουν πολλά κοινά με τα πιο σύνθετα οικοδομήματα των ελληνορωμαϊκών πόλεων της νότιας Λυκίας. Αυτά που έχουν μελετηθεί περισσότερο είναι τρία σχεδόν σύγχρονα ρωμαϊκά οικοδομήματα στη νοτιοδυτική πλευρά της αγοράς. Οι δύο εξέδρες και ένας μικρός ναός έχουν νότιο προσανατολισμό προς τον λιθόστρωτο δρόμο. Η δυτική εξέδρα, που στηρίζει αγάλματα του Δήμου και της Βουλής των Βάλβουρων, είχε κτιστεί από έναν δημόσιο (δούλος) που ονομαζόταν Ονήσιμος. Η ανατολική εξέδρα ήταν δωρεά του Μελέαγρου, ενός εύπορου πολίτη, και χρονολογείται από το 158-161 μ.Χ. Ανάμεσα στις εξέδρες υπήρχε ο ναός της Νέμεσης, ο οποίος είχε επίσης κτιστεί από τον Ονήσιμο. Σε διαφορετικές φάσεις της ιστορίας της πόλης είχαν δημιουργηθεί δύο θέατρα. Το ελληνιστικό θέατρο (περίπου 2ος-1ος αι. π.Χ.) ήταν χτισμένο στη νότια πλαγιά της ακρόπολης. Χαρακτηριστικό του γνώρισμα ήταν σκηνή με κρηπίδωμα καθώς και κοίλο με 21 σειρές καθισμάτων και ορχήστρα. Το θέατρο που χτίστηκε αργότερα και βρισκόταν πιο κάτω στις παρυφές της πεδιάδας περίπου 200 μέτρα νότια της ρωμαϊκής πόλης, αποτελούσε ανολοκλήρωτο εγχείρημα της Ύστερης Ρωμαϊκής περιόδου.

6.3 Ιδιωτικές οικίες-Ταφές

Τα ερείπια των ιδιωτικών οικιών εντοπίζονται σε αγροτικούς οικισμούς της περιοχής των Βάλβουρων. Ο μέσος όρος των σπιτιών ήταν 10-20 ανά οικισμό και είχαν λίθινη ανωδομή κατά την τελική τους οικοδομική φάση. Η ύπαρξη ταφικών εθίμων επιβεβαιώνεται από την ανακάλυψη λαξευτών και θαλαμωτών τάφων στην περιοχή των Βάλβουρων. Οι πρώτοι τάφοι είναι παρόμοιοι στον τύπο με εκείνους της Λυκίας που χρονολογούνται από τον 5ο-4ο αι. π.Χ. Μεγάλος αριθμός λίθινων σαρκοφάγων έχει καταγραφεί από τις νεκροπόλεις των Βαλβούρων και όλης της γύρω περιοχής. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτών κοσμείται από παράσταση λέοντος σε κεκλιμένη στάση κατά μήκος του αετωματικού καλύμματος της σαρκοφάγου και χρονολογείται από τον 2ο-3ο αι. π.Χ.

1. Πτολ. V.3.5

2. Στραβ. 13.4.17 [631]

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>