Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Μιθριδατική Δυναστεία

Συγγραφή : Στεφανίδου Βέρα (13/10/2002)

Για παραπομπή: Στεφανίδου Βέρα, «Μιθριδατική Δυναστεία», 2002,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=5338>

Μιθριδατική Δυναστεία (13/10/2009 v.1) Mithridatic Dynasty - προς ανάθεση 
 

1. Διαδοχή

Η επικράτεια της μιθριδατικής δυναστείας ήταν το Βασίλειο του Πόντου, αλλά φαίνεται ότι συνδεόταν με την ομώνυμη δυναστεία της Κίου.1 Ιδρυτής της δυναστείας ήταν ο Μιθριδάτης Α΄ Κτίστης (302-266 π.Χ.). Τον διαδέχτηκε ο γιος του Αριοβαρζάνης (περίπου 266-250 π.Χ.). Για τη βασιλεία του γνωρίζουμε μόνο ότι προσάρτησε στο Ποντικό Βασίλειο την Άμαστρη και ότι είχε προβλήματα με Γαλάτες μισθοφόρους. Στη συνέχεια βασίλευσε σε μικρή ηλικία ο γιος του, ο Μιθριδάτης Β΄,2 τον οποίο διαδέχτηκε ο Μιθριδάτης Γ΄, που βασίλεψε έως περίπου το 187 π.Χ. Αν και δεν υπάρχουν επαρκή και ακριβή στοιχεία για τη ζωή και τη βασιλεία των πρώτων τεσσάρων ηγεμόνων της δυναστείας, φαίνεται ότι κατάφεραν να δημιουργήσουν την εικόνα μιας ανερχόμενης, ανεξάρτητης και επικίνδυνης δύναμης.3 Όταν ο Φαρνάκης Α΄ διαδέχτηκε το Μιθριδάτη Γ΄ (187-171 π.Χ.), το βασίλειο είχε αρκετό κύρος και δύναμη ώστε να μπορέσει να ακολουθήσει επιθετική πολιτική προς τα βασίλεια της Μικράς Ασίας και, στη συνέχεια, να επεκτείνει την επιρροή του στις ελληνικές πόλεις των βόρειων και δυτικών ακτών του Εύξεινου Πόντου.

Ο Μιθριδάτης Δ΄ (περίπου 157-150 π.Χ.) διαδέχτηκε τον αδελφό του Φαρνάκη Α΄ και ακολούθησε φιλειρηνική και φιλορωμαϊκή πολιτική.4 Μετά το Μιθριδάτη Δ΄ βασίλευσε ο Μιθριδάτης Ε΄ (περίπου 150-120 π.Χ.), ο οποίος πιθανόν ήταν γιος του Φαρνάκη Α΄. Τον ακολούθησε ο γιος του, Μιθριδάτης ΣΤ΄ (112-63 π.Χ.), ο οποίος έμεινε στην ιστορία ως ένας από τους μεγαλύτερους εχθρούς των Ρωμαίων λόγω των πολέμων που διεξήγαγε εναντίον τους (π.χ. Α΄ Μιθριδατικός πόλεμος). Ο Ρωμαίος ιστορικός Αππιανός (2ος αι. μ.Χ.) στη αρχή του βιβλίου του Μιθριδάτειος αναφέρει έξι «Ποντικούς» ηγεμόνες που πολέμησαν εναντίον των Ρωμαίων. Όμως, ο αριθμός φαίνεται να προσδιορίζει τους ηγεμόνες με το όνομα «Μιθριδάτης» και όχι το συνολικό αριθμό των βασιλέων της δυναστείας, που ήταν οκτώ. Αν και ο γιος του Μιθριδάτη ΣΤ', ο Φαρνάκης Β΄, είχε βασιλική εξουσία στο πελατειακό βασίλειο του Βοσπόρου, σύμφωνα με το βιογράφο Πλούταρχο (πιθανόν 46-120 μ.Χ.), οκτώ γενιές μετά το Μιθριδάτη Α΄, οι Ρωμαίοι σταμάτησαν τη διαδοχή της μιθριδατικής δυναστείας με τη φυγή και το θάνατο του Μιθριδάτη ΣΤ΄, του τελευταίου ανεξάρτητου ηγεμόνα.5

2. Χαρακτηριστικά

Οι ηγεμόνες της μιθριδατικής δυναστείας εφάρμοσαν τις αρχές ότι ο λόγος τους ήταν νόμος, ότι όλοι ήταν υπήκοοι του βασιλιά, και μόνο αυτός μπορούσε να δώσει και να αφαιρέσει προνόμια από άτομα και ομάδες. Χαρακτηρίστηκαν «Πέρσες» από τους αρχαίους ιστορικούς και φαίνεται ότι είχαν βασίσει την απόλυτη-θεϊκή μοναρχία τους στις πραγματικές ή φανταστικές τους σχέσεις με την περσική δυναστεία των Αχαιμενιδών. Προκειμένου να τονίσουν αυτή τη σχέση, χρησιμοποίησαν περσικούς συμβολισμούς στα νομίσματα του βασιλείου τους.6 Επίσης, οι κανόνες εδαφικής ιδιοκτησίας βασίζονταν στα περσικά έθιμα,7 ενώ περσικές επιρροές υποδηλώνονται στην οικονομική διοίκηση του βασιλείου με την ύπαρξη βασιλικών οχυρωμένων θησαυροφυλακίων (γαζοφυλάκια).8 Όμως, προκειμένου να αποκτήσουν κύρος και φήμη, έπρεπε να κερδίσουν το θαυμασμό του ελληνικού (ελληνιστικού) κόσμου. Για αυτό το λόγο, έκαναν προσπάθειες να εμφανιστούν ως φιλέλληνες, με ελληνική παιδεία και Έλληνες προγόνους, ενώ δημιούργησαν αυλές στις οποίες άνθρωποι των τεχνών και των γραμμάτων κατείχαν ξεχωριστή θέση, όπως συνέβαινε και στις ελληνιστικές βασιλικές αυλές.9 Επίσης, παρουσιάστηκαν ως προστάτες του ελληνικού πολιτισμού και των ελληνικών πόλεων,10 σύμφωνα με το παράδειγμα του φιλελληνισμού των ελληνιστικών ηγεμόνων. Γενικά, η πολιτειακή-στρατιωτική οργάνωση και διοίκηση που ακολούθησαν φέρει ίχνη της περσικής και της ελληνιστικής διοίκησης.

Οι πρώτοι ηγεμόνες της δυναστείας παρουσίαζαν μια «βαρβαρική» εικόνα, όπως φαίνεται από τα νομίσματά τους. Οι τελευταίοι, όμως, ειδικά ο Μιθριδάτης ΣΤ΄, παρουσίασαν μια ελληνοπερσική εικόνα τονίζοντας τα κοινά μυθολογικά-ιστορικά στοιχεία των κατοίκων της επικράτειάς τους. Η σύνδεση του βασιλιά με τον ελληνικό και τον περσικό κόσμο υποδήλωνε ότι οι κάτοικοι του Ποντικού Βασιλείου δεν ανήκαν σε διαμετρικά αντίθετους κόσμους. Αν και κανένα μέλος της δυναστείας δεν ακολούθησε μια πολιτική πολιτιστικής και εθνολογικής ενοποίησης των λαών που κατοικούσαν στην επικράτειά τους, κατάφεραν να ενώσουν αυτούς τους λαούς υπό την εξουσία τους. Οι πολιτιστικές ζυμώσεις που συντελέστηκαν κατά τη διάρκεια της βασιλείας τους βοήθησαν στη μελλοντική δημιουργία και αποδοχή της ποντιακής πολιτιστικής ταυτότητας.

1. Για την επικράτεια της Κίου, βλ. Ξεν., Ελλ. 5.1.28· Διόδ. Σ. 15.90.3, 16.90.2, 20.111.1-4· McGing, B.C., The Foreign Policy of Mithridates VI Eupator, King of Pontus (Leiden 1986), σελ. 14-15· Bosworth, A.B. – Wheatley, P.V., “The Origins of the Pontic House”, JHS 118 (1998), σελ. 156-157, 160-161.

2. Μέμν., FGrHist 16.1, 24 F 434.

3. Για τις κοπές χρυσών νομισμάτων των πρώτων ηγεμόνων της δυναστείας ως ένδειξη ανεξαρτησίας, βλ. Στράβ. 12.1.4· Head, B.V., Historia Numorum. A Manual of Greek Numismatics (Oxford 1911), σελ. 499-500· McGing, B.C., The Foreign Policy of Mithridates VI Eupator, King of Pontus (Leiden 1986), σελ. 19-20· Morkholm, O., Early Hellenistic Coinage (Cambridge 1991), σελ. 131.

4. OGIS 375· Πολύβ. 33.12.1.

5. Αππ., Μιθριδ. 9, 112· Πλούτ., Δημ. 4.4.

6. Αππ., Μιθριδ. 12· Διόδ. Σ. 19.40.2· Tac., Ann. 12.18.2, 12.18.4, De Vir. Illustr. 76.1· Florus 1.40.1· Πολύβ. 5.43.2-3· Justin 38.7.1· Sallust., Hist. 2.85. Πρβλ. Διόδ. Σ. 31.19. Για τις απόψεις των σύγχρονων ιστορικών, βλ. McGing, B.C., The Foreign Policy of Mithridates VI Eupator, King of Pontus (Leiden 1986), σελ. 13· McGushin, P., Sallust: The Histories 1 (Oxford 1992), σελ. 252· Reinach, T., Mithridate Eupator, Roi du Pont (Paris 1890), σελ. 3-4· Walbank, F.W., A Historical Commentary on Polybius 1 (Oxford 1957), σελ. 573. Οι Bosworth και Wheatley πραγματεύτηκαν το θέμα με ιδιαίτερη επιτυχία στο άρθρο τους “The Origins of the Pontic House”, JHS 118 (1998), σελ. 155-164. Για νομισματικά ευρήματα, βλ. Head, B.V., Historia Numorum. A Manual of Greek Numismatics (Oxford 1911), σελ. 502· Seltman, C., Greek Coins (London 1933), σελ. 237. Πρβλ. Αισχ., Πέρσ. 79-80· Ηρ. 7.150-152.

7. Saprykin, S.Y., “Eupator’s Law on Inheritance and Its Role in the History of the Pontic Kingdom”, VDI 197 (1991), σελ. 181-197.

8. Στράβ. 12.3.28. Σύμφωνα με το Θεόφραστο (ΦΙ 8.11.5), η ιρανική λέξη “gaza” σημαίνει “θησαυρός”. Για παρόμοιους όρους στο Βασίλειο του Βοσπόρου, βλ. Saprykin, S.Y. – Maslennikov, Α.A., “Bosporan Chora in the Reign of Mithridates VI Eupator and His Immediate Successors (2)”, Ancient Civilisations from Scythia to Siberia 3:1 (1996), σελ. 6-7· Στράβ. 11.2.8.

9. Πλούτ., Αλέξ. 60, Σύλλ. 24.1-3, Λούκ. 22.5, 32.5· Στράβ. 12.3.11· Αππ., Μιθριδ. 71-1, Συρ. 65· Πολύβ. 5.88-90. Αel., VH 5.11· Διόδ. Σ. 5.90.5.

10. Διόδ. Σ. 5.90.1· Πολύβ. 5.88-90. Ins. Delos 1555, 1557, 1558. OGIS 366, 771.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>