Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Γεωμετρική Κεραμική στη Μ. Ασία

Συγγραφή : Παλαιοθόδωρος Δημήτρης (1/5/2003)

Για παραπομπή: Παλαιοθόδωρος Δημήτρης, «Γεωμετρική Κεραμική στη Μ. Ασία», 2003,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=4006>

Γεωμετρική Κεραμική στη Μ. Ασία (28/3/2008 v.1) Geometric Pottery in Asia Minor (2/10/2008 v.1) 

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ

 

άγκιστρο, το
Κόσμημα της αγγειογραφίας σε σχήμα Γ.

αμείβων, ο
Το «γαλόνι» ή «σαρδέλα» των στρατιωτικών. Στην αγγειογραφία, ο όρος χρησιμοποιείται συμβατικά για να περιγράψει ευθύγραμμα κοσμήματα σε σχήμα <.

αμφορέας, ο
Aπό τις λέξεις «αμφί» και «φέρω». Αγγείο με μακρόστενο ωοειδές σώμα και λαιμό στενότερο αυτού, που φέρει εκατέρωθεν δύο όμοιες κάθετες λαβές και στηρίζεται σε μικρό πόδι. Παραγόταν σε διάφορα μεγέθη, από τα μικρά δοχεία αρωματικών ελαίων έως τα μεγάλα αποθηκευτικά αγγεία για τη μεταφορά ή την αποθήκευση κυρίως υγρών αλλά και στερεών. Υπάρχουν πολλοί τύποι αμφορέων, όπως οι οξυπύθμενοι, οι παναθηναϊκοί, οι αμφορείς με λαιμό, οι νικοσθενικοί, οι αμφορείς SOS, οι τυρρηνικοί, οι τύπου Nola.

αμφορίσκος, ο
Αρωματοδόχο αγγείο με ανεστραμμένο κωνικό σώμα και δύο λαβές στον ώμο.

δίνος, ο (λέβης, ο)
Μεγάλο, ανοιχτό ημισφαιρικό αγγείο χωρίς λαβές και πόδι και με πολύ χαμηλό λαιμό. Χρησιμοποιούνταν ως αγγείο ανάμειξης κρασιού με νερό, ενώ δινόταν και ως έπαθλο.

κοτύλη, η
Αγγείο πόσεως με δύο οριζόντιες λαβές, πολύ συνηθισμένο στην Κόρινθο. Μοιάζει με τον σκύφο, μόνο που τα τοιχώματά του είναι πιο πλαγιαστά.

κρατήρας, ο
Από το ρήμα «κεράννυμι» (αναμειγνύω). Μεγάλο ανοιχτό αγγείο για τη μείξη του οίνου με το νερό. Το κρασί αυτό εκχυόταν σε οινοχόες. Υπάρχουν πολλοί τύποι κρατήρων: οι κιονωτοί, οι ελικωτοί, οι καλυκωτοί και οι κωδωνόσχημοι. Τοποθετούνταν συνήθως στο κέντρο του δωματίου όπου γίνονταν τα συμπόσια.

κύλικα, η
Βασικό αγγείο πόσεως των αρχαίων. Αποτελείται από ευρύ και ρηχό σώμα, το οποίο στηρίζεται σε λεπτό στέλεχος που απολήγει σε πόδι. Έχει πάντα οριζόντιες λαβές διαταγμένες συμμετρικά, συχνά αναδιπλωμένες. Ο εσωτερικός επίπεδος κυκλικός πάτος του αγγείου χρησιμοποιούνταν ως επιφάνεια ζωγραφικής διακόσμησης. Υπάρχουν πολλοί τύποι κυλίκων: τύπου κωμαστών, τύπου Σιάννων, τύπου Α (οφθαλμωτές), τύπου Β, τύπου Γ, τύπου Kassel, τύπου Droop.

λήκυθος, η
Βασικό ελαιοδόχο αγγείο, στενόστομο, με μία κάθετη λαβή. Υπάρχουν αρκετοί τύποι του σχήματος αυτού. Τον 5ο αι. π.Χ. επικρατούν οι λήκυθοι κύριου και δευτερεύοντος τύπου. Συχνά απαντά και η λεγόμενη αρυβαλλοειδής λήκυθος με φουσκωτό και κάπως πεπιεσμένο σώμα. Οι λευκές λήκυθοι προορίζονταν αποκλειστικά για ταφική χρήση.

μετόπη, η
1. (αρχιτεκτονική) Λίθινη ή πήλινη ορθογώνια πλάκα που αποτελεί τμήμα της δωρικής ζωφόρου και εναλλάσσεται με τα τρίγλυφα. Συνήθως φέρει γραπτή ή ανάγλυφη διακόσμηση.2. (ζωγραφική) Ορθογώνιος χώρος, συνήθως στο ύψος των λαβών ενός αγγείου, με διακοσμητικές παραστάσεις.

οινοχόη, η
Από τις λέξεις «οίνος» και «χέω». Ωοειδής κανάτα κρασιού με μία λαβή, συνήθως ψηλότερη του πλάτους της. Έχουν διακριθεί 10 τύποι βάσει διαφοροποιήσεων στο προφίλ, το στόμιο και τη μορφή της λαβής του αγγείου.

πυξίδα, η
Μικρό αγγείο με κάλυμμα, για τη φύλαξη πολύτιμων αντικειμένων η καλλυντικών ουσιών. Μέσα σε αυτό οι γυναίκες έβαζαν πούδρα για τον καλλωπισμό τους ή φύλασσαν τα κοσμήματά τους. Δεν έχει λαβές, εκτός από τη σκυφοειδή πυξίδα της Σικελίας.

ρόδακας, ο
Διακοσμητικό στοιχείο κυκλικού σχήματος με μορφή τυποποιημένου άνθους τριαντάφυλλου, με έναν ή δύο ομόκεντρους κύκλους πετάλων.

σκιαγραφία, η
Τεχνική της αγγειογραφίας, κατά την οποία οι μορφές αποδίδονται με τη χρήση μελανού κυρίως χρώματος, χωρίς εγχάρακτες λεπτομέρειες.

σκύφος, ο
Βαθύ αγγείο πόσης με ανοιχτό στόμιο και σχήμα περίπου ημισφαιρικό.

υδρία, η
Από τη λέξη «ύδωρ». Αγγείο με τρεις λαβές, δύο οριζόντιες στο επάνω μέρος του σώματος για τη μεταφορά του και μία κάθετη στο ύψος του ευρέος ώμου για έκχυση. Συνήθως μετέφεραν σε αυτό νερό, αλλά συχνά το χρησιμοποιούσαν και ως τεφροδόχο αγγείο και κάλπη. Ο τύπος της υδρίας που ο λαιμός της δεν ξεχωρίζει με σαφήνεια από το σώμα ονομάζεται κάλπις.

 
 
 
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>